Τρίτη 29 Απριλίου 2014

«Άλλο αμνηστία, άλλο αμνησία» από τον Κώστα Αθανασίου ("Εποχή", 19/4/2014)

............................................................

«Άλλο αμνηστία, άλλο αμνησία»

  • Γράφτηκε από τον/την Κώστας Αθανασίου


Μάρκος Άνα: Πείτε μου πώς είν’ το δέντρο – Αναμνήσεις από τη φυλακή και τη ζωή
(μτφ. Νάννα Παπανικολάου, εκδ. Καστανιώτη, 2014)

Αλλά το πιο σημαντικό ίσως αποτέλεσμα του συστήματος φυλάκισης και της επέκτασής του πολύ πέρα από τη νόμιμη φυλάκιση είναι ότι κατορθώνει να καταστήσει φυσικό και θεμιτό το δικαίωμα του κολασμού ή τουλάχιστον να υποβιβάσει το κατώφλι της ανεκτικότητας προς την ποινή. Τείνει να εξαλείψει ό,τι υπέρμετρο υπάρχει στην άσκηση της τιμωρίας.
Μισέλ Φουκώ, Επιτήρηση και τιμωρία.
Η γέννηση της φυλακής

Τι σημαίνει να ζήσει κανείς 23 χρόνια, μια ολόκληρη ζωή, έγκλειστος στη φυλακή, ως πολιτικός κρατούμενος; Και τι σημαίνουν άραγε 23 χρόνια σε ένα κελί όταν μια ολόκληρη χώρα ολόγυρα είναι μια τεράστια φυλακή και μια τεράστια μηχανή θανάτου;

Πολιτικός κρατούμενος για 22 χρόνια

Ο ποιητής Μάρκος Άνα (πραγματικό όνομα Φερνάντο Μακάρο Καστίγιο) συνελήφθη με το τέλος του Ισπανικού Εμφυλίου, της Ισπανικής Επανάστασης, το 1939. Καταδικάστηκε δύο φορές σε θάνατο και έμεινε στη φυλακή μέχρι το 1961, οπότε αφέθηκε ελεύθερος, κάτω από την πίεση και ενός μεγάλου διεθνούς κινήματος αλληλεγγύης που ζητούσε την αποφυλάκισή του. Στις 17 Νοεμβρίου 1961, ο Φράνκο εξέδωσε ένα διάταγμα που απελευθέρωνε όσους πολιτικούς κρατούμενους ήταν στη φυλακή συνεχώς για πάνω από είκοσι χρόνια. Στη φυλακή του Μπούργος, όπου βρισκόταν ο Μάρκος Άνα μαζί με άλλους 464 κρατούμενους, ήταν ο μοναδικός που πληρούσε την προϋπόθεση. Υπήρξε ο πολιτικός κρατούμενος που έζησε περισσότερο χρόνο στις φυλακές της φρανκικής δικτατορίας.
Ο Μάρκος Άνα γεννήθηκε στην περιοχή της Σαλαμάνκα, το 1920. Στα δεκάξι του εντάχθηκε στη Σοσιαλιστική Νεολαία (τον Απρίλιο του 1936 ολοκληρώθηκε η συνένωση της Σοσιαλιστικής και της Κομμουνιστικής Νεολαίας) και, με το ξέσπασμα του πολέμου, το 1936, βρέθηκε στο μέτωπο. Με τη συγκρότηση του τακτικού στρατού των Δημοκρατικών αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το μέτωπο, επειδή ήταν ανήλικος, αλλά επέστρεψε μόλις έκλεισε τα δεκαοκτώ του, ενταγμένος στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Μετά την ήττα των Δημοκρατικών συνελήφθη, διέφυγε, αλλά τον έπιασαν ξανά και καταδικάστηκε σε θάνατο.
Μέσα στη φυλακή άρχισε να γράφει ποιήματα, τα οποία έβγαιναν έξω με διάφορους τρόπους και αποκτούσαν τη δική τους ζωή: «οι σύντροφοι, όταν ξεχνούσαν κάποιον στίχο, πρόσθεταν άλλον, δικής τους εσοδείας. Και μου έχει τύχει να διαβάζω ποιήματά μου στα οποία κάποιοι στίχοι δεν μου κάθονταν πολύ καλά», λέει σε μια συνέντευξή του.
Από τις σελίδες του Μάρκος Άνα περνά όλο το πανόραμα της ζωής στη φυλακή, οι αναμνήσεις που μέσα στο κελί σιγά-σιγά ξεθωριάζουν και σβήνουν, η πείνα και η αλληλεγγύη, ο φόβος και η αυτοπεποίθηση, τα βασανιστήρια, οι ασκήσεις σαδισμού και οι καθημερινές εκτελέσεις, οι αποχαιρετισμοί των μελλοθάνατων, η οικογένεια ως «αχίλλειος πτέρνα» των κρατουμένων, η μοναξιά και η φιλία, η προσπάθεια να διασωθεί η αξιοπρέπεια και η ανθρωπιά, η πίστη στη ζωή τη στιγμή που το σύνθημα των εχθρών ήταν «ζήτω ο θάνατος!».
Στο βιβλίο θα βρούμε ακόμα και το ποίημα που του έχει γράψει η Έλλη Παππά: «Μου το έστειλε η ίδια από τη φυλακή της, στην Ελλάδα. Το γραπτό βγήκε λαθραία από τη φυλακή της, διέσχισε την Ευρώπη και μπήκε παράνομα στη φυλακή του Μπούργος».

Σοκ μετά την αποφυλάκιση

Και θα βρούμε και το σοκ της ανακάλυψης ενός καινούργιου και άγνωστου κόσμου, με την αποφυλάκιση. Θα βρούμε τη συγκίνηση, όταν ανακαλύπτει άγνωστες μουσικές, θα βρούμε και την τρυφερότητα της πόρνης την πρώτη φορά που ο αποφυλακισμένος κάνει έρωτα, στα 42 του.
Ο Μάρκος Άνα βγήκε από τη φυλακή το 1961 και αμέσως ξεκίνησε μια νέα φάση της πολιτικής του δραστηριότητας, πάντα στις γραμμές του Κομμουνιστικού Κόμματος και στο πλαίσιο της διεθνούς αλληλεγγύης. Ταξίδεψε σε πολλές χώρες του κόσμου, συνάντησε τον Τσε (ο Μάρκος Άνα τον θυμάται στη συνάντησή τους να του λέει: «οι επαναστάτες πρέπει να είμαστε υποδειγματικά λιτοί, ιδίως όταν είμαστε στην εξουσία»), τον Ραούλ και τον Φιντέλ Κάστρο (που είχε προτείνει στον Φράνκο ανταλλαγή για την απελευθέρωση του Μάρκος Άνα), έγινε φίλος με τον Σαλβαδόρ Αλιέντε και τον Πάμπλο Νερούδα (που έδωσε στον Μάρκος Άνα και την ιδέα για τον τίτλο του βιβλίου που κάποτε θα έγραφε: «κάτι του τύπου Αφηγήσεις από τη φυλακή και τη ζωή»), συνεργάστηκε με την Πασιονάρια και θυμάται τα άσβεστα σημάδια από την ιστορική της φράση «καλύτερα να πεθαίνεις όρθιος παρά να ζεις γονατιστός».
Σε αρκετές σελίδες του βιβλίου ξετυλίγεται η παγκόσμια καμπάνια για να σωθεί από την εκτέλεση ο Χουλιάν Γκριμάου («Στης Μαδρίτης την γκρίζα αυγή, / την ώρα που σε μας ο ήλιος από αίμα βγαίνει, / πεθαίνει ο Χουλιάν Γκριμάου») – καμπάνια στην οποία ο Μάρκος Άνα έπαιξε εξαιρετικά ενεργό ρόλο.

Το πιο δύσκολο ήταν η ελευθερία

Όταν ο Μάρκος Άνα βγήκε από τη φυλακή και τον ρωτούσαν ποιο ήταν το πιο δύσκολο πράγμα, εκείνος απαντούσε «το πιο δύσκολο ήταν η ελευθερία». «Άλλο η αμνηστία, άλλο η αμνησία», λέει σε μια συνέντευξή του. Μετά από τόσα χρόνια στη φυλακή, ο Μάρκος Άνα δεν μιλάει για χαμένη ζωή. Αρνείται το μίσος και την εκδίκηση, αλλά εξίσου έντονα αρνείται και τη λήθη. Χωρίς κανένα συναίσθημα ήττας, υπερασπίζεται ακόμα την πολιτική του στράτευση και θέση, ακόμα κι όταν αναστοχάζεται: «κάναμε λάθη, αλλά τα κάναμε αγωνιζόμενοι, κάναμε ίσως πολλά, διότι αγωνιστήκαμε πολύ και δεν κάτσαμε ούτε μέρα στην πόρτα του μαγαζιού μας για να δούμε να περνά το κουφάρι του εχθρού μας».
Το βιβλίο του Μάρκος Άνα είναι ένα ντοκουμέντο, δεν διεκδικεί το βάρος της πολιτικής ανάλυσης, ούτε δάφνες λογοτεχνικότητας. Ο συγγραφέας, στα ογδόντα επτά του πια, όταν γράφει το βιβλίο, θέλει να μας αφηγηθεί απλά και λιτά την εμπειρία του, την ιστορία του, το πώς έζησε εκείνος το μεγάλο σκοτάδι της φρανκικής Ισπανίας. Όπως γράφει στον πρόλογο του βιβλίου ο φίλος του, Ζοζέ Σαραμάγκου, μιλώντας για τους πολιτικούς κρατούμενους: «πείτε τους πώς είναι το δέντρο […] πείτε τους πώς είναι η δικαιοσύνη […], μην τους λέτε όμως τι είναι η αξιοπρέπεια, τη γνωρίζουν πολύ καλά, μαζί της κοιμούνται και μαζί της ξυπνούν».

Κώστας Αθανασίου

Αναδημοσίευση από τη στήλη «Μικρά Σχόλια για βιβλία που διάβασα», του ιστότοπου της «Εποχής».

Δεν υπάρχουν σχόλια: