Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2022

"Πέδρο Καζάς: Ο πειρατής του Φώτη Κόντογλου" έγραψε ο Νίκος Μπακουνάκης (www.lifo.gr, 9.5.2022)

...............................................................


Πέδρο Καζάς: Ο πειρατής του Φώτη Κόντογλου

Ο Κοντόγλου ήταν συγγραφέας και ζωγράφος/αγιογράφος αξεδιάλυτα. Ήταν ο μαστρο-Φώτης, ο μαΐστωρ του λόγου και της αγιογραφίας.

Μια νουβέλα και ένας ήρωας που στέκουν ισάξια δίπλα στον Ροβινσώνα Κρούσο: Η μαγική επανέκδοση του «Πέδρο Καζάς».

έγραψε ο Νίκος Μπακουνάκης (www.lifo.gr, 9.5.2022)




ΓΙΑ ΤΟΥ ΕΦΗΒΟΥΣ της δεκαετίας του 1970 η νουβέλα Πέδρο Καζάς του Φώτη Κόντογλου (1895-1965) από τις εκδόσεις Αστήρ/Παπαδημητρίου ήταν ανάγνωσμα ισοδύναμο με τον Ροβινσώνα Κρούσο ή το Νησί των θησαυρών.

Ο ήρωας της νουβέλας είναι ο Ισπανός κουρσάρος Πέδρο Καζάς που έδρασε στον Ατλαντικό Ωκεανό αλλά και στον Ινδικό στο τέλος του δέκατου πέμπτου και στις αρχές του δέκατου έκτου αιώνα, τρομοκρατώντας τους ανταγωνιστές Πορτογάλους, γιος εγκληματία και κακούργου, που είχε αποκτήσει όμως πιο μαύρη φήμη από του πατέρα του.

Αλλά η γοητεία της νουβέλας, κάτι σαν μεταφυσική έλξη, δεν είναι η δράση του κουρσάρου, τα ρεσάλτα στις ανοιχτές θάλασσες, τα άγνωστα νησιά και η προσδοκία για χρυσάφι και άλλους θησαυρούς. Είναι ότι ο Πέδρο Καζάς είχε ζήσει 300 χρόνια ή εμφανίστηκε τελικά από τον Άδη για να συμβιώσει επεισοδιακά, σαν άλλος Παρασκευάς, «σε ένα ρημονήσι του Ωκεανού», με τον αφηγητή της ιστορίας, τον Βάκα Γκάβρο, κάπου μέσα στον δέκατο ένατο αιώνα.

Ο Γκάβρο ήταν απόγονος Πορτογάλων, αντίπαλων του Καζάς. Οι πιο συναρπαστικές σελίδες της νουβέλας είναι αυτές όπου περιγράφεται ο νέος θάνατος του Πέδρο Καζάς. Φρικιαστικές εικόνες, γεμάτες αίμα και αφρούς, ένα τεράστιο άψυχο σώμα σκεπασμένο με τατουάζ και ανάμεσα στο στήθος του ή «ανάμεσα στα βυζιά του ήταν ζουγραφισμένο», όπως γράφει ο Κόντογλου, το όνομά του «Pedro Cazas 1530».


Είναι ένα λογοτεχνικό έργο που εντάσσεται αμέσως στην ευρωπαϊκή παράδοση, που ανοίγει καινούργιους δρόμους. «Πλάταινε τη λογοτεχνία. Άνοιγε μια πόρτα στην ανοιχτή θάλασσα, στον ανοιχτό αέρα», όπως έγραψαν οι σύγχρονοί του.

Ο Φώτης Κοντόγλου επινοεί εδώ αυτό που αργότερα ονομάσαμε μεταμοντέρνα συνθήκη. Ότι ανακαλύπτει κάπου στο Οπόρτο (Πόρτο) της Πορτογαλίας το «παράξενο πορτουγέζικο χειρόγραφο» του Βάκα Γκάβρο με την ιστορία του Ισπανού πειρατή και αποφασίζει να την τυπώσει και να την εικονογραφήσει. Τη συνοδεύει με έναν πρόλογο όπου φανερώνει την αγάπη του για τον Ροβινσώνα Κρούσο και αποκαλύπτει τα «πιστεύω» του για την τέχνη.

Γράφει για το μυθιστόρημα του Ντεφόου: «Το βιβλίο τούτο του Δανιήλ Ντί Φόου μου είναι πάντα αχώριστο. Τώρα που γράφω, το βλέπω να κιτρινίζει ανάμεσα στα λίγα βιβλία μου. Είναι τυπωμένο, πυκνά πυκνά, απάνου σ’ ένα σκούρο χαρτί σαν καπνισμένο. Μυρίζει όπως παλιό ναυτικό έγγραφο. Το ύφος είναι απλό».

Όσο για το καλλιτεχνικό credo του, γράφει: «Ίσα ίσα, εκείνο που κάνει στα μάτια μου την τέχνη πολύτιμη είναι η απόλυτη ελευθερία που έχει να σοφίζεται και να φτιάνει πράματα που δεν υπήρχαν πριν να τα φτιάξει. Νέα πράματα κι’ όλο νέα κι’ όλο νέα».



Ξαναδιαβάζουμε τώρα, με άλλα μάτια, την ιστορία του Σπανιόλου κουρσάρου στη νέα/παλιά έκδοση των εκδόσεων Μεταίχμιο. Γράφω «νέα/παλιά», γιατί οι εκδόσεις Μεταίχμιο ανατύπωσαν αναστατικά, δηλαδή πανομοιότυπα, την τρίτη και θεωρούμενη οριστική έκδοση του Πέδρο Καζάς από τον αθηναϊκό εκδοτικό οίκο Γλάρος, με χρονολογία 1944.

Είναι το πρώτο βιβλίο ενός εκδοτικού προγράμματος του Μεταιχμίου για τα 100 χρόνια από την οριστική εγκατάσταση του Μικρασιάτη Φώτη Κόντογλου στην Αθήνα (1922). Θα ακολουθήσουν η συλλογή Βασάντα (άνοιξη στα σανσκριτικά, που στις εκδόσεις Αστήρ/Παπαδημητρίου πήγαινε μαζί με τον Πέδρο), τα Ο Θεός Κόνανος, Ιστορίες και Περιστατικά και Το Αϊβαλί, η πατρίδα μου.

Το σημείωμα του Σταύρου Ζουμπουλάκη που συνοδεύει την καινούργια έκδοση του Πέδρο Καζάς παρουσιάζει την εκδοτική ιστορία της νουβέλας, που έχει κι αυτή μυθιστορηματικό μυστήριο. Μια πρώτη έκδοση, αχρονολόγητη, που εμφανίζει τόπο έκδοσης το Παρίσι, μια δεύτερη έκδοση στην Αθήνα, επίσης αχρονολόγητη, και η τρίτη, του Γλάρου.

Ο Ζουμπουλάκης μας δίνει την πληροφορία, παραπέμποντας στον Στρατή Δούκα, φίλο και συμμαθητή του Φώτη Αποστολέλλη, όπως ήταν το πατρικό όνομα του Κόντογλου, ότι τελικά η πρώτη έκδοση της νουβέλας δεν έγινε στο Παρίσι αλλά στο Αϊβαλί, στο τυπογραφείο του περιοδικού «Αιολικός Αστήρ», με έξοδα του Δούκα.


Γράφω εδώ ότι ξαναδιαβάζουμε τον Πέδρο Καζάς σήμερα με άλλα μάτια. Θα έλεγα καλύτερα με έκπληκτα μάτια. Η νουβέλα αυτή είναι το πρώτο λογοτεχνικό έργο του Φώτη Κόντογλου. Γράφτηκε μεταξύ του 1918 και του 1920 και δεν έχει θεματικά τίποτα το ανατολίτικο, τίποτα το ελληνικό. Είναι ένα λογοτεχνικό έργο που εντάσσεται αμέσως στην ευρωπαϊκή παράδοση, που ανοίγει καινούργιους δρόμους. «Πλάταινε τη λογοτεχνία. Άνοιγε μια πόρτα στην ανοιχτή θάλασσα, στον ανοιχτό αέρα», όπως έγραψαν οι σύγχρονοί του.

Βλέπουμε στη νουβέλα το ώριμο ξεκίνημα ενός κοσμοπολίτη που πίστευε ότι ο καλλιτέχνης ζει μέσα σ’ ένα άπειρο. «Έτσι μονάχα βγαίνει όξω από τα στενά σύνορα της εποχής και της πατρίδας, και υψώνεται στο μοναδικό τύπο, που ζει μέσ’ στον αιθέρα της απόλυτης ελευθερίας».

Φυσικά υπάρχει ελληνικό στοιχείο στον Πέδρο Καζάς: είναι η γλώσσα. Είναι τελικά μια νουβέλα γλώσσας. Ο Φώτης Κόντογλου απελευθερώνεται νωρίς ή ίσως δεν έχει υποταχτεί ποτέ στον δογματισμό της δημοτικής γλώσσας και λυτρώνεται μέσα σε μια γλώσσα δική του, που εκατό χρόνια μετά δεν μοιάζει καθόλου κουρασμένη. Αντίθετα, κινητοποιεί τον αναγνώστη και τον ωθεί να φτιάξει ο ίδιος τις δικές του εικόνες: «Έσυρα το άψυχο κορμί ως την πόρτα. Μιαν άγρια μανία χόχλαζε μέσα μου. Ίσως ήτανε ο διάολος. Μούρτε να του σπάσω τα πλευρά μ’ ένα δαυλό, για να τον κάνω να συρτεί, προτού ξεψυχήσει, όξω από το καλύβι, εκεί όπου θα μπορούσα να τον θάψω». Ή «Ξέσκισα πέρα πέρα το πουκάμισό του, με τι σκοπό; Να μετρήσω το στήθος του αν μπορούσα να τ’ αγκαλιάσω…».

Ο Κοντόγλου ήταν συγγραφέας και ζωγράφος/αγιογράφος αξεδιάλυτα. Ήταν ο μαστρο-Φώτης, ο μαΐστωρ του λόγου και της αγιογραφίας. Θαυμάζουμε σήμερα στη νέα Εθνική Πινακοθήκη τις τοιχογραφίες από το σπίτι του, στη Βιζυηνού 16 της περιοχής Κυπριάδου, που είχε φιλοτεχνήσει με τη βοήθεια των μαθητών του Γιάννη Τσαρούχη και Νίκου Εγγονόπουλου το 1932. Έχουμε δει δεκάδες εικόνες του τυπωμένες σε βιβλία, δεκάδες φορητές εικόνες και πίνακές του σε συλλογές και σε μουσεία και εκατοντάδες τετραγωνικά μέτρα αγιογραφιών σε εκκλησίες της Αθήνας και της Αττικής. Το ίδιο πλούσιος είναι και ό λόγος του, το λογοτεχνικό, δοκιμιακό, ταξιδιωτικό, βιογραφικό έργο του. Μερικοί τίτλοι είναι πλέον θρυλικοί, ακόμη κι αν δεν τους έχουμε διαβάσει: Αστρολάβος, Καστρολόγος, Θάλασσες, καΐκια και καραβοκύρες, Ταξείδια, Βασάντα.

Κάποια στιγμή ο Κόντογλου «εγκατέλειψε» τον κοσμοπολιτισμό του: «Σαν ένιωσα τον αρίθμητο θησαυρό της παράδοσής μας, εγώ, που την χτύπησα εν ονόματι της χιμαιρικής παγκόσμιας συνείδησης, από τη μια άκρη βρέθηκα στην άλλη, κι έγινα ο πιο μεγαλοζηλωτής της ελληνικής παράδοσης και ορθοδοξίας». Σήμερα όμως ο Φώτης Κόντογλου είναι για μας όλα μαζί. Κι έτσι τον ανακαλύπτουμε πάλι και τον απολαμβάνουμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: