Δευτέρα 28 Απριλίου 2025

Ο συγγραφέας και φίλος στο fb Κώστας Κουτσουρέλης μεταφράζει Ράινερ Μαρία Ρίλκε (1875 - 1926) (facebook, Απρίλης 2025)

 ..............................................................




Ο συγγραφέας και φίλος στο fb Κώστας Κουτσουρέλης μεταφράζει Ράινερ Μαρία Ρίλκε (facebook, Απρίλης 2025)





ΚΥΡΙΑ ΕΜΠΡΟΣ ΣΤΟΝ ΚΑΘΡΕΦΤΗ


Καθώς βοτάνι σε ποτό υπνωτικό
τους κουρασμένους τρόπους της αργά διαλύει
μες στου καθρέφτη το κρυστάλλινο νερό·
εκεί και το μειδίαμά της όλο δύει.

Και περιμένει ωσότου η στάθμη ν’ ανεβεί·
και τότε χύνει στον καθρέφτη τα μαλλιά της
και, τους εξαίσιους ώμους της σε μια στιγμή
αποδεσμεύοντας από το φόρεμά της,

το είδωλό της πίνει σιωπηλά. Το πίνει
όπως θα το ’πινε ένας έραστης πάνω στη ζάλη,
δύσπιστα, ερευνητικά· και νεύει πρώτα

στην καμαριέρα της αφότου δει τα φώτα
μες στου καθρέφτη τον βυθό, και την αιθάλη
που τη βαθιά τη νύχτα τώρα περιχύνει.


ΡΙΛΚΕ



ΤΟ ΚΑΡΟΥΖΕΛ


Jardin du Luxembourg

Κάτω απ’ της τέντας του τον ίσκιο γυροφέρνει
αυτή η χαρούμενη αγέλη κάμποση ώρα
με τα πολύχρωμα άλογα – όλα απ’ τη Xώρα
που προς τη δύση της αργά το βήμα σέρνει.
Κάποια ζεμένα τά ’χουνε σ’ ένα αμαξάκι,
μα οι μορφασμοί τους δείχνουν ζώα θαρρετά·
δίπλα ένα κόκκινο λιοντάρι περπατά
και πού και πού κι ένα λευκό ελεφαντάκι.

Ώς κι ένα ελάφι είναι εδώ, φτυστό απ’ τα δάση,
μόνο που είναι σελωμένο και στη ράχη
μια κοπελίτσα γαλανή του ’χουν κρεμάσει.

Και στο λιοντάρι έν’ άσπρο αγόρι είναι καβάλα
που απ’ το ζεστό του συγκρατιέται το χεράκι
όσο με δόντια αυτό κορδώνεται μεγάλα.

Και πού και πού κι ένα λευκό ελεφαντάκι.


Και πάνω στ’ άλογα περνούν ανεβασμένα
κι άλλα κορίτσια, φωτεινά, που λες πως έχουν
αφήσει πίσω το παιδί, κι άλλα προσέχουν,
και μες στη δίνη έχουν τα μάτια αλλού στραμμένα. –

Και πού και πού κι ένα λευκό ελεφαντάκι.


Κι όλα τους τρέχουν σαν να επείγονται να φτάσουν,
και κάνουν γύρους δίχως να ’χουν προορισμό.
Το ροζ, το μπλε, το γκρι σκορπούν όπου περάσουν,
ένα προφίλ λες ψευτοφτιάχνοντας μικρό,
και πού και πού κι ένα χαμόγελο φαιδρό·
από εκείνα που είν’ γραφτό τους να χλωμιάσουν
σ’ αυτό το ξέπνοο το παιχνίδι το τυφλό.

R. M. RILKE
(1906)



Ο ΚΥΚΝΟΣ


Ετούτη η πάλη, που ποτέ της δεν καρπίζει,
δέσμιος να τρέχεις για να πας λίγο πιο πέρα,
μοιάζει με κύκνο που έξω απ’ το νερό τρεκλίζει.

Όμως ο θάνατος, η ανάληψη εκείνη
από το χώμα που πατάμε κάθε μέρα,
μοιάζει με κύκνο που δειλιάζει εμπρός στη δίνη –

μπρος στο αφρισμένο το ποτάμι που κυλά
και που χαρούμενο τον δέχεται απαλά
και διαβατάρικο μακριά πολύ τον παίρνει·
ενόσω αυτός, βέβαιος τώρα πια εντελώς,
όλο πιο ατάραχος, όλο πιο αρχοντικός,
με πίστη αφήνεται στο ρέμα που τον σέρνει.


RAINER MARIA RILKE  (1875 - 1926)







Κυριακή 27 Απριλίου 2025

R.Molinelli: "Nino Rota Suite" (La strada, Il Padrino, Amarcord, I Clowns, Otto e mezzo) (youtube, 23 Οκτ 2010)

 ............................................................


R.Molinelli: "Nino Rota Suite" (La strada, Il Padrino, Amarcord, I Clowns, Otto e mezzo)


(youtube, 23 Οκτ 2010)

Live, Bologna Teatro Manzoni 18.10.2010 

Arranged by: ROBERTO MOLINELLI 


Corrado Giuffredi, clarinetto 

Giampaolo Bandini, chitarra 

Cesare Chiacchiaretta, fisarmonica 

Enrico Fagone, contrabbasso 

Danilo Grassi, percussioni


Temi da (themes from): 


"La strada", "Il Padrino", "Amarcord", "I Clown", "Otto e mezzo"  di Federico Fellini  except "Il Padrino" di Francis Ford Copolla


Απόσπασμα Ε' από το μυθιστόρημα "Η Φόνισσα" του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη (1851 - 1911) ("Πάπυρος"-"ΒΙΠΕΡ" Νο 13 - 1975)

 ...............................................................


Απόσπασμα Ε' από το μυθιστόρημα "Η Φόνισσα" του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη (1851 - 1911)




"...Άμα απήλθεν η Αμέρσα, η Φραγκογιαννού, ζαρωμένη πλησίον της γωνίας, μεταξύ της εστίας και του λίκνου, έχασεν εκ νέου τον ύπνον της, και ήρχισε να συνεχίζη τους πικρούς και πόρρω πλανωμένους διαλογισμούς της. Όταν λοιπόν εξενιτεύθησαν εις την Αμερικήν οι δύο μεγαλύτεροι υιοί, και η Δελχαρώ εμεγάλωσεν, ανάγκη ήτο αυτή η μήτηρ να φροντίση διά την αποκατάστασιν της κόρης, καθότι ο γέρων, ο «Λογαριασμός», δεν διέπρεπεν επί δραστηριότητι. Λοιπόν ηξεύρει όλος ο κόσμος τι σημαίνει μία μήτηρ να είναι συγχρόνως και πατήρ διά τας κόρας της, και να μην είναι τουλάχιστον μήτε χήρα. Οφείλει η ιδία και να υπανδρεύση και να προικίση και προξενήτρια και πανδρολόγισσα να γίνη. Ως ανήρ οφείλει να δώση οικίαν, άμπελον, αγρόν, ελαιώνα, να δανεισθή μετρητά, να τρέξη εις του συμβολαιογράφου, να υποθήκευση. Ως γυνή, πρέπει να κατασκευάση ή να προμηθευθή «προίκα», τουτέστι παράφερνα, ήτοι σινδόνας, χιτώνια κεντητά, μεταξωτάς εσθήτας με χρυσοΰφαντα ποδογύρια. Ως προξενήτρια πρέπει ν’ ανιχνεύση γαμβρόν, να τον κυνηγήση, να τον αλιεύση, να τον ζωγρήση. Και οποίον γαμβρόν!
Ένα ωσάν τον Κωνσταντήν, όστις ερρογχάλιζε τώρα, πέραν του μεσοτοίχου, εις τον πλαγινόν θαλαμίσκον, άνθρωπον σπανόν, «αΐσκιωτον», άγαρμπον. Και ο τοιούτος να έχη «καπρίτσια», απαιτήσεις, πείσματα· σήμερον να ζητή τούτο και αύριον εκείνο· την μίαν ημέραν να ζητή τόσα, την άλλην περισσότερα και συχνά «να τον βάζουν στα λόγια» άλλοι ιδιοτελείς ή φθονεροί, ν’ ακούη εντεύθεν κ’ εκείθεν διαβολάς, ραδιουργίας, «μαναφούκια» και να μη θέλη «να ταιριασθή». Και να εγκαθίσταται μετά τον αρραβώνα στης πενθεράς το σπίτι, και να «σκαρώνη» έξαφνα «πρωιμάδι». Κι όλον τον καιρόν «κόττα-πίττα».
Κι αυτόν τον γαμβρόν, με μυρίους κόπους, με ανεκδιήγητα βάσανα, μόλις, μετά πολύν καιρόν, να τον πείθη τις να στεφανωθή επί τέλους. Κ’ η νύφη να καμαρώνη, φέρουσα στολισμόν πολυτελή, καρπόν πολλής νηστείας και οικονομίας, κ’ η νύφη να μην έχη πλέον μέση, διά ν’ αναδεικνύεται το πάλαι λιγυρόν ανάστημά της.
Και τρεις μήνας μετά τον γάμον να γεννά κόρην – μετά τρία ακόμη έτη έναν υιόν – μετά δύο έτη πάλιν κόρην – αυτήν την νεογέννητον, χάριν της οποίας ηγρύπνει τώρα τόσας νύκτας η γηραιά μάμμη.
Και δι’ όλ’ αυτά τα θυγάτρια να μέλλη να υποφέρη η μήτηρ των τόσα – κι άλλα τόσα – κι άλλα τόσα, από όσα έχει υποφέρει η μάννα της δι’ αυτήν.
Έμεινεν η καημένη, η ανδροκόρη, η Αμέρσα, ανύπανδρη (ας έχη την ευχήν της). Είδε την γλύκα. Τω όντι, φρόνιμη νέα. Τί θ’ απήλαυεν από τα βάσανα του κόσμου; Και ούτ’ εζήλευε καν! Τί να ζηλέψη; Έβλεπε την μεγάλην αδελφήν της και την ελυπείτο – την εκαίετο.
Όσον διά την μικράν, την Κρινιώ, άμποτε κι αυτήν ο Θεός να την φωτίση! Όπως και αν έχη, η μάννα της δεν έχει σκοπόν – δεν βαστά πλέον, δεν αντέχει – να υποφέρη διά να την υπανδρεύση και το πολλοστημόριον όσων διά την μεγάλην αδελφήν της υπέφερε. Αλλά σας ερωτώ, έπρεπε πράγματι να γεννώνται τόσα κοράσια; Και αν γεννώνται, αξίζει τον κόπον ν’ ανατρέφωνται; «Δεν είναι», έλεγεν η Φραγκογιαννού, «δεν είναι χάρος, δεν είναι βράχος;» Καλύτερα «να μη σώνουν να πάνε παραπάνω». «Σα σ’ ακούω γειτόνισσα!»
Μεγάλην και ιεράν ανακούφισιν ησθάνετο η πολυπαθής γυνή, όταν συνέβαινε, μετά της μικράς πομπής του ιερέως, προπορευομένου του Σταυρού, ν’ ακολουθή βαστάζουσα εις τας χείρας της η ιδία, ως φιλεύσπλαγχνος και συμπονετική οπού ήτον, το εν είδει λίκνου μικρόν φέρετρον. Προέπεμπε το θυγάτριον μιας γειτόνισσας, ή μακρινής συγγενούς, μέχρι του τάφου. Δεν ημπορούσε να καταλαμβάνη τι εμορμύριζεν ο ιερεύς μασών τας λέξεις με τους οδόντας του. «Ουδέν εστι πατρός συμπαθέστερον, ουδέν εστι μητρός αθλιώτερον... Πολλάκις γαρ του μνήματος έμπροσθεν τους μαστούς συγκροτούσι και λέγουσιν· Ω υιέ μου και τέκνον γλυκύτατον, ουκ ακούεις μητρός σου τι φθέγγεται; Ιδού και η γαστήρ η βαστάσασά σε. Ίνα τι ου λαλείς ως ελάλεις ημίν. Αλληλούια!» Και πάλιν. «Ω τέκνον, τίς ποτέ μη θρηνήσει βλέπων σου το εμφανές, πρόσωπον ευμάραντον, το πριν ως ρόδον τερπνόν!»
Αλλά μεγάλως ευφραίνετο όταν η μικρά πομπή, μετά δέκα λεπτών της ώρας δρόμον έφθανεν εις τα «Μνημούρια». Ωραία εξοχή, παντοτινή άνοιξις, θάλλουσα βλάστη, αγριολούλουδα, εμύριζε κήπος. Ιδού ο περίβολος των νεκρών! Ω! ο Παράδεισος, απ’ αυτόν τον κόσμον ήδη, ήνοιγε τας πύλας διά να δεχθή το μικρόν άκακον πλάσμα, το οποίον ηυτύχησε να λύτρωση τους γονείς του από τόσα βάσανα. Χαρήτε, αγγελούδια, που πετάτε γύρω-τριγύρω με τα φτερά σας τα χρυσόλευκα, και σεις, ψυχαί των Αγίων, υποδεχθήτε το!
Όταν επέστρεφεν εις την νεκρώσιμον οικίαν η γραία Χαδούλα, διά να παρευρεθή την εσπέραν εις την παρηγορίαν, –παρηγορίαν καμμίαν δεν εύρισκε να είπη, μόνον ήτο χαρωπή όλη κ’ εμακάριζεν το αθώον βρέφος και τους γονείς του. Και η λύπη ήτο χαρά, και η θανή ήτο ζωή, και όλα ήσαν άλλα εξ άλλων.
Α! ιδού... Κανέν πράγμα δεν είναι ακριβώς ό,τι φαίνεται, αλλά παν άλλο – μάλλον το εναντίον.
Αφού η λύπη είναι χαρά, και ο θάνατος είναι ζωή και ανάστασις, τότε και η συμφορά ευτυχία είναι και η νόσος υγίεια. Άρα όλαι αι μάστιγες εκείνες, αι κατά το φαινόμενον τόσον άσχημοι, όσαι θερίζουν τα άωρα βρέφη, η ευλογιά κ’ η οστρακιά κ’ η διφθερίτις, και άλλαι νόσοι, δεν είναι μάλλον ευτυχήματα, δεν είναι θωπεύματα και πλήγματα των πτερών των μικρών Αγγέλων, οίτινες χαίρουν εις τους ουρανούς όταν υποδέχωνται τας ψυχάς των νηπίων; Και ημείς οι άνθρωποι, εν τη τυφλώσει μας, νομίζομεν ταύτα ως δυστυχήματα, ως πληγάς, ως κακόν πράγμα.
Και χάνουν τον νουν των οι ταλαίπωροι γονείς, και πληρώνουν τόσον ακριβά τους ημιαγύρτας ιατρούς και τα τριωβολιμαία φάρμακα, διά να σώσουν το παιδί τους. Δεν υποπτεύονται ότι, όταν νομίζουν ότι «σώζουν», τότε πράγματι «χάνουν» το τεκνίον. Και ο Χριστός είπεν, όπως είχεν ακούσει η Φραγκογιαννού να της εξηγή ο πνευματικός της, ότι όποιος αγαπά την ψυχήν του, θα την χάση, κι όποιος μισεί την ψυχήν του, εις ζωήν αιώνιον θα την φύλαξη.
Δεν έπρεπε τω όντι, αν δεν ήσαν τυφλοί οι άνθρωποι, να βοηθούν την μάστιγα, την διά πτερών Αγγέλων πλήττουσαν, αντί να ζητούν να την εξορκίσουν; Αλλ’ ιδού, τ’ Αγγελούδια δεν μεροληπτούν ούτε χαρίζονται, και παίρνουν αδιακρίτως εις τον Παράδεισον αγόρια και κοράσια. Περισσότερα μάλιστα αγόρια –πόσα χαδευμένα και μοναχογέννητα!– αποθνήσκουν άωρα. Τα κορίτσια είν’ εφτάψυχα, εφρόνει η γραία. Δυσκόλως αρρωστούν και σπανίως αποθνήσκουν. Δεν έπρεπεν ημείς ως καλοί χριστιανοί, να βοηθώμεν το έργον των Αγγέλων; Ω, πόσα αγόρια, και αρχοντόπουλα μάλιστα, αρπάζονται άωρα. Ακόμη και τ’ αρχοντοκόριτσα ευκολώτερον αποθνήσκουν –αν και τόσον σπάνια μεταξύ του φύλου– παρ’ όσον τα απειράριθμα θηλυκά της φτωχολογιάς. Τα κορίτσια της τάξεως ταύτης είναι τα μόνα εφτάψυχα! Φαίνονται ως να πληθύνωνται επίτηδες, διά να κολάζουν τους γονείς των, απ’ αυτόν τον κόσμον ήδη. Α! όσον το συλλογίζεται κανείς, «ψηλώνει ο νους του»!
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Την στιγμήν εκείνην, άρχισε το θυγάτριον να βήχη και να κλαυθμυρίζη. Η γραία αφού είχε συλλογισθή όλα τ’ ανωτέρω, όσον και αν είχεν εξαφθή από τα κύματα των αναμνήσεων, ησθάνθη αίφνης ζάλην, από τον σάλον οιονεί και την ναυτίαν της ζωής της και άρχισε να ναρκώνεται, κ’ ενύσταζεν ακρατήτως.
Το μικρόν κοράσιον έβηχε κ’ έκλαιε κ’ εθορύβει «ως να ήτον μεγάλος άνθρωπος». Η μάμμη του εσκίρτησεν, εστράφη, κ’ έχανε πάλιν τον ύπνον της.
Η λεχώνα εκοιμάτο βαθέως, και ούτε ήκουσε τον βήχα και τα κλαύματα.
Η γραία ήνοιξε βλοσυρά όμματα, κ’ έκαμε χειρονομίαν ανυπομονησίας και απειλής.
– Ε! θα σκάσης; είπε.
Της Φραγκογιαννούς άρχισε πράγματι «να ψηλώνη ο νους της». Είχε «παραλογίσει» επί τέλους. Επόμενον ήτο, διότι είχεν εξαρθή εις ανώτερα ζητήματα. Έκλινεν επί του λίκνου. Έχωσε τους δύο μακρούς, σκληρούς δακτύλους μέσα εις το στόμα του μικρού, διά να «το σκάση».
Ήξευρον ότι δεν ήτο τόσον συνήθεια «να σκάζουν» τα πολύ μικρά παιδία. Αλλ’ είχε «παραλογίσει» πλέον. Δεν ενόει καλά τί έκαμνε, και δεν ωμολόγει εις εαυτήν τι ήθελε να κάμη.
Και παρέτεινε το σκάσιμον επί μακρόν· είτα εξάγουσα τους δακτύλους της από το μικρόν του οποίου είχε κοπή η αναπνοή, έδραξεν έξωθεν τον λαιμόν του βρέφους, και τον έσφιγξεν επ’ ολίγα δευτερόλεπτα.
Αυτό ήτο όλον.
Η Φραγκογιαννού δεν είχεν ενθυμηθή την στιγμήν εκείνη το όνειρον της Αμέρσας, το οποίον αύτη ελθούσα προ μιας ώρας, μεταξύ του δευτέρου και του τρίτου λαλήματος του πετεινού, είχε διηγηθή εις την μητέρα της!
 Είχε «ψηλώσει» ο νους της!..."

Σάββατο 26 Απριλίου 2025

Chopin "Valse brillante" Op. 34 No. 2 in A Minor - Arthur Rubinstein (youtube, 13.7.2009)

 ............................................................



Chopin "Valse brillante" Op. 34 No. 2 in A Minor - Arthur Rubinstein


(youtube, 13.7.2009)


"Οικονομική άνοιξη ή κοινωνικό και πολιτικό καταχείμωνο;" γράφει ο πανεπιστημιακός καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης και φίλος στο fb Μάνος Σ. Στεφανίδης (facebook, 26.4.2025)

 ...............................................................



Οικονομική άνοιξη ή κοινωνικό
και πολιτικό καταχείμωνο;


γράφει ο πανεπιστημιακός καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης και φίλος στο fb Μάνος Σ. Στεφανίδης (facebook, 26.4.2025)



"Το έχουμε μάθει πια: Στην Ελλάδα πωλούνται ιδιωτικοί παράδεισοι σ' ένα σκηνικό που είναι κατά βάθος η συλλογική μας κόλαση"

_ Υπάρχει πραγματικά άνοιξη στην εθνική μας οικονομία όπως διατείνεται η κυβέρνηση και όλα της τα εξαπτέρυγα, οι ομάδες της αλήθειας κ.ο.κ ή μήπως όχι; Οι σχετικοί, δημοσιονομικοί δείκτες, το όντως υψηλό αποθεματικό που έχει συσσωρεύσει η κυβέρνηση με τα μέτρα της, οι αξιολογήσεις των διεθνών οίκων αλλά και οι ελίτ της ΕΕ μάλλον καταφάσκουν. Δηλαδή οι αριθμοί μάς λένε ναι. Έλα όμως που οι ίδιοι αυτοί αριθμοί σε μιαν άλλη ανάγνωση, μας λένε συγχρόνως και όχι. Το ζήτημα είναι πως τους διαβάζει κανείς και με ποια σκοπιμότητα. Είναι αναμφισβήτητο γεγονός πώς στα επτά αυτά τα χρόνια της κυβέρνησης Μητσοτάκη η αγορά σταθεροποιήθηκε, η "ψυχολογία" της αποκαταστάθηκε όπως λένε οι περίφημοι ειδικοί - μακριά από εμάς τους ερασιτέχνες του βίου τέτοιος χαρακτηρισμός - ενώ το τραπεζικό σύστημα, ουσιαστικά ασύδοτο και εκτός ελέγχου, καταγράφει υψηλά κέρδη. Παράλληλα ο άκρως ιδεολογικοποιημένος φιλελευθερισμός των κρατούντων επέτρεψε να πνεύσει ούριος άνεμος προς πάσα, επενδυτική κατεύθυνση - ασχέτως του αν επωφελήθηκαν κυρίως τα διεθνή κοράκια των funs και του real estate αλλά και οι δύο τρεις οικογένειες που ελέγχουν τον τόπο με τις μονοπωλιακές, κρατικοδίαιτες επιχειρήσεις τους. Είναι αστείο αλλά εκεί που κάποτε διαβάζαμε σε κάθε δημόσιο έργο Άκτωρ τώρα διαβάζουμε Γεκ Τερνα. Είναι κακό αυτό; Δεν ξέρω... Είναι πάντως δηλωτικό πραγμάτων κυρίως γιατί σήμερα όλο το ισχύον σύστημα εξουσίας και οι διαπλεκόμενοι με αυτό μοιάζει να έχουν φτάσει στα όρια τους.
Κυρίως γιατί, μετά από όλη αυτή την επικοινωνιακή καταιγίδα, βλέπουμε το ευρύ κοινό, τον καθημερινό άνθρωπο που είναι και ο τελικός αποδέκτης της όποιας ή ευμάρειας ή δυσκολίας, να παραμένει από ανήσυχος έως αρνητικός. Κι ενώ η κυβέρνηση καταφεύγει σε μέτρα που δύσκολα αποκρύπτουν τον προεκλογικό τους χαρακτήρα - φτάσαμε από τον Απρίλιο να συζητάμε για τις παροχές του Σεπτεμβρίου στην διεθνή έκθεση Θεσσαλονίκης! - δηλαδή σε μία παροχολογία που θυμίζει άλλες εποχές, ενώ παράλληλα αυτό που πιο πάνω ονομάσαμε "ψυχολογία" τώρα να βρίσκεται στο ναδίρ. Τί όμως συμβαίνει στην πραγματικότητα; Όντως η Ελλάδα σήμερα βρίσκεται σ' ένα επίπεδο που επιτρέπει στις ελίτ της να καταναλώνει προκλητικά λες, δίχως αύριο. Τα χιλιάδες καινούργια, ακριβά αυτοκίνητα στους δρόμους αλλά και τα προαγορασμένα, πανάκριβα διαμερίσματα του άθλιου πύργου που κατασκευάζεται στο Ελληνικό - εκεί που μας είχαν υποσχεθεί δάση και πάρκα και τρεχούμενα νερά - το αποδεικνύουν. Πράγματι, ο κλασικός χρηματοδότης της πήλινης οικονομίας μας, η οικοδομή, έχει ξαναπάρει εμπρός! Ενώ συγχρόνως το μαύρο χρήμα το οποίο ουδόλως έχει τιθασευτεί, το αντίθετο, επιτρέπει στους πολλούς να αισθάνονται κάπως ασφαλείς και στους λίγους να αισθάνονται πανίσχυροι σε μια αγορά που μοιάζει πως μπορείς να αγοράσεις τα περισσότερα με τα λιγότερα. Δηλαδή καζίνο καπιταλισμός και άυλο, πανίσχυρο χρήμα. Αλλιώς...Δος ημίν σήμερον.
Επειδή δεν χρειάζεται να είσαι ο Χ γκουρού της οικονομίας για να διαπιστώσεις πως το μεγάλο χαρτί για την ανάπτυξη της χώρας είναι, προφανώς, ο συνεχώς αυξανόμενος τουρισμός, η ληθαργική μονοκαλλιέργεια όμως του οποίου αποστερεί από την κοινωνία κάθε άλλη παραγωγική δραστηριότητα. Αυτή η εμμονή μεταβάλλει όλη την Ελλάδα, από την πρωτεύουσα ως τα νησιά αλλά και την ενδοχώρα που δεν παραμένει πλέον αλώβητη, σε μιαν ατελείωτη σκηνογραφία διακοπών "πλάι σε θάλασσα και ήλιο συν αρχαιότητες" και...γαία πυρί μιχθήτω. Μικρές και μεγάλες πόλεις, νησιωτικοί οικισμοί ή χωριά της ενδοχώρας αλλοτριώνονται ως προς την παραδοσιακή τους φυσιογνωμία και μεταμορφώνονται σε folklore σκηνικά της μιας χρήσης. Κάνουν συμβολικά "πιο εκεί" για να αφήσουν τον τόπο για τους τουρίστες μια και όλοι μαζί δεν χωράνε. Το έχουμε μάθει πια: Στην Ελλάδα πωλούνται ιδιωτικοί παράδεισοι σ' ένα σκηνικό που είναι κατά βάθος μια συλλογική κόλαση.
Αυτό που συμβαίνει σε μεγάλα τουριστικά κέντρα όπως είναι η Βενετία, η Ρώμη ή το Τολέδο, ισχύει πια και για την Αθήνα όπου το airbnb έχει εξαφανίσει τα προς διάθεση διαμερίσματα δημιουργώντας τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα. Διώχνοντας ουσιαστικά τους γηγενείς. Ήδη από τον Απρίλιο η πόλη των 5 εκατομμυρίων plus τα στίφη των επισκεπτών, γίνεται αβίωτη με τα εκατοντάδες τουριστικά πούλμαν και τα site seeing λεωφορεία να ασφυκτιούν στο κέντρο και τους πολίτες να αισθάνονται φυλακισμένοι μέσα στα ίδια τους τα σπίτια. Σε λίγο οι παραδοσιακά φιλόξενοι Έλληνες θα βλέπουν τα μιλούνια των τουριστών που μυρμηγκιάζουν παντού σαν εχθρούς. Και η κυβέρνηση; Μελετάει τους δείκτες και εφησυχάζει! Όμως έτσι ο τόπος εξαντλεί δραματικά το σήμερα μέσω της τουριστικής υπεράγρευσης ενώ το μόνο που του επιτρέπεται να ονειρεύεται για το αύριο, είναι να καταστεί μία "καθολικά" ομοιογενής κοινωνία ξενοδόχων και σερβιτόρων. Μια κοινωνία η οποία θα υπάρχει ουσιαστικά μόνο για λίγους μήνες ζώντας έναν εποχιακό, a la carte χρόνο, την τουριστική δηλαδή σεζόν, αφού έχει απεμπολήσει κάθε άλλη της δραστηριότητα. Κι αφού έχει μεταμορφωθεί σε χρόνο ρεκόρ σε κάτοχο airbnb και τουριστικών μονάδων - οι πρώην κέλες των αιγοπροβάτων και οι ξερολιθιές με τις πεζούλες ως ανάχωμα των νησιών - ενώ παράλληλα οι μεγάλες εταιρείες, επίσης μονοπωλιακά, έχουν αλώσει τα μέχρι τώρα παρθένα μέρη της χώρας, τις περιοχές natura, πιο απρόσιτες βουνοκορφές εγκαθιστώντας εκεί μιαν πολύ συζητήσιμη τεχνολογία με εξίσου αμφίβολα αποτελέσματα. Ο χάρτης των βουνών όπου θα τοποθετηθούν στο άμεσο μέλλον οι θηριώδεις, τελευταίου τύπου, ανεμογεννήτριες, είναι εφιαλτικός. Διερωτώμαι, έχουν γίνει οι απαραίτητες μελέτες και πότε; Έτσι όμως αταστρέφεται ανεπανόρθωτα αυτό που μόλις πριν από λίγο ανακηρύξαμε σε βαριά μας βιομηχανία, δηλαδή το φυσικό κάλλος και την μοναδικότητα αυτού του τόπου. Λεπτομέρεια: Οι Γερμανοί εξάγουν ανεμογεννήτριες στην Ελλάδα και επαναλειτουργούν τις μονάδες λιγνίτη. Με νέα τεχνολογία και υψηλής ποιότητας φίλτρα. Έχουμε ανάλογα κι εμείς στην Πτολεμαΐδα. Αλλά τα καταργούμε. Είναι βλέπετε και οι εξίσου a la carte κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κυρίως αυτοί. Που ζητούν να αποξηλωθούν αιωνόβιοι ελαιώνες ή αμπέλια και να ξεπατωθούν τα καΐκια και οι τράτες προς όφελος του κοινού μας μέλλοντος.
Καλύτερα, γιατί πρώτον δεν έχουμε εργατικά χέρια για να αξιοποιήσουμε το μοναδικό, σε παγκόσμιο επίπεδο, ελαιόλαδο μας και δεύτερον οι ψαράδες μας δεν θα φιλονικούν με τους ψαράδες της γείτονος ως προς τα όρια και τα δικαιώματα αλιείας. Με τέτοιαν ευμάρεια και τόσα γιώτ που περιμένουν να ελλιμενιστούν στις υπό κατασκευή μαρίνες μας, ποιός σκέφτεται τώρα τις μαρίδες!


ΥΓ. Πιθανή εικονογράφηση του άρθρου η τρομαχτική φωτό με τα τσιμέντα στο Σαρακήνικο της Μήλου. Η ανάπτυξη με κάθε κόστος. Και σε βάρος της φύσης που εξαντλείται απερίσκεπτα και του κάλλους που δεν ξαναγίνεται. Αυτά τα τσιμέντα που χάσκουν τώρα αμήχανα αλλά τα είχε αποδεχτεί, όπως απεδείχθη, η τοπική κοινωνία. Δεν υπάρχει σωτηρία γιατί δεν υπάρχει η στοιχειώδης παιδεία, η στοιχειώδης συνειδητοποίηση του διαχρονικού προβλήματος.




"Όταν μιαν άνοιξη" ποίηση : Μανόλης Αναγνωστάκης / μουσική : Μίκης Θεοδωράκης / τραγούδι : Μαργαρίτα Ζορμπαλά / Από τον δίσκο "Μπαλάντες" (1975)

 ...............................................................


Όταν μιαν άνοιξη

ποίηση : Μανόλης Αναγνωστάκης

μουσική : Μίκης Θεοδωράκης

τραγούδι : Μαργαρίτα Ζορμπαλά

Από τον δίσκο "Μπαλάντες" (1975)



Όταν μιαν άνοιξη χαμογελάσει
θα ντυθείς μια καινούργια φορεσιά
και θα 'ρθεις να σφίξεις τα χέρια μου
παλιέ μου φίλε


Κι ίσως κανείς δε σε προσμένει να γυρίσεις
μα εγώ νιώθω τους χτύπους της καρδιάς σου
κι ένα άνθος φυτρωμένο στην ώριμη,
πικραμένη σου μνήμη

Κάποιο τρένο, τη νύχτα, σφυρίζοντας,
ή ένα πλοίο, μακρινό κι απροσδόκητο
θα σε φέρει μαζί με τη νιότη μας
και τα όνειρά μας

Κι ίσως τίποτα, αλήθεια, δεν ξέχασες
μα ο γυρισμός πάντα αξίζει περισσότερο
από κάθε μου αγάπη κι αγάπη σου
παλιέ μου φίλε


Παρασκευή 25 Απριλίου 2025

"Η ελλειπτική επιθυμία κυριαρχίας" έγραψε ο Ηλίας Καραβόλιας ("Εφημερίδα των Συντακτών", 24.04.25)

 ...............................................................



       Η ελλειπτική επιθυμία κυριαρχίας







έγραψε ο Ηλίας Καραβόλιας ("Εφημερίδα των Συντακτών", 24.04.25)



Η χαοτική αταξία με «πορίσματα», πληρωμένες ομάδες (παρα)πληροφόρησης και η γενικότερη συνάρτηση αστάθειας στη σχέση πολιτών - κράτους - θεσμών προκαλούν μαζική αδράνεια και παθητική οπτική.


Η δε εξουσία μοιάζει να έχει «νόμιμη επι-σύνδεση» με την κοινωνία και μια παράξενη «συνακρόαση» των όποιων ενστίκτων διαμαρτυρίας και αντίδρασης.

Στην πραγματικότητα πέσαμε ως υποκείμενα υπακοής μέσα στο αντηχείο (eco-chamber) που μας χαρίζει δωρεάν η τεχνολογική έκσταση της επικοινωνίας (η οποία αντικαθιστά και την παραγωγική δημιουργία και την επιθυμία κυριαρχίας του καθενός).

Η εξουσία όμως παρέχει ψευδοχώρο και ψευδοχρόνο στον νεοέλληνα, ο οποίος «μπαίνει» σε ροές και κανάλια πληροφόρησης και διαπερνιέται νυχθημερόν από διαύλους ψευδαισθητικής αλληλόδρασης με τους θεσμούς.

Το νεοελληνικό βιοπολιτικό υποκείμενο έγινε σταδιακά αντικείμενο εικονικής επικοινωνίας με τους «συμβολικούς» θεσμούς και φυσικά εισέρχεται συνεχώς ως αντικείμενο απόσπασης υπεραξίας στους κρυφούς ιμάντες αδιάκοπων ροών μεταξύ του κεφαλαίου και των mass/social media.

Αυτό που καναλιζάρεται είναι η έλλειψη επιθυμίας κυριαρχίας πάνω στην πραγματικότητα. Την οποία αναπληρώνει και αποσπά μια δράκα ολιγαρχών και ειδικών συμφερόντων.

Οι χρήστες των κινητών «νιώθουν» ότι συμμετέχουν στα δρώμενα και συνδιαμορφώνουν την Ιστορία, αφού σκρολάρουν στις οθόνες διαβάζοντας τα γεγονότα ως αληθή.

Οι πολίτες του πληκτρολογίου στο smartphone είναι σε αδιαμεσολάβητη σχέση με τους θεσμούς. Και αυτή τη συμβολική έλλειψη οι κομματικές ηγεσίες την κατέχουν καλά.

Οπότε και όλοι μαζί -κυβερνήσεις, κόμματα, ψηφοφόροι- προσποιούνται για τη διαφύλαξη της δημοκρατίας και του δικαίου.

Πολίτες και πολιτικοί δρουν σιωπηλά με τους μηχανικούς κανόνες από τη θεωρία της σιωπηρής συνεννόησης: «Ξέρουμε ότι ξέρετε τι κάνουμε, ξέρετε ότι ξέρουμε τι κάνετε και εσείς, και όλοι κάνουμε σαν να μην ξέρουμε».

Η Ελλάδα είναι χώρα οργανωμένου παρασκηνιακού πολιτικού και οικονομικού συμπεριφορικού παιγνίου, που λόγω έκστασης της μαζικής επικοινωνίας στα δίκτυα μοιάζει προσκηνιακό.

Στα σαλόνια της εξουσίας και του χρήματος δεν κρύβονται σχέδια αλλά σκοποί. Δεν συζητείται το μέλλον του τόπου αλλά τα εναλλακτικά μέλλοντα προσωπικών συμφερόντων και μικροομάδων μεγάλου παρασιτισμού και διαφθοράς.

Απλά η μάζα δεν θέλει να ακούει ότι υπάρχουν σαλόνια αφού φρόντισε εδώ και πολλά χρόνια, με τα στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια, να φτιάξει και αυτή παρόμοια σχεδόν σαλόνια με αυτά της ελίτ εξουσίας και χρήματος.

Η λάμψη των ακριβών σπιτιών και των hi tech αυτοκινήτων στον τόπο θρέφει τη μιμητική επιθυμία της ισχύος και της αναγνώρισης.

Δεν είναι ότι δεν έχουμε επίγνωση για τις φατρίες και τη διαπλοκή τους. Είναι ότι θέλουμε να υπάρχουν ως έχουν, οπότε και τις νομιμοποιούμε επί δεκαετίες.

Κυρίως επειδή φαντασιωνόμαστε απόσπαση μερίσματος από τα δικά τους κέρδη, πάσης φύσεως...

Πέμπτη 24 Απριλίου 2025

Τετάρτη 23 Απριλίου 2025

Django Reinhardt - rare 4-song duetsession with pianist Ivon de Bie (audio only) (youtube, 9.4.2017)

 ...............................................................


Django Reinhardt - rare 4-song duetsession with pianist Ivon de Bie (audio only)


0:00 Distraction
2:58 Blues in Mineur
5:49 Studio 24
8:50 Vous et Moi


Django Reinhardt, violin ("Blues in Mineur" and "Vois et Moi") and guitar (all tracks)


Ivon de Bie, piano Recorded April 16, 1942 in Brussels for the Rythme label.


(youtube, 9.4.2017)


"L'Indifference" - Cafe Accordion Orchestra (youtube, 22.2.2014)

 ...............................................................


L'Indifference - Cafe Accordion Orchestra


Cafe Accordion Orchestra performs "L'Indifference" from their album "Le Disque Francais". Written by Tony Murena.

(youtube, 22.2.2014)

Δευτέρα 21 Απριλίου 2025

"Θα μιλήσουμε για τις εκτελέσεις στα χρόνια του Εμφυλίου;" έγραψε ο Πολυμέρης Βόγλης* ("Εφημερίδα των Συντακτών", 12.04.2025)

 ...............................................................



Θα μιλήσουμε για τις εκτελέσεις στα χρόνια του Εμφυλίου;






έγραψε ο Πολυμέρης Βόγλης ("Εφημερίδα των Συντακτών", 12.04.2025) 



Η ανακάλυψη ομαδικών τάφων και των σκελετών 33 εκτελεσθέντων κοντά στις φυλακές Επταπυργίου στη Θεσσαλονίκη έχει προκαλέσει δικαιολογημένα τεράστιο ενδιαφέρον. Για άλλη μία φορά έρχεται στην επικαιρότητα η τραυματική περίοδος του ελληνικού εμφυλίου πολέμου, στρέφοντας την προσοχή σε ένα παραμελημένο θέμα, αυτό των μαζικών εκτελέσεων πολιτικών κρατουμένων από το 1946 έως το 1949.


Οι εκτελέσεις πολιτικών κρατουμένων βασίστηκαν σε δύο νομοθετήματα της εποχής. Το πρώτο ήταν το Γ' Ψήφισμα (Ιούνιος 1946) που προέβλεπε τη θανατική ποινή για όσους συμμετείχαν σε ένοπλες ομάδες. Το δεύτερο ήταν ο Α.Ν. 509 (Δεκέμβριος 1947) που έθετε εκτός νόμου το ΚΚΕ και προέβλεπε την καταδίκη σε θάνατο για όποιον «επεδίωκε την εφαρμογήν ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν την διά βιαίων μέσων ανατροπήν του Πολιτεύματος, του κρατούντος κοινωνικού συστήματος ή την απόσπασιν μέρους εκ του όλου της επικρατείας». Οι εκτελέσεις πολιτικών κρατουμένων ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 1946. Οι πρώτοι εκτελεσθέντες ήταν δύο νεαροί άνδρες από το Κιλκίς, ο Θεοχάρης Σαπρανίδης και ο Γεώργιος Καλέμης, οι οποίοι εκτελέστηκαν στις 16 Ιουλίου 1946 έξω από τις φυλακές Επταπυργίου.

Οι παραβάτες των παραπάνω νομοθετημάτων δικάζονταν από έκτακτα στρατοδικεία, τα οποία έμειναν στην Ιστορία για την παροιμιώδη αυστηρότητά τους – ένας στους τέσσερις ενόχους καταδικαζόταν σε θάνατο. Με προσχηματικές διαδικασίες, μέσα σε λίγες μέρες ολοκληρώνονταν μαζικές δίκες, επιβάλλονταν βαρύτατες ποινές, δεν υπήρχε δυνατότητα έφεσης και όσοι είχαν καταδικαστεί σε θάνατο παμψηφεί ή με πλειοψηφία 4-1 οδηγούνταν στο εκτελεστικό απόσπασμα έπειτα από λίγες μέρες. Ετσι, για παράδειγμα, στα Ιωάννινα η δίκη 114 ατόμων τον Ιούλιο του 1948 ολοκληρώθηκε μέσα σε δύο εβδομάδες και το έκτακτο στρατοδικείο αποφάσισε την καταδίκη σε θάνατο 48 κατηγορουμένων, εκ των οποίων οι 16 εκτελέστηκαν. Μέσα σε τέτοιες συνθήκες ο αριθμός των εκτελεσθέντων εκτοξεύθηκε. Σύμφωνα με κάποια επίσημα στοιχεία, τουλάχιστον 3.400 πολιτικοί κρατούμενοι εκτελέστηκαν από τον Ιούνιο του 1946 έως τον Οκτώβριο του 1949, δηλαδή κατά μέσο όρο περίπου 85 άνθρωποι κάθε μήνα.

Οπως εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς, τα ζητήματα που ανακύπτουν από τις εκτελέσεις πολιτικών κρατουμένων είναι πολλά. Το πρώτο και βασικότερο είναι εάν οι άνθρωποι που εκτελέστηκαν ήταν αθώοι ή ένοχοι. Οι συνοπτικές διαδικασίες και η ευκολία με την οποία επιβαλλόταν από τους στρατοδίκες η «εσχάτη των ποινών» δημιουργούν εύλογα την εντύπωση ότι συχνά ήταν απλώς δίκες σκοπιμότητας. Πόσοι κατηγορούμενοι/ες καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν επειδή απλά ήταν μέλη του ΚΚΕ, που αρνήθηκαν να αποκηρύξουν τις ιδέες τους στη διάρκεια της δίκης; Επίσης, πόσες εκτελέσεις ήταν εκδικητικές και, υπό μια έννοια, «αντίποινα»της κυβέρνησης; Για παράδειγμα, μετά τη δολοφονία του υπουργού Δικαιοσύνης Χρήστου Λαδά την 1η Μαΐου 1948, μέσα στις επόμενες δέκα ημέρες εκτελέστηκαν 109 πολιτικοί κρατούμενοι, οι οποίοι είχαν καταδικαστεί για εγκλήματα στη διάρκεια της Κατοχής και βρίσκονταν στις φυλακές ήδη για μεγάλο διάστημα.

Ενα άλλο ερώτημα, που σχετίζεται και με την πρόσφατη ανακάλυψη των ομαδικών τάφων, αφορά την τύχη των εκτελεσθέντων. Θα περίμενε κανείς ότι μετά την εκτέλεση οι σοροί θα αποδίδονταν στους οικείους τους ώστε να τους θάψουν. Οι ομαδικοί τάφοι που βρέθηκαν στο Επταπύργιο, όμως, μας λένε μια εντελώς διαφορετική ιστορία. Μετά την εκτέλεση, αφαίρεσαν τα ρούχα και τα υποδήματα των νεκρών (οι σκελετοί βρέθηκαν γυμνοί) και τους πέταξαν σε έναν λάκκο, χωρίς να υπάρχει καμιά ένδειξη ότι έχουν θαφτεί εκεί, χωρίς να αναφέρονται τα ονόματά τους. Για αυτούς που εκτελέστηκαν στα χρόνια του Εμφυλίου ο θάνατος δεν ήταν αρκετός ως τιμωρία, έπρεπε να εξαφανιστούν τα ίχνη τους, να διαγραφούν από τη μνήμη των οικογενειών και των επόμενων γενεών. Να μη μείνει τίποτε και πουθενά που να θυμίζει τη ζωή, τον αγώνα, το τραγικό τέλος τους. Ετσι, για τους συγγενείς το ερώτημα μέχρι σήμερα παραμένει αναπάντητο: Πού είναι θαμμένοι όσοι/ες εκτελέστηκαν;

Εστω και μετά την παρέλευση τόσων δεκαετιών, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε το παρελθόν των εκτελέσεων του Εμφυλίου. Τρία βήματα είναι απαραίτητα. Το πρώτο είναι να γίνει έρευνα σε αρχεία δικαστηρίων και εκτάκτων στρατοδικείων και στον Τύπο ώστε να εξακριβωθεί πόσοι, ποιοι, πού και πότε εκτελέστηκαν. Το δεύτερο είναι να γίνουν ανασκαφές σε όλους τους τόπους εκτελέσεων πολιτικών κρατουμένων, ώστε να εντοπιστούν οι σοροί και, εάν είναι εφικτό, να ταυτοποιηθούν. Το τρίτο βήμα είναι η ανέγερση μνημείων από την πολιτεία στους τόπους των εκτελέσεων ώστε να μην ξεχαστούν οι νεκροί και τα τραγικά γεγονότα του Εμφυλίου. Απέναντι στο «μπάζωμα» της μνήμης και του παρελθόντος, είναι το ελάχιστο που μπορούμε και οφείλουμε να κάνουμε.

*Καθηγητής Ιστορίας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Κυριακή 20 Απριλίου 2025

"Το ψωμί" ποίημα του Μίλτου Σαχτούρη (1919 - 2005) (Από τα "ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1945-1971, β' έκδοση, "Κέδρος" 1971)

............................................................ 





           Μίλτος Σαχτούρης (1919 -2005)




Το ψωμί


Ένα τεράστιο καρβέλι, μια πελώρια φρατζόλα 
                                                                         ζεστό
ψωμί είχε πέσει στο δρόμο από τον ουρανό
ένα παιδί με πράσινο κοντό βρακάκι και με μα
                                                                          -χαίρι
έκοβε και μοίραζε στον κόσμο γύρω
όμως και μια μικρή, ένας μικρός άσπρος άγγε
                                                             -λος κι αυτή
μ’ ένα μαχαίρι έκοβε και μοίραζε
κομμάτια γνήσιο  ο υ ρ α ν ό
κι όλοι τώρα τρέχανε σ’ αυτή, λίγοι πηγαίναν 
                                                                στο ψωμί,
όλοι τρέχανε στο μικρόν άγγελο που μοίραζε 
                                                               ο υ ρ α ν ό

Ας μη το κρύβουμε
διψάμε για ουρανό!

Sonata in d-minor for recorder and basso continuo | HWV 367a - G.F. Händel (youtube, 13.12.2021)

 ...............................................................


Sonata in d-minor for recorder and basso continuo | HWV 367a - G.F. Händel

G.F. Händel: Sonata in d-minor, HWV 367a


I. Largo
II. Vivace
III. Furioso
IV. Adagio
V. Alla breve
VI. Andante
VII. A Tempo di minuet




Lena Heilmann, Blockflöte

Tabea Hubert, Barockcello

Ying-Li Lo, Cembalo


Live-Aufnahme, 02.12.2020, Weimar 
(youtube, 13.12.2021)




Δύο αποσπάσματα από το βιβλίο του Μανόλη Αναγνωστάκη (1925 - 2005) "ΤΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ '68 - '69" (εκδ. "στιγμή" 1985)

 ...............................................................



Μανόλης Αναγνωστάκης (1925 - 2005)


     σελ. 32 :

Δέχτηκες τελικά, στο βάθος, κάθε αναθεώρηση, κάθε αλλαγή πορείας, κάθε αποστασία. Δεν είναι πάντα η θέληση λίγη - είναι πολλές φορές ο πόνος μεγάλος. Κρίνεις γνωρίζοντας μόνο ως εκεί που έχεις φτάσει, όχι ως εκεί που θα μπορούσες να φτάσεις αν και αν και αν...

   Δεν πιστεύεις πια στα ατσάκιστα ψυχικά ελάσματα. Στο βολταϊκό τόξο λιώνει και το ευγενέστερο μέταλλο. Κριτήριο μοναδικό ειλικρίνειας, βάθους πόνου, συνέπειας στον εαυτό σου και μόνο: τι ωφελήθηκες από την "αλλαγή" ή τι ζημιώθηκες. Όχι τυχαία, συμπτωματικά, από κακό υπολογισμό. Τι περίμενες να ζημιωθείς, τι εν γνώσει σου ζημιώθηκες. Και δε δίστασες.

   (Τέτοια η περίπτωση της Β., του Ε.Λ., του Ε.Κ. και τόσων άλλων που ξέρεις).


     σελ. 34:


Όταν έγραφα το στίχο : "Κι αυτοί γυρίζουν πίσω μια μέρα χωρίς στο μυαλό μια ρυτίδα", ήμουν ακόμα πολύ νέος κι είχα μέσα μου  πολλή οργή, πολλή πίκρα. Σήμερα καταλαβαίνω πως δεν υπάρχει κανείς απ' όσους γύρισαν χωρίς ρυτίδες. Η ζωή αλλάζει τους ανθρώπους, παραμορφώνει τα πρόσωπα, σφίγγει τις καρδιές, όμως κάποιες παλιές χαρακιές μένουν άσβηστες, για να θυμίζουν, κάτω από ένα λιπαρό στρώμα φρονιμάδας, κυνικότητας, προκλητικής αδιαφορίας. Κάποια μέρα, ξαφνικά, κάτι θα συμβεί, μια μορφή που θα διασταυρωθεί στο δρόμο, μια είδηση στα ψιλά της εφημερίδας, ένα όνομα που απροσδόκητα πέφτει στην κοσμική συζήτηση. Για μια στιγμή, έστω για μια στιγμή, το ναρκωμένο φίδι θα τανυστεί σα χορδή κι ύστερα πάλι θα πετρώσει κάτω  από το παχύ προστατευτικό λίπος.

   Όμως θυμίζει, σα ρίγος πανικού, πως πάντα υπάρχει.


Από "ΤΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ '68 - '69" (εκδ. "στιγμή" 1985)


"Ο Τζιμ Κάρεϊ, ο Οδυσσέας και... η Ανάληψη του Χριστού" Από τον δημοσιογράφο και φίλο στο fb Yannis Andtoulidakis (facebook, 20.4.2025)

 ...............................................................


Ο Τζιμ Κάρεϊ, ο Οδυσσέας και... η Ανάληψη του Χριστού



Από τον δημοσιογράφο και φίλο στο fb Yannis Andtoulidakis (facebook, 20.4.2025)


Υπάρχει ένα κομμάτι στην ιστορία της ανάστασης του Ιησού που πιστεύω ότι είναι παραγνωρισμένο και το οποίο με απασχολεί τα τελευταία χρόνια.
Οι γραφές μάς δίνουν αρκετές πληροφορίες για τη ζωή του Ιησού μέχρι την είσοδό του στα Ιεροσόλυμα και μας περιγράφουν επίσης και τα πάθη του τη Μεγάλη Εβδομάδα. Μετά την ανάστασή του όμως, μαθαίνουμε πολύ λίγα πράγματα για αυτόν. Κι όμως μεσολαβούν 40 μέρες από την ανάσταση μέχρι την ανάληψή του στον ουρανό. Για αυτό το διάστημα οι γραφές αναφέρουν ελάχιστα πράγματα: συνάντησε πρώτη τη Μαγδαληνή, συνάντησε τους μαθητές του και έδειξε στον Πέτρο τις πληγές του, αναφέρονται 3-4 συναντήσεις ακόμα, αλλά ως εκεί.
Σαράντα ημέρες μετά την ανάσταση είναι ένα πολύ μεγάλο διάστημα. Έχοντας πλέον αναστηθεί και επιβεβαιώσει τη θεϊκή του υπόσταση, θα μπορούσε να είχε κάνει πολλά πράγματα. Για παράδειγμα να πολλαπλασιάσει τους πιστούς του, ώστε να έχουν περισσότεροι άνθρωποι την ευκαιρία να διδάξουν τον λόγο του σε όσους δεν τον είδαν ούτε άκουσαν για αυτόν. Ή ακόμα να κάνει θαύματα, να διδάξει, να κυνηγήσει τους Φαρισαίους και τους εμπόρους, οι οποίοι αναμφίβολα θα είχαν τρομάξει από το νέο της ανάστασής του. Φυσικά, θα μπορούσε, αφού είχε λυτρώσει τους ανθρώπους από τις αμαρτίες τους, να δημιουργήσει μια άλλη ζωή, χωρίς την ενοχή και τα βάσανα της προηγούμενης -αλλά αυτό αποτελεί θεολογικό ερώτημα.
Εμένα με απασχολεί προφανώς αυτή η στάση από την σκοπιά της ανθρώπινης υπόστασης του Ιησού και των μαθητών που περιγράφουν τον βίο του.
Συναντάμε εδώ μια επαναλαμβανόμενη συνθήκη στους ανθρώπους. Είναι συχνά δραστήριοι μέχρι να καταφέρουν αυτό για το οποίο παλεύουν ή να αποκαταστήσουν μια αδικία, να δικαιωθούν οι ίδιοι ή μια υπόθεση. Σπάνια ωστόσο βλέπουμε η δικαίωση να λειτουργεί ως έναυσμα για κάτι άλλο, σπάνια η δικαίωση αφορά κάτι άλλο εκτός από τον εαυτό της. Με έναν τρόπο, η σημασία του ανθρώπινου βίου είναι συσσωρευμένη εξ ολοκλήρου στην πορεία για κάτι. Ο στόχος παρουσιάζεται ως μια πύλη που οδηγεί κάπου, ωστόσο αυτό είναι μια ανεκπλήρωτη υπόσχεση: η πύλη δεν οδηγεί πουθενά.
Δεν γνωρίζουμε τι κάνει ο Ιησούς μετά την ανάστασή του, όπως δεν γνωρίζουμε τι κάνει ο Τζιμ Κάρεϊ αφότου βγαίνει από το σκηνικό στο Truman Show, όπως δεν ασχολούμαστε πολύ με το τι έκανε ο Οδυσσέας αφού επέστρεψε στην Ιθάκη. Με έναν τρόπο βαθιά ανθρώπινο, η ματαιότητα της ύπαρξης επιστρέφει ακόμα πιο ακλόνητη όταν ένας σκοπός της πραγματοποιηθεί.
Έτσι ώστε, ίσως, η ύπαρξη να αποκτά ένας είδος αιωνιότητας μόνο τότε που δεν κατακτά τον στόχο της, όταν η διεκδίκηση παραμένει πάντα τέτοια και δεν σπάει το κουκούλι της για να μεταμορφωθεί σε πεταλούδα.
Οι πεταλούδες είναι ανεκπλήρωτες υποσχέσεις και ζουν μόνο μια μέρα.

Σάββατο 19 Απριλίου 2025

Bach - Cello Suite no. 6 in D major BWV 1012 - Malov | Netherlands Bach Society (youtube, 30.10 2018)

 .............................................................


Bach - Cello Suite no. 6 in D major BWV 1012 - Malov | Netherlands Bach Society

000. Prelude
4:25 Allemande
8:50 Courante
12:16 Sarabande
16:16 Gavotte I & II
19:58 Gigue

(youtube, 30.10 2018)

"Ο μικρός αμνός" (διήγημα) έγραψε η Κωνσταντία Σωτηρίου* ("Εφημερίδα των Συντακτών" - ΝΗΣΙΔΕΣ/ΑΝΟΙΧΤΟ ΒΙΒΛΙΟ, Επιμέλεια: Μισέλ Φάις 19.04.25)

 ...............................................................


"Ο μικρός αμνός"


έγραψε η  Κωνσταντία Σωτηρίου* ("Εφημερίδα των Συντακτών" - ΝΗΣΙΔΕΣ/ΑΝΟΙΧΤΟ ΒΙΒΛΙΟ, Επιμέλεια: Μισέλ Φάις 19.04.25) 

Άσε μας, του είπα εγώ, με το κεφάλι, και θυμήθηκα τη δική μου μάνα, που τη νύχτα της Ανάστασης δεν μας έκανε μαγειρίτσα που τα σιχαινόταν όλα τα εντερικά και μας έψηνε πάντα το κεφάλι στον φούρνο να το φάμε όπως ερχόμασταν από την εκκλησιά.

Δύο μέρες πριν από το Πάσχα έγινε βίγκαν ο Γιαννάκης, είδε τα αρνιά να κρέμονται σταυρωμένα στα τσιγκέλια του Θανάση, περνούσαμε τυχαία από το κρεοπωλείο και τον είδε να τα παίρνει από το φορτηγό σφαγμένα, να τα βάζει στη βιτρίνα να τα ετοιμάσει. Και πώς είναι έτσι τα αρνιά, μου είπε με φρίκη ο Γιαννάκης, πώς είναι δίχως τρίχωμα και γυμνά και σκοτωμένα, με το κεφάλι γερμένο και τη γλώσσα τους έξω, περισσότερο από όλα τον πείραξε το κεφάλι τους τον Γιαννάκη και που ήτανε γυμνά τα αρνάκια και κρύωναν.

Αλλά το κεφάλι, και εκείνη η γλώσσα έξω, μαμά! Ασε μας, του είπα εγώ, με το κεφάλι, και θυμήθηκα τη δική μου μάνα, που τη νύχτα της Ανάστασης δεν μας έκανε μαγειρίτσα που τα σιχαινόταν όλα τα εντερικά και μας έψηνε πάντα το κεφάλι στον φούρνο να το φάμε όπως ερχόμασταν από την εκκλησιά. Το τσιγάριζε, του λέω του Γιαννάκη, πρώτα με λάδι καυτό να φύγουνε οι τρίχες από όλες τις πλευρές και το έπλενε καλά με ξίδι, μετά του έβαζε τα υλικά του, σκόρδα και λασμαρί που του πάει, αλάτι χοντρό, πιπέρι και ακόμα λίγο ξίδι, το τύλιγε σε χαρτί από αλουμίνιο και το άφηνε στον φούρνο τρεις ώρες να μας περιμένει.

\

Κωνσταντία Σωτηρίου

Και τρώγατε, μου λέει ο Γιαννάκης, το καημένο το κεφάλι; Τρώγαμε το κεφάλι όπως ερχόμασταν από την Ανάσταση, όπως οι άλλοι έτρωγαν σούπα, το έβαζε ο παππούς σε μεγάλη πιατέλα, του χτυπούσε το μέτωπο με το μαχαίρι και την έσπαζε με ένα τσουπ την κεφάλα. Κι όταν το χώριζε στα δύο έπιανε με τα χέρια του την κάθε πλευρά από το κρανίο να βγάλει από τα μάγουλα το κρέας, να τα σερβίρει τακτικά στην πιατέλα, να ξεπετσιάσει να φάμε τη γλώσσα με πολύ λεμόνι και αλάτι και για μένα, να δεις, έβγαζε με το κουτάλι το μυαλό και μου το έβαζε σε ξεχωριστό πιατάκι να το φάω όλο μόνη για να γίνω έξυπνη σαν μεγαλώσω.

Και σου άρεσε να τρως το μυαλό από το αρνάκι; Μου άρεσε και το έτρωγα να γίνω έξυπνη το μυαλό από το αρνάκι και τα μάγουλα τα έτρωγα και το κρέας που έχει το αρνί γύρω γύρω στο κεφάλι, μια νοστιμιά, του λέω του Γιαννάκη και πριν προλάβει να με ρωτήσει, του τονίζω πως το μόνο που δεν έτρωγα ήταν τα μάτια, τα μάτια -ναι- δεν μπορούσα να τα φάω κι όχι μόνον επειδή ο παππούς έβαζε τα χέρια στην κεφάλα και τα έβγαζε με τα χέρια να τα βάλει σε ξεχωριστό πιατάκι να τα φάει αυτός μόνος με τη μάνα, σπουδαίος έλεγε, ο καλύτερος μεζές, δεν ήταν μόνο για αυτό που δεν τα έτρωγα τα μάτια, ήτανε λίγο που μας κοίταζαν ακόμα και ψημένα, μέσα από το πιατάκι, παρά τα σκόρδα και το λάδι και το ξίδι και το λασμαρί, με κοίταζαν τα μάτια και δεν τα έτρωγα ποτέ αυτά από το αρνάκι, είναι αλήθεια, αλλά τα έτρωγα όλα τα άλλα από το κεφάλι, και την επόμενη μέρα, να δεις, έτρωγα και όλο το αρνάκι, λέω του Γιαννάκη, το τρώγαμε στη σούβλα, αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία, τι έχεις πάθει τώρα εσύ με το κεφάλι;

Είναι φρίκη, μου λέει ο Γιαννάκης, μια φρίκη το γυμνό το κορμί και το γερμένο κεφάλι και η γλώσσα, είσαι φρίκη, μου λέει, μητέρα, κι ας μην έφαγες ποτέ από το κεφάλι τα μάτια, αφού έτρωγες όλο το κρέας, έτσι ήρθε και μου είπε ο γιος μου εκείνο το Πάσχα και είναι κάπως έτσι που έγινε από τότε βίγκαν ο Γιαννάκης, καθόλου δεν τρώει αρνί για το Πάσχα, σουβλάκια χοιρινά ή και άλλο κρέας, ούτε και τις άλλες μέρες τα τρώει, τα έκοψε άλλο και έγινε βίγκαν από εκείνο το Πάσχα ο Γιαννάκης και με έχει τώρα να του μαγειρεύω πράγματα ξεχωριστά - χωρίς το κρέας τα μπιφτέκια, λαχανικά τα τρώει τώρα τα σουβλάκια, και δεν είναι έτσι καλύτερα τώρα, μου λέει, πλέον μητέρα, δεν είναι πιο καλά τώρα;

Αχ Γιαννάκη, Γιαννάκη, κρυφά το κόβω το αρνί και βάζω λίγο στα μπιφτέκια, ζεσταίνω τις κοκάλες από βόδι πριν βάλω λάχανα στη σούπα, σου ψιλοκόβω χοιρινό στο κριθαράκι και κάποτε αν βρω θα φτιάξω ένα κεφάλι στον φούρνο ψητό, θα του βάλω πιπέρια και αλάτι και λασμαρί και θα κρύψω κάπου τα μάτια να σ' τα ταΐσω, Γιαννάκη. Ετσι θα κάνω Γιαννάκη, θα κρύψω στα λάχανα να φας τα μάτια, Γιαννάκη, ήταν, έλεγε από τότε ο παππούς, ο καλύτερος, ο πιο καλός μεζές. Αλλά εγώ δεν θα τα φάω, όλα κι όλα. Εγώ από το αρνί δεν θα τα καταφέρω ποτέ να φάω τα μάτια, Γιαννάκη.

*Το υπό έκδοση μυθιστόρημά της ονομάζεται «Η κεφαλή του Τσάτσγουερθ» (Πατάκης, 2025)

"Ο λύκος" (διήγημα) έγραψε ο Γιάννης Πάσχος*("Εφημερίδα των Συντακτών" - ΝΗΣΙΔΕΣ/ΑΝΟΙΧΤΟ ΒΙΒΛΙΟ -Επιμέλεια:Μισέλ Φάις, 18.04.25)

 ...............................................................


"Ο λύκος"


έγραψε ο Γιάννης Πάσχος*("Εφημερίδα των Συντακτών" - ΝΗΣΙΔΕΣ/ΑΝΟΙΧΤΟ ΒΙΒΛΙΟ -Επιμέλεια:Μισέλ Φάις, 18.04.25) 



Μόνο το ουρλιαχτό του ακουγόταν, πότε από τα βάθη της καρδιάς του δάσους και πότε από τη μεριά που ήταν το νεκροταφείο και το μικρό εκκλησάκι κοντά στο χωριό. Μπορεί κανείς να μην τον είχε δει στον ξύπνιο του, αλλά όλοι τον έβλεπαν στον ύπνο τους.

«Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη»**

Η παρουσία του λύκου ήταν από τα αγαπημένα θέματα συζητήσεων στο χωριό, αν και κανείς ποτέ δεν τον είχε δει. Ούτε οι αγρότες στα χωράφια ούτε οι κυνηγοί που περιδιάβαιναν τα δάση και τα γύρω βουνά τον είχαν συναντήσει ούτε κάποιο ίχνος της παρουσίας του είχαν εντοπίσει. Μόνο το ουρλιαχτό του ακουγόταν, πότε από τα βάθη της καρδιάς του δάσους και πότε από τη μεριά που ήταν το νεκροταφείο και το μικρό εκκλησάκι κοντά στο χωριό.

Μπορεί κανείς να μην τον είχε δει στον ξύπνιο του, αλλά όλοι τον έβλεπαν στον ύπνο τους. Αλλος τον έβλεπε με κεφάλι υπερβολικά μεγάλο, δυσανάλογο με το σώμα του, που έπιανε όλη την εικόνα του ονείρου, άλλος έβλεπε μια σειρά κοφτερά δόντια κάτασπρα σαν σταλαγμίτες, που έτριζαν κι έσταζαν αίμα, και άλλος ότι ήταν ολόκληρος μέσα στην κοιλιά του λύκου, σαν να ήταν ένα με τα ζωτικά του όργανα και από τα μάτια του μπορούσε να παρατηρεί με ευκολία τον φοβισμένο εαυτό του. Υπήρχαν όμως και αυτοί που έβλεπαν στο όνειρό τους τον λύκο σαν μικρό, χαριτωμένο, άκακο λαγουδάκι και τον εαυτό τους σαν Κύκλωπα, να κοιτιούνται ο ένας απέναντι από τον άλλον ακίνητοι και κανένας από τους δυο να μην επιχειρεί να κάνει βήμα πίσω ή εμπρός.

Οι ιστορίες περί λύκου πήραν φωτιά τις μέρες που ήρθαν οι συγγενείς και οι επισκέπτες στο μικρό χωριό για τις γιορτές του Πάσχα. Αυτοί ανέπτυξαν με την ανάλογη σοβαρότητα τις δικές τους εκτιμήσεις και σκέψεις, μερικοί, μάλιστα, τον περιέγραφαν με ακρίβεια και οι πιο μορφωμένοι προχωρούσαν σε μεταφυσικές και ψυχολογικές αναλύσεις που κανείς δεν καταλάβαινε. Τα μικρά χαίρονταν να ακούν τις ιστορίες για τον αόρατο λύκο, η φαντασία τους οργίαζε, το δε παραμύθι με τον «Κακό λύκο», που καλά το ήξεραν, έπαιρνε σάρκα και οστά και αφορμή γινόταν για να σκαρφίζονται διάφορα παιχνίδια, καθώς χώρο άπλετο είχαν και κρυψώνες καινούργιες ανακάλυπταν.

Ολα αυτά ξεχάστηκαν, βέβαια, από το Σάββατο του Λαζάρου και μετά, όταν το μοναδικό καφενείο του χωριού γέμισε ζωή, φωνές και τραγούδια. Μεγάλη Τρίτη και τη «Μαντουβάλα» διαδεχόταν το τσιφτετέλι του Βαγγέλη Γκουρλιά «Βάλε φωτιά στο μαγαζί», ο κόσμος ξέδινε μεγαλοβδομαδιάτικα, ξέδινε μακριά από τις αφύσικες πόλεις που ζούσε, ξέδινε στο χωριό μέχρι το ξημέρωμα. Επιναν και έτρωγαν τον αγλέορα, αμάσητα κατάπιναν μπριζολάκια, τυρόπιτες, τηγανίτες, πίτες, συκωτάκια, φρέσκα αυγά και τηγανητές φτερούγες από κότες ελευθέρας βοσκής. Δίπλωναν, τρισευτυχισμένοι μικροί και μεγάλοι, πάνω στα τραπέζια και ο ύπνος τούς έπαιρνε για λίγο ανάμεσα στα γαλοτύρια και τα τζατζίκια, ενώ τους γηραιότερους τους θέριζε η νοσταλγία.



Γιάννης Πάσχος

Το Μεγάλο Σάββατο το βράδυ μαζεύτηκαν όλοι χαρούμενοι και γιορτινοί στο μικρό εκκλησάκι που βρισκόταν στην άκρη του χωριού, κοντά στο δάσος. Μικρά κοριτσάκια με φρου φρου και κούκλες στις λαμπάδες, αγοράκια με καραβάκια και αυτοκινητάκια και μαμάδες -κυρίως μαμάδες- σε σούπερ έκδοση, υπερ-γιορτινή, με στραφταλιζέ εξώπλατα κι ας έκανε μπόλικο κρύο, βράδυ ήταν, μέσα Απρίλη. Η άνοιξη στο φόρτε της, αρώματα, μπουμπούκια έτοιμα να σκάσουν, βιολέτες και τουλίπες. Ενιωθες τη γη να αναπνέει, τους χυμούς να γεμίζουν τα δέντρα, τη ζωή να ξεπηδά από παντού σε αυτόν τον μικρό παράδεισο.

Την ώρα της Ανάστασης, μέσα σε κλίμα κατάνυξης, τη στιγμή που ο παπάς είπε με βροντερή φωνή το «Δεύτε λάβετε φως», εκείνη τη στιγμή, ακριβώς εκείνη τη στιγμή, ακούστηκε του λύκου το ουρλιαχτό. Οι άνθρωποι με τις αναμμένες λαμπάδες κέρωσαν στις θέσεις τους, το φως τρεμόπαιξε, μερικοί από αυτούς, φοβισμένοι, προσπάθησαν να χωθούν μέσα στο μικρό εκκλησάκι. Ο παπάς, όμως, ανεβασμένος στην πρόχειρη ξύλινη εξέδρα που είχε στηθεί στον καταπράσινο περίβολο, συνέχισε αγέρωχος να ψέλνει και τα παιδιά συνέχισαν κι εκείνα να χτυπούν την καμπάνα και να πετούν πυροτεχνήματα.

Ξαφνικά, μέσα από τα δέντρα, εμφανίστηκε ένας πελώριος γέρικος λύκος, οι άνθρωποι ασυναίσθητα κόλλησαν ο ένας δίπλα στον άλλον κι έστρεψαν σαν κοντάρια τις αναμμένες λαμπάδες προς τον λύκο. Αυτός, φανερά αδύναμος, κάθισε στα δυο πισινά του πόδια, σήκωσε με όση δύναμη είχε τον λαιμό, έστρεψε το κεφάλι προς τα πίσω, έβγαλε ένα τελευταίο φοβερό ουρλιαχτό, πλάγιασε και σωριάστηκε στη γη. Ο παπάς σταμάτησε να ψέλνει, τα παιδιά σταμάτησαν να πετούν πυροτεχνήματα, ο χρόνος σταμάτησε να κυλά. Οταν το ποίμνιο βεβαιώθηκε ότι ο λύκος ήταν τόσο αδύναμος που δεν μπορούσε ούτε στα πόδια του να σταθεί, άρχισαν να πετούν, καταπάνω του με μανία τις αναμμένες αναστάσιμες λαμπάδες, χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό, χωρίς κανένα έλεος, ενώ τα παιδιά φώναζαν και χειροκροτούσαν και την καμπάνα χτυπούσαν με ακόμη μεγαλύτερο πάθος, καθώς το γέρικο ζώο καιγόταν.

*Τελευταίο βιβλίο του είναι «Τα παραδείσια πουλιά» (Περισπωμένη, 2024)

**Από το τροπάριο της Κασσιανής (μτφρ.: Φώτης Κόντογλου)