...............................................................
Ηλίας Κεφάλας (γ. 1951)
Ξέρω ὅτι ἔχεις βυθιστεῖ στὸν ἀνόνειρο ὕπνο
Αἰχμαλωτισμένος γιὰ πάντα μέσα στὴ μαύρη ἐγρήγορση
Ξέρω ὅτι θέλεις νὰ μισανοίξεις τὸ ἕνα σου μάτι
Καὶ νὰ πετάξεις σπίθες φωτιᾶς μέσα στὰ κρέπια τοῦ σκοταδιοῦ σου
Ξέρω προπάντων ὅτι μὲ ἀφουγκράζεσαι ἄπληστα
Ὅταν σοῦ μιλῶ γιὰ τὴν θλιβερή μας καθημερινότητα
Καὶ γιὰ τὴ σουσουράδα που χορεύει ἀσταμάτητη πάνω σου
Γιὰ τ’ ἀεικίνητα ζουζούνια ποὺ ἀνοίγουν δρόμους
Μέσα στὸ ἀσφυκτικὸ ὑπερῶο σου
Συνεχῶς σοῦ μιλῶ γιὰ τὴ σιωπὴ ποὺ ναρκώνει τὸ δάσος
Καὶ τὸ γεμίζει φοβισμένους κοκκινολαίμηδες
Ξέρω ὅτι μὲ ἀφουγκράζεσαι μὲ προσήλωση
Προσέχοντας νὰ μὴ χάσεις οὔτε μία λέξη
Ἀπὸ τὰ φλύαρα παράπονά μου
Γι’ αὐτὸ κι ἐγὼ σοῦ μιλῶ γιὰ τὶς βροχὲς ποὺ σὲ μάγευαν
Ὅταν ἔκαναν νὰ χορεύουν στὸ νηπιαγωγεῖο
Οἱ κόκκινες καὶ κίτρινες ὀμπρέλες
Σοῦ μιλῶ γιὰ τὸν δρυοκολάπτη ποὺ χτυπᾶ τὸ σήμαντρο τῆς λεύκας
Καὶ τὰ λευκόχρυσα σύννεφα ποὺ ταξιδεύουν νωχελικὰ
Πίνοντας μὲ δίψα τὴν πάχνη τῶν βουνοκορφῶν μας
Κάθε πρωὶ σοῦ λέω τὰ νέα γιὰ τοὺς κοινοὺς γνωστοὺς μας
Ποὺ μᾶς προσπερνοῦν φορτωμένοι τὶς ἔγνοιες τους
Ξέρω πὼς μὲ ἀφουγκράζεσαι ρουφώντας τὴ θλίψη μου μέσα σου
Καὶ ἀποστάζεις ὅλα τὰ παραληρήματά μου
Ἄλλ’ ὅμως ἄκου – άκου καὶ τοῦτο: χειμώνιασε
Κι ἡ ξυλαποθήκη μας ἔμεινε ἄδεια
Ἐπειδὴ μᾶς ἔλειψαν τὰ χέρια κι ἡ προνοητικότητά σου
Χειμώνιασε καὶ κατὰ πῶς φαίνεται θὰ μᾶς λείψει τὸ ψωμὶ
Καὶ τὸ ζεστὸ καινούριο ροῦχο
Μέσα στὴ γενικὴ ἀκηδία μείναμε μὲ τρύπιες γαλότσες
Και γι’ αὐτὸ ὅταν θὰ ἔρχομαι κοντά σου θὰ τὶς ἀκοῦς
Νὰ ὁλολύζουν σὰν τὰ χηνάρια τοῦ βάλτου
(Η. Κ. Ἀπὸ τὴν ἀνέκδοτη συλλογὴ «Τὸ ἀλληλέγγυο ρῖγος»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου