"Πατέρας" (Σέρβικα: Oтац/Otac) Srdan Golubović, 2020.
Σύμφωνα με μια ποιητική ετυμολογία του μεγάλου Καταλανού μαέστρου Jordi Savall, ο οποίος έχει εντρυφήσει στις παραδοσιακές βαλκανικές μουσικές, ο όρος Balkan είναι σύνθεση των τούρκικων λέξεων Bal και Kan: Μέλι- Αίμα. Αυτές οι δύο ουσίες κυκλοφορούν ακόμα και στις φλέβες της τέταρτης ταινίας του παλιού μας γνώριμου Srdan Golubović, "Πατέρας", παρόλο που πρόκειται για ένα φιλμ- καταγγελία της κοινωνικής σκληρότητας, όπου η σιωπή είναι πιο ηχηρή από τη μουσική και η οργή πιο γλυκιά από τη συγκίνηση.
Εμπνευσμένο από μια πραγματική ιστορία, το φιλμ επεξεργάζεται μεγάλα θέματα- η πατρότητα, ο ανδρισμός, η συντριβή των φτωχών από ένα αμείλικτο σύστημα διεφθαρμένης γραφειοκρατίας- αλλά εξελίσσεται σαν λιτό, ρεαλιστικό οδοιπορικό ενός άνεργου εργάτη, του Νίκολα που απολύθηκε χωρίς να πάρει ούτε δηνάριο από τα χρωστούμενα (δύο χρόνια μισθούς) και την αποζημίωσή του.Έχοντας φτάσει στα όρια της κατανόησης, επειδή μετά από μια απόπειρα αυτοκτονίας της γυναίκας του ένας διεφθαρμένος κρατικός λειτουργός αρπάζει τα παιδιά τους και τα δίνει σε ανάδοχες οικογένειες με το αζημίωτο, ο Νίκολα ξεκινάει ένα απεγνωσμένο, μοναχικό ταξίδι, πεζή, προς το Βελιγράδι για να συναντήσει τον υπουργό κοινωνικής πρόνοιας και να ζητήσει επανεξέταση της υπόθεσής του. Στη διαδρομή του από επικίνδυνες εθνικές οδούς και κρυφά, απομονωμένα μονοπάτια συναντάει τα πάντα: την καλοσύνη των ξένων και την κακία των γειτόνων, την αδιαφορία της φύσης και την "κατανόηση" μιας αγέλης λύκων, κλεφτρόνια της νύχτας και έναν θρήσκο φορτηγατζή της μέρας, ρημαγμένα βενζινάδικα κι ένα στοιχειώδες ιατρικό κέντρο, όπου ο Νίκολα νοσηλεύεται για λίγο, όταν καταρρέει από εξάντληση στο δρόμο. Και παρά τα κακά συναπαντήματα και τις συμβουλές ενός παλιού φίλου και νυν διακινητή μεταναστών να απαγάγει τα παιδιά του και να ζήσει στην παρανομία πέρα από τα σύνορα, ο Νίκολα μένοντας αμετακίνητος στη νόμιμη διαμαρτυρία του ενάντια σ' ένα σύστημα που τον έχει καταδικάσει στον εξευτελισμό της φτώχειας, στο τέλος δείχνει ότι μπορεί να πάρει πίσω ό,τι οι άλλοι τού έχουν κλέψει.
΄Ενας από τους λόγους αυτής της μικρής προσωπικής ανάτασης του ήρωα είναι η ειλικρίνεια με την οποία ο σκηνοθέτης, σε απόλυτη ταύτιση με τον πρωταγωνιστή του Goran Bogdan, κάνει το ταξίδι του Νίκολα δικό του. Με τη σοβαρότητα του ντεκουπάζ, τη βαρύτητα του τέμπο και τη θαρραλέα, μετωπική, του κινηματογράφηση χαρτογραφεί το νόημα της ύπαρξης σε μια κατακερματισμένη και λεηλατημένη από το παρελθόν της Σερβία, που πεθαίνει σαν χώρα. H ξεκάθαρη και τακτική σκηνοθεσία, που στην πρώτη και πιο πειστή στην αληθινή ιστορία πράξη μοιάζει να εμπνέεται από την κοινωνική πικρία του νέου ρουμάνικου σινεμά, στη δεύτερη ξεφεύγει σε μια πιο ποιητική μελέτη της μοναξιάς του ήρωα στο τοπίο σαν από ψυχολογικό νέο-γουέστερν"("ένα βαλκανικό "Παρίσι Τέξας", λέει ο Golubović), για να καταλήξει στην κοινωνική αγανάκτηση τύπου Ken Loach στην τρίτη πράξη. Ωστόσο όλο αυτό δεν πρόκειται για παρεκβάσεις σε άσχετες περιοχές του σινεμά, αλλά για μια τελείως προσωπική φιλμική διαδρομή που καταλήγει σ΄ένα υπαρξιακό φινάλε: έναν εκ βαθέων φόρο τιμής του σκηνοθέτη στη μικρού μήκους ταινία του πατέρα του "Σε παύση". Σκηνοθέτης 25 ταινιών, ο Predrag Golubović ήταν αυτός που χάρισε στον γιο του Srdan την πρώτη κινηματογραφική μηχανή σούπερ 8 στα πέντε του χρόνια. Πώς λοιπόν ο 49 χρονος σήμερα γιος του να μην αφιερώσει αυτή την οδύσσεια ενός πατέρα που πασχίζει να αποδείξει σε όλους όσοι τον θεωρούν ανάξιο την αγάπη του στα παιδιά του, στον ίδιο τον πατέρα και μέντορά του; Υπάρχουν κάποιοι που παραλληλίζουν την οδύσσεια του Νίκολα με τις δοκιμασίες του Ιώβ. Άλλοι με το ατέρμονο βασανιστήριο του Σίσυφου. Στοιχηματίζω σε μια τρίτη όχι θεολογική, ούτε μυθολογική εκδοχή: πρόκειται για το ταξίδι επιστροφής ενός ώριμου κινηματογραφιστή στα όρια της ύπαρξης, στο όνομα του πατέρα του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου