Διαφημιστές και παλικάρια
Γίναμε μαλλιά κουβάρια
 
Μισώ τις ιδέες που δεν αγαπάνε τους ανθρώπους. Όλους τους ανθρώπους με όλες τους τις αδυναμίες. Π.χ. τις ιδέες του Νίκου Δήμου. Δήθεν μοντέρνες, αλλά κατά βάθος αφόρητα ακαδημαϊκές εφόσον έχουν ηλικία μεγαλύτερη των δύο αιώνων και δεν έχουν βελτιωθεί διόλου. Βέβαια ο ίδιος μπορεί να καμαρώνει επαναλαμβάνοντας μισαλλόδοξες κοινοτοπίες ανάμεσα σε ημιμαθείς και αγράμματους όπως ο τέως αρχηγός του που πάντως πρόλαβε να τον εξαποστείλει, άνευ συνοπτικών καν διαδικασιών, αποκαλύπτοντας συγχρόνως την παντελή έλλειψη δημοκρατίας που διέπει το μιντιακό αυτό μόρφωμα. Αλλά και τη βουβαμάρα της συγκεκριμένης ιντελιγκέντσιας που έσπευσε να το στηρίξει. Αυτό είναι το νέο ήθος που επαγγέλλονται; Πού είναι ο Γραμματικάκης, η Κιντή; Πώς δέχονται το εξαποστειλλάριον του Δήμου χωρίς δεύτερη κουβέντα, επειδή απλώς είπε, άγαρμπα έστω, τη γνώμη του; Αλλά και τετριμμένες αλήθειες που ουδείς κατά βάθος αμφισβητεί. Εκτός κι αν η πολιτική σπέκουλα προς το πόπολο και τα προεκλογικά στρογγυλέματα υπερέχουν τόσο της επιστημοσύνης όσο και της ελευθεροστομίας. Ουαί υμίν, Φαρισαίοι υποκριταί.
Κατά τη γνώμη μου, ο Νίκος Δήμου είναι ένας μέτριος συγγραφέας που εδώ και μισόν αιώνα προσπαθεί να κάνει φασαρία γύρω από το όνομά του χωρίς να τα πολυκαταφέρνει. Η δυστυχία τού να είσαι ατάλαντος παρά τις γάτες, το φως των Ελλήνων (παράλληλα με τον επιδεικτικά διαφημιστικό μισελληνισμό του) και τα γιαλαντζή βολταιρικά του. Επειδή ο Βολταίρος αγαπούσε τους ανθρώπους πρώτα και μετά τις ιδέες ενώ ο Δήμου μισεί τους ανθρώπους, γι' αυτό προσβάλλει τα όποια τους πιστεύω, π.χ. μεγαλοβδομαδιάτικα, αγνοώντας την ιδέα της tolérance, αλλά και τις ιδιαιτερότητες και τις ευαισθησίες της συγκεκριμένης κοινωνίας. Μη έχοντας σωστή αίσθηση χρόνου, μην ξέροντας επίσης ότι ο αληθινός δάσκαλος εκπαιδεύει, δεν μυκτηρίζει αφ' υψηλού. Πράγμα που κάνει ο Δήμου κάθε χρόνο, σε κάθε γιορτή, βαρετά και προβλέψιμα. Όσο σιχαίνομαι τον εθνικισμό, άλλο τόσο σιχαίνομαι τους αρνητές του έθνους. Όσο φοβάμαι τη συντήρηση, άλλο τόσο φοβάμαι την άγνοια της παράδοσης.
Τη συνέχεια τη ξέρετε: Όπως τα λοιπά κόμματα, έτσι και το Ποτάμι φουσκώνουν ο κυρίαρχος λαϊκισμός και ο ανίκητος συντηρητισμός. Πρόκειται για εκείνο το στάτους που ο Κανιάρης καυτηρίαζε από το '90 με το έργο του "Ό,τι θέλει ο λαός...". Ο Δήμου, πια, εκτός Ποταμιού, δεν θα ξαναγίνει πρωτοσέλιδο έστω και αν αμφισβητήσει, αυτός ο ανυποχώρητος διανοητής, την παρθενία της Μαριάμ. Γι' αυτόν, βλέπετε, οι μύθοι, τα σύμβολα, οι παραδόσεις, η γοητεία του αγνώστου, η μεταφυσική αγωνία είναι εξοβελιστέες εμπρός στην τεχνοκρατική πανάκεια μιας προόδου που θα έπρεπε να είναι μονόδρομος, αλλά δεν είναι. Είπαμε: οι ιδέες και η αυταρέσκειά μας να είναι καλά, οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρουν. Πώς το έλεγε ο Καρούζος;
Μη με διαβάζετε όταν δεν πήγατε τουλάχιστον μια φορά στην αποκαθήλωση
Μη με διαβάζετε όταν έχετε δίκιο.
Και ο Νίκος Δήμου είναι οπαδός της μιας, της απόλυτης, της δογματικής αλήθειας, όπως εξάλλου και οι Χριστιανοί τους οποίους επικρίνει.
Αντιπαθώ τον Νίκο Δήμου από την εποχή που ήταν πρόεδρος στο Μουσείο Γιάννη Σπυρόπουλου. Δεν κατάλαβε τίποτε, δεν βοήθησε καθόλου. Έκτοτε αρθρογραφεί χωρίς στυλ και διανοείται χωρίς πρωτοτυπία. Ο Παπαγιώργης ή ο Βελουδής είναι εμπρός του τιτάνες. Ο Κονδύλης και ο Ραπτόπουλος καινοτόμοι, ανατρεπτικοί και βαθύνοες. Το "Πεθαίνω σαν χώρα" του Δημητριάδη είναι το αληθινά προφητικό κείμενο του '70. "Η δυστυχία να είσαι Έλληνας" ξεπεράστηκε από τη δυστυχία της μετριότητας. Κι όμως. Ο Δήμου έκανε και κάνει πάντα φασαρία, καλή ώρα όπως τώρα. Η... ευτυχία να είσαι διαφημιστής. Δηλαδή κάποιος της δουλειάς που κάνει το ασήμαντο πρόσκαιρα σημαντικό. Και καθιστά τις οποίες ιδέες εν τελεί αναλώσιμες, σαν τα αποσμητικά ή τις χαρτοπετσέτες. Σημεία των καιρών. O tempora, o μόρτες...
 
ΥΓ.: Μ' ενοχλεί σφόδρα που οι δημοσιογράφοι πολιτεύονται, δηλαδή ξεπουλάνε την ανεξαρτησία της γνώμης τους και την υποχρέωση της κριτικής αντί μιας κομματικής ταυτότητας. Θα μου πείτε, το δέλεαρ μιας πολιτικής καριέρας είναι τεράστιο. Θα συμφωνήσω μαζί σας ενθυμούμενος τις περιπτώσεις Ρωμαίου, Ρουσόπουλου, Καψή κ.λπ. Όμοια μ' ενοχλούν οι πανεπιστημιακοί που πολιτεύονται θέλοντας να σώσουν, κι αυτοί, την πατρίδα, ενώ ανέχθηκαν να διαλύονται οι ανώτατες σχολές.
Είναι πάντως τόσοι πολλοί οι κομματικοί δημοσιογράφοι των ψηφοδελτίων που άνετα σχηματίζουν κυβέρνηση, και μάλιστα υπεράριθμη. Κάποτε, συγκροτούσαν "κυβέρνηση" αποκλειστικά λοχαγοί και συνταγματάρχες. Αυτό πια είναι ντεμοντέ. Στη σύγχρονη μιντιακή δικτατορία και τον τηλεκοινοβουλευτισμό, μια κυβέρνηση αμιγώς από δημοσιογράφους θα εξέφρασε απόλυτα το Zeitgeist, το πνεύμα της εποχής.