..............................................................
Είναι όλοι ίδιοι;
γράφει ο Χρήστος Λάσκος ("Εφημερίδα των Συντακτών", 18.4.2023)
Το ερώτημα πλανάται. Είναι όλοι ίδιοι; Η πλειονότητα του πληθυσμού δίνει ανεπιφύλακτα καταφατική απάντηση. Πράγμα που είναι καθοριστικό τόσο για την πολιτική κινητοποίηση των ανθρώπων όσο και, ειδικότερα, για την εκλογική συμπεριφορά.
Αυτό έχει αποτέλεσμα την απόσυρση, ιδίως των νέων, από την πολιτική. Τα στοιχεία είναι συντριπτικά.
Σύμφωνα με έρευνες στάσεων, προκύπτει ότι το 60% των νέων, 17-24 ετών, δεν ενδιαφέρεται για την πολιτική. Το 2019 ψήφισε μόλις το 25% αυτής της ηλικιακής κατηγορίας. Το γεγονός, λοιπόν, πως, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, το 28% των νέων ψηφίζει ΣΥΡΙΖΑ, έναντι 22% της Ν.Δ., δεν σημαίνει απολύτως τίποτε.
Πρόκειται για μια απολίτικη, επομένως, γενιά; Μήπως, αντιπολιτική; Εκφράζει αυτή τους η στάση έναν μηδενισμό, που τείνει προς τον κυνισμό;
Ισχυρίζομαι πως όχι. Αυτό που έχουμε εδώ είναι το αίτημα για μια άλλη πολιτική.
Οπως έχει προσφυώς ειπωθεί, o clickacticism ή ο hashtagactivism δεν είναι λιγότερο πολιτική στάση απ’ ό,τι το σήκωμα από τον καναπέ κάθε τέσσερα χρόνια, για να πας στην κάλπη.
Η Public Issue δείχνει πως στις πρόσφατες μεγάλες κινητοποιήσεις έχουν πάρει μέρος γύρω στα τρία εκατομμύρια άνθρωποι, πολλοί από τους οποίους είναι νέοι.
Η φαντασία των κομμάτων διακυβέρνησης φτάνει μέχρι το να βγάζουν στα κανάλια νέα σε ηλικία στελέχη, προκειμένου να προσεγγιστεί η νέα γενιά. Μη κατανοώντας πως αυτά τα «νέα στελέχη» δεν εκπροσωπούν σε τίποτε τους πρεκάριους και τους μικρής ηλικίας προλετάριους ή οιονεί προλετάριους, στο μέτρο που αποτελούν προνομιούχους και ευκατάστατους «πολιτικούς», που δεν διαθέτουν, μάλιστα, και ιδιαίτερη ενσυναίσθηση - να μην πω πως αισθάνονται και άξιοι της τύχη που απολαμβάνουν.
Και οι «κανονικοί» νέοι το καταλαβαίνουν καλά. Γι’ αυτό και τα «νέα στελέχη» ενδιαφέρουν περισσότερο τους ηλικιωμένους, που τους «χαίρονται», παρά την νεαρή εργατική τάξη.
Αντίθετα με την ιστορική εργατική Αριστερά του παρελθόντος, οι σημερινοί αριστεροί πολιτευτές πολύ μικρή σχέση έχουν με τον σκληρά εργαζόμενο και εκμεταλλευόμενο κόσμο.
Γι’ αυτό, άλλωστε, και η συνήθης αναφορά στα προβλήματα των νέων εντοπίζεται στα παιδιά με τα πολλά πτυχία και τα μεταπτυχιακά ή στο brain drain. Λες και αυτή είναι η πλειονότητα των νέων ανθρώπων ή αυτή που έχει τα μεγαλύτερα προβλήματα.
Ε, λοιπόν, δεν ισχύει. Τα παιδιά χωρίς πολλά πτυχία, χωρίς ιδιαίτερα εκπαιδευτικά -και κοινωνικο-δικτυακά- προσόντα είναι τα πολλά. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν έχει επιδεινωθεί η κατάσταση και για τα πρώτα. Ενα αριστερό κόμμα, όμως, θα έπρεπε πρωταρχικά να ασχολείται με τα δεύτερα - τις «δευτεράντζες».
Οπως, ακόμη, ένα αριστερό κόμμα δεν είναι δυνατό να ισχυρίζεται στα σοβαρά πως οι «παλιές γενιές» κατέστρεψαν τις νέες, μια και «δανείστηκαν από το μέλλον», για να έχουν και τις καλές στιγμές τους. Μεγάλο μέρος των παλιών γενιών, το μεγαλύτερο, έζησε μέσα στην εκμετάλλευση και την ανασφάλεια. Οι παλιές γενιές δεν τα «έφαγαν μαζί». Υπήρχαν αυτοί που δούλευαν, οι περισσότεροι, κι αυτοί που κέρδιζαν, οι λιγότεροι. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι νιώθουν τόσο φοβισμένοι με τις επιβιωτικές προοπτικές τους, τώρα «που πέρασαν τα χρόνια». Οι α-ταξικές γενικεύσεις περί γενιών, μάλλον, οφείλονται στη μεσοστρωματική αυτοσυνείδηση των εκφραστών τους.
Πιστεύω πως, ένεκα των παραπάνω, η απόρριψη του πολιτικού συστήματος από τους νέους είναι, υπό όρους, ελπιδοφόρα. Η αντίληψη πως «αυτό το πράγμα» δεν είναι δικό τους μπορεί, υπό όρους, ξαναλέω, να τους οδηγήσει όχι σε αδιαφορία, αλλά σε σύγκρουση μαζί του.
Παρ’ όλα αυτά, είναι όλοι ίδιοι; Και, στην πιο ενδιαφέρουσα εκδοχή, είναι ίδιοι η Ν.Δ., το ΠΑΣΟΚ ή ο ΣΥΡΙΖΑ;
Οχι, δεν είναι ίδιοι.
Επειδή έχουν σημασία και οι λέξεις ακόμη, έστω κι αν δεν ακολουθούνται από ουσιαστικές πράξεις - η λεκτική, έστω, υπεράσπιση του δημόσιου αγαθού, που κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, τον διαφοροποιεί από τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ.
Επιπλέον, η κοινωνική σύνθεση της εκλογικής του βάσης, πολύ περισσότερο εργατική-λαϊκή, τον τοποθετεί σε ουσιωδώς άλλο σημείο του φάσματος. Και ακόμη καλύτερο είναι, όπως σημείωσε πρόσφατα ο Κώστας Ελευθερίου, πως οι ψηφοφόροι του στέκονται αριστερότερα από τον κομματικό μηχανισμό. Ενα κόμμα, του οποίου οι ψηφοφόροι αυτοτοποθετούνται στη ριζοσπαστική Αριστερά κατά 50%, δεν έχει καμιά σχέση με ένα κόμμα -Ν.Δ.- του οποίου η εκλογική βάση αυτοπροσδιορίζεται πλειοψηφικά, όχι ως Κεντροδεξιά, αλλά ως σκληρή Δεξιά [Βάλια Αρανίτου κ.ά. (επιμ.), Η εκλογική συμπεριφορά των Ελλήνων, Gutenberg].
Ενα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο από την ίδια πηγή: το 44%, έναντι 33%, όσων ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ το ’19 συμφωνεί πως «αυτό που αποκαλούμε “συμβιβασμό” στην πολιτική αποτελεί, απλώς, το ξεπούλημα πολιτικών αξιών».
Σημαίνουν τα παραπάνω ψήφο στον ΣΥΡΙΖΑ; Οχι, ιδίως αφού υπάρχουν άλλες επιλογές. Δεν είναι, όμως, «ίδιος» - παραδοχή, που έχει μεγάλη πολιτική αξία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου