Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2024

"Το ποτάμι" Κοινό ποιητικό σύμβολο των ποιητών της "Αθηναϊκής Σχολής" Γεωργίου Δροσίνη και Ιωάννη Πολέμη. Από το προφίλ "Νέα Αθηναϊκή Σχολή" στο fb (facebook, 2.11.2024)

 ...............................................................





Ο Γεώργιος Δροσίνης (αριστερά) και ο Ιωάννης Πολέμης (δεξιά) ήταν δύο από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της ποιητικής γενιάς του 1880. Οι δυο τους υπήρξαν στενοί φίλοι από τα νεανικά τους χρόνια, όταν άρχισαν να δημοσιεύουν τα πρώτα τους ποιήματα στις εφημερίδες και τα περιοδικά της εποχής (~1880), μέχρι τον πρόωρο θάνατο του Πολέμη το 1924. Για τη σημερινή μας συνδυαστική ανάρτηση επιλέξαμε ένα ζεύγος ποιημάτων, ένα από τον κάθε ποιητή, που αναπτύσσονται γύρω από το ίδιο, κύριο, ποιητικό σύμβολο, «το ποτάμι».



Τὸ ποτάμι τοῦ χρόνου μὲς στὸ χάος κυλᾶ...
Στὸ γοργὸ κύλημά του τὰ νερὰ τὰ καθάρια,
στὸ γοργὸ κύλημά του τὰ νερὰ τὰ θολὰ
κάπου δείχνουν διαμάντια, κάπου δείχνουν λιθάρια.

Καὶ στὰ δύο πλευρά του καὶ στὶς δυό του μεριὲς
ἡ ζωὴ μὲ τὸ Χάρο μέρα νύχτα παλεύουν·
κι ὅπου βλέπεις ἀγκάθια καὶ χλωρὲς λιγαριὲς
κελαϊδοῦν τὰ πουλάκια καὶ τὰ φίδια σαλεύουν.

Τὸ ποτάμι τοῦ χρόνου μὲς στὸ χάος κυλᾶ...
Στὰ γοργὰ κύματά του καθρεφτίζοντ' οἱ κάμποι,
κι ὁ χρυσόφωτος ἥλιος ποὺ προβάλλει ψηλὰ
δευτερώνεται κάτω καὶ στὰ κύματα λάμπει.

Τὸ ποτάμι τοῦ χρόνου μ᾿ ἀφρισμένη θωριά
μὲς στὰ βάθη του πνίγει τὶς χαρὲς καὶ τοὺς πόνους,
καὶ τὸ κῦμα του σέρνει καὶ γκρεμίζει βαρειά
τῶν φτωχῶν τὶς καλύβες, τῶν ρηγάδων τοὺς θρόνους.

Εἶν᾿ ἡ ἄβυσσος πίσω καὶ τὸ χάος μπροστά—
Μὲς στὸ ρεῦμα του πλέει μιὰ ἀκυβέρνητη βάρκα·
καπετάνιος ὁ Χάρος τὸ δρεπάνι βαστᾶ
μὲ κοκκάλινο χέρι δίχως νεῦρα καὶ σάρκα.

Τί τὸν κάνει τὸν Χάρο νὰ γελᾶ, νὰ γελᾶ;
πόθεν ἔρχετ᾽ ἡ βάρκα ποὺ ἀψηφᾶ τὸν ἀγέρα;
τὸ ποτάμι τοῦ χρόνου ποὺ στὸ χάος κυλᾶ
ποῦ θὰ φτάση μιὰ μέρα;

Ιωάννης Πολέμης, Το Ποτάμι του Χρόνου, Αλάβαστρα, 1900



***



—Πές μου, ποτάμι, ποῦ τρελλὰ μέσα ’ς τοὺς κάμπους τρέχεις,
Καὶ τόσαις ἐμμορφιαὶς τῆς γῆς μὲ τὰ νερά σου βρέχεις,
Γιατὶ μᾶς ψάλλεις θλιβερὸ σκοπὸ μὲ τὴ φωνή σου;
Ποιὸς ἄλλος ζῇ τέτοια ζωὴ γλυκειὰ ’σὰν τὴ ζωή σου;

Κ’ ἐκεῖνο ἀποκρίθηκε: «—Τί εὐτυχία ἔχω,
Ἀφοῦ ἡ Μοῖρα μοὔγραψε αἰώνια νὰ τρέχω;
Ἂν ῥοδοδάφναις γέρνουνε μὲ χάρι ’ς τὰ νερά μου,
Ἂν λυγαριαὶς κι’ ἀγράμπελαις ἀνθίζουν ’ς τὰ πλευρά μου,
Μήπως ’μπορῶ νὰ ταὶς χαρῶ καὶ νὰ ταὶς ἀγαπήσω;
Περνῶ ταὶς βλέπω μιὰ στιγμὴ καὶ ταὶς ἀφίνω ’πίσω...

Καὶ τὸ ποτάμι ’σώπασε —κι’ ἀφίνει τὸ διαβάτη
Μὲ πικραμένη τὴν καρδιά, μὲ δακρυσμένο μάτι·
Γιατὶ μιὰ μαύρη, μιὰ σκληρὴ ἰδέα τὸν τρομάζει:
Πῶς κ’ ἡ ’δική του ἡ ζωὴ μὲ τὸ ποτάμι
’μοιάζει.

Γεώργιος Δροσίνης, Το Ποτάμι, Σταλακτίται, 1881


#Νέα_Αθηναϊκή_Σχολή #Γεώργιος_Δροσίνης #Ιωάννης_Πολέμης





Δεν υπάρχουν σχόλια: