..............................................................
ΠΡΟΣΟΧΗ!
Γιατί κωφεύετε, ενώ βοούν τριγύρω τα σημάδια;
Είναι ηλίου φαεινότερον, βγάζει, που λένε, μάτι. Έχει αυξηθεί πολύ επικίνδυνα ο αριθμός των γυναικών τα τελευταία χρόνια και, με τη φόρα που έχουν πάρει, σύντομα τα πράγματα θα είναι μη αναστρέψιμα.
Μα δεν τις βλέπετε; Δεν βλέπετε πώς ήδη κάνουν χρήση της πληθυσμιακής υπεροχής τους και εκτραχύνονται; Ανεβοκατεβαίνουν φουριόζες τα σκαλοπάτια στο μετρό, περιφρονώντας τις κυλιόμενες. Με τσακίσματα της μέσης περίτεχνα, με κίνηση των γοφών απαλότερη από τις αντοχές των μαρμάρων μας.
Με το που μπαίνει η άνοιξη, βάφουν τα νύχια κατακόκκινα, κοιτάζουν θαρρετά, με μάτια που μιλάνε. Συχνά, ένα τρίμμα σοκολάτας λιώνει στο πάνω χείλος τους, τάχα δεν το ’χουνε προσέξει. Μετά, σε φιλούν δακρυσμένες κι επιστρέφουν χαράματα στον ανύποπτο σύζυγο. Κολλάνε στην πλάτη του, κάτω από το ιδρωμένο σεντόνι.
Έχουν αναπτύξει κάτω απ’ τη μύτη μας μεθόδους επικοινωνίας ταχύτατες. Αλλιώς δεν εξηγείται το πώς όλες τους, από τη Γη του Πυρός ως την παγωμένη Καμτσάτκα ξύρισαν την ήβη τους ταυτόχρονα, μέσα σε μια βδομάδα κι ούτε. Φαντάζεστε τι άλλα ανταλλάσσονται εν αγνοία μας, τι συνωμοσίες εξυφαίνονται, τι σχέδια διανύουν ίσως στο τελικό στάδιο της εφαρμογής τους;
Δεκαοχτάχρονες ακόμα, μόλις που τέλειωσαν το Λύκειο, τρέχουν με τη “Χρυσή Ευκαιρία” παραμάσχαλα. Αίφνης, κοιτάζουν σαν μητέρες τον μελλοντικό εργοδότη τους, καθώς εκείνος απλώνει χέρι, πιάνει. Κι είτε του δίνουνε βυζί είτε μια σφαίρα του καρφώσουν στο κεφάλι, είναι η μανούλα του. Καταλαβαίνετε; Είναι μπλεγμένες και οι μανούλες μας στο κόλπο.
Μα πιο πολύ εδραιώνονται απουσιάζοντας. Αδειάζουν όλοι οι δρόμοι μονομιάς. Δεν σείεται κανένα φουστανάκι στην προκυμαία, κανένα μάτι δεν διεισδύει. Είναι θλιμμένες πίσω από διπλές κλειδαριές σε άδεια σπίτια. Κάποιες ξεπορτίζουν στον Κάτω Κόσμο με τους πατέρες που χάθηκαν στον πόλεμο, άλλες καταστρέφουν με ψαλίδια κίτρινες φωτογραφίες, κάποιες τρίτες παίρνουν τις αδερφούλες τους αγκαλιά και τις κοιμίζουν τα μεσημέρια.
Μέχρι που φτάνει η Παρασκευή. Μασάνε τότε φύλλα δάφνης, βλέπουν το μέλλον μας και το διορθώνουν, γεννούν κρυφά κι άλλα κορίτσια μόνες τους. Κολλάς στην πόρτα το αυτί και τις ακούς να λεν ψιθυριστά “θεά μου” όχι “θεέ μου”. Θέλω να πω – εισβάλλουν στο ανόσιο και το ιερώνουν. Κι ο κόσμος έξω έρημος χωρίς αυτές, τόσες πολλές που έγιναν πίσω απ’ την πλάτη μας, τόσο επικίνδυνες, τόσο κρυμμένες κάπου.
Επανεμφανίζονται τα Σάββατα. Στάζουν νερό. Κρατάνε ένα προσφυγόπουλο στην αγκαλιά τους. Ένα μωρό που κλαίει. Το δείχνουνε στις κάμερες. "Το άλλο, το αγόρι, μου το πήρανε τα κύματα", λένε ψέματα, μα κλαίνε αληθινά.
Ξυπνήστε, επιτέλους. Θα είναι αργά σε λίγο. Πολύ αργά.
Από τον συγγραφέα και φίλο στο fb Πάνο Σταθόγιαννη (facebook, 8.3.2024)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου