...............................................................
Μικρά Ασία*
Κάθε φορά που μιλώ για την Καταστροφή, νιώθω τα αβέβαια βήματα όσων χάθηκαν, όσων περιπλανήθηκαν, όσων έφτασαν από το ταξίδι που άξιζε, γιατί είχε προορισμό: όχι την ιδανική Ιθάκη, αλλά ένα πλυσταριό στου Ψυρρή για τη γιαγιά μου, την άνυδρη γη της Γαλήνης για τους Φωκιανούς του Βενέζη, που ανάμεσά τους ένα γιατρός πάσχισε να τη γεμίσει τριανταφυλλιές, μια παράγκα στην Κοκκινιά, πρότυπο για την άλλη που έκανε αργότερα στέκι των υπαρξιστών ο Σίμος ο Υπαρξιστής, ένα μικρό σπίτι με τη γλίσχρα αποζημίωση για τα χαμένα στις προσφυγικές γειτονιές της Αθήνας, που το εξαφάνισε η μετέπειτα ανοικοδόμηση. Πάντως σε όλες αυτές τις Ιθάκες της ανάγκης, οι σκουριασμένοι τενεκέδες ήταν φυτεμένοι με βασιλικούς, οι κοινές αυλές ήταν ασπρισμένες, οι αυτοσχέδιες σκούπες σκούπιζαν όχι μόνο το σπίτι αλλά όλη τη γειτονιά.
Από τη ζωή μου που τη σκίαζε το τραύμα του διωγμού και που το βίωνα κι εγώ όπως μάθαινα χρόνια μετά από τις σχετικές με αυτό θεωρίες ως μετα-τραύμα, δεν ξεχνώ τις γεύσεις και τις μυρωδιές. Εξαίσιες μέσα στη μεταστοιχείωσή τους από τα πλέον πρωταρχικά υλικά, ήταν εκεί, για να μας μάθουν όσους δεν τα ζήσαμε κάτι από τα χαμένα μέρη. Ηταν εκεί, για να θυμίζουν τα μέρη αυτά σε αυτούς που ξεριζώθηκαν. Σε διάλογο με τον πόνο, το άλγος του νόστου, άλλοτε ξεχείλιζαν χαρά, άλλοτε μόνο λύπη.
Θυμάμαι το πιο λυπημένο φαγητό που δεν άντεχα να το φάω: τις φακές που νερόβραστες κάθε Μεγάλη Παρασκευή πολλαπλασίαζαν το πένθος της ημέρας, ένα πένθος χωρίς Ανάσταση. Τον πόνο για τον παππού, αγνοούμενο Μικρασιάτη εθελοντή, που μάθαμε πως ήταν ακόμη ένα νούμερο που έσβησε, τον έσβησαν, αιχμάλωτο σε μια χαράδρα, στις πορείες θανάτου. Και για τον πιο μεγάλο πόνο, τέτοιον και τόσο που να γίνεται ανείπωτος, να αντιστέκεται στο να γίνει κρίκος στην αλυσίδα της μνήμης.
Πόνος πόνω πόνον φέρει, λέει κάπου ο Χορός σε μια αρχαία τραγωδία. Μπορεί άραγε ο πόνος να γεννά προχωρώντας άνω ποταμών, πλέοντας δηλαδή σε αντίθετη κατεύθυνση το ποτάμι της τραυματισμένης μνήμης, προς τις πηγές του, τις πηγές της Στύγας; Και πώς θα λέγαμε αυτόν τον άλλον πόνο που αντί να βυθιστεί βουβός στα νερά της λησμονιάς μπορεί να θυμάται, να αναπνέει, να πράττει;
*Σημείωση της Πέπης Ρηγοπούλου: Από την ανακοίνωσή μου στο Συνέδριο για τη Μικρά Ασία «Ο σωφρονισμός της μνήμης και η σιωπηλή της κραυγή», διοργανωμένο από το Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Παν/μίου Ιωαννίνων και την Ενωση «Σπάρτης και Μ. Ασίας» στη Νέα Ιωνία, με την επιστημονική ευθύνη της Ελένης Καρασαββίδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου