...............................................................
Δεύτερο "επιτύμβιο" για τον Κώστα Σημίτη...
Από τον δημοσιογράφο και φίλο στο fb Yannis Androulidakis (facebook, 5.1.2025)
Είναι πολύ δύσκολο να εξηγήσεις σε κάποιον που δεν το έζησε, τι σήμαινε ο Σημίτης και η εποχή του για την Ελλάδα. Ιδιαίτερα γιατί όλα αυτά που προκάλεσε και αποτέλεσαν τότε έναν επιθετικό μετασχηματισμό της κοινωνικής ψυχολογίας -μεταξύ άλλων-, σήμερα μοιάζουν σχεδόν δεδομένα, είναι στάσεις εμπεδωμένες και μεστωμένες και αυτό συνέβη μετά από μια δεκαετία τεράστιας κοινωνικής πόλωσης, κατά την οποία διαφορετικά σχέδια αναμετρήθηκαν το ένα απέναντι στο άλλο, η οποία καταλήγει -λανθασμένα- στο να υποτιμάται ό,τι προηγήθηκε.
Ο Σημίτης κυβέρνησε για 8 χρόνια και 2 μήνες συνεχόμενα, κάτι το οποίο δεν έχει καταφέρει κανένας άλλος στην ελληνική ιστορία, από την εποχή του Καποδίστρια μέχρι την εποχή του Μητσοτάκη. Μέσα σε αυτό το διάστημα η Ελλάδα έγινε ένα χρηματοπιστωτικό Ελ Ντοράντο, με ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας να καταλαμβάνεται από τη μανία του χρηματιστηριακού τζόγου, τις τράπεζες να αναπτύσσουν μια ανορίωτη δράση δανεισμού και τα χρήματα που αφορούαν τον λεγόμενο «παραγωγικό» καπιταλισμό να κυκλοφορούν ακατάσχετα, δημιουργώντας σχέσεις εξάρτησης και γενικευμένης κατάχρησης.
Λίγοι θυμούνται σήμερα -ιδιαίτερα καθώς μεσολάβησαν και αρκετά χρόνια βίαιης φτωχοποίησης- ότι του καθενός από εμάς το τηλέφωνο χτυπούσε δύο ή και τρεις φορές τη μέρα, από τράπεζες που μας πρότειναν τα πιο απίθανα δάνεια, ότι βγαίναμε για καφέ και στην παρέα συζητούσαν για τον Δείκτη στη Σοφοκλέους και σε περιφρονούσαν εάν έλεγες ότι κάποια στιγμή αναπόφευκτα όλα αυτά θα σκάσουν, ότι ο λαϊκισμός -τον οποίον υποτίθεται ότι η εποχή Σημίτη είχε έρθει για να ρίξει στο πυρ το εξώτερο- είχε μεατασχηματιστεί από ένα είδος αφελούς κοινωνικής υπερηφάνειας σε ένα συλλογικό πάρτι οικονομικής διαφθοράς, στο οποίο κόσμος έβγαινε στα ραδιόφωνα και απαιτούσε από τον πρωθυπουργό να ανεβάσει το Χρηματιστήριο στις 6000 μονάδες.
Ό,τι βιώνουμε σήμερα ως δεξιά στροφή της κοινωνίας, έχει τις ρίζες του στην εποχή εκείνη. Η απενοχοποίηση του ατομικισμού, ο ρατσισμός -που εκτοξεύτηκε τα χρόνια εκείνα-, η αποκήρυξη κάθε συλλογικής διεκδίκησης, ο κυνισμός στο διεθνές πεδίο, η υποταγή κάθε στάσης σε ένα κέρδος απαλλαγμένο από το βάρος της στρατηγικής, της αλληλεγγύης και του ήθους. Η αποδοχή των ιδωτικοποιήσεων ως αναμφισβήτητο δόγμα και η εξαφάνιση του αιτήματος για δημόσιες κοινωνικές υπηρεσίες. Και βέβαια, περισσότερο από όλα, η φτώχεια, η ανισότητα και η ανεξέλεγκτη εκμετάλλευση.
Ο Σημίτης κερδίζε και ξανακέρδιζε τις εκλογές, πρώτα στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ και μετά στην κοινωνία, νικώντας πρώτα τις κοινωνικές αντιστάσεις και το συλλογικό ήθος που είχε δημιουργήσει -έστω επιφανειακά- η πτώση της χούντας. Τηρουμένων των αναλογιών, ο Σημίτης υπήρξε για την Ελλάδα ότι η Θάτσερ για τη Μεγάλη Βρετανία. Επί των ημερών του νικήθηκαν οι αντιστάσεις για τη συμμετοχή στον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία, την παράδοση του Οτσαλάν, τις αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, το πέρασμα των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας στο ιδιωτικό κεφάλαιο: για πρώτη φορά, η κοινωνία -απεκδυόμενη αυτόν τον χαρακτηρισμό- στήριζε έναν πρωθυπουργό όχι παρά, αλλά ενάντια στις κινητοποιήσεις που γίνονταν απέναντι στην πολιτική της. Οι αγρότες, οι καθηγητές, οι συνταξιούχοι (που τότε έφαγαν για πρώτη φορά τόσο ξύλο), το φοιτητικό και το αντιπολεμικό κίνημα, ηττήθηκαν ολοσχερώς στην κοινωνική συνείδηση.
Ο Σημίτης εγγράφεται στην παράδοση της μεγάλης δεξιάς στροφής της σοσιαλδημοκρατίας, που οδήγησε στη δομική εξαφάνισή της, του Μπλερ, του Σρέντρερ και των υπολοίπων, η οποία εκκινεί με την επικράτηση Κλίντον στους Δημοκρατικούς στις ΗΠΑ. Για την Ελλάδα όμως, χώρα στην οποία η κοινωνική συναίνεση δεν λειτούργησε με τον τρόπο που λειτούργησε στην υπόλοιπη Ευρώπη μετά τον πόλεμο, η λειτουργία του ήταν πιο πολύπλοκη. Στην ουσία ήταν αυτός ο οποίος σάρωσε οριστικά τη λανθάνουσα σοσιαλιστική συνείδηση που επιβίωνε στην ελληνική κοινωνία από το 1944. Και μάλιστα με τόση επιτυχία, ώστε η έκρηξη κοινωνικών κινημάτων και αριστερών πολιτικών ρευμάτων κατά τη δεκαετία του 2010 δεν κατάφερε να την επαναφέρει στη μορφή εκείνη.
Τις τελευταίες ημέρες στα κοινωνικά δίκτυα στην Ελλάδα κυματίζει η συζήτηση για τον Καζαντζίδη. Απέχω από αυτήν, μεταξύ άλλων γιατί νομίζω ότι κάνει ότι δεν καταλαβαίνει ότι μιλά για μια εποχή που πέθανε ποδοπατημένη. Ο Καζαντζίδης τραγουδούσε για μια εποχή στην οποία η κυρίαρχη ιδεολογία τόσο της Δεξιάς όσο και της Αριστεράς (και αυτό τείνουν να το υποτιμούν οι αντιμαχόμενες πλευρές) αναγνώριζε ως αξίες τη συστολή, τη λιτότητα και μια συντηρητική στην απόληξή της έννοια ατομικής ακεραιότητας. Η εποχή αυτή συντρίβεται συμβολικά, τη μέρα που ο Σημίτης ανακοινώνει την είσοδο της Ελλάδας στο ενιαίο νόμισμα της ΕΕ, κουνώντας ένα μάτσο χαρτονομίσματα στην οθόνη, πολύ πριν το κάνουν οι τράπερς.
Ο Σημίτης και η εποχή του έκλεισαν το μάτι στην κοινωνία ότι μπορεί να «φτιαχτεί» συμμετέχοντας στη λεία μιας αδιόρατης μπάζας. Λίγα χρόνια αργότερα, ο άλλοτε στενός του συνεργάτης Θόδωρος Πάγκαλος θα το σχηματοποιούσε αυτό στην φράση «μαζί τα φάγαμε», που υπήρξε βέβαια η πιο άκαιρη επίδειξη θράσσους της εξουσίας στην Ελλάδα.
Η ελληνική κοινωνία μπόρεσε να εκφράσει την ενοχή της για εκείνη την περίοδο οδηγώντας το ΠΑΣΟΚ σε εξαφάνιση τα χρόνια μετά τον Σημίτη, θέση από την οποία δυσκολεύεται ακόμα και σήμερα να βγει. Ωστόσο, είναι προφανές ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποτελεί μια εξελιγμένη εκδοχή του σημιτισμού, ότι το ρατσιστικό όργιο και η εκτόξευση της ακροδεξιάς είναι συνέχεια της αλβανοφοβίας και της εμφάνισης ακροδεξιών κοινωνικών ομάδων εκείνης της οκταετίας, ότι η ενοχοποίηση της συλλογικής δράσης και η αναγνώριση του κυνισμού ως μοναδικής ρεαλιστικής στάσης βαστάνε από την ιδεολογική αντεπίθεση του φιλελευθερισμού τα χρόνια του Σημίτη.
Ο ίδιος ο μακαρίτης -με την αξιόλογη αντιδικτατορική στάση που δεν μπορεί να μην αναφέρεται- ανήκει προφανώς στην ιστορία εδώ και χρόνια.
Εμείς οι υπόλοιποι πάλι, εξακολουθούμε να ζούμε σε ένα σύστημα του οποίου οι πολιτικοί εκπρόσωποι μας κουνάνε χαρτονομίσματα στα μούτρα για να τρέχουμε πίσω τους κουνώντας την ουρά μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου