..............................................................
"Το αυθεντικό"
από τη φίλη στο fb Eleni Konidari (facebook, 22.12.2023)
Η λέξη της χρονιάς κατά το λεξικό Merriam-Webster, σύμφωνα με τις αναζητήσεις χρηστών στην ιστοσελίδα του, είναι ο «αυθεντικός». Το γιατί αυτή η λέξη ενδιαφέρει τόσο πολλούς το 2023 είναι προφανές, αν την συνδέσουμε με την υπερδιάδοση εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης που θόλωσαν ακόμα περισσότερο την ήδη μακράν κλονισμένη σχέση της πραγματικότητας με την κατασκευή, της αλήθειας με το ψέμα.
Ωστόσο, η έννοια της αυθεντικότητας αξίζει λίγο περισσότερο σκάλισμα. Τείνουμε να αντιλαμβανόμαστε και στη συνέχεια να συλλογιζόμαστε τα πράγματα με έναν στρουκτουραλιστικό τρόπο, βασισμένο κυρίως πάνω σε δίπολα: αντιλαμβανόμαστε τη μέρα από την απουσία μέρας που ονομάζεται νύχτα. Αν ήταν διαρκώς μέρα, η έννοια «μέρα» δε θα υπήρχε. Η αυθεντικότητα όμως, ανήκει στην κατηγορία εκείνη εννοιών που αντιστέκονται σε αυτό τον τρόπο σκέψης. Συχνά, συγχέουμε το αυθεντικό με το γνήσιο. Γνήσιο είναι εκείνο που πληροί όλες τις προϋποθέσεις, προδιαγραφές ή συστατικά τα οποία επικαλείται, και έτσι έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση με το νοθευμένο, το πλαστό, το κίβδηλο, τη μούφα, τη μαϊμού (π.χ. ένας πραγματικός πίνακας του Μικελάντζελο κι όχι ένα αντίγραφο). Το αυθεντικό είναι εγγύτερα στην έννοια του πρωτότυπου, δηλαδή ενός μορφώματος που θέτει ένα μέτρο, έναν κανόνα (π.χ. η αυθεντικότητα της ζωγραφικής του Μικελάντζελο). Το αυθεντικό έχει ιδιαίτερη κανονιστική ισχύ, καθώς στην επικράτειά του οτιδήποτε εκτρέπεται από τον κανόνα νοείται ως παράταιρο, δηλαδή περιθωριακό. Παράδοξα όμως, το αυθεντικό έχει ισχύ μόνο όσο δεν έχει συνείδηση της αυθεντικότητάς του. Κατά κάποιο τρόπο, εντάσσεται σε εκείνες τις άρρητες έννοιες που όταν φτάσουν να λεκτικοποιηθούν, σκορπίζονται σαν σκόνη και το μόνο που απομένει είναι ένα πολύ «γραφικό», «παραδοσιακό» τραβερνάκι παρά θιν’ αλός με μπλε παράθυρα και καρό τραπεζομάντιλα που τσεκουρώνει τις βέρυ λόκαλ αστακομακαρονάδες και τα καμπερνέ-σοβινιόν με λεπτούς τόνους μαυροδάφνης από το Κτήμα Αμπενοκλάδι Βινούτσου. Κοντολογίς, μόλις εκστομίζεται η λέξη «αυθεντικό», τίποτα το αυθεντικό δεν έχει απομείνει, προς μεγάλη αγαλλίαση του μεταμοντερνισμού.
Ουσιαστικά, από τότε που τα πράγματα έγιναν κατασκευαστικά πολύ εύκολα (καταλυτική στιγμή η εφεύρεση της τυπογραφίας και πλήρης επικύρωση της δόξας του αντιγράφου η δυνατότητα για βιομηχανική παραγωγή), κάθε γενιά κλαίει για την απώλεια της αυθεντικότητας, κατά βάσιν παραπονούμενη για την ολοένα και λιγότερο ικανοποιητική κατανάλωση ευτελών προϊόντων, υπηρεσιών και ιδίως εμπειριών, από ολοένα και πιο φλατ, άχρωμους, άοσμους κι άγευστους ανθρώπους που δεν μας συγκινούν, δεν μας δονούν, δεν κάνουν το μυαλό και την καρδιά μας να κουδουνάει, δεν μας συγκλονίζουν γαμώτο. Η ανοστιά του ready-made όταν το καταναλώνεις σε τεράστιες ποσότητες. Όψιμα δάκρυα απ’ όσους επέλεξαν να μην προσέξουν τον Ντυσάν και τον Γουόρχολ, κοντά έναν αιώνα τώρα.
Το αυθεντικό δεν παύει να υπάρχει, απλώς δεν ορίζεται τοπικά ή μορφολογικά, αλλά μπορεί να εντοπιστεί μόνο χρονικά. Για παράδειγμα, ασφαλώς η ιδιαιτέρως φασόν δεκαετία του ’80 φαντάζει πλέον ως άκρως αυθεντική σε όσους σήμερα ανεβάζουν φωτό με κασέτες και στυλό και τη λεζάντα «μαντέψτε τι σχέση έχουν». Been there- done that, δεν κατηγορώ, συμμερίζομαι.
Στο ανελέητο παρόν – κάθε παρόν είναι ανελέητο - ουδείς μπορεί να διεκδικήσει για τον εαυτό του, για τα πεπραγμένα του, για τις εμπειρίες και για τις προτιμήσεις του, την αυθεντικότητα, διότι αν το κάνει είναι είτε εστέτ της συμφοράς είτε απλώς βλαχο-επηρμένος χωρίς επίγνωση. Ζούμε καθημερινά μέσα σε έναν λαβύρινθο από καθρέφτες και ηχώ, μέσα σε μια φαντασμαγορία ολογραμμάτων και ομοιωμάτων, που μας τυλίγουν σαν αναπόδραστη φασκιά. Η δική μας αυθεντικότητα θα προσδιοριστεί αύριο-μεθαύριο, ουσιαστικά αμέσως μόλις πάψουμε να είμαστε δρώντα υποκείμενα, ως όλα εκείνα που συγχρονισμένα κάναμε ως εάν ήταν φυσικά.
Ωστόσο, αν έχουμε διακαή ανάγκη από ένα έδαφος που να μη μοιάζει με κινούμενη άμμο, υπάρχει ακόμα και σήμερα τρόπος να ζήσουμε αυθεντικά – ουσιαστικά ο ίδιος τρόπος που υπήρχε πάντα: αντί να νοσταλγούμε την «χαμένη αυθεντικότητα» με αλλεπάλληλες απατηλές μνημονικές κόπιες, μπορούμε να βάλουμε τα δυνατά μας και να επινοήσουμε εκ νέου τον εαυτό μας και τη ζωή μας, ως αυτό που ούτε οι ίδιοι δεν έχουμε φανταστεί, δηλαδή με άφρονη τόλμη. Το ιδιόρρυθμο, το sui generis, αυτό που δεν μπαίνει σε καμιά φόρμα και καμιά κατηγορία, συνιστά την ύστατη διαφέντεψη της ζωής μας από εμάς τους ίδιους. Γιατί στέρεο έδαφος δεν υπάρχει, εμείς το φτιάχνουμε για να το αλαφροπατούμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου