Τρίτη 14 Ιουνίου 2011

Ποιοί είμαστε; Τί θέλουμε; Πού πάμε; Τί θέλουμε να κάνουμε; Τί θέλουμε να γίνουμε; / τρία άρθρα των Τ.Θεοδωρόπουλου, Φ. Γεωργελέ και Τ. Παπαδοπούλου που ανιχνεύουν την σιωπηλή πλειοψηφία και τη φωνασκούσα μειοψηφία...


Συναίνεση. Και όµως, γυρίζει

ΤΟΥ ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στα "ΝΕΑ" 19 Μαΐου 2011
Ποιοι είναι αυτοί που δεν κατεβαίνουν στις διαδηλώσεις;

Ποιοι είναι αυτοί που δεν τα σπάνε, πού βρίσκονται, και τι σκέφτονται; Είναι µήπως «βολεµένοι», «ικανοποιηµένοι»; Αισθάνονται περισσότερο ασφαλείς από τους συµπολίτες µας που επιδεικνύουν την οργή τους, που δεν πληρώνουν διόδια, που απεργούν υποτίθεται για να διεκδικήσουν ό,τι διεκδίκησαν και µε την προηγούµενη και µε την προ-προηγούµενη απεργία; Ή µήπως συµφωνούν µε το Μνηµόνιο, µε τον τρόπο που εφαρµόστηκε το Μνηµόνιο; Πού είναι οι χιλιάδες δηµόσιοι υπάλληλοι που είδαν τον µισθό τους να κόβεται, που αισθάνονται αδικηµένοι αλλά δεν δέχονται να ακολουθήσουν την Α∆Ε∆Υ γιατί τη θεωρούν συνυπεύθυνη της αδικίας; Γιατί αυτή εξίσωσε τον εργαζόµενο που κάνει τη δουλειά του µε αυτόν που απλώς παρίσταται, όποτε και αν παρίσταται, για να καλύψει το ωράριο. Γιατί αυτός ο δηµόσιος υπάλληλος που συνεχίζει ακόµη και σήµερα να κάνει τη δουλειά του ξέρει ότι πληρώνει τα σπασµένα του διπλανού του που δεν την κάνει όµως δεν έχει τρόπο να το πει. Και δεν έχει τρόπο να αντιδράσει.

Γιατί αυτός που δεν κατεβαίνει στις διαδηλώσεις, αυτός που απεχθάνεται τη βία του ΠΑΜΕ, είναι και ανασφαλής, και απογοητευµένος και οργισµένος. Ακούει τους συνδικαλιστές και ξέρει ότι δεν µιλούν για λογαριασµό του. Ακούει τους πολιτικούς και νοµίζει ότι ζει σε άλλον κόσµο. Ακούει τους παλικαρισµούς κατά του Μνηµονίου και ξέρει ότι στην αγορά της χάρτινης δηµοκρατίας προσφέρονται εξίσου δωρεάν και είναι εξίσου επώδυνοι µε τις υποσχέσεις του Μνηµονίου. Κι αυτός συναινεί στο «κάτι δεν πάει καλά». Κι αυτός συναινεί στο «σ’ αυτό που δεν πάει σήµερα καλά υπάρχει και το χειρότερο του αύριο». Συναινεί όµως και σε κάτι ακόµη, στο ότι πολιτικοί συµπεριφέρονται σαν να περνάνε Πανελλήνιες: αποστήθισαν τις λύσεις από τα λυσάρια των φροντιστηρίων και του τις πασάρουν για γνώση. Και στις ερωτήσεις κρίσεως, εκεί, εννοείται σηκώνουν τα χέρια τους ψηλά. Συναίνεση υπάρχει λοιπόν. Γυρίζει, κυκλοφορεί ανάµεσά µας, απλώς δεν κάνει θόρυβο. Γιατί, µην τρελαθούµε: σε όλα αυτά που έγιναν τον τελευταίο χρόνο η ελληνική κοινωνία απέδειξε πως διαθέτει τεράστια αποθέµατα υποµονής.

Σε πείσµα της ΓΕΝΟΠ, σε πείσµα της αναξιοπιστίας της πολιτικής της τάξης, σε πείσµα όλων όσοι θέλουν να κηρύξουν τον πόλεµο όλων εναντίον όλων γιατί είναι το µόνο που ξέρουν να κάνουν.

Γι’ αυτό, αντί να βγάζουµε κορόνες περί κοινοβουλευτισµού που χρειάζεται κυβέρνηση και αντιπολίτευση, θα ήταν εντιµότερο και αποτελεσµατικότερο να ψάξουµε αυτήν τη συναίνεση που περιφέρεται ανάµεσά µας, από στόµα σε στόµα, και να την κάνουµε πολιτική.

Πριν η παραδοχή της ήττας γίνει αποδοχή. Γιατί τότε θα είναι πια πολύ αργά.
Σε όλα όσα έγιναν από πέρυσι η ελληνική κοινωνία απέδειξε πως διαθέτει τεράστια αποθέµατα υποµονής
 .................................................................................

Οι δύο κατηγορίες των αγανακτισμένων

  του Φώτη Γεωργελέ

Σιγά-σιγά, αρχίζουν τα πράγματα να ξεκαθαρίζουν. Υπάρχουν δύο Ελλάδες. Και οι δύο είναι, μάλιστα, «αγανακτισμένες» Ελλάδες.
Η μία θέλει να μείνουν τα πράγματα όπως ήταν μέχρι το 2009. Θέλει, δηλαδή, το ευρύτερο Δημόσιο να καταναλώνει κάθε χρόνο 24 δισεκατομμύρια περισσότερα απ’ όσα εισπράττει. Κι αυτά να πηγαίνουν σε όσους έχουν μια προνομιακή κατά το μάλλον ή ήττον σχέση με τον κρατικό μηχανισμό. Η διαπλεκόμενη επιχειρηματικότητα να παίρνει έργα και προμήθειες με ληστρικές συμβάσεις. Τα κόμματα-επιχειρήσεις να διαχειρίζονται επ’ ωφελεία τους, αδιαφανώς, το δημόσιο χρήμα. Οι εκλογικοί πελάτες των κομμάτων να διορίζονται σωρηδόν στο δημόσιο σε θέσεις μη παραγωγικές. Οι συνδικαλιστές των κομμάτων να συνδιοικούν τις δημόσιες επιχειρήσεις. Με 300 χιλιάδες εφάπαξ να βγαίνουν σε πρόωρες συντάξεις με εθελούσιες εξόδους στα 50 τους. Τα ευγενή ταμεία να χρηματοδοτούνται από τις εισφορές υπέρ τρίτων που καταβάλλει η υπόλοιπη κοινωνία. Η κοινωνική πρόνοια να μετατρέπεται σε εισοδήματα προνομιούχων ομάδων. Οι νησίδες του δημοσίου, αυτονομημένες, εκκλησία, νοσοκομεία, πανεπιστήμια, δημοτική αυτοδιοίκηση, να έχουν μετατραπεί σε εστίες λεηλασίας και σπατάλης. Τα κρατικοδίαιτα Μέσα Ενημέρωσης να χρηματοδοτούνται από τις εκάστοτε κυβερνήσεις και οι επιχορηγούμενοι διανοούμενοι να τα αμπαλάρουν όλα αυτά με το περιτύλιγμα του «δημοσίου συμφέροντος». Να περνάνε αυτοί καλά, με δανεικά, επιχορηγήσεις, κοινοτικές επιδοτήσεις. Ο λογαριασμός όμως να επιβαρύνει ολόκληρη την κοινωνία. Και αγανακτούν με τους πολιτικούς που υπόσχονταν ότι θα συνεχιστεί το πάρτι και τώρα τους ρίχνουν στη μοιρασιά.

Και υπάρχει η άλλη μισή Ελλάδα.
Η επιχειρηματικότητα που προσπαθεί να δημιουργήσει προϊόντα που αξίζουν να πουληθούν. Οι εργαζόμενοι στο δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα που θέλουν απλώς να εργαστούν και να ζήσουν απ’ τη δουλειά τους. Οι μεροκαματιάρηδες που παλεύουν για την επιβίωση. Οι 800 χιλιάδες άνεργοι που αυξάνονται συνεχώς, καθώς ο ιδιωτικός τομέας της οικονομίας ασφυκτιά και δεν μπορεί να σηκώσει άλλο τα βάρη του χρεοκοπημένου κράτους. Οι νέοι που κατά εκατοντάδες χιλιάδες δεν μπορούν καν να εισέλθουν στην παραγωγή για να μετρηθούν κι αυτοί ως άνεργοι. Η ανεργία των οποίων έχει φτάσει σε βορειοαφρικάνικα επίπεδα. Οι γυναίκες που αποκλείονται από τις δύσκαμπτες μορφές εργασίας και δεν μπορούν να εισέλθουν στην παραγωγή. Το ένα εκατομμύριο φτηνό μεταναστευτικό εργατικό δυναμικό χωρίς δικαιώματα. Οι εργαζόμενοι, οι επιστήμονες, οι επαγγελματίες, που πληρώνουν φόρους χωρίς κρατική ανταπόδοση υπηρεσιών ποιότητας, που πληρώνουν υπέρογκες ασφαλιστικές εισφορές σε ταμεία χρεοκοπημένα. Η Ελλάδα που θέλει ν’ αλλάξουν όλα όσα βαραίνουν αυτή τη χώρα.

Αυτή η Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη.
Γιατί περιλαμβάνει και μεγάλα τμήματα της πρώην ευνοημένης Ελλάδας, τα οποία έχουν εδώ και καιρό καταλάβει ότι το σύστημα ήταν αντιπαραγωγικό, άδικο, μη διατηρήσιμο. Ότι είχε μετατραπεί σε παιχνίδι αρνητικού αθροίσματος με πολύ λίγους κερδισμένους και όλους πια χαμένους.
Ενώ αυτή η Ελλάδα είναι η πλειοψηφία των πολιτών, στον επίσημο δημόσιο λόγο δεν αντιπροσωπεύεται. Κόμματα, συνδικαλιστικοί φορείς, επαγγελματικοί σύλλογοι, ΜΜΕ, εκφράζουν το παλιό σύστημα εξουσίας, αυτό που χρεοκόπησε. Μόνο οι ελίτ των πρώην ευνοημένων στρωμάτων δίνουν λυσσασμένες μάχες οπισθοφυλακής για να μη χάσουν τα κεκτημένα. Γιατί αυτοί έχουν να χάσουν και τα περισσότερα.
Παρ’ όλο που η Ελλάδα της συντήρησης είναι πλειοψηφία στο δημόσιο λόγο, το παιχνίδι έχει κριθεί, δεν μπορεί να το κερδίσει. Για τον απλούστατο λόγο ότι δεν υπάρχει πια λεία να διαμοιράσει στην εκλογική της πελατεία. Δεν μπορεί να κάνει διορισμούς στο χρεοκοπημένο δημόσιο, δεν μπορεί να δώσει άλλες επιδοτήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση στους αγρότες, δεν μπορεί να μοιράσει αφειδώς πρόωρες συντάξεις και παχυλά εφάπαξ στα στρώματα του δημόσιου τομέα γιατί τα ταμεία δεν έχουν λεφτά να πληρώσουν τις συντάξεις ούτε αυτών που είναι ήδη μέσα. Δεν υπάρχουν έργα να διανείμει με το αζημίωτο στη διαπλεκόμενη επιχειρηματικότητα, δεν υπάρχουν πια λεφτά προς εξαγορά υποστήριξης σε ανύπαρκτα μέσα ενημέρωσης και κρατικά σιτιζόμενους διανοούμενους. Το πάρτι τελείωσε. Οι μάχες που δίνονται αυτή την περίοδο με τόση ένταση, αφορούν μόνο τα στενά συμφέροντα αποκλειστικά των διαφόρων ελίτ του χρεοκοπημένου συστήματος. Γι’ αυτούς είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Το σύστημα εξουσίας της χρεοκοπίας δεν διανοείται να παραδώσει το μηχανισμό παραγωγής προνομίων. Γι’ αυτό οι αντιδράσεις του είναι μεγάλης σφοδρότητας, αλλά ελάχιστης μαζικότητας. Έχουν αρχίσει να χάνουν ραγδαία τη λαϊκή τους βάση. Η εκλογική τους πελατεία βρίσκεται πια απέναντι.
Καθώς το τοπίο εξελίσσεται αργά αλλά σταθερά έτσι, τα πιο παρασιτικά τμήματα της χρεοκοπίας δεν διστάζουν να παίξουν με τη φωτιά, να χρησιμοποιήσουν τον πιο καταστροφικό λαϊκισμό, την πιο ακραία δημαγωγία, για να δημιουργήσουν καταστάσεις έντασης, έκρυθμων συνθηκών, ώστε να καθυστερήσουν τις αναπόφευκτες αλλαγές. Να εκμεταλλευτούν την αγανάκτηση και το φόβο απέναντι στις νέες συνθήκες και να τον καναλιζάρουν σε αντιευρωπαϊκές, αντιδυτικές, αντιδημοκρατικές κατευθύνσεις. Σε σχέδια «σωτηρίας της πατρίδας», όπου οι ιθαγενείς φύλαρχοι θα προτάσσουν τα στήθη τους απέναντι στην «κατοχική εισβολή των Γερμανών», των ιμπεριαλιστών, των Εβραίων, των κερδοσκόπων, της «παγκόσμιας Διακυβέρνησης».
Όσα ακούγονται δημοσίως αυτές τις μέρες από πρυτάνεις πανεπιστημίων, πολιτικούς, καλλιτέχνες, δημοσιογράφους, δεν έχουν προηγούμενο στη μεταπολιτευτική μας δημοκρατία. Προσπαθώντας να χειραγωγήσουν τον κόσμο εναντίον της ευρωπαϊκής προοπτικής, δεν διστάζουν να προωθήσουν την πιο ακραία, αντιδημοκρατική ρητορική. Αν πιστέψουμε το δημόσιο λόγο που εκφωνούν πολιτικοί γκάνγκστερ, ανεύθυνοι διανοούμενοι, τριτοκοσμικά κόμματα, επαγγελματίες επαναστάτες των τηλεοπτικών παραθύρων, ζούμε γερμανική κατοχή, εγκάθετοι παραχωρούν κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας, κυβερνούν δοσίλογοι, κατηγορούμενοι για εσχάτη εθνική προδοσία, απεργάζονται σχέδια εξαφάνισης του ελληνισμού με στόχο το ξεπούλημα της πατρίδας μας στους ξένους. Το πολιτικό σύστημα είναι κλέφτες και δοσίλογοι, η κυβέρνηση είναι παράνομη και σε συνθήκες «δικτατορίας», όλα φυσικά επιτρέπονται: Δεν υπάρχουν νόμοι, κανόνες της δημοκρατίας, ακόμα και η βία είναι επιτρεπτή. Αυτό είναι το μήνυμα της ρητορικής του λαϊκισμού.
Αυτή η ακροδεξιοαριστερή, συνωμοσιολογική, αντικοινοβουλευτική, αντιευρωπαϊκή, τριτοκοσμική ρητορική δεν αποτελεί κίνδυνο μόνο για τη μεταρρύθμιση της Ελλάδας και την αποφυγή της χρεοκοπίας. Οι αδίστακτοι μαθητευόμενοι μάγοι ανοίγουν το κουτί της Πανδώρας. Κινδυνεύει η ίδια η υπόσταση της κοινωνίας μας μέσα στη δημοκρατική Δύση. Οι χώρες αυτοκτονούν και τα παραδείγματα είναι άφθονα γύρω μας.
Σ’ αυτή την περίεργη και κρίσιμη στιγμή δεν μπορεί κανένας να σιωπά. Καθένας πρέπει να διαλέξει «αγανάκτηση», να διαλέξει «Ελλάδα».

Δημοσιεύθηκε στην Athens Voice, στις 08/06/2011

..................................................................................
.................................................................................. 

Π και Π, όπως «Πηγάδι, χωρίς Πάτο»


Οι «αγανακτισμένοι». Ολοι σχεδόν τους συγχαίρουν, τους κολακεύουν, και τα κόμματα ιδίως προσπαθούν να τους οικειοποιηθούν. Πρέπει να ψάξετε πολύ μέχρι να εντοπίσετε μια τόση δα ένσταση, μια κάποια κριτική παρατήρηση για το κίνημα των «αγανακτισμένων».

Εντάξει, είναι πολυπληθείς, είναι ειρηνικές και δεν έχουν κομματική ομπρέλα οι συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας τους. Πάμε όμως παρακάτω. Τι λένε οι «αγανακτισμένοι»; Τι προτάσσουν; Τι ζητούν; Προσωπικά, στην πλατεία Συντάγματος (πήγα μία από τις πρώτες ημέρες) με κατέλαβε θλίψη. Δεν άκουσα ούτε μία λέξη, έστω μία, αυτοκριτικής. Ιχνος προβληματισμού για το πώς φτάσαμε στα σημερινά τραγικά χάλια. Στην πλατεία Συντάγματος, άκουσα τα πιο τετριμμένα δημαγωγικά συνθήματα. Οτι δηλαδή για όλα ευθύνονται οι άλλοι, για όλα ευθύνονται κυρίως οι «κακοί ξένοι»· στην προκειμένη περίπτωση οι «κακοί δανειστές» μας. Εξίσου δημαγωγικά, ισοπεδωτικά και τελικά αντικοινοβουλευτικά είναι τα συνθήματα για τους πολιτικούς. Ολοι «Κλέφτες». Ολοι «Προδότες». Χέρια σηκωμένα να μουντζώνουν προς τη Βουλή. Οι πολιτικοί έχουν τεράστιες ευθύνες για τα χάλια μας. Ασφαλώς. Ομως, κύριοι «αγανακτισμένοι», ευθύνες σημαντικές έχουν και οι πολίτες. Αυτό δεν το λέτε. Τι είναι για εσάς οι πολίτες; Ανήλικα και ανεύθυνα παιδάκια; «Δεν φεύγουμε από εδώ, αν δεν φύγει το Μνημόνιο», λέει ένα από τα κεντρικά πανό στην πλατεία Συντάγματος. Αντί να ζητούν από την κυβέρνηση να πάψει να κωλυσιεργεί και να εφαρμόσει ρητά το Μνημόνιο -διότι δεν είμαστε στις 12 παρά 5', αλλά στις 12 και 5'-, εκείνοι ζητούν να φύγει το Μνημόνιο. Τι να πεις; Αν οι «αγανακτισμένοι» (που υποτίθεται ότι είναι ανεξάρτητοι και έξω από τα κόμματα) σκέφτονται έτσι, ε, τότε, το πηγάδι της ελληνικής κοινωνίας δεν έχει πάτο. Δυστυχώς, η χώρα που δεν θέλει να σωθεί δεν θα σωθεί. 

...................................................................................

Σχόλιο - απορία: Καλοί μας "αναλυτές" είστε σίγουροι ότι οι αγανακτισμένοι είναι οι ευνοημένοι του καθεστώτος της μεταπολίτευσης που αγανακτούν, επειδή χάνουν τα κεκτημένα και τα προνόμια τόσων χρόνων και που τα απέκτησαν με τις ρουσφετολογικές σχέσεις που καλλιέργησαν αριστοτεχνικά οι πολιτικάντηδες; Για τέτοιες απώλειες αγανακτούν οι αγανακτισμένοι; Και αν υπάρχουν και ευνοημένοι μέσα στους διαδηλωτές, πιστεύετε ότι αυτοί δίνουν τον τόνο στις 20 μέρες κινητοποιήσεων; Όχι, δεν το νομίζω. Έχω την εντύπωση ότι πρόκειται για την κινητοποίηση ενός μεγάλου κομματιού της "σιωπηλής πλειοψηφίας" που αποφάσισε να "μιλήσει", ετεροκινούμενο μόνο από τα παραδείγματα σιωπηλών πλειοψηφιών του εξωτερικού (ετεροκινούμενο μεν, αλλά για λογαριασμό του) που βρίσκεται τώρα ανάμεσα σε διπλά πυρά : ανάμεσα στους καλοθελητές των σημερινών επιλογών του συστήματος (που οδηγήθηκε από τους νυν και πρώην εκπροσώπους του στην κρίση) από τη μια, και στους επί 30 χρόνια λαο/εργατοπατέρες που εξαργύρωσαν την όποια ψευτοαγωνιστική τους δράση με προνόμια, ατομικό πλουτισμό και βουλευτιλίκια και θέλουν πράγματι να τα διατηρήσουν. Αλλά όχι, αγανακτισμένοι αληθινά είναι αυτοί που χρόνια τώρα - εκ γενετής σχεδόν, κάνουν καλά τη δουλειά τους, έμεναν, μένουν και μάλλον θα παραμείνουν  στην άκρη βλέποντας τους επιτήδειους να τους κλέβουν το δίκιο και τη ζωή και πριν την απόγνωση αποφάσισαν να αρθρώσουν - να προσπαθήσουν, έστω να αρθρώσουν έναν λόγο δικαιοσύνης. Μη τους ζητάμε και τα ρέστα...!

Δεν υπάρχουν σχόλια: