..............................................................
Χρίστος Λάσκαρης (1931 - 2008)
Την ετοίμασαν και με φώναξαν να ασπαστώ.
Ήταν ένα δωματιάκι στο υπόγειο της κλινικής
καμωμένο για την περίσταση.
Ξαπλωμένη σ’ ένα μαρμάρινο πάγκο
μου φάνηκε πως κοιμόταν.
Τόσο είχε γαληνέψει.
Καθώς την κοίταζα μες στο καλό της φόρεμα
τη θυμήθηκα στο χωριό Κυριακή
που πηγαίναμε για την εκκλησία.
Τι γυρεύαμε σ’ αυτό το υπόγειο!
«Μάνα», τραύλισα,
κι αναλύθηκα σε λυγμούς.
ΟΝΕΙΡΟ
Στο σπίτι μας πάλι:
ο πεθαμένος πατέρας μου
μού χαϊδεύει τα μαλλιά,
η μάνα μου ράβει.
Όταν ξυπνήσω
θα είναι δύσκολα.
ΛΥΠΗΜΕΝΗ ΜΟΥΣΙΚΗ
Δε μένει άλλο παρά αυτό:
η μουσική αυτή η λυπημένη
μέσα στ’ απόβραδο,
από ξωμάχους κι από ζωντανά που επιστρέφουν.
Και της μητέρας η σκιά πάνω απ’ τον ύπνο μας,
που αν και πεθαμένη τόσο
επιμένει
μαζί μ’ όλ’ αυτά.
Και το φεγγάρι μπαίνοντας στην κάμαρη,
κι οι ψίθυροι της νύχτας,
και τα βήματα
όταν εξύπναγε ο χαλικόδρομος.
ΠΑΛΙ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ
Απόψε είδα πάλι τον πατέρα μου
Τριάντα τρία χρόνια πεθαμένος
και δεν κουράστηκε να μ’ επισκέπτεται.
Φορούσε το καπέλο του πως θα ταξίδευε.
Η μητέρα μου μπάλωνε στη γωνιά.
«Κάτσε», του λέει· «πού ήσουνα».
ΝΟΙΚΟΚΥΡΑ
Σιγά-σιγά καταρρέει.
Τα χέρια της την πονάνε,
Η ψυχή της την πονάει –
Το τέλος είναι κοντά.
Ένα τέλος
σαν της μακαρίτισσας της μάνα της:
άδοξο και πικρό.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΛΑΣΚΑΡΗΣ (1931-2008)
Από "ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ" (εκδ. "Τύρφη", 2022)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου