..............................................................
γράφει ο Μανώλης Πιμπλής ("Εφημερίδα των Συντακτών", 11.03.24)
Οι Έλληνες διαβάζουν λίγα βιβλία σε σχέση με τους περισσότερους Ευρωπαίους, αυτό είναι γνωστό. Μια παλιά δικαιολογία ήταν ότι στην Ελλάδα έχει καλό καιρό, ότι «είμαστε του έξω», δεν συγκεντρώνεται ο άνθρωπος να διαβάσει σε αυτό το περιβάλλον, όταν του μείνει χρόνος από τη δουλειά θέλει να ξεσκάσει έξω και τα σχετικά.
Ως επιχείρημα είναι εντελώς ανεπαρκές, για πολλούς λόγους: πρώτον, όσο και να βγαίνει κανείς έξω, κάποτε μπαίνει και μέσα, αλλά όταν είναι μέσα βλέπει κυρίως τηλεόραση και πλατφόρμες. Δεύτερον, όταν είναι έξω, τον μισό χρόνο είναι σκυμμένος στο κινητό, επομένως διαβάζει, απλώς αυτό που διαβάζει δεν είναι βιβλίο. Τρίτον, μια κατηγορία αναγνωστών, κυρίως αναγνωστριών, παρά το βαρύ πρόγραμμα φροντίδας όλης της οικογένειας, καταβροχθίζει τα μυθιστορήματα σωρό. Τέταρτον, κάποτε ο Ελληνας διάβαζε πολύ εφημερίδες, άρα διάβαζε κάτι χάρτινο αφιερώνοντας σ’ αυτό πολύ χρόνο, τώρα και αυτό έχει υποκατασταθεί μερικώς από τις οθόνες.
Στον κόσμο του βιβλίου υπάρχει διάχυτος ο φόβος, λόγω και μιας σχετικής καθήλωσης των πωλήσεων τους τελευταίους 12 μήνες, ότι τα νέα μέσα -και κυρίως οι σειρές που προσφέρουν- καλύπτουν τις ανάγκες του κοινού για μυθοπλασία ενώ η συνεχής απόσπαση του καθενός μας από τις οθόνες και κυρίως το κινητό -συνεχή μηνύματα, ειδοποιήσεις κ.λπ.- μειώνει τον διαθέσιμο χρόνο και τη συγκέντρωσή μας.
Ολα αυτά είναι σωστά και διεκδικούν μερίδιο αλήθειας. Ωστόσο καθόλου δεν εξηγούν το γιατί διαχρονικά, και όχι μόνο στις μέρες μας, η ανάγνωση βιβλίων δεν κατάφερε να γίνει αγαπημένη συνήθεια των πολλών, όπως έχει συμβεί σε άλλες χώρες του Νότου, όπως η Ισπανία και η Ιταλία. Οι λόγοι προφανώς είναι ποικίλοι: εκπαιδευτικό σύστημα, οικογενειακός και κοινωνικός περίγυρος, μια ολόκληρη κουλτούρα εντέλει στην οποία η ανάγνωση δεν έχει θέση στην ιεραρχία των κοινωνικών πρακτικών, αν δεν απαξιώνεται κιόλας.
Εντούτοις η ανάγνωση βιβλίων μπορεί να έχει πολύ κεντρική θέση στη ζωή του σημερινού ανθρώπου. Ακριβώς λόγω της πολυδιάσπασης και του κατακερματισμού της ζωής σε όλα τα επίπεδα, της πληθώρας πληροφοριών, του καταιγισμού αλλαγών, της απουσίας ιδιωτικότητας, πραγμάτων δηλαδή που είναι πρακτικά αδύνατον όχι μόνο να απορροφηθούν από τον άνθρωπο, αλλά και να μην του προκαλέσουν σύγχυση και εκνευρισμό, η ανάγνωση βιβλίου μπορεί να βοηθήσει στην ανασυγκρότηση του εσωτερικού μας κόσμου, που τόσο έχουμε ανάγκη.
Αποτελεί ένα αντίδοτο δηλαδή σε όλα τούτα, καθώς μας φέρνει ξανά σε επαφή με τον εαυτό μας μέσω αυτής της σχεδόν μαγικής σχέσης που δημιουργείται ανάμεσα στο κείμενο και τον αναγνώστη, σχέση που, λόγω και του χρόνου που αφιερώνει κανείς, ενώνει συναισθηματικά θραύσματα και επουλώνει πληγές. Η αναγνωστική εμπειρία έχει αυτή την ιαματική πλευρά, όπως έχει και την πολύ σημαντική πλευρά της διανοητικής ανατροφοδότησης, σε μια εποχή που νιώθουμε πια όχι αυτόνομα σκεπτόμενες προσωπικότητες, αλλά συνονθυλεύματα κλισαρισμένων φράσεων που κυκλοφορούν γύρω μας, μας εγκλωβίζουν και μας ερειπώνουν εσωτερικά. Γι’ αυτούς τους λόγους, η ανάγνωση βιβλίων είναι πιο πολύτιμη παρά ποτέ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου