..............................................................
-Πώς μαθαίνουν οι γυναίκες του Χορού τα νέα της Φαίδρας; Τι ακριβώς συμβαίνει στην άμοιρη βασίλισσα; Ποιες τάχα οι αιτίες του πόνου της; Θα μάθουμε κι εμείς;
Η εξαίσια σε λυρισμό και θεατρική οικονομία Πάροδος του Χορού των γυναικών στον "Ιππόλυτο" του μαγικού Ευριπίδη:
Σ’ έναν βράχο όπου σταλάζει
το νερό του Ωκεανού,
πηγή γίνεται και πέφτει
από το γκρεμό σε γούρνα
κι από κει στάμνες γεμίζουν,
εκεί έπλενε μια φίλη
τα ολοπόρφυρά της πέπλα.
Τα ‘βρεχε μες στο ποτάμι
το δροσάτο και σε πέτρα
τ’ άπλωνε, που λούζει ο ήλιος.
Από κει μου πρωτοήρθαν
της κυράς μου τα μαντάτα.
Λιώνει το κορμί της, λένε,
στης αρρώστιας το κρεβάτι
μες στο σπίτι και σκεπάζει
με τα διάφανα τα πέπλα
το ξανθό της το κεφάλι
και ακούω πως τρεις μέρες
μια μπουκιά ψωμί δεν βάζει
στο αγνό το στόμα της
μα από κρυφό μαράζι
θέλει η δύστυχη να φτάσει
στα λιμάνια του θανάτου.
Μήπως σ’ έκρουσε θεός,
κόρη, ο Πάνας ή η Εκάτη
ή οι σεμνοί Κορρύβαντες
ή η μητέρα των ορέων;
Μήπως σε αφανίζει σφάλμα
που δεν πρόσφερες θυσίες
στην Άρτεμη τη Δίχτυννα
με τα πολλά κυνήγια;
Αυτή από στεριές περνάει,
από λίμνες ή πελάγη
όπου δέρνεται το κύμα…
Μήπως έρωτας κρυμμένος
μες στο ίδιο σου το σπίτι
κυβερνά τον άνδρα σου,
αρχηγέτη, ευπατρίδη,
απ’ το γένος του Ερεχθέα,
και το γάμο σας ντροπιάζει;
Ή νησιώτης απ’ την Κρήτη
ήλθε κι άραξε το πλοίο
στο φιλόξενο λιμάνι
φέρνοντας κακές ειδήσεις
στη βασίλισσα κι εκείνη
απ’ τη θλίψη για τα πάθη
μαραζώνει στο κρεβάτι;
Δύσκολη η γυναίκεια φύση
Συχνά ως τη δυστροπία
κι ως τη μαύρη απελπισία
απ’ του τοκετού τους πόνους
κι απ’ τον νου τον ταραγμένο.
Κάποτε τα σωθικά μου
τα διαπέρασε κι εμένα
τέτοιο ρίγος. Μα καλούσα
την ουράνια τοξοβόλο,
την προστάτιδα της γέννας,
την πολύζηλη Άρτεμη.
Θέλανε οι θεοί κι ερχόταν!
Μα να, η γριά τροφός στις πύλες
που τη φέρνει απ’ το παλάτι
κι όλο πιο πολύ την σκέπει
μαύρο σύννεφο στην όψη.
Πόσο λαχταρώ να μάθω
η βασίλισσα τι έχει
κι όλη έτσι μαράθηκε.
"Στην εικόνα Νίκος Φωτάκης. Η απόδοση δική μου".
στης αρρώστιας το κρεβάτι
μες στο σπίτι και σκεπάζει
με τα διάφανα τα πέπλα
το ξανθό της το κεφάλι
και ακούω πως τρεις μέρες
μια μπουκιά ψωμί δεν βάζει
στο αγνό το στόμα της
μα από κρυφό μαράζι
θέλει η δύστυχη να φτάσει
στα λιμάνια του θανάτου.
Μήπως σ’ έκρουσε θεός,
κόρη, ο Πάνας ή η Εκάτη
ή οι σεμνοί Κορρύβαντες
ή η μητέρα των ορέων;
Μήπως σε αφανίζει σφάλμα
που δεν πρόσφερες θυσίες
στην Άρτεμη τη Δίχτυννα
με τα πολλά κυνήγια;
Αυτή από στεριές περνάει,
από λίμνες ή πελάγη
όπου δέρνεται το κύμα…
Μήπως έρωτας κρυμμένος
μες στο ίδιο σου το σπίτι
κυβερνά τον άνδρα σου,
αρχηγέτη, ευπατρίδη,
απ’ το γένος του Ερεχθέα,
και το γάμο σας ντροπιάζει;
Ή νησιώτης απ’ την Κρήτη
ήλθε κι άραξε το πλοίο
στο φιλόξενο λιμάνι
φέρνοντας κακές ειδήσεις
στη βασίλισσα κι εκείνη
απ’ τη θλίψη για τα πάθη
μαραζώνει στο κρεβάτι;
Δύσκολη η γυναίκεια φύση
Συχνά ως τη δυστροπία
κι ως τη μαύρη απελπισία
απ’ του τοκετού τους πόνους
κι απ’ τον νου τον ταραγμένο.
Κάποτε τα σωθικά μου
τα διαπέρασε κι εμένα
τέτοιο ρίγος. Μα καλούσα
την ουράνια τοξοβόλο,
την προστάτιδα της γέννας,
την πολύζηλη Άρτεμη.
Θέλανε οι θεοί κι ερχόταν!
Μα να, η γριά τροφός στις πύλες
που τη φέρνει απ’ το παλάτι
κι όλο πιο πολύ την σκέπει
μαύρο σύννεφο στην όψη.
Πόσο λαχταρώ να μάθω
η βασίλισσα τι έχει
κι όλη έτσι μαράθηκε.
"Στην εικόνα Νίκος Φωτάκης. Η απόδοση δική μου".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου