Τρίτη 28 Μαρτίου 2023

Απόσπασμα από το διήγημα «Πολιτευτής / Αμνησία» και τη συλλογή διηγημάτων «Άπνοια» του Νίκου Κουρμουλή (γ. 1972) (εκδ. «Κείμενα», 2022).

 ..............................................................




·       Απόσπασμα από το διήγημα «Πολιτευτής / Αμνησία» και τη συλλογή διηγημάτων «Άπνοια» του Νίκου Κουρμουλή (γ. 1972) (εκδ. «Κείμενα», 2022).

 

«…Επουδενί δεν είχε βλέψεις στην πολιτική. Η έλξη όμως της αρένας αναβόσβηνε στα μάτια του σαν λούνα παρκ στην έρημο. Ένα φαινομενικά ήρεμο παιδί από τον Δυτικό Τομέα της Κλεψύδρας ονειρευόταν διαγαλαξιακά ταξίδια και ιδεατούς έρωτες. Οι γονείς του διατηρούσαν ένα από τα πιο παλιά ραφτάδικα της περιοχής. Έντυναν από βιομηχανικούς εργάτες έως κομψούς παρατρεχάμενους της υψηλής κοινωνίας. Ο Μιχάλης μεγάλωσε μέσα σε τόπια ύφασμα και μεζούρες. Ο κροκαλιστός ήχος των ραπτομηχανών ήταν το soundtrack της εφηβείας του. Η αδερφή του, πέντε χρόνια μικρότερη, δεν τον άφηνε σε χλωρό κλαδί. Έβαζε στην τσίτα πανκιές, έσκιζε ρούχα και φορούσε παραμάνες. Ανάλογα τις καύλες, έκοβε κι έβαφε τα μαλλιά της, έπινε αβέρτα, καβαλούσε μηχανές μεγάλου κυβισμού, αλλά και τον ζωτικό του χώρο. Μπροστά της φαινόταν εντελώς ξενέρωτος. Η συγκατοίκηση ήταν εφιάλτης. Ίσως όμως και να ήταν ο μόνος άνθρωπος για τον οποίο ο Μιχάλης ένιωσε ποτέ αισθήματα. Όταν κάπνισε χόρτο πρώτη φορά μαζί της, μίσησε τον εαυτό του γιατί έπαψε να έχει τον έλεγχο. Το ροζ σύννεφο της ανεμελιάς δεν τον συγκινούσε. Ένιωθε απόσταση από τις άμεσες ορμονικές προσταγές της ηλικίας του. Το να γίνει ηθοποιός, τάραζε περισσότερο τους αδένες της περιέργειάς του. Το αόρατο που παίρνει σχήμα. Άρχισε να διαβάζει παθιασμένα μοντέρνο θέατρο και λογοτεχνία. Περνούσε τις τάξεις στο σχολείο με τυπικά καλούς βαθμούς. Ο χρόνος, στάσιμος. Όπως μια ατέλειωτη επίσκεψη στον οδοντίατρο. Δεν ένιωθε κατακτητής των τυπικών εφηβικών στόχων. Τον έθελγε η αναζήτηση καινοτόμων επιλογών. Κράτησε κρυφό το ηθοποιηλίκι από τους γονείς του, για τον φόβο του διπλού εμφράγματος. Μπήκε σε μια ομάδα και έφτασε η ώρα της πρώτης παράστασης. Σ’ ένα υπόγειο σιδηρουργείο που είχε μετατραπεί σε θεατρική σκηνή. Θα έπαιζαν περίφημο Waiting for Lefty του Κλίφορντ Όντετς. Μέχρι τότε ο Μιχάλης σνόμπαρε οτιδήποτε θεωρούσε στρατευμένο. Μάλιστα έβρισκε το έργο παλαιολιθικό για το γούστο του. Η αψάδα των ριζικά νέων διατυπώσεων έλειπε. Τότε ξεκίνησε η περίοδος των μεγάλων απεργιών στην Κλεψύδρα. Αιτία η κατεδάφιση των τελευταίων δημόσιων υποδομών. Ξαναμμένοι οι φίλοι του έλεγαν πως πρέπει να ξαναστήσουν τα συνδικάτα από την αρχή. Ο Μιχάλης, μετά από καιρό, ένιωσε το ρίγος του ενθουσιασμού. Όταν μπήκε στο πετσί του ρόλου μεταμορφώθηκε. Θέριεψε μέσα του η αδικία του πραγματικού εργάτη, που διώκεται. Στο τέλος, παρά τα θερμά συγχαρητήρια, αισθανόταν ψεύτης τουλάχιστον. Παράξενο, η τέχνη που αγαπούσε με σφοδρότητα τον άδειαζε εξίσου δυνατά και τον κολλούσε στον τοίχο. Η υποκριτική αίφνης του γυρνούσε την πλάτη. Κάποια στιγμή η αδερφή του είχε έρθει, με κάτι παράξενους τύπους. Μιλούσαν ακατάπαυστα και περιπαθώς για πολιτισμό, πολιτική και αγώνες. Τον θαύμασαν, του είπαν, και αν θέλει να περάσει από το στέκι της νεολαίας του κόμματος. Δεν ήταν του τύπου του, αλλά πήγε. Από την πρώτη στιγμή κατάλαβε με μια δόση βυζαντινής αλαζονείας πως, αν γινόταν ποτέ πολιτικός, θα τους είχε άνετα ψηφοφόρους. Ήταν ένα αίσθημα ενστικτώδους υπεροχής.

   Οι κινητοποιήσεις τον έβγαλαν από τη φυλακή του κενού. Ρίχτηκε με τα μούτρα στη φιλοσοφία και την κοινωνική ανάλυση. Στο στέκι πήγαινε όλο και πιο συχνά. Τα επιχειρήματά του γίνονταν πιο τεχνικά, πιο ακράδαντα. Δεχόταν ευχάριστα τα αντίθετα επιχειρήματα και τα αντέστρεφε, χτυπώντας πάντα στο νευραλγικό σημείο. Απορροφούσε σαν στουπόχαρτο το λειτουργικό του πολιτικού. Από όσα λες, να εννοείς το αντίθετο. Να υπόσχεσαι στους ανυπάκουους προστασία και στους αδύναμους δύναμη εξουσίας. Έχεις εχθρούς, κάνε κι άλλους. Το μόνος εναντίον όλων είναι το απόλυτο διεγερτικό. Εθίζει και εσένα, αλλά κυρίως τους ακολούθους σου. Οι οποίοι είναι ρυθμισμένοι στο πρότυπο των αποστόλων του Χριστού. Σιγά-σιγά η αίσθηση του ακαταμάχητου κατακρήμνισε τη φυσική του διστακτικότητα. Πίσω στο σπίτι, πιο πολύ ήθελε να τρομάξει την κάθε μέρα, για να χαθεί γρήγορα. Να φύγουν από τα χνότα του τα ραφτικά και οι μεζούρες. Να υπερασπιστεί το όνειρο για μια καλύτερη κοινωνία. Αυτό είναι διαχρονικά το πιο ριζοσπαστικό σχέδιο απ’ όλα. Αν το κατακτήσεις, σε γράφει η Ιστορία. Ο Μιχάλης μέτρησε τις δυνάμεις του και είδε ότι μπορεί εύκολα να χαρίζει στον κόσμο τα γλυκά σοκολατάκια που λέγονται ελπίδες. Ο πατέρας του, με την παραμικρή υποψία, υπενθύμιζε στο γιο του πως είναι μεγάλο ψώνιο. Ένα χοντρό μηδενικό, που κάνει λάθος κι όταν αναπνέει. Να αφήσει τις πολιτικές μπούρδες και να πιάσει κάνα ύφασμα. Κοντά στα ξεσπάσματα της πατρικής οργής, η κοροϊδία της αδερφής του. Η μάνα του γόγγυζε όλη μέρα, πιστεύοντας ότι ο Μιχάλης δεν κάνει για τα μεγάλα. Αγκιστρωμένη πάνω του, λες και κάθε της κίνηση εξαρτιόταν από εκείνον. Έδωσε εξετάσεις στο πολιτικό τμήμα και βγήκε δεύτερος σε όλη την Κλεψύδρα. Γυρίζοντας μεθυσμένος τα ξημερώματα, ο πατέρας τον περίμενε στο μισοσκόταδο. Τον έπιασε απαλά από το μπράτσο και του ψιθύρισε. Μιχάλη μου, φοβάμαι ότι θα γίνεις σύντομα κάποιος άλλος. Ένας ξένος. Το δάκρυ που κύλησε, τον έπνιξε για τα καλά.

   Η ιδέα τον ενθουσίασε. Μπήκε στο κόμμα «Δημοκρατικοί Πολίτες» ύστερα από πιεστική παρότρυνση της παρέας στο στέκι. Οι οποίοι έγιναν ο κλειστός πυρήνας των στελεχών του. Απευθύνονταν πρώτα και κύρια σ’ αυτόν. Ο Μιχάλης κατάπινε την κομματική ιεραρχία σαν φρουί ζελέ. Κατασκεύαζε εχθρούς και τους υπονόμευε μέχρις εξοστρακισμού. Μετά από σύντομο διάστημα, η ηγεσία του ανέθετε όλο και πιο περίπλοκες αποστολές. Ένα από τα βασικά όπλα του ήταν η παραδοχή. Εξέθετε τις αδυναμίες του. Μέχρις ενός σημείου, ελεγχόμενα. Υποστήριζε πως δεν είναι δα και παντογνώστης. Εξανθρώπιζε την πολιτική μπροστά στα μάτια του κόσμου, που ήθελε με κάποιον να ταυτιστεί. Έστω κι αν ποτέ δεν άκουγε κάτι συγκεκριμένο από το στόμα του. Παραδεχόταν δημόσια λάθη και παραλείψεις του. Δεν άφηνε ευθύνη να πέσει κάτω που να μην τη σηκώσει. Γρήγορα έγινε ένα είδος μάρτυρα και διαπραγματευτή της πολιτικής καθαρότητας. Οι επιθέσεις του γίνονταν με στόχο να μειωθεί η επάρκεια του απέναντι και ακολούθως ό,τι απομείνει από δαύτον να είναι άδειο σακί. Χωρίς φωνές και περιττές χειρονομίες. Ο Μιχάλης Καριώτης δεν είχε ηθικά ταμπού. Καβάλησε το τρένο, με σκοπό να γίνει ο μοχλός που θα θέσει την κοινωνία υπό τον απόλυτο έλεγχο του κόμματος. Όσο χρόνο κι αν χρειαζόταν. Σιγά-σιγά γλιστρούσε στις κατακόμβες των συναλλαγών, στο βαθύ πηγάδι του κράτους. Ήταν θέμα χρόνου να πλησιάσει και την Εκκλησία. Το τελευταίο μετάλλιο στην τροπαιοθήκη του. Το λαμπρό μέλλον του κόμματος και της χώρας. Ο ανιδιοτελής αγωνιστής, που όλοι θέλουν να του σφίξουν το χέρι. Με την ανάθεση κάθε νέου ρόλου, μετατοπιζόταν εσωτερικά. Το ζήτημα δεν είναι να υποκρίνεται, αλλά να πιστεύει μέχρι κεραίας όλες τις πτυχές των πιθανών εαυτών του. Να φτιάχνει τη μυθοπλασία της συνειδησιακής τους αφετηρίας και να τους έχει απόλυτη εμπιστοσύνη. Κι αυτό έπραττε. Διάβολε, τόσος Μπέκετ δεν πήγε στράφι.

   Οι δάφνες της αναγνώρισης πολλές φορές κουβαλούν τα ίχνη των πτωμάτων που αφήνουν πίσω. Ο Μιχάλης τρέφεται αποκλειστικά από τους αριθμούς των ψηφοφόρων του που ολοένα αυξάνουν. Οι παλιοί του φίλοι δεν έχουν καμία διάθεση να τον συναντήσουν. Τον έχουν ξεγράψει. Ας είναι. Ο Μιχάλης έχει ξαναγεννηθεί σε νέα θερμοκοιτίδα. Μεταμορφώνεται  σε πολιτευτή ολκής. Φαρδαίνει τον όγκο των λόγων του, γίνεται ποιμένας και αμφισβητίας ταυτόχρονα. Τάζει ανερυθρίαστα. Έτσι μόνο μπορεί να διαφύγει απ’ όλους. Οι από κάτω θα τον ευγνωμονούν. Γιατί ξέρουν ότι τους είναι απαραίτητος. Το πλήθος αναγνωρίζει όσους το κανακεύουν και το εξυπηρετούν. Ο καθένας είναι ελεύθερος να νιώσει ότι ο Μιχάλης αποτελεί τον ρυθμιστή της ζωής του…»

 .........................................




Στη μητρόπολη του άμεσου μέλλοντος, που θα μπορούσε να είναι η Αθήνα, οι δρόμοι δεν έχουν όνομα. Η παρατεταμένη άπνοια κυριαρχεί. Οκτώ καθημερινοί χαρακτήρες προσπαθούν να βρουν κομμάτια του εαυτού τους που αγνοούνται. Ένα αιφνίδιο γεγονός, μια παράλειψη ή μια αλλαγή στη ρουτίνα τους, ανατρέπουν τα πάντα και δίνουν το έναυσμα για να ανακαλύψουν μέσα στη θάλασσα των απωλειών τους κάτι που τους περιέχει. Μία σολίστ, ένας σεκιούριτι, ένας βουλευτής, ένας συλλέκτης, μία ταμίας, μία μάνατζερ, ένας διαχειριστής πολυκατοικίας και μία χάκερ, συνθέτουν ένα υπαρξιακό παζλ με σκοπό να βρεθούν πιο κοντά στο άγνωστο είναι τους.
Μια συλλογή διηγημάτων που ρίχνει φως στις διαφορετικές όψεις της ψυχικής μας διάστασης. Ιστορίες που μιλούν για την εσωτερική εξορία, την απογύμνωση, την αμνησία, την καταγωγή, τον έρωτα, τη μνήμη, τις εκδοχές μας. Σ' έναν σύγχρονο κόσμο όπου όλα είναι ρευστά, οι πρωταγωνιστές των διηγημάτων απαιτούν να αντικρίσουν την αλήθεια τους όσο σκληρή κι αν είναι. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Δεν υπάρχουν σχόλια: