..............................................................
Οι σύγχρονοι γελωτοποιοί της εξουσίας
Του Νίκου Κάπλαντζη*
Τώρα που η Κίνηση των 58 μάς τελείωσε και ο «νέος» με το σακίδιο
επιστρατεύεται για να εξισορροπήσει την πολιτική «ανισορροπία» που μια
αριστερόστροφη κυβέρνηση πιθανότατα να επιφέρει στο παγιωμένο εδώ και
χρόνια μιντιακά κανοναρχούμενο πολιτικό σύστημα, μια εκ παραλλήλου
στροφή έχει κυνικά ολοκληρωθεί. Αναφέρομαι στη χρονίζουσα τάση της
συνδιαλλαγής τής εκάστοτε καθεστωτικής εξουσίας με μέρος μιας
πολιτισμικής ελίτ· πανεπιστημιακής, καλλιτεχνικής κ.λπ.
Το «φαίνεσθαι» θα είναι καινούργιο. Η τάση της πολιτικής εξουσίας να
μεταμφιέζεται σε κάτι άλλο από αυτό που πραγματικά είναι μας πάει πολύ
πίσω. Από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας κάθε καθεστωτική εξουσία
έτεινε να νομιμοποιεί την παρουσία της μέσα από πολύμορφες
αισθητικοποιήσεις. Το κύρος του καλλιτέχνη, του συγγραφέα, του
επιστήμονα και η αντίστοιχη κατοχή του συμβολικού κεφαλαίου που
αναμφίβολα κατείχαν, ήταν ζήτημα επίδικο για τους πρωταγωνιστές του
πολιτικού δράματος. Σ’ αυτή την περίπτωση το στοιχείο της επιβολής έδινε
τη θέση του σ’ εκείνο του δημιουργικού διαλόγου ως απόρροια του
εξανθρωπισμού της πολιτικής. Η πολιτική της οικειότητας ήταν, και
συνεχίζει να είναι, συστατικό στοιχείο της πολιτικής πρακτικής.
Τα τελευταία χρόνια, και ιδιαίτερα από τη σημιτική περίοδο και μέχρι
τις μέρες μας αξιοσημείωτη είναι η τάση των καθεστωτικών ΜΜΕ να
χρησιμοποιούν την παρουσία πρόθυμων ανθρώπων των «Τεχνών και των
Γραμμάτων» ως οχηματικούς αγωγούς για τη νομιμοποίηση συντηρητικών
πολιτικών. Το οξύμωρο είναι ότι οι ίδιοι οι πνευματικοί άνθρωποι αυτής
της κατηγορίας με τη μια ή την άλλη έννοια συνηθίζουν να υποστηρίζουν
ότι παραμένουν «αριστεροί». Μάλιστα, ορισμένοι εξ αυτών είτε βρίσκονται
σε αυλές πρωθυπουργών, υπουργών και διαδρόμων της εξουσίας είτε οι ίδιοι
καταλαμβάνουν θεσμικούς ρόλους.
Επικαλούμαι την ιστορική σκηνή της συναυλίας των Πρεσπών το 2002,
όταν το μισό υπουργικό συμβούλιο είχε ανεβεί στην πίστα και άρχισε να
τραγουδάει την… «Απονη ζωή» (!), όχι τόσο για να υπενθυμίσω τη
γελοιότητα της σκηνής αλλά για να υπογραμμίσω την ευθύνη των ανθρώπων
που με το τάλαντο της σκέψης και της δημιουργίας οφείλουν να στέκονται
κριτικά απέναντι στην εξουσία αντί να γίνονται μέρος της. Δεν αξίζει να
απαριθμήσω τις περιπτώσεις. Είναι γνωστές. Οπως και εκείνες οι μορφές
δημιουργών που σήμερα φροντίζουν να διασώσουν την εικόνα τους
επανακάμπτοντας στην αντικαθεστωτική Αριστερά μετά από χρόνια ιδιώτευσης
στα σαλόνια της εξουσίας. Και αυτοί είναι οι πιο επικίνδυνοι γιατί
είναι και πιο κυνικοί.
Ο λόγος που αναφέρομαι στη σχέση της πολιτικής εξουσίας με τον
πνευματικό κόσμο είναι για να καταδείξω τις τεράστιες ευθύνες που είχε
στη γενικότερη αποπολιτικοποίηση του κοινωνικού δεσμού, την αποστροφή
των νέων από τα κοινά, την έκπτωση συλλογικών αξιών και οραμάτων. Ακόμα
και σήμερα, που η κοινωνία αγκομαχά, παρατηρούμε μια σειρά νεόκοπων
εκλογικών συνδυασμών να συμπληρώνεται από προβεβλημένα πρόσωπα που
θυμίζουν περιφερόμενους γυρολόγους, χωρίς αρχές και σταθερές. Οταν ο
αποσβολωμένος θεατής καθημερινά βομβαρδίζεται από την αγοραία
συναλλακτική λογική του «anything goes», τότε ενστικτωδώς αντιδρώντας
δικαιολογεί τον δικό του κυνισμό και ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται. Οταν
οι πολίτες παρατηρούν αναγνωρίσιμα πρόσωπα, ακόμα και ιστορικές
προσωπικότητες της τέχνης και της επιστήμης να υιοθετούν την άποψη του
μονόδρομου, της μη εναλλακτικής πρότασης, της προσαρμογής, τότε τι να
περιμένουμε από τον αγανακτισμένο πολίτη; Eπανάσταση;
Τα τελευταία μάλιστα καθεστωτικά πολιτικά μορφώματα οφείλουν μεγάλο
μέρος της παρουσίας τους σ’ αυτά τα δήθεν περισπούδαστα πρόσωπα. Η
διαδρομή είναι γνωστή: Μεγάλο Κανάλι, τηλεπαράθυρα, Μέγαρο Μουσικής,
παρουσιάσεις βιβλίων με γνωστούς και μη εξαιρετέους πολιτικούς και το
πακέτο συμπληρώνεται. Στην αρχή επιχειρηματολογούμε ως «αριστεροί της
ευθύνης» και στη συνέχεια μόνο ως απλά «υπεύθυνοι» πολίτες, έτοιμοι να
συνεργαστούμε με όλους για το καλό της πατρίδας. Βεβαίως και με το
σύστημα, με αντάλλαγμα μικροεξουσίες σε οργανισμούς, επιτροπές,
θεατρικές και άλλες σκηνές και ούτω καθ’ εξής. Και αφού τελειώσει ο
κύκλος τους και ξαναγυρίσουν στη σιωπή τους, οι ίδιοι πάντοτε πρόθυμοι
επανακάμπτουν. Το ίδιο κατά την άποψή μου ισχύει και για εκείνους που
χρησιμοποιούν μια a la carte
«επαναστατικότητα», χαρακτηριστική μια ιδεολογικής αμφισημίας και
αμφίβολης αξιοπιστίας, όπως λ.χ., η περίπτωση του Λαζόπουλου και πολλών
άλλων που ο Τύπος τον τελευταίο καιρό έχει σχολιάσει και που πολύ ορθά,
κατά τη γνώμη μου, δεν τους δόθηκε χώρος να ξεδιπλώσουν τον αμετροεπή
λαϊκισμό τους στους εκλογικούς συνδυασμούς της Αριστεράς.
* Μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Πολιτικής Επιστήμης
* Μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Πολιτικής Επιστήμης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου