Την ώρα που κανείς δε μιλούσε εμένα η σιωπή με τράβαγε απ' τα μαλλιά μ' έριχνε κάτω απαιτούσε να τη μεταφράσω αμέσως Την ώρα που μίλαγαν οι άλλοι εγώ έπεφτα στα πηγάδια των λέξεών τους εκεί στον πάτο πλατσούριζα ανάμεσα σε λεκτικά λύματα και φεγγαροβελόνες κι έβρισκα θεός ξέρει που λόγια πολύποδα κοράλλια ήχους αδάμαστους λόγια που δεν ήθελαν να πουν εκείνο που ήξεραν.
Μαργαρίτα Παπαμίχου
Ο Σκύλος ή Ημιβυθισμένος σκύλος (Ισπανικά: El perro ή Perro semihundido)είναι το όνομα με το οποίο είναι γνωστός ο πίνακας του Ισπανού καλλιτέχνη Φρανθίσκο Γκόγια. Είχα την τύχη να τον δω στο Μουσείο ντελ Πράδο, στη Μαδρίτη. Ο σκύλος μοιάζει να εξαφανίζεται μες στο μεγάλο φόντο του πίνακα ή κάτι να τον τραβάει προς τα κάτω και να βυθίζεται.
Μαργαρίτα Παπαμίχου (ποιήτρια και φίλη στο facebook, 31.3.2023)
από το προφίλ στο fb Αντίφωνο Κωστής Παπαϊωάννου (facebook, 30.3.2023)
Αγαπάμε τους χώρους που συνδέονται με τη νεότητά μας, με τους έρωτες, τις εξερευνήσεις, τις πρώτες συναντήσεις με την τέχνη και τη συλλογικότητα, τις μέρες και τις νύχτες στους δρόμους.
Όμως δεν είναι από νοσταλγία που θέλουμε να ζήσουν το Ιντεάλ και το Άστορ.
Οι πόλεις αλλάζουν, κάποια τοπόσημα χάνονται ή εξελίσσονται. Γεννιούνται νέα. Οι μνήμες της νεότητας χάνονται με τις γενιές που γερνάνε και φεύγουν. Κόκκοι άμμου. Πάντα έτσι γινόταν, σιγά το νέο. Πάντα οι μεγαλύτεροι νοσταλγούσαν αυτό που έχαναν, καταστροφολογούσαν για τις αλλαγές.
Όμως δεν είναι για το χτες που θέλουμε να ζήσουν το Ιντεάλ και το Άστορ. Για το σήμερα και το αύριο μιλάμε. Δε δίνουμε μάχη οπισθοφυλακής, εμείς οι συντηρητικοί που αντιδρούμε τάχα στην πρόοδο και στις αλλαγές, όπως λένε οι θιασώτες της φούσκας και των «καζινοεπενδύσεων». Η μάχη δίνεται για να είναι η πόλη και αύριο πόλη. Είναι μάχη απέναντι στην ιλουστρασιόν δυστοπία.
"Πόλις" πάντα σήμαινε πολίτες στο δημόσιο χώρο, σήμαινε έξοδο και συνάντηση, στην αγορά των προϊόντων και των ιδεών. Σήμαινε αγώνα, διαπάλη και δημιουργία. Η πόλη προϋποθέτει ενσώματη παρουσία των πολιτών. Δεν υπάρχει αλλιώς.
Έγραφε ο Λουκιανός: "Πόλη εμείς δεν θεωρούμε τα οικοδομήματα, για παράδειγμα τα τείχη, τα ιερά και τους νεώσοικους. Αυτά αποτελούν ένα είδος σώματος, σταθερού και ακίνητου, για να δέχονται και να προστατεύουν τους πολίτες. Όλο το βάρος το δίνουμε στους πολίτες, γιατί αυτοί είναι που γεμίζουν την πόλη, σχεδιάζουν και εκτελούν το κάθε τι και την προστατεύουν, όπως περίπου δηλαδή είναι για καθένα από μας η ψυχή".
Αστικός χώρος χωρίς πολίτες δεν νοείται. Γίνεται τόπος τράνζιτ, κυλιόμενος διάδρομος για τροχήλατους τουρίστες με βαλίτσες και ακουστικά ξενάγησης. Γίνεται κέλυφος πόλης, αποικιοποιημένος χώρος.
Αδειάζει το κέντρο, αλλάζει η χρήση του. Ένα ξαφνικό reboot που μπορεί να καταστρέψει ό,τι έχει αποθηκευτεί στη μνήμη. Συγκροτείται διά της βίας ένας χώρος αμνήμων και άψυχος στο κέντρο της πόλης μας. Χώρος κενός, χωρίς ύλη. Ένα vacuum: δε χωράνε οι παλιοί κάτοικοι γιατί δε μπορούν να πληρώνουν, δε χωράνε οι τόποι της συνύπαρξης γιατί δε φέρνουν χρήμα. Το κέντρο της πόλης χωρίς τους χώρους μας και τους ανθρώπους μας είναι η έρημος του πραγματικού. Πόλη στο βυθό. Ατλαντίδα.
Αν κανείς λοιπόν ρωτήσει, αντιδρούμε γι' αυτό πείτε του. Όχι λόγω νοσταλγίας. Κι αν καταλάβει κατάλαβε.
γράφει ο Χρήστος Λάσκος*("Εφημερίδα των Συντακτών", 29.3.2023)
Το έγκλημα των Τεμπών έχει φυσικούς αυτουργούς: τους έχοντες «αντικειμενική πολιτική ευθύνη». Το γεγονός πως οι ταξικοί νόμοι τους τούς απαλλάσσουν είναι ηθικά αδιάφορο. Η νομιμότητά τους είναι λέξη με στόχο την απόκρυψη, τον φενακισμό, την παραπλάνηση, την κοροϊδία των «μικρών ανθρώπων», όλων μας δηλαδή. Γι’ αυτό και η εμμονή από κάποιους στη «νομιμότητα» είναι «αντικειμενικά» απαλλακτική.
Αν ήμασταν κράτος δικαίου (sic), με την ιδεατή, πάντα, έννοια, οι αυτουργοί θα είχαν ποινικές ευθύνες. Καπιταλιστικό κράτος δικαίου δεν σημαίνει πια, στις περισσότερες περιπτώσεις, παρά κράτος με δικαστήρια. Τελεία.
Το τι κάνουν τα δικαστήρια το ξέρουμε. Απαλλάσσουν τους πλούσιους και σκίζουν τους φτωχούς. Οι Χριστοφοράκοι και οι Φλώροι της Energa, μεταξύ πολλών άλλων του ίδιου φυράματος, κολλητών, ως επί το πλείστον, του πολιτικού συστήματος -δώστε βάρος στο «συστήματος»- κάνουν τη ζωάρα τους, ενώ οι άπορες γιαγιάδες χάνουν τα σπίτια τους.
Η δικαστική εξουσία δεν «καθυστερεί», όταν δεν πρέπει να καθυστερήσει. Είτε πρόκειται για τους πλειστηριασμούς είτε για τη νομιμοποίηση των μνημονίων. Είτε για τη βοήθεια στην Eldorado Gold είτε για την καταγγελία ως παράνομων περικοπών στις αποδοχές των «λειτουργών» της. Και, βέβαια, τρέχει με χίλια προκειμένου να βγάλει παράνομες και καταχρηστικές όλες τις απεργίες.
Ρωτάω τους νομομαθείς: Γιατί δεν έχουν και ποινική ευθύνη οι δικαστές που απαγόρευσαν την απεργία των σιδηροδρομικών, η οποία αφορούσε την πλήρη έλλειψη ασφάλειας των σιδηροδρόμων; Πραγματικά, δεν καταλαβαίνω.
Οποιος μιλάει για «δικαιοσύνη», αναφερόμενος στη δικαστική εξουσία, τον πυρήνα του κατασταλτικού μηχανισμού του καπιταλιστικού κράτους, στην καλύτερη περίπτωση δεν έχει σχέση με τον μαρξισμό - και οποιαδήποτε χειραφετητική κοινωνική θεωρία. Οποιος δε τη θεωρεί τυφλή είναι ο ίδιος θεότυφλος: η «δικαιοσύνη» έχει μάτι-γαρίδα.
Ακούω πολιτικούς (sic) της αντιπολίτευσης να απαιτούν την ανάληψη από τη «δικαιοσύνη» της διαλεύκανσης του σιδηροδρομικού εγκλήματος και, αν και αγνωστικιστής, κάνω τον σταυρό μου. Τόση, πια, εμπιστοσύνη;
Ευτυχώς, η μεγάλη πλειονότητα έχει καταλάβει τι γίνεται. Νομίζω ότι ένας από τους βασικούς λόγους που η νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι πρωτοφανώς, για τα μεταπολιτευτικά δεδομένα, αντιδημοφιλής, οφείλεται στη δικαστική της ιδιότητα. Κι ας ψηφίστηκε από το 90% των βουλευτών.
Από όσους, δηλαδή, εκόντες άκοντες, ψήφισαν κι εφάρμοσαν μνημόνια.
Είναι πραγματικά θλιβερό ότι η μεγάλη πλειοψηφία της Βουλής προσπαθεί να μας πείσει πως «βγήκαμε από τα μνημόνια».
Είναι, επιπλέον, εξοργιστικό, όταν κι η Μαρίκα ξέρει πως, χωρίς τα μνημόνια, θα ήταν πολύ δύσκολο να μειωθεί το προσωπικό του ΟΣΕ στο ένα τρίτο των οργανικών θέσεων, όπως και το να δοθεί μπιρ παρά η ΤΡΑΙΝΟΣΕ στους τυχάρπαστους Ιταλούς. Θα ήταν δύσκολο να δίνεται σε ιδιωτικές εταιρείες της πυρκαγιάς το έργο της εγκατάστασης συστημάτων ασφαλείας.
Δεν θα ήταν αδύνατο, όπως μας έδειξε ο «εκσυγχρονισμός» και τα γεννήματά του, που επιδίωξε -και κατάφερε- να μετατρέψει έναν μεγάλο αριθμό εργαζομένων σε απασχολήσιμους - με «μπλοκάκια» ή μη. Θα ήταν, ωστόσο, δυσκολότερο.
Τίποτε από όσα επιβλήθηκαν στα χρόνια των μνημονίων δεν ήταν «μικρότερο κακό». Τις περισσότερες φορές άνοιξαν τον δρόμο για το μεγαλύτερο κακό.
Και όχι μόνο δεν τελειώσαμε μαζί τους, αλλά μας έχουν πιασμένους, πολύ γερά, από τον λαιμό.
Το διαρκές «καθεστώς μνημόνιο» -των 714 νόμων, των 60.000 διατάξεων και των 300.000 εφαρμοστικών υπουργικών αποφάσεων- θα καθορίζει τη ζωή, και τον θάνατο όπως φαίνεται, τουλάχιστον των δισέγγονών μας. Μαζί με το μεταδημοκρατικό πολιτικό πλαίσιο και τα δικαστήριά του.
Μπροστά στις εκλογές, η επιλογή της ψήφου -καλύτερα, της εμπλοκής στην πολιτική σύγκρουση- νομίζω θα πρέπει να χρησιμοποιήσει ως καθοριστική την απόρριψη του δεδομένου καθεστώτος και τη διάθεση για τη διαμόρφωση ενός σχεδίου απεμπλοκής. Αλλιώς, τα προτεινόμενα «προγράμματα» συνιστούν ανέκδοτο. Οποιος διαφωνεί, ας μας πει αν η επιστροφή της ΤΡΑΙΝΟΣΕ στο Δημόσιο «επιτρέπεται».
Εδώ και καιρό, πολλοί, ένθεν κακείθεν του «πολιτικού συστήματος», ισχυρίζονται πως η αντιμνημονιακή στάση είναι περσινά ξινά σταφύλια. Η διαχωριστική μνημόνιο - αντι-μνημόνιο δεν υφίσταται πλέον και πρέπει να πάμε γι’ άλλα. Πράγματι, η διαχωριστική, επιφανειακά, έχει ατονήσει. Οχι, όμως, λόγω της αντικειμενικής σημασίας της, αλλά εξαιτίας της επικοινωνιακής πανστρατιάς που επιχειρεί να τη βγάλει από την εικόνα.
Η επιστροφή του απωθημένου, ωστόσο, η επίθεση του πραγματικού, έρχεται να επαναφέρει το τραύμα. Το έγκλημα των Τεμπών είναι παράδειγμα αυτής της επίθεσης.
Νομίζω πως η σύνολη Αριστερά, κυβερνώσα και μη, ό,τι κι αν (δεν) έκανε, πρέπει να γίνει καθαρή απέναντι στον απίστευτο κοινωνικοπολιτικό ζουρλομανδύα που μας έχουν φορέσει. Εστω κι αν αυτό συνδέεται με δυσάρεστες παραδοχές. Δεν γίνεται αλλιώς.
Έφτιαξα μια ζωή από πηλό Που ράγισε στα χέρια μου Λερώθηκε στα χέρια αλλωνών Μέχρι που κομματιάστηκε. Ζωγράφισα τη μοναξιά Με βλέμμα τρομαγμένο ταξίδεψα Σε έρημα νησιά χωρίς φωνή. Αγάπησα φαντάσματα που σύρθηκαν Μαζί μου σε κρεβάτια ηδονικά Κι έπειτα πέταξαν από κοντά μου κρώζοντας. Αρρώστησα σε κάτασπρα δωμάτια Κρατώντας το κορμί να μη σκορπίσει Έκλαψα από πόνο κι από στέρηση. Πύργους ονειρεμένους έχτισα Μα η αρχιτεκτονική λειψή και χάλασαν Στο δεύτερο σεισμό δεν άντεξαν Κρίθηκαν κατεδαφιστέοι. Με βλέμμα άτονο την παγωνιά προσμένω Νοέμβριος και στο μυαλό μου βρέχει καλοκαίρια.
Μα είμαι σίγουρος πως κάποτε Μέσα από του χωραφιού την πρωινή δροσιά Μέσα από τη λίμνη την ακύμαντη θα βγω Και θα επιστρέψω φωτεινός.
Αλέξανδρος 'Ισαρης (29 Μαρτίου 1941 – 24 Φεβρουαρίου 2022)
Όμως ο αληθινός σκοπός του αγώνα δεν είναι αυτός που φαίνεται.
Εκείνος που θέλει να φτάσει πρώτος (και ποιος δε θέλει να φτάσει πρώτος!'' είναι καθίκι. Ασφαλώς.
Όμως ο αληθινός σκοπός του αγώνα, που μας τον κρύβει ο φαινομενικός σκοπός, εκείνο που επιθυμούμε πέρα από την επιθυμία και παρά την επιθυμία μας, μας δικαιώνει, μας ξεπληρώνει - όχι ηθικά' τι είναι άλλωστε η ηθική -, αφού αυτός ο σκοπός επιβεβαιώνει πως είμαστε πράγματι πέρα από τα όριά μας, πως δεν έχουμε όρια.
·Απόσπασμα
από το διήγημα«Πολιτευτής / Αμνησία»και τη συλλογή διηγημάτων«Άπνοια» τουΝίκου Κουρμουλή (γ. 1972)(εκδ. «Κείμενα», 2022).
«…Επουδενί
δεν είχε βλέψεις στην πολιτική. Η έλξη όμως της αρένας αναβόσβηνε στα μάτια του
σαν λούνα παρκ στην έρημο. Ένα φαινομενικά ήρεμο παιδί από τον Δυτικό Τομέα της
Κλεψύδρας ονειρευόταν διαγαλαξιακά ταξίδια και ιδεατούς έρωτες. Οι
γονείς του διατηρούσαν ένα από τα πιο παλιά ραφτάδικα της περιοχής. Έντυναν από
βιομηχανικούς εργάτες έως κομψούς παρατρεχάμενους της υψηλής κοινωνίας. Ο
Μιχάλης μεγάλωσε μέσα σε τόπια ύφασμα και μεζούρες. Ο κροκαλιστός ήχος των
ραπτομηχανών ήταν το soundtrackτης εφηβείας
του. Η αδερφή του, πέντε χρόνια μικρότερη, δεν τον άφηνε σε χλωρό κλαδί. Έβαζε
στην τσίτα πανκιές, έσκιζε ρούχα και φορούσε παραμάνες. Ανάλογα τις καύλες,
έκοβε κι έβαφε τα μαλλιά της, έπινε αβέρτα, καβαλούσε μηχανές μεγάλου κυβισμού,
αλλά και τον ζωτικό του χώρο. Μπροστά της φαινόταν εντελώς ξενέρωτος. Η
συγκατοίκηση ήταν εφιάλτης. Ίσως όμως και να ήταν ο μόνος άνθρωπος για τον
οποίο ο Μιχάλης ένιωσε ποτέ αισθήματα. Όταν κάπνισε χόρτο πρώτη φορά μαζί της,
μίσησε τον εαυτό του γιατί έπαψε να έχει τον έλεγχο. Το ροζ σύννεφο της
ανεμελιάς δεν τον συγκινούσε. Ένιωθε απόσταση από τις άμεσες ορμονικές
προσταγές της ηλικίας του. Το να γίνει ηθοποιός, τάραζε περισσότερο τους αδένες
της περιέργειάς του. Το αόρατο που παίρνει σχήμα. Άρχισε να διαβάζει παθιασμένα
μοντέρνο θέατρο και λογοτεχνία. Περνούσε τις τάξεις στο σχολείο με τυπικά
καλούς βαθμούς. Ο χρόνος, στάσιμος. Όπως μια ατέλειωτη επίσκεψη στον
οδοντίατρο. Δεν ένιωθε κατακτητής των τυπικών εφηβικών στόχων. Τον έθελγε η
αναζήτηση καινοτόμων επιλογών. Κράτησε κρυφό το ηθοποιηλίκι από τους γονείς
του, για τον φόβο του διπλού εμφράγματος. Μπήκε σε μια ομάδα και έφτασε η ώρα
της πρώτης παράστασης. Σ’ ένα υπόγειο σιδηρουργείο που είχε μετατραπεί σε
θεατρική σκηνή. Θα έπαιζαν περίφημο WaitingforLeftyτου
Κλίφορντ Όντετς. Μέχρι τότε ο Μιχάλης σνόμπαρε οτιδήποτε θεωρούσε στρατευμένο.
Μάλιστα έβρισκε το έργο παλαιολιθικό για το γούστο του. Η αψάδα των ριζικά νέων
διατυπώσεων έλειπε. Τότε ξεκίνησε η περίοδος των μεγάλων απεργιών στην
Κλεψύδρα. Αιτία η κατεδάφιση των τελευταίων δημόσιων υποδομών. Ξαναμμένοι οι
φίλοι του έλεγαν πως πρέπει να ξαναστήσουν τα συνδικάτα από την αρχή. Ο
Μιχάλης, μετά από καιρό, ένιωσε το ρίγος του ενθουσιασμού. Όταν μπήκε στο πετσί
του ρόλου μεταμορφώθηκε. Θέριεψε μέσα του η αδικία του πραγματικού εργάτη, που
διώκεται. Στο τέλος, παρά τα θερμά συγχαρητήρια, αισθανόταν ψεύτης τουλάχιστον.
Παράξενο, η τέχνη που αγαπούσε με σφοδρότητα τον άδειαζε εξίσου δυνατά και τον
κολλούσε στον τοίχο. Η υποκριτική αίφνης του γυρνούσε την πλάτη. Κάποια στιγμή
η αδερφή του είχε έρθει, με κάτι παράξενους τύπους. Μιλούσαν ακατάπαυστα και
περιπαθώς για πολιτισμό, πολιτική και αγώνες. Τον θαύμασαν, του είπαν, και αν
θέλει να περάσει από το στέκι της νεολαίας του κόμματος. Δεν ήταν του τύπου
του, αλλά πήγε. Από την πρώτη στιγμή κατάλαβε με μια δόση βυζαντινής αλαζονείας
πως, αν γινόταν ποτέ πολιτικός, θα τους είχε άνετα ψηφοφόρους. Ήταν ένα αίσθημα
ενστικτώδους υπεροχής.
Οι κινητοποιήσεις τον έβγαλαν από τη φυλακή
του κενού. Ρίχτηκε με τα μούτρα στη φιλοσοφία και την κοινωνική ανάλυση. Στο
στέκι πήγαινε όλο και πιο συχνά. Τα επιχειρήματά του γίνονταν πιο τεχνικά, πιο
ακράδαντα. Δεχόταν ευχάριστα τα αντίθετα επιχειρήματα και τα αντέστρεφε,
χτυπώντας πάντα στο νευραλγικό σημείο. Απορροφούσε σαν στουπόχαρτο το
λειτουργικό του πολιτικού. Από όσα λες, να εννοείς το αντίθετο. Να υπόσχεσαι
στους ανυπάκουους προστασία και στους αδύναμους δύναμη εξουσίας. Έχεις εχθρούς,
κάνε κι άλλους. Το μόνος εναντίον όλων είναι το απόλυτο διεγερτικό. Εθίζει και
εσένα, αλλά κυρίως τους ακολούθους σου. Οι οποίοι είναι ρυθμισμένοι στο πρότυπο
των αποστόλων του Χριστού. Σιγά-σιγά η αίσθηση του ακαταμάχητου κατακρήμνισε τη
φυσική του διστακτικότητα. Πίσω στο σπίτι, πιο πολύ ήθελε να τρομάξει την κάθε
μέρα, για να χαθεί γρήγορα. Να φύγουν από τα χνότα του τα ραφτικά και οι
μεζούρες. Να υπερασπιστεί το όνειρο για μια καλύτερη κοινωνία. Αυτό είναι διαχρονικά
το πιο ριζοσπαστικό σχέδιο απ’ όλα. Αν το κατακτήσεις, σε γράφει η Ιστορία. Ο
Μιχάλης μέτρησε τις δυνάμεις του και είδε ότι μπορεί εύκολα να χαρίζει στον
κόσμο τα γλυκά σοκολατάκια που λέγονται ελπίδες. Ο πατέρας του, με την
παραμικρή υποψία, υπενθύμιζε στο γιο του πως είναι μεγάλο ψώνιο. Ένα χοντρό
μηδενικό, που κάνει λάθος κι όταν αναπνέει. Να αφήσει τις πολιτικές μπούρδες
και να πιάσει κάνα ύφασμα. Κοντά στα ξεσπάσματα της πατρικής οργής, η κοροϊδία
της αδερφής του. Η μάνα του γόγγυζε όλη μέρα, πιστεύοντας ότι ο Μιχάλης δεν
κάνει για τα μεγάλα. Αγκιστρωμένη πάνω του, λες και κάθε της κίνηση εξαρτιόταν
από εκείνον. Έδωσε εξετάσεις στο πολιτικό τμήμα και βγήκε δεύτερος σε όλη την
Κλεψύδρα. Γυρίζοντας μεθυσμένος τα ξημερώματα, ο πατέρας τον περίμενε στο
μισοσκόταδο. Τον έπιασε απαλά από το μπράτσο και του ψιθύρισε. Μιχάλη μου,
φοβάμαι ότι θα γίνεις σύντομα κάποιος άλλος. Ένας ξένος. Το δάκρυ που κύλησε,
τον έπνιξε για τα καλά.
Η ιδέα τον ενθουσίασε. Μπήκε στο κόμμα
«Δημοκρατικοί Πολίτες» ύστερα από πιεστική παρότρυνση της παρέας στο στέκι. Οι
οποίοι έγιναν ο κλειστός πυρήνας των στελεχών του. Απευθύνονταν πρώτα και κύρια
σ’ αυτόν. Ο Μιχάλης κατάπινε την κομματική ιεραρχία σαν φρουί ζελέ. Κατασκεύαζε
εχθρούς και τους υπονόμευε μέχρις εξοστρακισμού. Μετά από σύντομο διάστημα, η
ηγεσία του ανέθετε όλο και πιο περίπλοκες αποστολές. Ένα από τα βασικά όπλα του
ήταν η παραδοχή. Εξέθετε τις αδυναμίες του. Μέχρις ενός σημείου, ελεγχόμενα.
Υποστήριζε πως δεν είναι δα και παντογνώστης. Εξανθρώπιζε την πολιτική μπροστά
στα μάτια του κόσμου, που ήθελε με κάποιον να ταυτιστεί. Έστω κι αν ποτέ δεν
άκουγε κάτι συγκεκριμένο από το στόμα του. Παραδεχόταν δημόσια λάθη και
παραλείψεις του. Δεν άφηνε ευθύνη να πέσει κάτω που να μην τη σηκώσει. Γρήγορα
έγινε ένα είδος μάρτυρα και διαπραγματευτή της πολιτικής καθαρότητας. Οι
επιθέσεις του γίνονταν με στόχο να μειωθεί η επάρκεια του απέναντι και
ακολούθως ό,τι απομείνει από δαύτον να είναι άδειο σακί. Χωρίς φωνές και
περιττές χειρονομίες. Ο Μιχάλης Καριώτης δεν είχε ηθικά ταμπού. Καβάλησε το
τρένο, με σκοπό να γίνει ο μοχλός που θα θέσει την κοινωνία υπό τον απόλυτο
έλεγχο του κόμματος. Όσο χρόνο κι αν χρειαζόταν. Σιγά-σιγά γλιστρούσε στις
κατακόμβες των συναλλαγών, στο βαθύ πηγάδι του κράτους. Ήταν θέμα χρόνου να
πλησιάσει και την Εκκλησία. Το τελευταίο μετάλλιο στην τροπαιοθήκη του. Το
λαμπρό μέλλον του κόμματος και της χώρας. Ο ανιδιοτελής αγωνιστής, που όλοι
θέλουν να του σφίξουν το χέρι. Με την ανάθεση κάθε νέου ρόλου, μετατοπιζόταν
εσωτερικά. Το ζήτημα δεν είναι να υποκρίνεται, αλλά να πιστεύει μέχρι κεραίας
όλες τις πτυχές των πιθανών εαυτών του. Να φτιάχνει τη μυθοπλασία της
συνειδησιακής τους αφετηρίας και να τους έχει απόλυτη εμπιστοσύνη. Κι αυτό
έπραττε. Διάβολε, τόσος Μπέκετ δεν πήγε στράφι.
Οι δάφνες της αναγνώρισης πολλές φορές
κουβαλούν τα ίχνη των πτωμάτων που αφήνουν πίσω. Ο Μιχάλης τρέφεται
αποκλειστικά από τους αριθμούς των ψηφοφόρων του που ολοένα αυξάνουν. Οι παλιοί
του φίλοι δεν έχουν καμία διάθεση να τον συναντήσουν. Τον έχουν ξεγράψει. Ας
είναι. Ο Μιχάλης έχει ξαναγεννηθεί σε νέα θερμοκοιτίδα. Μεταμορφώνεταισε πολιτευτή ολκής. Φαρδαίνει τον όγκο των
λόγων του, γίνεται ποιμένας και αμφισβητίας ταυτόχρονα. Τάζει ανερυθρίαστα.
Έτσι μόνο μπορεί να διαφύγει απ’ όλους. Οι από κάτω θα τον ευγνωμονούν. Γιατί
ξέρουν ότι τους είναι απαραίτητος. Το πλήθος αναγνωρίζει όσους το κανακεύουν
και το εξυπηρετούν. Ο καθένας είναι ελεύθερος να νιώσει ότι ο Μιχάλης αποτελεί
τον ρυθμιστή της ζωής του…»
.........................................
Στη μητρόπολη του άμεσου μέλλοντος, που θα μπορούσε να είναι η Αθήνα, οι δρόμοι δεν έχουν όνομα. Η παρατεταμένη άπνοια κυριαρχεί. Οκτώ καθημερινοί χαρακτήρες προσπαθούν να βρουν κομμάτια του εαυτού τους που αγνοούνται. Ένα αιφνίδιο γεγονός, μια παράλειψη ή μια αλλαγή στη ρουτίνα τους, ανατρέπουν τα πάντα και δίνουν το έναυσμα για να ανακαλύψουν μέσα στη θάλασσα των απωλειών τους κάτι που τους περιέχει. Μία σολίστ, ένας σεκιούριτι, ένας βουλευτής, ένας συλλέκτης, μία ταμίας, μία μάνατζερ, ένας διαχειριστής πολυκατοικίας και μία χάκερ, συνθέτουν ένα υπαρξιακό παζλ με σκοπό να βρεθούν πιο κοντά στο άγνωστο είναι τους.
Μια συλλογή διηγημάτων που ρίχνει φως στις διαφορετικές όψεις της ψυχικής μας διάστασης. Ιστορίες που μιλούν για την εσωτερική εξορία, την απογύμνωση, την αμνησία, την καταγωγή, τον έρωτα, τη μνήμη, τις εκδοχές μας. Σ' έναν σύγχρονο κόσμο όπου όλα είναι ρευστά, οι πρωταγωνιστές των διηγημάτων απαιτούν να αντικρίσουν την αλήθεια τους όσο σκληρή κι αν είναι. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Αγάπη, από την έρημο, σου φέρνομε αρμυρίκια κι είναι φτωχά, μα ωστόσο σκέψου με πόση τσιγγουνιά μαζέψανε σταλιά-σταλιά την αυγινή τη δρόσο και φτιάξανε τ’ ανθάκια τους κατάσπρα και μελιτζανιά. Αγάπη, από την έρημο σου φέρνομε αρμυρίκια… Αν δεν ανθούσανε κι αυτά, δε θάρχονταν ο Μάης στην έρημο. Στην έρημο πού να τα βρούμε τα Εντελβάις;
***
Ε, Τσάρλυ, τραβήξου από τον ήλιο. Σήμερα, έπεσε η Ατομική... Σήμερα, στα λιμάνια, οι σωματέμποροι κι οι πορτοφολάδες μπορούν να περηφανεύονται που δεν έγιναν εφευρέτες...
***
Τι καταραμένη νύχτα... στοίχειωσε κι η πόλη λες, και στα ρημαγμένα σπίτια με τις άνανθες αυλές, τα στοιχειά γλεντοκοπώντας, κρουταλούν τις πόρτες τους, σαν φασίστες που χτυπάνε ηλιθίως τις μπότες τους. (…) Τι καταραμένη νύχτα... στοίχειωσε κι η πόλη λες, κι απ’ τα κλειδωμένα σπίτια κι απ’ τις έρημες αυλές άκουσε… σφυριές χτυπάνε, μακρινές και ρυθμικές σαν να σπάζουν αλυσίδες, σαν ν’ ανοίγουν φυλακές.
***
Νάμαι, ξανάρθα πίσω. Κι έχω τραγούδια να σας πω πολλά μα πριν σας τραγουδήσω, που ειν` τα κρίνα; Που είν` τα γιασεμιά; Έχω μια θλίψη να κοιμίσω.
24 Μαρτίου 1999 :Ο απολογισμός μιας μαύρης επετείου
έγραψε ο Γιώργος Στάμκος (tvxs.gr, 24.3.2023)
Σαν σήμερα, το 1999, ξεκίνησαν οι Νατοϊκοί βομβαρδισμοί κατά της Σερβίας και του Μαυροβουνίου, που σχημάτιζαν τότε τη λεγόμενη «μικρή Γιουγκοσλαβία» (1992-2006).
Ήταν 24 Μαρτίου του 1999, ώρα 19:45, όταν οι πρώτοι πύραυλοι τύπου Κρουζ εκτοξεύτηκαν από πολεμικά σκάφη του ΝΑΤΟ στην Αδριατική πλήττοντας αρχικά τα συστήματα αεράμυνας, στο Κόσοβο, στο Μαυροβούνιο και στη δυτική Σερβία. Η διαταγή για την έναρξη των βομβαρδισμών δόθηκε στον στρατηγό Γουέσλι Κλαρκ, διοικητή των Νατοϊκών δυνάμεων, από τον τότε Γ. Γ. του ΝΑΤΟ, τον Ισπανό Χαβιέ Σολάνα.
Η επιχείρηση, με την κωδική ονομασία “Operation Allied Force” και “Operation Noble Anvil” (όπως την αποκαλούσαν οι Αμερικανοί), δηλαδή "ευσπλαχνικός άγγελος", η οποία χαρακτηρίστηκε κατ' ευφημισμόν από τα Media των ΗΠΑ ως “ανθρωπιστικός πόλεμος”, ξεκίνησε δίχως να υπάρχει έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και παρά τις σοβαρές αντιρρήσεις της Ρωσίας και της Κίνας. Στις επιχειρήσεις, που διήρκεσαν 78 ημέρες, με αλλεπάλληλους βομβαρδισμούς στρατιωτικών και πολιτικών στόχων -με τις αναπόφευκτες “παράπλευρες απώλειες”- σε Σερβία, Μαυροβούνιο και Κόσοβο, συμμετείχαν στρατιωτικά 12 χώρες του ΝΑΤΟ, ενώ η Ελλάδα, λόγω της φιλοσερβικής πολιτικής της, κράτησε ουδέτερη στάση.
Η επίθεση κατά της Σερβίας από το ΝΑΤΟ, από την πιο ισχυρή στρατιωτική δύναμη στον κόσμο, συνέπεσε με τον εορτασμό της επετείου των 50 χρόνων από την ίδρυση της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, ως “δώρο” και “επίδειξη δύναμης” ταυτόχρονα σε βάρος μιας μικρής βαλκανικής χώρας κι ενός λαού, που είχε δαιμονοποιηθεί κατά τη δεκαετία του 1990 από τα Media της Δύσης. Ο τυπικός στόχος που ήταν η ανατροπή του καθεστώτος Μιλόσεβιτς και η προστασία των Αλβανοκοσοβάρων από το ενδεχόμενο εθνοκάθαρσης δεν έπεισε πολλούς, καθώς οι “παράπλευρες απώλειας” ανάμεσα σε αμάχους πολίτες ήταν περισσότεροι από ότι ανάμεσα στους στρατιωτικούς.
Ένας τραγικός απολογισμός
Κατά τη διάρκεια των 78 ημερών (24.3.1999 – 9.6.1999) των Νατοϊκών βομβαρδισμών κατά της Γιουγκοσλαβίας (Σερβία & Μαυροβούνιο) ο θλιβερός απολογισμός σε ανθρώπινες απώλειες και υλικές ζημιές ήταν περίπου ο εξής:
1.150 μαχητικά αεροπλάνα του ΝΑΤΟ συμμετείχαν στις επιθέσεις.
Εκτοξεύτηκαν 420.600 πύραυλοι.
Η συνολική μάζα των πυραύλων που έπεσαν ήταν περίπου 22.000 τόνοι.
59 βάσεις του ΝΑΤΟ στο έδαφος 12 χωρών-μελών του ήταν στη διάθεση για να βοηθήσουν Νατοϊκές επιθέσεις κατά της Σερβίας και Μαυροβουνίου.
Εκτοξεύτηκαν περίπου 20.000 μεγάλοι πύραυλοι αέρος-εδάφους.
Από τα Νατοϊκά πλοία στην Αδριατική 1300 πύραυλοι τύπου Κρούζ (Cruise).
Σε 100 δισεκατομμύρια δολάρια εκτιμήθηκε περίπου το κόστος της υλικής ζημιάς που προκλήθηκε με τους βομβαρδισμούς, σε Σερβία, Μαυροβούνιο και Κόσοβο.
1.002 μέλη του Γιουγκοσλαβικού Στρατού σκοτώθηκαν και περίπου 2.000 πολίτες σε Σερβία και Μαυροβούνιο. Τα δε θύματα των βομβαρδισμών στο Κόσοβο, όπου η σερβική κυβέρνηση δεν έχει πρόσβαση, ήταν περίπου 4.000.
Τραυματίστηκαν 12.500 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων 2.700 παιδιά.
54 μέσα μαζικής μεταφοράς καταστράφηκαν, 305 σχολές, νοσοκομεία και άλλα δημόσια κτίρια.
Καταστράφηκαν 176 μνημεία πολιτισμού κι ανάμεσά τους και 23 μεσαιωνικά μοναστήρια.
45 γέφυρες και 28 σιδηροδρομικές γέφυρες. 148 σπίτια πολιτών. 561 κατασκευές του Γιουγκοσλαβικού Στρατού καταστράφηκαν ολοσχερώς και 686 έπαθαν σοβαρές ζημίες.
Καταστράφηκαν συνολικά 25.000 κτίρια, όλες οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις, 14 αεροδρόμια, δύο διυλιστήρια, το 1/3 των εργοστασίων ηλεκτροπαραγωγής, σχεδόν όλα τα εργοστάσια της χώρας, αχρηστεύτηκαν 595 χιλιόμετρα σιδηρογραμμών, 470 χιλιόμετρα ασφαλτοστρωμένων οδικών αρτηριών.
Συνολικά πραγματοποιήθηκαν 2.300 επιθέσεις μαχητικών του ΝΑΤΟ.
Μόνο στη Σερβία -εκτός του Κοσόβου- έχουν εντοπιστεί 14 σημεία που επλήγησαν με βλήματα απεμπλουτισμένου ουρανίου (Depleted Uranium). Στό Κόσοβο είναι πολύ περισσότερα.
Το ΝΑΤΟ ποτέ δεν ανακοίνωσε τις απώλειες που είχε. Στο μουσείο αεροπορίας του Βελιγραδίου, ωστόσο, ακόμη και σήμερα εκτίθενται τα συντρίμμια του αποκαλούμενου "αόρατου" αεροσκάφους F-117, ενός F-16 και κάποιων μη επανδρωμένων αεροσκαφών, που κατέρριψε η γιουγκοσλαβική αεράμυνα.
Το οικονομικό κόστος της εμπλοκής του ΝΑΤΟ υπολογίστηκε σε 13 δισεκατομμύρια δολάρια.
Το οικονομικό κόστος από την καταστροφή των υποδομών σε Σερβία και Μαυροβούνιο εκτιμήθηκε σε 100 δισεκατομμύρια δολάρια.
Το περιβαλλοντικό κόστος και το κόστος στην ανθρώπινη υγεία των πολιτών σε Σερβία, Μαυροβούνιο και Κόσοβο από την ρύπανση του περιβάλλοντος και τη χρήση βομβών απεμπλουτισμένου ουρανίου (Depleted Uranium) θεωρείται τεράστιο και θα έχει επιπτώσεις και στις μελλοντικές γενιές.
Τελικά οι Νατοϊκοί βομβαρδισμοί τερματίστηκαν με την υπογραφή, στις 9 Ιουνίου 1999, της λεγόμενης “Συμφωνίας του Κουμάνοβο” (στη Βόρεια Μακεδονία), η οποία και προέβλεπε την ανάπτυξη ειρηνευτικών δυνάμεων (KFOR) στο Κόσοβο υπό τη διοίκηση του ΟΗΕ, αποτελούμενες από 37.200 στρατιώτες από 36 χώρες, ανάμεσά τους και μια ισχυρή ελληνική στρατιωτική δύναμη με έδρα το Ουρόσεβατς, ώσπου να διευθετηθεί το καθεστώς αυτονομίας του Κοσόβου. Το Κόσοβο έγινε τελικά ανεξάρτητο το 2008 και αναγνωρίστηκε ήδη από 108 χώρες, όχι όμως από άλλες 100 χώρες (ανάμεσα τους και η Ελλάδα) και φυσικά από τη Σερβία, η οποία αρνείται ακόμη να αποδεχθεί και να αναγνωρίσει επίσημα τη βίαιη απόσπαση του 15% των εδαφών της, που κατοικούνται από σερβική μειονότητα και όπου φιλοξενείται πλήθος μεσαιωνικών Σερβοορθόδοξων μοναστηριών.
*Ο Γιώργος Στάμκος είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος.
Αριστερά από το νεκροταφείο φλεγόταν η ερημιά, Και πίσω απ’ αυτό φαινόταν το γαλάζιο νερό του ποταμού. Μου είπες: «Και λοιπόν, τράβα στο μοναστήρι Ή παντρέψου ένα βλάκα. . .» Οι πρίγκιπες μόνο αυτό λένε πάντα, Κι εγώ τα αποστήθισα τα λόγια αυτά, - Είθε να ανεμίζει αιώνες εκατό στη σειρά Ο μανδύας από ερμίνα στους ώμους σου.
Και τάχα μου κατά λάθος Είπα: «Εσύ . . .» Φώτισε η σκιά του χαμόγελου Τα γλυκά χαρακτηριστικά. Από τέτοιες παραδρομές Διάφορα βλέμματα λάμπουν . . . Σ’ αγαπώ, σαν σαράντα Τρυφερές αδελφές.
Άννα Αχμάτοβα"Διαβάζοντας Άμλετ"
Στη φωτογραφία οΙνοκέντι Σμοκτουνόφσκι στο ομώνυμο έργο του Σέξπηρ, σε σκηνοθεσία τουΓκριγκόρι Κόζνιτσεφ, από το μακρινό 1964.
γράφει ο Μανώλης Πιμπλής ("Εφημερίδα των Συντακτών", 27.3.2023)
Ας προσπαθήσουμε να ξεδιαλύνουμε τα πράγματα. Οι Γάλλοι δεν αγωνίζονται, όπως νομίζουν κάποιοι, για να παίρνουν σύνταξη στα 64, ενώ στην Ελλάδα παίρνουμε στα 67. Σε Ελλάδα και Γαλλία ισχύει το ίδιο, για την ακρίβεια στη Γαλλία ήταν ήδη λίγο χειρότερα.
Στην Ελλάδα φεύγεις με πλήρη σύνταξη στα 62 αν έχεις συμπληρώσει 40 έτη ασφάλισης (12.000 μέρες). 'Η με μειωμένη, αν έχεις συμπληρώσει 15 έτη (4.500 μέρες). Και φεύγεις στα 67 με πλήρη (ό,τι σημαίνει πλήρης για τον καθένα). Στη Γαλλία ίσχυε ακριβώς το ίδιο. Η πλήρης είναι στα 67, εκτός αν έχεις συμπληρώσει τα ένσημα νωρίτερα, με κατώτερο όριο τα 62. Με την επιβαρυντική διαφορά ότι για να φύγεις με πλήρη στα 62, έπρεπε να έχεις συμπληρώσει 41,5 έτη ασφάλισης.
Με το διάταγμα Μακρόν τα 41,5 έτη γίνονται σταδιακά 43 και η ελάχιστη ηλικία για σύνταξη περνάει σταδιακά στα 64 χρόνια. Αρα, ακόμη κι αν δουλεύεις από τα 18, δεν μπορείς να φύγεις πριν συμπληρώσεις 46 χρόνια δουλειάς (στα 64), και αν δουλεύεις από τα 22, στα 64 δεν θα πάρεις πλήρη σύνταξη γιατί θα έχεις 42 και όχι 43 χρόνια δουλειάς!
Αλλά αυτό είναι το ένα σκέλος. Το άλλο είναι ότι ο Μακρόν εξελέγη παίρνοντας στον 1ο γύρο των προεδρικών εκλογών 27,85% και το κόμμα του, στον 1ο γύρο των βουλευτικών, 25,55%. Ο σκληρός πυρήνας των ψηφοφόρων του εκπροσωπεί, με άλλα λόγια, λίγο πάνω από το ένα τέταρτο όσων ψήφισαν.
Παρ’ όλα αυτά, προεδρεύει σαν βασιλιάς – τους ξένους ηγέτες τούς δεξιώνεται στις Βερσαλλίες! Ο συνταγματικός του ρόλος όμως είναι να διαιτητεύει, όχι να κυβερνά. Η κυβέρνηση κυβερνά και το Κοινοβούλιο εγκρίνει ή όχι το έργο της. Αλλά ο πρόεδρος Μακρόν και η πρωθυπουργός που έχει ο ίδιος επιλέξει κυβερνούν εν μέρει χωρίς τη Βουλή, με διατάγματα. Ενα δικαίωμα που τους δίνει το Σύνταγμα κατ’ εξαίρεση, τείνουν να το κάνουν κανόνα. Με διάταγμα πέρασαν και τις αλλαγές στις συντάξεις. Ηδη πολλοί μιλούν για οριστικό ενταφιασμό της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας και για ανάγκη δραστικής μείωσης των προεδρικών εξουσιών.
Αλλά υπάρχει και κάτι ακόμα που ερεθίζει τον κόσμο. Ενα κομμάτι της Κεντροδεξιάς, που δεν εκπροσωπεί συνολικά την Κεντροδεξιά και είναι κεντρώας προέλευσης, θεωρεί εαυτόν μοναδικό κάτοχο της αλήθειας, από επιφοίτηση. Με αναίδεια ζηλωτή, υποδύεται ότι μόνο αυτό ξέρει το καλό όλων, ότι όλοι οι άλλοι είναι άγνωροι, αδαείς, αξιοκαταφρόνητοι.
Με φανατισμό πρώτου κομμουνιστή θέλει να τα σαρώσει όλα σύμφωνα με τα δικά του δόγματα. Να κάνει επιτέλους τη δική του επανάσταση. Την επανάσταση των κεντρώων. Και κατηγορεί τα «άκρα» και από τις δύο πλευρές, ότι συμμαχούν ανίερα για να το εμποδίσουν. Αν όμως κοιταζόταν λίγο πιο προσεκτικά στον καθρέφτη, ίσως έβλεπε το επιχείρημά του ανεστραμμένο: πως δηλαδή το ίδιο είναι «άκρο» και έχει βάλει όλους τους άλλους, την πλειονότητα δηλαδή, απέναντι. «Ακραίους» και μη.
Ο Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος για τον πόλεμο και τα ελληνοτουρκικά...
"Στην Ευρώπη κάτι αλλάζει σε σχέση με τον πόλεμο Ρωσίας-Δύσης ,όχι σε επίπεδο ηγεσιών αλλά στους πολίτες. Μεγάλες διαδηλώσεις κατά της αποστολής όπλων στην Ουκρανία και υπέρ της λήξης του πολέμου έγιναν στη Γερμανία! Δεν έτυχαν καμίας προβολής. «Ζούμε σε ένα πληροφοριακό περιβάλλον το οποίο είναι βαριά άρρωστο», επισημαίνει ο Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος δημοσιογράφος και συγγραφέας. «Το ζούμε και στο εσωτερικό της χώρας με τελευταίο παράδειγμα την υπόθεση Πολάκη» λέει ο κ. Κωνσταντακόπουλος θέλοντας να επισημάνει τον «ολοκληρωτισμό» που υπάρχει στην ενημέρωση σε όλα τα επίπεδα και σε όλα σχεδόν τα θέματα. «Κάποιος έχει απαγάγει ένα πολύ σημαντικό αγαθό την ενημέρωση», λέει ο κ. Κωνσταντακόπουλος.
Ο κ. Κωνσταντακόπουλος μιλά για το σφαγείο της Ουκρανίας: «Ο μέσος όρος ζωής των Ουκρανών στρατιωτών στην πρώτη γραμμή της μάχης είναι 4 ώρες, το λένε έρευνες που έχουν γίνει». Κι όμως παρόλα αυτά η λύση της διπλωματίας ακόμη δεν υπάρχει ούτε ως ενδεχόμενο.
Οι ΗΠΑ προσπαθούν να επιβάλουν ένα άνευ προηγουμένου τυχοδιωκτικό σχέδιο επέκτασης, ανάλογο με αυτό που έκαναν στο Ιράκ ,το Αφγανιστάν και στη Γιουγκοσλαβία, λέει ο κ. Κωνσταντακόπουλος . «Τώρα όμως πρόκειται για την Ρωσία. Κατέστρεψαν μια σειρά χωρών χωρίς να αφήσουν τίποτα όρθιο», λέει. «Στο παρελθόν ο καπιταλισμός παρήγαγε και πρόοδο. Μοιάζει να έχουμε περάσει στην εποχή που παράγει μόνο καταστροφή», προσθέτει.
Ο κ. Κωνσταντακόπουλος αναφέρεται στις ευθύνες της Δύσης για τον πόλεμο που ξεκίνησε μεταξύ Ρωσίας-Ουκρανίας και εξελίσσεται σε πόλεμο Ρωσίας-Δύσης.
Οι εξελίξεις στο πολεμικό μέτωπο επηρεάζουν την Ελλάδα άμεσα. Οι ΗΠΑ φαίνεται να βιάζονται να επιβάλουν έναν επώδυνο για την Ελλάδα συμβιβασμό με την Τουρκία. Μπορεί να περάσει μια «λύση» που θα είναι πλήγμα για τα ελληνικά συμφέροντα; Ο κ. Κωνσταντακόπουλος δεν πιστεύει ότι μπορεί να υπάρξει ελληνική κυβέρνηση που θα συμμετάσχει σε ένα τέτοιο σενάριο.