............................................................
έγραψε ο Στέλιος Κούλογλου (tvxs.gr, 23.5.2024)
Όσο η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει την καταστροφική πορεία της, τόσο μεγαλώνουν τα ερωτήματα για την αδυναμία αριστεράς-κεντροαριστεράς να την αντιμετωπίσουν. Το αίτημα των πολιτών που σκέπτονται διαφορετικά για μια ενωμένη απάντηση δυναμώνει επίσης.
Αλλά για να ξέρει που πάει η Αριστερά-Κεντροαριστερά και πώς θα ανασυγκροτηθεί και θα ενωθεί, πρέπει να εξετάσει από που έρχεται και πως βρέθηκε εδώ. Τα κόμματα που τη συγκροτούν θα πρέπει δηλαδή να κάνουν μια ιστορική ανασκόπηση της πορείας τους και να βγάλουν τα αναγκαία συμπεράσματα για τη στρατηγική και την τακτική τους.
Αυτό δεν έχει γίνει από κανένα κόμμα που διεκδικεί τον χώρο και ελάχιστα από τους ειδικούς που τον αναλύουν και τον παρακολουθούν. Η περιορισμένη δημοσκοπική άνοδος του ΠΑΣΟΚ, παραδείγματος χάριν, τείνει συχνά να αποδοθεί στις επικοινωνιακές αδυναμίες του Νίκου Ανδρουλάκη. Υποτιμάται το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ κουβαλάει στις πλάτες μία βαριά ιστορική κληρονομιά, που είναι αυτή που το καθηλώνει.
Τι θα ήταν ένας άλλος πρόεδρος, με λίγο-πολύ τις ίδιες θέσεις; Πιο ψηλός, πιο κοντός με γαλάζια μάτια; ‘Η θα κυλιόταν στο δρόμο με ένα σκυλάκι, για να προσελκύσει τις κάμερες και να βγει στο tik-tok;
Ανάλογες είναι οι παρατηρήσεις για τον ΣΥΡΙΖΑ. Η διακυβέρνηση του προκάλεσε το ισχυρό αντι-ΣΥΡΙΖΑ Μέτωπο που η ηγεσία του αρνήθηκε πεισματικά να εξετάσει (για την ακρίβεια κάτι πήρε είδηση, αλλά κατόπιν συντριβής). Η τελευταία, μετά τις διπλές εκλογές του 2023, επίσης δεν έχει αναλυθεί. Συχνά δίνονται επιφανειακές εξηγήσεις, όπως ότι οφείλεται στην «υπονόμευση» του Αλέξη Τσίπρα από κάποιους αόρατους εχθρούς ή στη διαβόητη προεκλογική δήλωση Κατρούγκαλου.
Κάποια στιγμή πρέπει να αποδράσουμε από τη φυλακή της επικαιρότητας και να κοιτάξουμε το ιστορικό βάθος και τις ανάλογες διεθνείς εξελίξεις. Πριν από την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του 2012, είχε προηγηθεί η μετάλλαξη του από ριζοσπαστικό, σοσιαλιστικό κόμμα σε έναν κεντρώο σχηματισμό που είχε υιοθετήσει -και εφαρμόσει όταν ήταν κυβέρνηση- νεοφιλελεύθερες πολιτικές.
Η εφαρμογή του μνημονίου το 2010 έπαιξε καταλυτικό ρόλο, αλλά σχεδόν όλα τα κεντροαριστερά κόμματα του αλά Μπλερ-Κλίντον «Τρίτου Δρόμου» είχαν αντίστοιχη πορεία. Το ιστορικό γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα πήγε να εξαερωθεί. Και μόλις τελευταία, μετά από χρόνια ανυπαρξίας, ανακάμπτει δημοσκοπικά.
Ιδιο σενάριο και στην Ιταλία, ενώ μάλλον έρχεται και η σειρά της γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας. Η εξαίρεση της Ιβηρικής Χερσονήσου έχει ιστορικές, γεωπολιτικές ρίζες και επίσης σχετίζεται με τη συνεργασία των εκεί Σοσιαλιστικών Κομμάτων με την ισπανική και πορτογαλική Αριστερά.
Οπως το ΠΑΣΟΚ, έτσι και ο ΣΥΡΙΖΑ μεταλλάχθηκε, μετά την περιπετειώδη ανάληψη της κυβέρνησης στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2015. Ο αρχικός ριζοσπαστισμός δολοφονήθηκε με το Γ Μνημόνιο, ενώ οι αντιφατικές κινήσεις τα χρόνια της κυβέρνησης μπέρδεψαν ακόμη περισσότερο την εικόνα (και τα μέλη του). Στο όνομα της προσέγγισης του Κέντρου, η στρατολόγηση πολιτικών από το συντηρητικό στρατόπεδο τα χρόνια 2019-23, αποτέλεσαν το οριστικό διαζύγιο με έναν σχηματισμό που έφερε το όνομα της ριζοσπαστικής Αριστεράς.
Διεθνώς, όπως και για Σοσιαλιστικά κόμματα, έτσι και για αυτά της ριζοσπαστικής Αριστεράς η πορεία των τελευταίων χρόνων είναι καθοδική και συχνά καταστροφική. Γέννημα της οικονομικής κρίσης του ευρωπαϊκού νότου τα χρόνια 2010-15, οι Podemos περνούν σήμερα μια βαθειά κρίση, μετά τον παραμερισμό τους από το Sumar.
Στη «συγγενική» με την Ελλάδα Πορτογαλία, το 2015 τα κόμματα της Αριστεράς (Bloco και ΚΚ) συγκέντρωναν από κοινού κοντά στο 20%. Εννέα μόλις χρόνια μετά, στις εκλογές του 2024 έπεσαν στο 7,5%.
Από το ΚΚ που κατέρρευσε, σημειώθηκαν απευθείας μετακινήσεις ψηφοφόρων στην ακροδεξιά, η οποία εκτινάχθηκε από το 7% στο 18% και κέρδισε την πρώτη θέση στον φτωχό, πορτογαλικό νότο.
Αυτό αναδεικνύει και το πραγματικό πρόβλημα της σημερινής Αριστεράς και Κεντροαριστεράς στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο, με εξαίρεση της φτωχότερης Λατινικής Αμερικής: έχει μετατραπεί σε αυτό που ο Γάλλος οικονομολόγος Τομά Πικετί αποκαλεί « βραχμανική αριστερά».
Πρόκειται για κόμματα «ευγενών», που εκφράζουν περισσότερο τα «λευκά κολάρα», τους υπαλλήλους και τα μεσαία στρώματα των πόλεων, τις μειονότητες και κομμάτια της νεολαίας, αλλά όχι τα «μπλε κολάρα» των ασθενέστερων στρωμάτων.
Οργισμένα από την όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, τα τελευταία στρέφονται προς τα ακροδεξιά κόμματα διαμαρτυρίας. Τα κεντροαριστερά και αριστερά κόμματα, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο έχουν κυβερνήσει, θεωρούνται αντίθετα μέρος του συστήματος.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις δεν σημαίνει ότι μπορούμε να επιστρέψουμε στο 1981 και το θρίαμβο του ΠΑΣΟΚ ή στις έκτακτες συνθήκες που είχε δημιουργήσει το 2012-15 η χρεοκοπία της χώρας.
Το εκκρεμές της ιστορίας βρίσκεται άλλωστε στα δεξιά, σε διεθνές επίπεδο. Και από την καταθλιπτική παρουσία των ιδιωτικών Μέσων Ενημέρωσης και την κυριαρχία του ατομικισμού μέχρι τις νέες μορφές εργασίας οι κοινωνικές αλλαγές είναι κατακλυσμιαίες.
Αλλά αυτές, όπως και ο απολογισμός και τα λάθη, έχουν συζητηθεί σοβαρά στην Αριστερά και την Κεντροαριστερά;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου