............................................................
έγραψε ο Απόστολος Διαμαντής (tvxs.gr, 31.7.2023)
Ενδιαφέροντα πράγματα διαβάζουμε στην απάντηση που έδωσε η διευθύντρια του Φεστιβάλ Αθηνών Κατερίνα Ευαγγελάτου σε άρθρα του Τάκη Θεοδωρόπουλου στην Καθημερινή, ο οποίος εύστοχα υπενθύμισε πως το κείμενο της αρχαίας ελληνικής ποίησης – όπως και κάθε θεατρικό ή λογοτεχνικό κείμενο γενικώς – δεν μπορείς να το αλλάζεις και να το προσαρμόζεις, σύμφωνα με τα γούστα σου.
Η κα Ευαγγελάτου απάντησε ως εξής:
«Το κείμενο αποτελεί δημιουργικό εργαλείο στα χέρια του σκηνοθέτη και της καλλιτεχνικής ομάδας. Δεν κείτεται πλέον, αναγεννάται μέσα από τη μετάφραση, την πιθανή διασκευή και φυσικά τη θεατρική πράξη. Εν ολίγοις, είναι ζωντανός οργανισμός, αυτονομείται ερμηνευτικά μέσα στην πορεία των ετών και μπορεί να ανανοηματοδοτηθεί. Ο σκηνοθέτης οφείλει να εργάζεται απελευθερωμένος, προτείνοντας τη δική του εκδοχή σε ένα πανάρχαιο έργο».
Τα κείμενα όμως αυτά δεν είναι μόνον «πανάρχαια» αλλά είναι και διαχρονικά και κυρίως δεν είναι εργαλεία των σκηνοθετών. Η πρωτοφανής αυτή απαίτηση της σκηνοθέτιδος, να καταστήσει τον Ευριπίδη εργαλείο δικό της, δεν είναι θεμιτή και φοβάμαι πως δεν είναι καν νόμιμη.
Είναι σαν να έρθει σήμερα κάποιος ζωγράφος, να ανέβει στην Ακρόπολη και να τη βάψει μπλε ή, στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών, να κάνει γκράφιτι στους στύλους του Ολυμπίου Διός. Γίνεται αυτό; Όχι. Και εφόσον αυτά δεν γίνονται με τη γλυπτική και την αρχιτεκτονική γιατί να γίνονται με το θέατρο; Όσο είναι μνημείο ο Παρθενώνας, άλλο τόσο μνημείο είναι και το αρχαίο δράμα. Δεν έχουμε μόνον μνημεία του υλικού πολιτισμού της αρχαιότητας, αλλά και μνημεία του πνευματικού της πολιτισμού.
Αλλά η σκηνοθετική οίηση της κας Ευαγγελάτου δεν περιορίστηκε στην σεμνή της απαίτηση να μετατρέψει το αρχαίο δράμα σε εργαλείο. Προχώρησε και σε μιαν άλλη βιαιότερη απαίτηση: ο σκηνοθέτης είναι ελεύθερος να παίρνει στα χέρια του το κείμενο και να το κάνει ό,τι αυτός θέλει. Να το εξαφανίζει. «Το κείμενο δεν κείτεται πλέον»! Αυτό δήλωσε επί λέξει η επικεφαλής του Φεστιβάλ Αθηνών και απ΄όσο βλέπω, κανείς ακόμη δεν έχει ζητήσει την παραίτησή της. Διότι δεν νοείται κρατικός αξιωματούχος να δηλώνει με τόση αυταρχικότητα πως υπήρχε μεν κάποτε ο Προμηθέας Δεσμώτης του Αισχύλου, αλλά πλέον δεν υπάρχει. Ήρθαμε εμείς ως υπουργείο και τον καταργήσαμε. Βάλαμε στη θέση του τα κείμενα της κας Εαγγελάτου.
Δυστυχώς στη ραγδαία παρακμάζουσα Ελλάδα κάθε μνημείο του κλασικού ελληνικού κόσμου, της βυζαντινής εποχής ή ακόμη και τη νεώτερης, γίνεται σκηνοθετικό εργαλείο σε κάποιον που σκοπεύει να το χρησιμοποιήσει για αμιγώς εμπορικούς λόγους, να το φέρει στα μέτρα του και να το πουλήσει εν συνεχεία στο κοινό ως σύγχρονη ματιά πάνω στο έργο, μετατρέποντας την κλασική ελληνική ποίηση και φιλοσοφία – διότι το αρχαίο δράμα σχετίζεται αμέσως με την ελληνική φιλοσοφία και είναι ποιητική προέκτασή της – σε καταναλωτικό προϊόν.
Το επιχείρημα του εκσυγχρονισμού που επικαλείται η κα Ευαγγελάτου, κατηγορώντας τον Θεοδωρόπουλο ως αναχρονιστή (!), είναι εντελώς έωλο. Διότι ένα διαχρονικό πνευματικό έργο, φιλοσοφικό ή λογοτεχνικό, δεν απαιτεί εκσυγχρονισμό σύμφωνα με τα γούστα του συρμού, διότι ακριβώς έχει καταστεί ήδη διαχρονικό. Που σημαίνει πως, με τη δύναμη των δικών του λέξεων και των δικών του εννοιών, έχει περάσει στο χώρο της μακράς ιστορικής διάρκειας.
Αυτά τα κείμενα είναι τεκμήρια ζωής, «τρόποι αίσθησης και σκέψης», όπως λέει ο Marc Bloch, οι οποίοι κατέστησαν διαχρονικοί εξαιτίας του τρόπου που οι αρχαίοι Έλληνες ποιητές έδιναν στα πρόσωπα και τις ιστορίες τους την διάσταση της «αιωνιότητας», μέσα από την εμπλοκή των Θεών στις ιστορίες των ανθρώπων. Αυτό τα έχει καταστήσει διαχρονικά έργα του ελληνικού και παγκόσμιου πολιτισμού και επομένως δεν έχει κανένας το δικαίωμα να απλώνει τα χέρια του πάνω σ΄αυτά τα κείμενα και να τα αλλοιώνει. Διότι δεν είναι δικό του κτήμα, είναι παγκόσμιο κτήμα.
Η κα Ευαγγελάτου λοιπόν ή ο γερμανός σκηνοθέτης με τις 5, αν τις μέτρησα σωστά, Μήδειες – να τις κατοστήσει που λέμε – όχι μόνον δεν εκσυγχρονίζει τον Ευριπίδη αλλά τον γελοιοποιεί, τον συρρικνώνει στο τρέχον, δηλαδή τον εξαφανίζει. Και παύει φυσικά να είναι διαχρονικός. Γίνεται σημερινός. «Δεν κείτεται» πλέον.
Αλλά ούτε και πρωτότυπες είναι αυτές οι σκηνοθετικές παρεμβάσεις και αλλοιώσεις των κειμένων. Διότι «πρωτότυπος είναι αυτός που μένει πιστός στους πρώτους τύπους», όπως έγραψε ο Ζήσιμος Λορεντζάτος, τον οποίο υποθέτω πως αγνοεί η Κατερίνα Ευαγγελάτου. Διότι εάν τον είχε διαβάσει θα γνώριζε πως πρωτότυπος είναι ο Ευρυπίδης και ο γερμανός σκηνοθέτης που κλέβει το κείμενό του και το πουλάει για δικό του είναι ο αντιγραφέας, αυτός που πουλάει για αυθεντικό ένα κακό αντίγραφο. «Απ΄όπου περνάνε αυτοί, ούτε χορτάρι δεν φυτρώνει», συμπλήρωνε ο Λορεντζάτος.
Αυτό που μένει για να προστατευθούν τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής ποίησης είναι να βγει ένας νόμος που να υποχρεώνει τους σκηνοθέτες, των κρατικών σκηνών τουλάχιστον, να μην πειράζουν ούτε λέξη, να μην αλλοιώνουν με τα γελοία κοστούμια και σκηνικά τους το αρχαίο δράμα και να περιοριστούν στη διδασκαλία των ηθοποιών, στην κίνηση του χορού, στη μετάφραση, στη μουσική – δεν είναι και λίγα.
Έχουμε την κληρονομιά του Ροντήρη, του Κουν και των μεταγενέστερων να μελετήσουμε, ώστε να μην παρασυρόμαστε από τον ακραίο θεατρικό νομιναλισμό των ημερών, που μετατρέπει την κλασική ελληνική ποίηση σε πολιτική μπροσούρα. Μόνον έτσι θα ανακοπεί η καταστροφική μανία των σύγχρονων σκηνοθετών, οι οποίοι για να στηρίξουν το métier τους είναι υποχρεωμένοι να κάνουν όλο και μεγαλύτερες παλαβομάρες, ώστε ο επόμενος να ξεπερνά τον προηγούμενο σε επινοήσεις.
Εχω ένα πέτρινο σπίτι στο χωριό και δεν μπορώ ούτε κεραμίδι να βάλω, επειδή είναι λέει παραδοσιακό και προστατευμένο ως διατηρητέο.
Είναι προστατευμένο και διατηρητέο το χαμόσπιτο του παππού μου, που χτίστηκε το 1939 και όχι το έργο του Σοφοκλή;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου