Τρίτη 26 Απριλίου 2022

Για τον ποιητή Αρσένι Ταρκόφσκι (1907-1989) - από τον συγγραφέα και φίλο στο fb Τάσο Γουδέλη (facebook, 26.4.2022)

 ..............................................................





Ο Αρσένι Ταρκόφσκι (1907-1989) είχε γεννηθεί στο Ελισάβεγκραντ της Ουκρανίας. Κατηγορήθηκε από τις σοβιετικές αρχές ως μυστικιστής ποιητής και τα βιβλία του απαγορεύθηκαν. Κυκλοφορούσαν, όμως, αυτά σε παράνομες εκδόσεις, όπως πολλών άλλων συγγραφέων αντίθεων προς το καθεστώς. Η Άννα Αχμάτοβα μίλησε γι’ αυτόν πολύ επαινετικά. Ο Αρσένι Ταρκόφσκι μετέφρασε πολλούς ξένους ποιητές. Πατέρας του σκηνοθέτη Αντρέι Ταρκόφσκι από τον πρώτο του γάμο, εμφύσησε στον γιό του τις ιδέες, το ουμανιστικό και λυρικό πνεύμα που διακρίνει την εκφραστική του. Στις ταινίες του Αντρέι Καθρέφτης, Στάλκερ και Νοσταλγία ακούγονται στίχοι του, μερικούς από τους οποίους απαγγέλλει ο, ίδιος, ενώ άλλους ο εξαιρετικός ρώσος ηθοποιός Ινοκέντι Σμοκτουνόφσκι. Λίγο πριν από τον θάνατό του, ο Αρσένι Ταρκόφσκι αποκαταστάθηκε και τιμήθηκε με κρατικό βραβείο.

(«Αϋπνία»):

Τις νύχτες τρίζουν τα έπιπλα./ Κάπου στάζει απ’ τη σωλήνα./ Από το καθημερινό βάρος στους ώμους/ Εκείνη τη στιγμή ελευθερώνονται,/ Εκείνη τη στιγμή παραδίδονται στα πράγματα/ Οι άφατες ανθρώπινες ψυχές,/ Και τυφλές,/ βουβές,/κουφές,/ σκορπίζονται στους ορόφους./ Εκείνη τη στιγμή το ρολόι της πόλης/ Στέλνει τα δευτερόλεπτα/ εδώ κι εκεί,/ και ανεβαίνουν με τον ανελκυστήρα ζωντανοί,/ και μισοζώντανοι,/ Περιμένουν στα σκοτάδια, εκεί που στάζει το νερό,/ Βγάζουν από τις τσάντες τα ποτήρια/ Και χορεύουν σα τσιγγάνοι,/ Στέκονται πίσω από τις πόρτες, σα συμφορά,/ Τρυπώντας αργά μπαίνουν στις υδρορροές/ Κι αμέσως κόβουν τα καλώδια./ Σύντομα όμως – θα τους οφείλουμε,/ Κι ήρθαν για πάντα, για πάντα, / Κι έφεραν τους λογαριασμούς./ Αδύνατον/ Να κάνεις μια τρύπα στο νερό, χωρίς να έχει κοιμηθεί, να κοπανίζεις αέρα,/ Είναι αδύνατο να αποκοιμηθείς, - πόσο ταραγμένη/ Είναι τούτη η νύχτα που δεν μας αφήνει σε ησυχία.»

***

(«Γεννήθηκα τόσο παλιά»):

«Που νιώθω μερικές φορές/ Πως με διατρέχει/ Παγωμένο νερό./ Κι είμαι ξαπλωμένος στου ποταμού το βυθό,/ Κι αν αρχίζω και τραγουδώ – / Με το χορτάρι ξεκινώ, την άμμο συνεχίζω/ Τα χείλη δεν τα κλείνω./ Γεννήθηκα τόσο παλιά/ που δεν μπορώ πια να μιλώ,/ Ονειρεύτηκα μια πόλη/ Σε μια βραχώδη ακτή./ Κι είμαι ξαπλωμένος στου ποταμού το βυθό,/ Και βλέπω μέσα απ’ το νερό/ Ένα φως μακρινό, ένα σπίτι ψηλό,/ Το πράσινο των αστεριών το φως./ Γεννήθηκα τόσο παλιά/ Που αν έρθεις/ Και βάλεις το χέρι σου στα μάτια μου,/ Αυτό θα είναι ψέμα,/ Να σε κρατήσω δεν μπορώ,/ Που όταν φύγεις /Αν πίσω σου δε θα τρέξω σαν τυφλός/ Θα είναι ψέμα.»

***

(«Στο κέντρο του κόσμου»):

«Είμαι ένας άνθρωπος, στο κέντρο του κόσμου,/ Πίσω μου ακολουθούν μυριάδες πρωτόζωα,/ Μπροστά μου βαδίζουν μυριάδες άστρων./ Ανάμεσα τους ξάπλωσα με όλο μου το ύψος – / Δυο όχθες τη θάλασσα που συνδέουν,/ Δυο σύμπαντα που η γέφυρα ενώνει./ Εγώ είμαι ο Νέστορας, χρονικογράφος της μεσοζωϊκής περιόδου,/ Των εποχών προφήτης είμαι εγώ ο Ιερεμίας./ Κρατώντας το ρολόι και το ημερολόγιο,/ Σέρνομαι στο μέλλον, όπως η Ρωσία,/ Υποκλίνομαι στο παρελθόν, σαν τσάρος πένης./ Ξέρω πιο πολλά για τον θάνατο κι από τους νεκρούς,/ Πιο πολλά για τη ζωή κι από τους ζωντανούς./ Και – Θεέ μου! – μια χρυσαλλίδα,/ Σαν κορίτσι, γελάει μ’ εμένα/ Σα να ‘μαι ένα χρυσό κουρέλι μεταξένιο.

Μτφρ.: Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης





Δεν υπάρχουν σχόλια: