..............................................................
ΔΕΥΤΕΡΗ ΗΜΕΡΑ
*
ΔΕΥΤΕΡΗ ΗΜΕΡΑ
Κάποιος πήρε στην πλάτη την αναστάσιμη προσδοκία του
και τράβηξε αλλού να τη γιορτάσει.
Εκεί που ζούσε, πάγωσε Μάρτη μήνα το αίμα των ανθρώπων
απ’ το κρύο
κι έπρεπε να πληρώσουν με το αίμα τους
τη ζέστη την παχιά.
Πολύς κόσμος έλεγε ψωμάκι το ψωμί κι, όμως, μπροστά βάδιζαν
όσοι δεν γεύτηκαν ποτέ το σάλιο του υποκορισμού.
Τον πληθυσμό λιγόστευε η πολύτροπη αρρώστια
κι ούτε περίσσευε το ξάφνιασμα απ’ το χαμό των γύρω.
Έβρεχε λάσπη αφρικανική και λασπωμένα νέα του πολέμου.
Ήθελαν όλοι να φιλήσουν κι είχαν τα χείλη τους φραγή.
Ήθελαν όλοι να μιλήσουν κι είχε η γλώσσα τους σιωπή.
Δρόμο έπαιρνε, δρόμο άφηνε ώσπου δεν βρήκε γωνίτσα να γιορτάσει
και γύρισε στον τόπο του με πονεμένη πλάτη.
Κι εκεί που ανέμενε, τον πρόφτασε ο Αη-Γιώργης πάνω στο άλογο.
Η Ανάσταση από προχθές φτασμένη, του είπε ο Άγιος.
Κι εγώ πού ήμουν; ρώτησε ο κουβαλητής της προσδοκίας του.
Τότε ο Άγιος αφίππευσε αργά για χάρη του:
«Πιάσε με το χέρι σου το άλλο χέρι, άγγιξε τον ανάγλυφο σφυγμό»
Και όπως αφουγκράστηκε ο κουβαλητής το ζωντανό του αίμα να βουίζει
κι οι πεταλούδες του ρυθμού πετάρισαν αλαφιασμένες,
κατάλαβε.
Ανάσταση είναι αυτό που αιωνίως προηγείται του θανάτου.
ΓΕΩΡΓΙΑ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΟΥ
*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου