Δευτέρα 31 Ιουλίου 2017

Πέθανε ο ηθοποιός, συγγραφέας και σκηνοθέτης Σαμ Σέπαρντ (http://www.tovima.gr, 31/07/2017)

...............................................................

Πέθανε ο ηθοποιός, συγγραφέας και σκηνοθέτης Σαμ Σέπαρντ

Σε ηλικία 73 ετών - Ηταν βραβευμένος με Πούλιτζερ και υποψήφιος για Οσκαρ
 
 http://www.tovima.gr, 31/07/2017
 
Πέθανε ο ηθοποιός, συγγραφέας και σκηνοθέτης Σαμ Σέπαρντ



 
 
Σε ηλικία 73 ετών πέθανε ο Σαμ Σέπαρντ, βραβευμένος με Πούλιτζερ θεατρικός συγγραφέας, υποψήφιος για Όσκαρ ηθοποιός, σεναριογράφος και σκηνοθέτης.
Ο Σέπαρντ, ο οποίος υπέφερε από την ασθένεια ALS (γνωστή και ως Νόσος του Λου Γκέριγκ) απεβίωσε στις 27 Ιουλίου στο σπίτι του στο Κεντάκι.

Η καριέρα του Σέπαρντ στον κινηματογράφο ως ηθοποιός άρχισε με την εμφάνισή του στην ταινία «Μέρες ευτυχίας» του Τέρενς Μάλικ και «Ρενάλντο και Κλάρα» του Μπομπ Ντίλαν, παραγωγές και οι δύο του 1978.

Μερικά χρόνια αργότερα, το 1984 θα κέρδισε την μοναδική υποψηφιότητά για Οσκαρ (Β’ ρόλου) για την ταινία «Κατάλληλοι άνθρωποι» του Φίλιπ Κάουφμαν.

Είχε γράψει 44 θεατρικά έργα και είχε κερδίσει βραβείο Πούλιτζερ το 1979 για το θεατρικό «Buried Child».

Η Αμερικανίδα ηθοποιός Τζέσικα Λανγκ υπήρξε ο μεγάλος έρωτας του Σαμ Σέπαρντ και η σχέση τους είχε απασχολήσει σε μεγάλο βαθμό τα ΜΜΕ στην δεκαετία του 1980. Ο Σέπαρντ γνώρισε την Λανγκ στα γυρίσματα της ταινίας τους «Φράνσις, μια αδέσμευτη γυναίκα» (1982) που υπήρξε υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της Λανγκ. Ακολούθως έπαιξε επίσης μαζί της στις ταινίες «Πικρή γη» και «Εγκλήματα Καρδιάς» σκηνοθετώντας την στο Far North (1988).

Ο Σαμ Σέπαρντ ασχολήθηκε για πρώτη φορά με τον κινηματογράφο ως ένας από τους σεναριογράφους της ταινίας «Zabriskie Point» του Μικελάντζελο Αντονιόνι. Το 1985 πρωταγωνίστησε στην κινηματογραφική μεταφορά του δικού του θεατρικού έργου «Τρελός για Έρωτα». Μετρούσε 10 βραβεία Όμπι ενώ για το έργο του «Burried child» αλλά και για το «Τrue West»« ο Σέπαρντ κέρδισε το Τόνι.

Μεγάλη στιγμή στην καριέρα του Σέπαρντ υπήρξε η συνεργασία του με τον Γερμανό σκηνοθέτη Βιμ Βέντερς για τον οποίο έγραψε το σενάριο της ταινίας «Παρίσι Τέξας». Η ταινία υπήρξε μεγάλη καλλιτεχνική επιτυχία της δεκαετίας του 1980 μετά την βράβευσή της με τον Χρυσό Φοίνικα το 1984.

Ο Σέπαρντ είχε εμφανιστεί σε δεκάδες ταινίες. Ανάμεσά τους οι «Μαύρο γεράκι: Η κατάρριψη», «Η δολοφονία του Τζέσε Τζέιμς από τον δειλό Ρόμπερτ Φορντ», «Ο εκλεκτός της νύχτας», «Σκότωσέ τους γλυκά» και «Σκουριασμένη πόλη».

Είχε επίσης σκηνοθετήσει στο σινεμά την ταινία «Σιωπηλή γλώσσα» (1993) με τον Ρίβερ Φοίνιξ.

"Pickpocket: Η ηθική της παρανομίας" της Ελίζας Σικαλοπούλου (http://cinephilia.gr, 1/8/2017)

.............................................................


της Ελίζας Σικαλοπούλου


b_505X0_505X0_16777215_00_images_1617_pickpocket-1.jpg

Αν το δέον δε συναντήσει δραματικά το ανοικονόμητο είναι της ξέφραγης ζωής, δεν ξέρει τι να κάνει τον εαυτό του.” 
Κωστής Παπαγιώργης
Αυτή η αντιθετική συνάντηση του καθήκοντος με την έξαρση του αμοραλιστικού βίου, σαν χημική αντίδραση, περιγράφεται σε εξομολογητικούς, χαμηλόφωνους τόνους στο μινιμαλιστικό φιλμ του Μπρεσόν  (Robert Bresson) , “Pickpocket”. Ο πρωταγωνιστής, Μισέλ, η μυστηριώδης φιγούρα με το παρατηρητικό βλέμμα και το βραδυφλεγές πάθος, διηγείται με λεπτομέρεια το χρονικό της πορείας του από την οικονομική δυσχέρεια και τις μικροκλοπές στη ζοφερή πραγματικότητα των φυλακών. Προσεγγίζοντας τους εξωτερικούς χώρους με οπτικά ερεθίσματα που αναδεικνύουν τα πλεονεκτήματα του φυσικού φωτισμού, ο Μισέλ εκθέτει με ενθουσιασμό το προσωπικό του μοτίβο στην κλοπή πορτοφολιών με τη μέθοδο του “ψαλιδιού”, αντιμετωπίζοντας την πράξη του πρωτόγονα και τα θύματά του σαν ανώνυμες, απλοϊκές μονάδες που υποτάσσονται στη δική του ελευθερία βούλησης. Οι σχεδόν εκκωφαντικοί ήχοι των βημάτων των περαστικών και των μέσων μεταφοράς, οι επίμονες σκιές, η οπτική επαφή θύτη και θύματος και η αδιάκριτη, ηδονοβλεπτική εμμονή του σκηνοθέτη στα κοντινά πλάνα των χεριών – που με εκπληκτική μεθοδικότητα αναμένουν την κατάλληλη στιγμή της αρπαγής- χαλκεύουν βαθμιαία την εύθραυστη ψυχοσύνθεση του πρωταγωνιστή, καθώς κλιμακώνεται η αγωνία του για την περάτωση των ενεργειών του.

b_505X0_505X0_16777215_00_images_1617_pickpocket-2.jpg
 

Σε μια πρωταρχική ανάγνωση, ο θεατής-συνένοχος θα μπορούσε να προβεί εξεταστικά, κρατώντας σφιχτά στα χέρια του το μεγεθυντικό φακό της κοινής γνώμης, αλλά και οπλισμένος με έναν καζουϊσμό στον οποίο υπάγεται η κλοπή λόγω της φτώχειας του πορτοφολά, σε μια στιρνερική ερμηνευτική της δύναμης, σύμφωνα με την οποία ο εγωιστής “έχει το δικαίωμα να είναι ό,τι έχει τη δύναμη να είναι”. Ωστόσο, στην εμβληματική σκηνή στο μπαρ, ο πρωταγωνιστής διερωτάται αν οι ιδιοφυΐες, εφόσον είναι απαραίτητες για την κοινωνία, θα έπρεπε να είναι ελεύθερες να παραβαίνουν κάποιους νόμους. Προσθέτει μάλιστα ότι την επικύρωση της ιδιοφυΐας την αναλαμβάνει η ίδια, η συνείδησή της. Αυτό το νέο ιδεολογικό φύσημα εν τω μέσω της αφήγησης, τροφοδοτεί τα κίνητρα του Μισέλ με ένα ριζοσπαστικό ηθικό υπόβαθρο που τείνει στην αποδόμηση της καθεστηκυίας ηθικής τάξης στην παραδοχή του πρωταγωνιστή ότι η καταπάτηση του νόμου θα είχε κοινωνικό όφελος. Σαφέστατα, μια τέτοια νομιμοποίηση και, κατ’ επέκταση, η πλήρης αυτονόμηση της πράξης θα συνέτεινε στην επαναδιαπραγμάτευση της αποκλίνουσας συμπεριφοράς εν γένει, καθώς η τελευταία θα καθίστατο ολιστική. Το ουσιώδες ερώτημα, όμως, που τίθεται σε αυτή την περίπτωση είναι με τι είδους κριτήριο θα αίρονταν η ατομική ηθική συνείδηση στην καθολική συνείδηση του μεγαλοφυούς; Σε μια αόρατη σκηνή, στο σημείο αυτό, παρακολουθούμε τη σωκρατική απολογία να διεκδικεί δωρεάν σίτιση στο Πρυτανείο και να αναβιώνει συνάμα την επιταγή της μέριμνας για το παραμελημένο σώμα των διανοουμένων μέσα στην αντι-πνευματική, καπιταλιστική κοινωνία του Pickpocket.
Η εστίαση στον πρωταγωνιστή καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας εξαίρει την κλοπή ως πράξη γενναιότητας, αισθητικής, ως μια ιδιότυπη μορφή τέχνης, που οραματίζεται καρτερικά την ανατροπή του συστήματος, ενόσω το υποκείμενο βυθίζει αργά τα δάχτυλά του στην τσέπη του ανυποψίαστου, εκλεπτυσμένου και ενάρετου νοικοκυραίου. Απελπισμένος και ταξικά εγκλωβισμένος, ο κλέφτης δρα νωχελικά και γαλήνια, με μια δήθεν αφέλεια στην αφή, αντιμαχόμενος τη διαρκή υπενθύμιση του κινδύνου και την υπερέκκριση αδρεναλίνης. Ο Γάλλος στοχαστής Ζαν-Μαρί Γκυώ υποστηρίζει πως “το ηθικό στοιχείο στον άνθρωπο δεν έχει ανάγκη από καταναγκασμό, από αναγκαστική υποχρέωση, από επικύρωση εκ των άνω· αναπτύσσεται μέσα μας, εξ αιτίας της ανάγκης του ανθρώπου να ζει γεμάτη, έντονη, παραγωγική ζωή. Ο άνθρωπος δεν αρκείται στη συνήθη, κοινότυπη πράξη· αναζητά την ευκαιρία να επεκτείνει τα όριά της,” τα όρια της ελεύθερης δράσης που διαστέλλονται αιώνια.
Είναι, παρά ταύτα, φανερό ότι η αυστηρή οριοθέτηση της ελευθερίας και η ισχύουσα ηθική τελικά παγιδεύουν το Μισέλ στα δίχτυα της καταστολής. Όποιος παίζει με τη φωτιά, οφείλει να γνωρίζει πως ενδέχεται να καεί. Στο περιβάλλον της φυλακής εκτονώνονται, για πρώτη, ίσως, φορά, τα καταπιεσμένα συναισθήματα του πρωταγωνιστή και ο διαλυμένος ψυχισμός του που αρχικά ενσαρκώθηκε στην ανύπαρκτη σχέση του με τη μητέρα του, σε απόλυτη αντιστοιχία με το Μερσώ, τον “ξένο” του Καμύ. Ο Μισέλ, παρασυρμένος, πια, από τη βία του γεγονότος σε σκέψεις αυτοκτονίας, φτάνει σε μια ικετευτική στάση απέναντι στην ίδια την ουσία της ζωής. Τότε, εισβάλλει στη ζωή του η Ζαν, σαν σύμβολο της πανανθρώπινης ηθικής, που αφουγκράζεται τη συντριβή του πρωταγωνιστή σε κάθε κύτταρό της και του εκμαιεύει τρυφερά τα δυνατά, τελευταία του λόγια:
Αχ, Ζαν, για να φθάσω σε σένα, τι τρελό μονοπάτι μου έμελλε να ακολουθήσω!

Το άρθρο της φίλης στο fb Ελίζας Σικαλοπούλου συνοδεύεται από το βίντεο:

Oscar Peterson - Hymn To Freedom

Δημοσιεύτηκε στις 13 Δεκ 2010
Live in Denmark,1964.
Oscar Peterson on Piano
Ray Brown on Bass
Ed Thigpen on Drums


Πέθανε η σπουδαία Γαλλίδα ηθοποιός Ζαν Μορό (http://www.protothema.gr, 31/07/2017)

...............................................................
 

Σε ηλικία 89 ετών «έσβησε» ένα από τα ινδάλματα του γαλλικού σινεμά

Πέθανε η σπουδαία Γαλλίδα ηθοποιός Ζαν Μορό


Πέθανε η σπουδαία Γαλλίδα ηθοποιός Ζαν Μορό

 

Την προτιμούσαν μεγάλοι σκηνοθέτες λόγω του ταλέντου, της ομορφιάς της αλλά και της επιβλητικής φωνής της - Είχε παίξει και στο «Μετέωρο βήμα του πελαργού» του Αγγελόπουλου

 

Η Ζαν Μορό, η σπουδαία Γαλλίδα ηθοποιός, σκηνοθέτρια και σεναριογράφος πέθανε σήμερα στο Παρίσι σε ηλικία 89 ετών. Η ηθοποιός με την αισθησιακή ομορφιά και την απαράμιλλη επιβλητική φωνή, που γοήτευσε τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες στα 65 χρόνια της καριέρας της, «απεβίωσε στο διαμέρισμα της», όπως δήλωσε η Ζαν Οτεσέρ, δήμαρχος του 8ου διαμερίσματος της γαλλικής πρωτεύουσας. Σύμφωνα με πληροφορία του περιοδικού Closer, η οικιακή της βοηθός βρήκε την Ζαν Μορό νεκρή όταν πήγε στις 7.30΄το πρωί στο σπίτι της οδού Φομπούρ Σεντ-Ονορέ για να αρχίσει τη δουλειά της.

Η Ζαν Μορό γεννήθηκε το 1928 στο Παρίσι από Γάλλο πατέρα και Αγγλίδα μητέρα. Ξεκίνησε την καριέρα της το 1947 στο θέατρο, έγινε βασικό στέλεχος της Κομεντί Φρανσαίζ την περίοδο 1947-1951 (τότε ήταν το νεότερο σε ηλικία μέλος αυτού του οργανισμού), στη συνέχεια συνεργάστηκε με το Theatre National Populaire και κατόπιν έκανε προσωπικούς θιάσους.

Ερμήνευσε πρωταγωνιστικούς ρόλους σε έργα των Σαίξπηρ, Μολιέρου, Μαριβώ, Ζωρζ Φεντώ, Ιβάν Τουργκένιεφ, Αντρέ Ζιντ, Ζαν Κοκτώ, Τζωρτζ Μπέρναρ Σω, Τένεσι Γουίλιαμς, Πέτερ Χάντκε, Χάινερ Μύλερ και συνεργάστηκε με μεγάλους σκηνοθέτες όπως ο Πήτερ Μπρουκ, ο Κλωντ Ρεζύ, ο Αντουάν Βιτέζ και ο Κλάους Μίκαελ Γκρύμπερ).

Στις μεγάλες θεατρικές επιτυχίες της συγκαταλέγονται ο ρόλος της Βέρα στο έργο του Ιβάν Τουργκένιεφ Ένας μήνας στην εξοχή (1947, σε ηλικία μόλις 19 ετών), ο ρόλος της Ελίζα Ντούλιτλ στο έργο του Τζωρτζ Μπέρναρ Σω Πυγμαλίων (1954), ο ρόλος της Μάγκι στο έργο του Τένεσι Γουίλιαμς Η λυσσασμένη γάτα (1957), ο ρόλος της Λούλου στο έργο του Φρανκ Βέντεκιντ Λούλου (1976), ο ρόλος της Τσερλίν στο έργο του Χέρμαν Μπροχ Η διήγηση της υπηρέτριας Τσερλίν (1986-1988), για το οποίο τιμήθηκε με βραβείο Μολιέρ α' γυναικείου ρόλου το 1988, και ο ρόλος της Σελεστίνας στο έργο του Φερνάρντο Ντε Ρόχας Η Σελεστίνα (1989).

Η Μορό ποζάρει σε φωτογράφο στα γυρίσματα της ταινίας «Εύα» στη Βενετία (1 Νοεμβρίου 1961)
 
Το 1949 έκανε το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο στο φιλμ «Dernier amour». Πρωταγωνίστησε τόσο σε ταινίες του παραδοσιακού εμπορικού κυκλώματος όσο και σε ταινίες του Νέου Γαλλικού Κύματος και συνεργάστηκε με σκηνοθέτες όπως ο Φρανσουά Τρυφώ, ο Λουί Μαλ, ο Ζαν-Λυκ Γκοντάρ και ο Ζαν Ρενουάρ.

Πρωταγωνίστησε σε πολύ σημαντικές δημιουργίες του γαλλικού σινεμά, όπως την ταινία του Τρυφώ «Ζυλ και Τζιμ» (1962, στον θρυλικό ρόλο της Κατρίν, της νεαρής χαρισματικής γυναίκας που εμπλέκεται σε ένα επικίνδυνο ερωτικό τρίγωνο με δύο επιστήθιους φίλους).


Επίσης στο «Η νύφη φορούσε μαύρα» (1967, στον ρόλο της Ζυλί Κολέρ, μιας νεαρής γυναίκας που αποφασίζει να εκδικηθεί τους πέντε άντρες που ευθύνονται για τη δολοφονία του συζύγου της), οι ταινίες του Μαλ «Ασανσέρ για δολοφόνους» (1958, στον ρόλο της Φλοράνς Καραλά, μιας γοητευτικής άπιστης συζύγου που περιπλανιέται στο νυχτερινό Παρίσι, περιμένοντας μάταια τον εραστή της που έχει παγιδευτεί σε ένα ασανσέρ)
 
Στο «Οι εραστές» (1958, στον ρόλο της Ζαν Τουρνιέ, μιας νεαρής γυναίκας που εγκαταλείπει τον σύζυγό της και τη μικρή της κόρη για έναν φοιτητή που μόλις έχει γνωρίσει) και «Βίβα Μαρία» (1965, όπου η Ζαν Μορό και η Μπριζίτ Μπαρντό υποδύονται δύο χορεύτριες του μιούζικ-χωλ, που εμπλέκονται σε μια επανάσταση στο Μεξικό στις αρχές του εικοστού αιώνα)


Επίσης στην ταινία του Ζακ Ντεμύ «Το λιμάνι των αγγέλων» (1963, στον ρόλο της Τζάκι, μιας μοιραίας γυναίκας παθιασμένης με τον τζόγο), η ταινία του Ροζέ Βαντίμ «Επικίνδυνες σχέσεις» (1959, στον ρόλο της σατανικής Ζυλιέτ Ντε Μερτέιγ), η ταινία του Φιλίπ Ντε Μπροκά «Παράνομη ευτυχία» (1972, στον ρόλο της Λουίζ, μιας 40άρας δασκάλας που ερωτεύεται έναν πολύ νεότερό της άντρα) και η ταινία του Μπερτράν Μπλιέ «Ο χορός των διεφθαρμένων» (1974, στον ρόλο της Ζαν, μιας γυναίκας που βγαίνει από τη φυλακή και έχει μια ερωτική περιπέτεια με δύο νεότερούς της άντρες).

(24 Ιανουαρίου 1960)

 


Εκτός από ταινίες Γάλλων σκηνοθετών, η Μορό πρωταγωνίστησε σε έργα του Λουίς Μπουνιουέλ, (Το ημερολόγιο μιας καμαριέρας, 1964, στον ρόλο της Σελεστίν, μιας φιλόδοξης καμαριέρας που προσπαθεί να ανέλθει κοινωνικά στην επαρχιακή Γαλλία του Μεσοπολέμου), του Μικελάντζελο Αντονιόνι (Η νύχτα, 1961, στον ρόλο της Λίντια, της αποξενωμένης συζύγου ενός διάσημου συγγραφέα), του Όρσον Γουέλς (Η δίκη, 1962, Οι καμπάνες του μεσονυκτίου, 1966, Αθάνατη ιστορία, 1968, στον ρόλο της Βιρζινί, μιας πόρνης που δέχεται να συμμετάσχει στην αναπαράσταση ενός θρύλου), του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ (Ο καβγατζής, 1982, στον ρόλο της Μαντάμ Λυζιάν, μοναδικής γυναικείας παρουσίας σε ένα ανδροκρατούμενο σύμπαν), του Θόδωρου Αγγελόπουλου (Το μετέωρο βήμα του πελαργού, 1991, στον ρόλο της Γαλλίδας συζύγου ενός εξαφανισμένου Έλληνα πολιτικού), του Τόνυ Ρίτσαρντσον (Φλογισμένη σάρκα, 1966, στον έξοχο ρόλο μιας δαιμονικής δασκάλας, Ο ναύτης του Γιβραλτάρ, 1967, στον ρόλο της Άννα, μιας γοητευτικής Γαλλίδας που αναζητεί τον νεανικό της έρωτα), του Πήτερ Μπρουκ (Μοντεράτο καντάμπιλε, 1960, στον ρόλο της Αν Ντεμπαρέντ, μιας παντρεμένης αστής που ερωτεύεται έναν εργάτη), του Ηλία Καζάν (Ο τελευταίος των μεγιστάνων, 1976, στον ρόλο μιας Γαλλίδας σταρ στο Χόλυγουντ της δεκαετίας του 1930), του Τζόζεφ Λόουζυ (Εύα, 1962, στον εμβληματικό ρόλο της Εύα, μιας πόρνης πολυτελείας που ταπεινώνει έναν νεαρό συγγραφέα σε μια Βενετία που αργοπεθαίνει, Μίστερ Κλάιν, 1976, Η πέστροφα, 1982), του Μάρτιν Ριτ (Η Γιοβάνκα και οι άλλες, 1960), του Βιμ Βέντερς (Μέχρι το τέλος του κόσμου, 1991) και του Μανοέλ Ντε Ολιβέιρα (Ο Γκέμπο και η σκιά του, 2012). Έπαιξε, επίσης, σε αρκετές χολυγουντιανές παραγωγές, όπως Οι νικητές (1963) του Καρλ Φόρμαν, Η κίτρινη Ρολς-Ρόυς (1964) του Άντονυ Άσκουιθ, Το τραίνο (1964) του Τζων Φρανκενχάιμερ, Η Μεγάλη Αικατερίνη (1968) του Γκόρντον Φλέμυνγκ και Μόντυ Γουώλς (1970) του Γουίλιαμ Φρέικερ, Ερμήνευσε συχνά ρόλους απελευθερωμένης μοιραίας γυναίκας, με έντονο πάθος και δυναμισμό, και συμπρωταγωνίστησε με διάσημους ηθοποιούς όπως ο Ζαν Γκαμπέν, ο Ζεράρ Φιλίπ, ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, ο Πήτερ Ο' Τουλ, ο Μπαρτ Λάνκαστερ, ο Ζαν-Πολ Μπελμοντό, ο Αλαίν Ντελόν, ο Ζαν-Λουί Τρεντινιάν, ο Λη Μάρβιν, ο Μισέλ Πικολί, ο Μαξ Φον Σύντοβ, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο και ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ. Επιπρόσθετα, σκηνοθέτησε η ίδια δύο ταινίες (Φως, 1976 και L'adolescente, 1979) και ασχολήθηκε και με το τραγούδι.

Έχει λάβει το βραβείο καλύτερης ηθοποιού στο φεστιβάλ των Καννών (από κοινού με τη Μελίνα Μερκούρη) για το Μοντεράτο Καντάμπιλε, το BAFTA καλύτερης ξένης ηθοποιού για το Βίβα Μαρία και το Σεζάρ Α' γυναικείου ρόλου για το La vieille qui marchait dans la mer. Για τη συνολική της προσφορά, έχει λάβει τον Τιμητικό Χρυσό Λέοντα του Φεστιβάλ Βενετίας, το Τιμητικό BAFTA της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, την Τιμητική Χρυσή Άρκτο του Φεστιβάλ Βερολίνου και το Τιμητικό Σεζάρ.

Διετέλεσε Πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής του Φεστιβάλ Καννών δύο φορές, το 1975 και το 1995, και Πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής του Φεστιβάλ Βερολίνου το 1983.

Παντρεύτηκε δύο φορές: με τον Γάλλο σκηνοθέτη και ηθοποιό Ζαν-Λουί Ρισάρ (1949-1956), με τον οποίο απέκτησαν έναν γιο, τον Ζερόμ, και με τον Αμερικανό σκηνοθέτη Γουίλιαμ Φρήντκιν (1977-1979).


Φιλμογραφία
 
1949 Dernier amour
1950 Meurtres (Ο τρίτος αδελφός)
1950 Pigalle-Saint-Germain-des-Pres
1952 L'homme de ma vie
1952 Il est minuit, docteur Schweitzer
1953 Dortoir des grandes (Η κολασμένη του παρθεναγωγείου)
1953 Julietta (Τα καπρίτσια της Ζυλιέττας)
1954 Touchez pas au grisbi (Ας με κρίνει η κοινωνία)
1954 La reine Margot (Βασίλισσα Μαργκό)
1954 Secrets d' alcôve (Τα μυστικά της κρεββατοκάμαρας)
1954 Les intrigantes
1955 Les hommes en blanc (Το προσκέφαλο του πόνου)
1955 Gas-oil (Στον κλοιό των γκάγκστερς)
1955 M'sieur La Caille
1956 Le salaire du péché
1957 Jusqu'au dernier (Η σπείρα του ματωμένου κύκλου)
1957 Les louves (Οι λύκαινες)
1958 Échec au porteur
1958 L'étrange Monsieur Steve (Κολασμένοι ερασταί)
1958 Trois jours à vivre (Ο μελλοθάνατος)
1958 Ascenseur pour l'échafaud (Ασανσέρ για δολοφόνους / Μια νύχτα του Σαββάτου)
1958 Le dos au mur (Ο δολοφόνος δεν είμαι εγώ)
1958 Les amants (Οι εραστές)
1959 Les liaisons dangereuses (Επικίνδυνες σχέσεις)
1959 Les 400 coups (Τα 400 χτυπήματα)
1960 Moderato cantabile (Μοντεράτο καντάμπιλε)
1960 Le dialogue des Carmélites (Διάλογοι Καρμελιτισσών)
1960 Five Branded Women (Η Γιοβάνκα και οι άλλες)
1961 La notte (Η νύχτα)
1961 Une femme est une femme (Η κυρία θέλει έρωτα)
1962 Eva (Εύα)
1962 Jules et Jim (Ζυλ και Τζιμ / Απολαύστε το κορμί μου)
1962 Le procès (Η δίκη)
1963 La baie des anges (Το λιμάνι των αγγέλων)
1963 Peau de banane (Καυτό πεζοδρόμιο)
1963 Le feu follet (Η φλόγα που τρεμοσβήνει)
1963 The Victors (Οι νικητές)
1964 Le journal d'une femme de chambre (Το ημερολόγιο μιας καμαριέρας)
1964 The Yellow Rolls-Royce (Η κίτρινη Ρολς-Ρόυς)
1964 Mata Hari, agent H21 (Μάτα Χάρι, πράκτωρ Χ-21)
1964 The Train (Το τραίνο)
1965 Campanadas a medianoche (Οι καμπάνες του μεσονυχτίου / Φάλσταφ)
1965 Viva Maria! (Βίβα Μαρία)
1966 Mademoiselle (Φλογισμένη σάρκα)
1967 The Sailor from Gibraltar (Ο ναύτης του Γιβραλτάρ)
1967 Le plus vieux métier du monde (Το πιο παλιό επάγγελμα του κόσμου)
1967 La mariée était en noir (Η νύφη φορούσε μαύρα)
1968 Histoire immortelle (Αθάνατη ιστορία)
1968 Great Catherine (Μεγάλη Αικατερίνη)
1969 Le corps de Diane
1969 Le petit théâtre de Jean Renoir
1970 Monte Walsh (Μόντυ Γουώλς)
1970 Alex in Wonderland
1971 Comptes à rebours (Τώρα θα πληρώσεις, δολοφόνε!)
1971 L'humeur vagabonde
1972 Chère Louise (Παράνομη ευτυχία)
1972 Nathalie Granger
1973 Joanna Francesa
1974 Les valseuses (Ο χορός των διεφθαρμένων)
1974 La race des 'seigneurs' (Ο αριβίστας)
1974 Je t'aime
1975 Souvenirs d'en France (Αναμνήσεις από τη Γαλλία)
1975 Hu-Man
1976 Lumière (Φως)
1976 M. Klein (Μίστερ Κλάιν)
1976 The Last Tycoon (Ο τελευταίος των μεγιστάνων)
1981 Your Ticket Is No Longer Valid (Η αυτοκρατορία της ηδονής)
1981 Plein Sud (Ερωτικά καπρίτσια)
1982 Mille milliards de dollars
1982 Querelle (Ο καβγατζής)
1982 La truite (Η πέστροφα)
1986 Le paltoquet
1986 Sauve-toi, Lola
1987 Le miraculé
1988 La nuit de l'océan
1989 Jour apres jour
1990 Nikita (Νικίτα)
1990 Alberto Express
1990 La femme fardée (Η μακιγιαρισμένη γυναίκα)
1991 Anna Karamazoff
1991 Unitl the End of the World (Μέχρι το τέλος του κόσμου)
1991 Το μετέωρο βήμα του πελαργού
1991 La vieille qui marchait dans la mer
1992 L'amant (Ο εραστής)
1992 A demain
1992 Die Abwesenheit
1993 Map of the Human Heart (Περιπέτεια στον παγωμένο Βορρά)
1993 The Summer House (Όλα του γάμου δύσκολα)
1993 Je m'appelle Victor
1995 Les cent et une nuits
1995 Al di là delle nuvole (Πέρα από τα σύννεφα)
1996 The Proprietor (Η επιστροφή)
1996 I Love You, I Love You Not (Αγάπη μοναδική)
1997 Un amour de sorcière (Μαγικός έρωτας)
1998 Ever After (Παραμυθένιος έρωτας)
2000 Il manoscritto del principe
2001 Lisa
2001 Cet amour-là (Αυτή η αγάπη)
2005 Le temps qui reste (Ο χρόνος που απομένει)
2006 Roméo et Juliette
2007 Desengagement (Βίαιη απόσυρση)
2008 Plus tard tu comprendras
2009 Visage (Ένοχα πρόσωπα)
2009 Kérity, la maison des contes (Kérity, το σπίτι των παραμυθιών)
2012 Gebo et son ombre (Ο Γκέμπο και η σκιά του)
2012 Une Estonienne à Paris
2015 Le talent de mes amis 

Πηγή ΑΠΕ, Wikipedia, AFP

Εδώ μπορείτε να δείτε και χαρακτηριστικά βίντεο από ταινίες της Ζ.Μ.:
Πέθανε η σπουδαία Γαλλίδα ηθοποιός Ζαν Μορό http://www.protothema.gr, 31/07/2017 

"Ντενί Ντιντερό: Ελευθερία σημαίνει το τέλος του ιερέα και του βασιλιά" γράφει η Κατρίν Αλαμάνου (tvxs.gr, 31 Ιουλ. 2017)


..............................................................



Ντενί Ντιντερό: Ελευθερία σημαίνει το τέλος του ιερέα και του βασιλιά

Ντενί Ντιντερό: Ελευθερία σημαίνει το τέλος του ιερέα και του βασιλιά


Στις 31 Ιουλίου 1784 πεθαίνει ο μεγάλος γάλλος Διαφωτιστής, Ντενί Ντιντερό. Ο πολυμαθής φιλόσοφος επηρεασμένος, όπως όλοι οι υλιστές του 18ου αιώνα από τον Βάκωνα, πίστευε πως η γνώση -εμπειρική στην προέλευσή της- δεν έχει σκοπό να φτάσει στην αφηρημένη αλήθεια, αλλά να τελειοποιήσει και να αυξήσει τη δύναμη του ανθρώπου. «Προκλητικά» προοδευτικός μιλούσε για την ομορφιά του κακού, τις χαρές του κοινωνικού παρασιτισμού και το δικαίωμα να αναζητεί κανείς τον εαυτό του όπως επιθυμεί. Το έργο του, λίγο μετά τον θάνατό του θεωρήθηκε αιρετικό. Σήμερα τιμάται για τον σημαίνοντα φιλοσοφικό του ρόλο στη διανοητική χειραφέτηση από τις δεδομένες αυθεντίες, είτε θρησκευτικές είτε κοινωνικές.

Ο Ντιντερό ήταν, από κοινού με τον Ζαν Νταλεμπέρ, ένα από τα κυριότερη μέλη των Εγκυκλοπαιδιστών στη Γαλλία, ονομασία που τους αποδόθηκε λόγω της συμβολής τους στη συγγραφή της Εγκυκλοπαίδειας, η οποία αποσκοπούσε να αποτελέσει μια πλήρη επιτομή της φιλοσοφικής και επιστημονικής γνώσης της εποχής.
Ο φιλόσοφος δεν σκότωσε ποτέ κανέναν ιερέα, όμως ο ιερέας έχει σκοτώσει πάρα πολλούς φιλοσόφους.



Συμφωνούσε με τον ρασιοναλισμό και τον φιλελευθερισμό του Βολταίρου. Όπως έλεγε χαρακτηριστικά «οι άνθρωποι δεν πρόκειται να ελευθερωθούν προτού ο τελευταίος βασιλιάς στραγγαλιστεί με τα έντερα του τελευταίου παπά».
-Τα συγκρατημένα πάθη κάνουν συνηθισμένους ανθρώπους.
-Τα πάθη ανυψώνουν τον άνθρωπο σε ανώτερα επίπεδα.
Ο διάσημος εκπρόσωπος του γαλλικού υλισμού, ξεκίνησε από τον ηθικό ιδεαλισμό και τον ντεϊσμό για να φτάσει πανηγυρικά στον υλισμό και τον αθεϊσμό. Τα φιλοσοφικά του έργα που γράφτηκαν από το 1740 ως το 1750 αντικατοπτρίζουν αυτήν ακριβώς την εξελικτική πορεία της σκέψης του. Στα κατοπινά του έργα (Ο ανεψιός του Ραμό, Συνομιλία του ντ’ Αλαμπέρ και του Ντιντερό, Το όνειρο του ντ’ Αλαμπέρ) ιστορεί τη θεωρία του υλισμού.
Ο Θεός των χριστιανών είναι ένας πατέρας που δημιουργεί μεγάλο θέμα για τα μήλα του και δεν προσπαθεί πολύ για να βοηθήσει τον γιο του.
Παράλληλα, ανέπτυξε ένα εκτενές έργο σχετικά με ζητήματα που αφορούν στην τέχνη, την αισθητική και την τεχνοκριτική. Στα Salons του, στην αλληλογραφία του με το Φαλκόν, στα «Παράδοξα του ηθοποιού», ανέπτυξε τη νέα αισθητική του ρεαλισμού και την όρθωσε αντιμέτωπη στις θεωρίες των επιγόνων του κλασικισμού και στη νατουραλιστική αντίληψη για την αλήθεια. Αυτές τις θεωρητικές αρχές της αισθητικής ο Ντιντερό προσπάθησε να τις εφαρμόσει στα λογοτεχνικά του δημιουργήματα, στα μυθιστορήματα και τα δράματα.
Τον φανατισμό από τη βαρβαρότητα τον χωρίζει μόνο ένα βήμα.
Όπως και οι άλλοι εκπρόσωποι του γαλλικού υλισμού, ο Ντιντερό ξεκινάει από τη θέση πως η φύση είναι αιώνια και άπειρη. Η φύση δεν δημιουργήθηκε από κανέναν εκτός από τη φύση. Έξω από τον κόσμο δεν υπάρχει τίποτα. Στην υλιστική διδασκαλία για τη φύση προσέφερε μερικά στοιχεία διαλεκτικής. Τις απόψεις του, δε, για την οργανική φύση τις χαρακτηρίζει η αντίληψη πως όλα βρίσκονται σε εξελικτική πορεία, πως οι φυσικοί τύποι μεταβάλλονται αιώνια και οι διάφορες λειτουργίες στη φύση αλληλοδένονται η μία με την άλλη.
Καταπίνουμε με απληστία κάθε ψέμα που μας κολακεύει, αλλά την αλήθεια που μας φαίνεται πικρή την παίρνουμε με μικρές γουλιές.
Ένα ιδιαιτέρως σημαντικό στοιχείο, που συνδέεται με τον αθεϊσμό του Ντιντερό, είναι το γεγονός πως έσπασε τα στενά πλαίσια της μεταφυσικής: Όλα αλλάζουν, όλα χάνονται και το μόνο που μένει είναι το σύνολο. Ο κόσμος γεννιέται και πεθαίνει ασταμάτητα, την κάθε στιγμή βρίσκεται σε κατάσταση γένεσης και φθοράς. Αλλά ο κόσμος ούτε υπήρξε ποτέ ούτε θα υπάρξει.
Τι είναι ο κόσμος μας; Μια σύνθετη οντότητα που υπόκειται σε ξαφνικές αλλαγές, οι οποίες αναδεικνύουν μια τάση προς την καταστροφή. Μια γρήγορη διαδοχή όντων που ακολουθούν το ένα μετά το άλλο, στηρίζουν τους εαυτούς τους και εξαφανίζονται. Μία φευγαλέα συμμετρία, μια στιγμιαία τάξη.
Ασχολήθηκε, ακόμη, επισταμένα, με το ζήτημα της υλιστικής ερμηνείας των αισθημάτων. Με ποιο τρόπο η μηχανική κίνηση των υλικών μορίων μπορεί να γεννήσει το ειδολογικό περιεχόμενο των αισθημάτων; Για τον Ντιντερό, στο ερώτημα αυτό μπορούν να δοθούν δύο απαντήσεις: Ή το αίσθημα εμφανίζεται σε ορισμένο στάδιο εξέλιξης της ύλης σαν κάτι ποιοτικά νέο ή πάλι πρέπει να παραδεχτούμε πως κάποια δυνατότητα, ανάλογη με την ικανότητα των αισθημάτων, είναι ιδιότητα της κάθε ύλης ανεξάρτητα από τη μορφή του υλικού σώματος και από το στάδιο όπου έχει φτάσει στην εξελικτική του πορεία η οργάνωσή του. Σύμφωνα με την τελευταία άποψη, η οργάνωση της ύλης καθορίζει μόνο το είδος της αίσθησης, όχι όμως και την ίδια την ποιότητα της αίσθησης. Η ποιότητα ανήκει στην ύλη, αφού είναι ιδιότητα της ύλης.
Προσέξτε αυτόν που λέει ότι τα πράγματα πρέπει να μπουν σε τάξη! Το να βάζεις πράγματα σε τάξη σημαίνει επίσης να θέτεις άλλους ανθρώπους υπό τον έλεγχό σου.
Για τον Ντιντερό, ανάμεσα στα περισσότερα αισθήματα και τις αιτίες τους υπάρχουν λιγότερες ομοιότητες από ό, τι ανάμεσα στις παραστάσεις που έχουμε από τα αισθήματα και τις ονομασίες τους. Μαζί με τον Λοκ και όλους τους μηχανιστές υλιστές του 17ου και 18ου αιώνα, διέκρινε στα αντικείμενα ποιότητες πρωταρχικές, που υπάρχουν ήδη στα ίδια τα αντικείμενα και δεν εξαρτώνται από τις σχέσεις της συνείδησής μας προς αυτά, και ποιοτικά «δευτερότερες» που υπάρχουν μόνο στις σχέσεις του αντικειμένου με τα άλλα αντικείμενα ή με τον ίδιο τον εαυτό του. Στη δεύτερη περίπτωση οι ποιότητες ονομάζονται αισθητηριακές.
Η απλότητα είναι μία από τις βασικές ιδιότητες της ομορφιάς, είναι αναπόσπαστη ένδειξη της υψηλοφροσύνης. 
Οι αισθητηριακές ποιότητες, κατά τον Ντιντερό, δεν μοιάζουν με τις παραστάσεις που δημιουργούνται γι’ αυτές. Αντίθετα ωστόσο από τον Λοκ, υπογραμμίζει πως οι «δευτερότερες» ποιότητες έχουν χαρακτήρα αντικειμενικό, είναι δηλαδή σύμφυτες στα ίδια τα αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου και υπάρχουν ανεξάρτητα από τη συνείδηση του υποκειμένου που τις δέχεται.



Δεν υπάρχει κανένα είδος παρενόχλησης, που ένας άντρας δεν μπορεί να κάνει σε μία γυναίκα χωρίς να παραμείνει ατιμώρητος σε πολιτισμένες κοινωνίες.
Όμως, η κληρονομιά που άφησε ο Ντιντερό στον σύγχρονο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο πολιτισμό έγκειται κυρίως στο ότι δίδασκε, στο πνεύμα του Διαφωτισμού, το δικαίωμα του ατόμου να καθορίζει την πορεία της ζωής του. Βέβαια, το είδος της ελευθερίας που περιέγραψε διαφέρει σημαντικά από τη σημερινή κατανόηση της ελευθερίας. Το μήνυμά του αφορούσε στην διανοητική χειραφέτηση από τις δεδομένες αυθεντίες (θρησκευτικές, πολιτικές, κοινωνικές) και κυρίως υπέρ  του γενικότερου συμφέροντος της κοινωνίας.




Ακόμη  περισσότερο από τον Ζαν Ζακ Ρουσό και τον Βολταίρο, ο Ντιντερό ενσάρκωνε την πιο προοδευτική πτέρυγα της σκέψης του Διαφωτισμού, μια θέση που προερχόταν από την πεποίθησή του ότι ο σκεπτικισμός για όλα τα θέμα «είναι το πρώτο βήμα προς την αλήθεια.»
Καταδίκαζε απερίφραστα την υποδούλωση Αφρικανών, προκαλούσε τις αντιλήψεις της εποχής περί θρησκευτικής αγαμίας και επιβεβλημένης αφιέρωσης στον Θεό, ενώ διασκέδαζε με την πιθανότητα ο υλισμός να αρνούταν τελικά την ελεύθερη βούληση.  
Εξάλλου, ως ένθερμος εμπειριστής, αμφέβαλε και για τις δικές του πεποιθήσεις. Ένας από τους πιο αξιομνημόνευτους εκκεντρικούς ολόκληρης της λογοτεχνίας, μιλούσε προκλητικά για την ομορφιά του κακού, τις χαρές του κοινωνικού παρασιστισμού και το δικαίωμα να αναζητεί κανείς τον εαυτό του όπως επιθυμεί.
Εν ζωή ο Ντιντερό φυλακίστηκε για ορισμένα βιβλία του ενώ αμέσως μετά τον θάνατό του το μεγαλύτερο μέρος του έργου καλύφθηκε από σκοτάδι καθώς χαρακτηρίστηκε ως αιρετικό και προκλητικό.
Η αμφιβολία είναι το πρώτο βήμα στον δρόμο της φιλοσοφίας.

Πηγές:
Γιοτσουκ, Μ.Τ., Ότζερμαν, Τ.Ι, Στσιπάνοφ, Ι.Γ, Σύντομη Ιστορία της Φιλοσοφίας, εκδ. Επίκουρος, Αθήνα 1963.
Burns Edward M., Ευρωπαϊκη Ιστορία: Ο δυτικός πολιτισμός-Νεότεροι χρόνοι, εκδ. Επίκεντρο,  Αθήνα 2006.
Andrews, S. Curran, «Diderot, an American Exemplar? Bien Sûr!», The New York Times, Janouary 24, 2013.



"Τι δηλώνει η έξοδος στις αγορές;" γράφει ο Κώστας Λαπαβίτσας* ("Εφημερίδα των Συντακτών", 29.07.2017)

..............................................................
 

Τι δηλώνει η έξοδος στις αγορές;


Κώστας Λαπαβίτσας  
«Η νέα Ευρώπη που αναδύεται δεν θα έχει καθόλου
 την «κανονικότητα» που ονειρεύονται οι Ελληνες 
μνημονιακοί», γράφει ο Κ. Λαπαβίτσας 
 | ΕUROKINISSI / ΓΕΩΡΓΙΑ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ
Πανηγυρίζει η κυβέρνηση γιατί με την επιτυχημένη έκδοση του νέου πενταετούς ομολόγου επιστρέφουμε στην «κανονικότητα». Η αντιπολίτευση, κάνοντας άσφαιρη κριτική, διατείνεται ότι πρόκειται απλώς για επιστροφή στην εποχή Σαμαρά. Στην πραγματικότητα σύσσωμο το μνημονιακό στρατόπεδο πανηγυρίζει τον θρίαμβό του. Αλλά η «κανονικότητα» που ήδη διαμορφώνεται είναι πολύ σκληρή και καθόλου αυτό που οι πολιτικοί φαντάζονται.
Τα δεδομένα του ομολόγου, όπως τουλάχιστον έγιναν γνωστά, έχουν ως εξής. Η Ελλάδα άντλησε 3 δισ. ευρώ, με συνολικές προσφορές αγοράς πάνω από 6,5 δισ. και απόδοση για τους αγοραστές 4,625%. Από τα 3 δισ. που αντλήθηκαν, περίπου τα 1,6 δισ. ήταν σε ανταλλαγή ομολόγων που είχαν εκδοθεί από την κυβέρνηση Σαμαρά το 2014 με ημερομηνία λήξης το 2019. Τα υπόλοιπα 1,4 δισ. ήταν «νέο χρήμα».
Σημασία έχει και το ποιος αγόρασε τα ομόλογα. Από τα 1,6 δισ. που ανταλλάχθηκαν, περίπου τα τρία τέταρτα προήλθαν από την Εθνική, την Alpha και την Eurobank. Τα υπόλοιπα ήταν στην κατοχή διαφόρων διεθνών φαντ και ασφαλιστικών εταιρειών. Από τα 1,4 δισ. του «νέου χρήματος», άνω του 80% προήλθε από διάφορα φαντ, τα οποία στη μεγάλη πλειονότητά τους ήταν αμερικανικά και βρετανικά (44% και 26% των αγοραστών, αντιστοίχως).
Οι περιβόητες αγορές ομολόγων διαφέρουν πολύ από τις αγορές της καθημερινής ζωής. Πρόκειται για έναν σχετικά στενό κύκλο ανθρώπων που συνήθως γνωρίζονται μεταξύ τους και έχουν άμεση επαφή με τους πολιτικούς και τους ισχυρούς του χρήματος. Αυτοί «προετοιμάζουν» την έκδοση ομολόγων με συνεχείς επαφές και διαβουλεύσεις.
Η επιτυχία της νέας έκδοσης απαιτούσε καταρχήν προετοιμασία για την ανταλλαγή των ομολόγων Σαμαρά που βρίσκονταν στην κατοχή των ελληνικών τραπεζών. Δεν θα πρέπει να έχουν παράπονο οι τράπεζες. Τα ομόλογά τους ανταλλάχθηκαν στην τιμή των 102,6 ευρώ για κάθε 100, δηλαδή έλαβαν ένα δώρο 2,6% στο ποσόν που διέθεσαν.
Αν προσθέσουμε και τη μεγαλύτερη διάρκεια ζωής (5 έτη, ενώ για τα ομόλογα που επιστράφηκαν απέμεναν μόνο 2 έτη μέχρι το 2019), το κέρδος για τους ισολογισμούς των τραπεζών ήταν τελείως άκοπο και καθόλου αμελητέο. Ευγενικός χορηγός ο ελληνικός λαός, με επικεφαλής την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που πονάει όταν εφαρμόζει τα μνημόνια.
Παραπονεμένα δεν θα πρέπει να είναι ούτε τα αμερικανικά και βρετανικά φαντ που πρόσφεραν τον κύριο όγκο του «νέου χρήματος». Η απόδοση του 4,625% ήταν υψηλότατη για τις σημερινές συνθήκες της αγοράς. Το αντίστοιχο ισπανικό ομόλογο έχει απόδοση 0,3% και το πορτογαλικό 1,2%, για να μην αναφέρουμε το γερμανικό που έχει -0,2%.
Στην περίπτωση της Ελλάδας υπάρχει βέβαια ο κίνδυνος μη πληρωμής. Αλλά οι ετήσιες αποπληρωμές της χώρας μας μέχρι το 2022, οπότε και λήγει το νέο ομόλογο, είναι σχετικά περιορισμένες (περίπου 5 δισ. τον χρόνο), με εξαίρεση το 2019 που είναι περίπου 12 δισ. Δεδομένου ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει συνολικά αποδεχτεί το μνημονιακό πλαίσιο, πρώτος στόχος του οποίου είναι η αποπληρωμή των ξένων δανειστών, το ρίσκο ήταν μικρό.
Εξάλλου το χρήμα είναι σχεδόν δωρεάν στις παγκόσμιες αγορές, μια και οι κεντρικές τράπεζες εδώ και χρόνια τυπώνουν τρισεκατομμύρια δολάρια και ευρώ, έχοντας οδηγήσει τις αποδόσεις σε κατάρρευση και προκαλώντας χρηματιστηριακή έκρηξη, ιδίως στις ΗΠΑ, από όπου και οι περισσότεροι αγοραστές των ελληνικών ομολόγων.
Γιατί λοιπόν να μη διαθέσουν ένα σχετικά περιορισμένο ποσόν που θα έχει πολύ ευνοϊκή απόδοση, υπό την προστασία της τρόικα και με την ενθουσιώδη συναίνεση της ελληνικής κυβέρνησης; Χορηγός και πάλι ο ελληνικός λαός.
Η κυβέρνηση και ολόκληρο το μνημονιακό στρατόπεδο παραβλέπουν το βαρύ κόστος γιατί, λένε, επιστρέφουμε στην «κανονικότητα». Η ελληνική οικονομία ανακτά την εμπιστοσύνη των επενδυτών και τα δύσκολα είναι πλέον πίσω μας. Λίγη προσοχή και ψυχραιμία δεν θα έβλαπτε.
Είναι γεγονός ότι η κρίση της ευρωζώνης έχει καταλαγιάσει. Από τη μια, επιβλήθηκε ανυποχώρητα η γερμανική συνταγή της λιτότητας, της περικοπής των μισθών, των ιδιωτικοποιήσεων και της απορρύθμισης των αγορών.
Η συνταγή συρρίκνωσε τα εισοδήματα και τη συνολική ζήτηση πετυχαίνοντας έτσι τη σταθεροποίηση. Από την άλλη, η ποσοτική χαλάρωση του κ. Ντράγκι σταδιακά βελτίωσε τις χρηματοπιστωτικές συνθήκες. Ο συνδυασμός των δύο αυτών παραγόντων έχει επιτρέψει μια μικρή ανάκαμψη της ανάπτυξης και μια σχετική υποχώρηση της ανεργίας στην ευρωζώνη.
Αλλά η νέα Ευρώπη που αναδύεται δεν θα έχει καθόλου την «κανονικότητα» που ονειρεύονται οι Ελληνες μνημονιακοί. Δεν υπάρχει απολύτως καμία προοπτική σύγκλισης με άνοδο των εισοδημάτων και κοινή ευημερία. Αντιθέτως, έχουν εμφανιστεί τεράστιες δυνάμεις απόκλισης που προκαλούν αστάθεια και στο κέντρο και στην περιφέρεια.
Ο αδιαμφισβήτητος ηγεμόνας της Ε.Ε. είναι η Γερμανία, η οποία έχει επιβάλει το θεσμικό πλαίσιο που επιθυμεί στην ΟΝΕ. Η Ιταλία κρατιέται με δυσκολία στο ευρώ, αλλά και η Γαλλία δεν μπορεί να σταθεί οικονομικά μέσα στην ακόμη σκληρότερη ΟΝΕ.
Οσοι νομίζουν ότι η εκλογή Μακρόν σηματοδοτεί την επαναφορά της γαλλικής ισχύος και τη θεσμική αλλαγή της ΟΝΕ υπέρ της «αμοιβαιότητας», δεν καταλαβαίνουν καθόλου τι συμβαίνει στην Ευρώπη. Το πρόγραμμα του Μακρόν βρίσκεται απολύτως εντός των ορίων που έχει θέσει η Γερμανία.
Η γερμανική ηγεμονία έχει επίσης δημιουργήσει δύο τουλάχιστον περιφέρειες στην Ε.Ε. Η μια είναι της Κεντρικής Ευρώπης, με πρώτες την Πολωνία, την Τσεχία και την Ουγγαρία, οι οποίες έχουν αποκτήσει μια σχετική βιομηχανική υποδομή και λειτουργούν ως περιφερειακή προέκταση της γερμανικής οικονομίας. Η άλλη είναι του Νότου, δηλαδή η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα, η οποίες έχουν αδύναμη βιομηχανία, υψηλή ανεργία και εξάγουν εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό προς τη Γερμανία και αλλού.
Η χώρα μας είναι ο πλέον αδύναμος κρίκος του Νότου, με δυσοίωνες προοπτικές. Η σταθεροποίηση που προέκυψε με τη γερμανική συνταγή είχε τεράστιο κοινωνικό κόστος και έπληξε βαριά τον παραγωγικό ιστό. Η «κανονικότητα» μέσα στο νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο θα περιλαμβάνει, στην καλύτερη περίπτωση, ανάπτυξη γύρω στο 2% και ανεργία που θα κινείται στο 15-20%.
Για τους δανειστές θα πρόκειται για επιτυχία, αφού θα αποπληρώνονται κανονικά. Για τον ελληνικό λαό και ειδικά για τη νεολαία θα είναι ιστορική καταστροφή.
Στο πλαίσιο αυτό, ο δρόμος για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα είναι δύσβατος. Δεν πρόκειται φυσικά να υπάρξει η αναπτυξιακή έκρηξη και το «συμπιεσμένο ελατήριο» που ονειρεύεται ο πρωθυπουργός.
Η στάση των δανειστών θα παραμείνει πολύ σκληρή, όπως έχει ήδη φανεί από την άρνησή τους να δοθεί ελάφρυνση του χρέους, ή να μπει η χώρα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Το Τρίτο Μνημόνιο τελειώνει τον Αύγουστο του 2018. Αν τότε δεν υπάρχει η δυνατότητα τακτικού δανεισμού από τις αγορές, θα χρειαστεί επίσημη δανειακή στήριξη, άρα Τέταρτο Μνημόνιο, πράγμα που θα σημαίνει πολιτικό θάνατο.
Για την κυβέρνηση είναι αδήριτη ανάγκη να εξασφαλιστεί η τακτική έξοδος στις αγορές. Εδώ ακριβώς εντάσσεται το πενταετές ομόλογο. Το κόστος του είναι το αντίτιμο της πολιτικής επιβίωσης του ΣΥΡΙΖΑ.
Το επόμενο διάστημα η κυβέρνηση θα συνεχίσει να εφαρμόζει πειθαρχημένα όλα τα μνημονιακά μέτρα (απορρύθμιση, ιδιωτικοποιήσεις και σκληρή λιτότητα με περικοπές δαπανών και υψηλή φορολογία).
Θα επιδιώξει επίσης να κλείσει την τρίτη και όλες τις επόμενες αξιολογήσεις με όσο το δυνατόν λιγότερες τριβές. Θα δοκιμάσει, τέλος, και άλλες εξόδους στις αγορές, παρά το υψηλό τους κόστος, με την ελπίδα ότι οι συνθήκες θα έχουν κάπως εξομαλυνθεί μέχρι το καλοκαίρι του 2018.
Το άμεσο πρόβλημά της θα είναι η χαμηλή ανάπτυξη σε συνδυασμό με το δημόσιο χρέος που πλέον έχει ύψος 326,5 δισ. και είναι καταφανώς μη βιώσιμο. Δεν θα βρίσκονται εύκολα αγοραστές για νέα ελληνικά ομόλογα, όσα επιπλέον χρήματα και αν πληρώσει η Ελλάδα, αν δεν υπάρχει η πλήρης κάλυψη της τρόικας, δηλαδή της Γερμανίας. Αρα η κυβέρνηση θα κάνει ό,τι της πουν, με την ελπίδα ότι θα της φερθούν μεγαλόψυχα, ώστε να μη χρειαστεί νέο μνημόνιο.
Με αυτόν τον υπολογισμό ο Αλέξης Τσίπρας ίσως μπορέσει να συνθέσει ένα εκλογικό μήνυμα. Θα μπορέσει, για παράδειγμα, να ισχυριστεί ότι τα όσα απίθανα έλεγε μέχρι το καλοκαίρι του 2015 ήταν καλόπιστες «αυταπάτες», αλλά μόλις κατάλαβε την πραγματικότητα, έπραξε συνετά κρατώντας τη χώρα στην «Ευρώπη».
Εφάρμοσε –με πόνο– τα μνημόνια και εφαρμόζοντάς τα μας απάλλαξε από αυτά, άρα δικαιούται να ζητήσει ξανά την ψήφο του ελληνικού λαού. Ετσι κι αλλιώς στην ελληνική Βουλή δεν ακούγεται καμία εφικτή και αισιόδοξη εναλλακτική πρόταση. Η αξιωματική αντιπολίτευση φλυαρεί χωρίς στρατηγικό στόχο και ο κ. Μητσοτάκης δεν πείθει. Παρ’ όλα αυτά, η βουβή απέχθεια του ελληνικού λαού προς την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δίνει στη Ν.Δ. ένα ισχυρό πλεονέκτημα.
Το σημερινό πολιτικό σύστημα έχει δεσμεύσει τη χώρα σε ένα ιστορικό αδιέξοδο. Δεν είναι τυχαίο ότι η νεολαία απαξιώνει συνολικά την πολιτική. Απομένει να δούμε αν θα υπάρξει αξιόπιστη πολιτική πρόταση στον ελληνικό λαό από δυνάμεις εκτός Βουλής, οι οποίες αντιλαμβάνονται τον δρόμο που πρέπει να πάρει η Ελλάδα, αν θέλει να επιβιώσει.


* Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, πρώην βουλευτής συνεργαζόμενος με τον ΣΥΡΙΖΑ

"Στα Μέγαρα αδερφές μου, στα Μέγαρα!" γράφει ο φίλος στο fb Γιωργος Παπαδοπουλος Τετραδης (facebook, 31/7/2017)

..............................................................

 
Στα Μέγαρα αδερφές μου, στα Μέγαρα!





γράφει ο φίλος στο fb Γιωργος Παπαδοπουλος Τετραδης (facebook, 31/7/2017)

Η επιλογή του μεγάρου Μουσικής για την Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ και την ομιλία του πρωθυπουργού δεν ήταν τυχαία. Το Αίθριο των Μουσών ήταν το κατάλληλο σημείο για να ανακοινωθούν τα μούσια του κ Τσίπρα. Αλλά και να σηματοδοτήσουν την επίσημη ταξική μετακόμιση των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Από τα Μέγαρα στα μέγαρα. Όπως είχε γίνει το ’80 με το ΠΑΣΟΚ.
Επειδή μας έχουν πρήξει τα σκώτια ο πρωθυπουργός προχτές στο μέγαρο Μουσικής και οι κατά φαντασία αριστεροί υπουργοί του με το ταξικό πρόσημο που έχει για πολιτική του ο ΣΥΡΙΖΑ, ας δούμε πόσο παραμύθι είναι και αυτό το πυροτέχνημα.
Κατ' αρχήν ο πρωθυπουργός και σχεδόν όλοι οι υπουργοί και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ είναι μικροαστοί. Πολλοί από τους οποίους, μεταξύ των οποίων ο κ Τσίπρας, έχουν για αντικείμενο εργασίας τέτοιο που θριάμβευσε διαχρονικά με τη φοροδιαφυγή και την κλοπή του δημόσιου χρήματος. Η εργολαβία κάθε είδους.
Άλλοι διέπρεψαν σαν ελεύθεροι επαγγελματίες, σε εργασίες που φημίζονται για τη φοροαποφυγή, όπως η δικηγορία και η ιατρική. Άλλοι, τέλος ανήκουν στη συμπαθή τάξη των κρατικοσυνδικαλιστών, για την οποία δεν έχουμε να πούμε τίποτε που δεν ξέρει ο λαός. Πολλοί άλλοι είναι της κρατικής και της τραπεζικής υπαλληλίας, που υπήρξε διαχρονικά προνομιούχος τάξη μέσα στις τάξεις. Προλετάριοι, μόνο με το κανοκιάλι…
Είπε ο πρωθυπουργός λοιπόν, στο Αίθριο των Μουσιών, ότι η πολιτική και το όραμα του ΣΥΡΙΖΑ έχουν πρόσημο το ιδεολογικό και ταξικό της Αριστεράς. Όσοι καταπιάνονται με τον μαρξισμό ξέρουν ότι η αριστερά έχει για στόχο την υπεράσπιση των συμφερόντων της εργατικής τάξης, που χάνει την υπεραξία της εργασίας της σε όφελος των εργοδοτών της. Αυτό, όπως καταλαβαίνει κι ένα μωρό ισχύει μόνο στον ιδιωτικό τομέα. Γιατί μόνο εκεί παράγεται υπεραξία που καρπούται εργοδότης!
Σ' αυτό το κεφάλαιο, ο κ. Τσίπρας περηφανεύτηκε χωρίς ίχνος ντροπής ότι η κυβέρνησή του μειώνει τα ποσοστά ανεργίας, χωρίς να πει κουβέντα για τη ντροπή, μια «αριστερή κυβέρνηση» να έχει δημιουργήσει νομοθετικά στρατιές εργαζόμενων δούλων, με προσωρινές εργασίες και χωρίς συμβάσεις, παρά εκείνες του γούστου των εργοδοτών! Και με μεροκάματα ντροπής.
Ταξικά, λοιπόν, ο Μαρξ δεν είχε υπολογίσει ποτέ ότι κάποτε θα κυριαρχούσε η μικροαστική τάξη σε ποσοστά 70%- 80% των εργαζόμενων και ότι οι εργαζόμενοι στον πρωτογενή τομέα (οι προλετάριοι) θα ήταν μειοψηφία του 10%- 20%. Ούτε είχε υπολογίσει την όλο και μικρότερη συμμετοχή των αγροτών (που δεν έχουν υπεραξία) στον παραγόμενο πλούτο! Το κυριότερο, δεν είχε υπολογίσει ότι θα υπήρχε κάποτε μια ευμεγέθης τάξη εργαζόμενων, που δεν θα παρήγαγε υπεραξία σε κανέναν! Δεν φανταζόταν ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι (η κατ' αυτόν γραφειοκρατία) θα ήταν 10%- 15% του εργασιακού πληθυσμού! Ούτε φανταζόταν ότι ο καπιταλισμός θα δημιουργούσε τόσες θέσεις εργασίας για κοινωνική εργασία, όπως είναι η δημοσιοϋπαλληλία!
Και ο μεν Μαρξ δικαιούταν να μην τα είχε υπολογίσει όλα αυτά πριν από την εποχή τους. Το πρόβλημα ξεκινάει από τη στιγμή που δεν τα έχουν υπολογίσει οι οπαδοί του που τα ζουν καθημερινά. Και που κυβερνάνε μια χώρα! Και που αμολάνε αμορφωσιές και μπαρουφολογίες για ταξικά πρόσημα, με τα οποία θα διαχειριστούν τον πλούτο του κράτους, τους νόμους και τον τρόπο που λειτουργεί η ιδιωτική οικονομία!
Μπαρουφολογίες, γιατί όταν θέλεις να δείς τη ζωή με τάξεις πρέπει πρώτα να ξέρεις τι και ποιες είναι οι τάξεις! Δεύτερο, και κυριότερο, πρέπει να ξέρεις ότι οι κυβερνήσεις κυβερνάνε με ένα και μοναδικό κριτήριο: Την ευημερία ΟΛΟΥ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ! Κάθε άλλη οπτική λέγεται δικτατορία.
Μία τάξη, δύο ταχύτητες!
Στην Ελλάδα σήμερα υπάρχει μία τάξη, που ασχολείται (όσοι δεν είναι άνεργοι) κυρίως με την παροχή υπηρεσιών (άλλη μια κατάσταση που δεν είδε ο Μαρξ) και που είναι μισθοσυντήρητη. Αποτελεί τα 3/5 του πληθυσμού και είναι μικροαστοί. Είναι η πλειονότητα των Ελλήνων. Αυτή η τάξη απασχολείται στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα.
Στον ιδιωτικό τομέα, οι εργαζόμενοι παράγουν πολύ περισσότερο πλούτο από όσο πληρώνονται, με τις ευλογίες του ΣΥΡΙΖΑ! Το πολλά τα καρπούνται οι εργοδότες. Παράλληλα, οι πραγματικοί πάνω από 1,5 εκατομμύριο άνεργοι της χώρας προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα.
Στον δημόσιο τομέα δεν υπάρχει εργοδότης και δεν υπάρχει υπεραξία. Το κράτος δεν δουλεύει με ποσοστά κέρδους σ' αυτά που προσφέρει στους πολίτες. Τιμολογεί το νερό και το ρεύμα όσο κοστίζουν (υποτίθεται, γιατί υπάρχει η διαφθορά υπερτιμολογήσεων, μιζών, φακέλων κλπ) και πληρώνει τους υπαλλήλους του με βάση το (υποτιθέμενο) κόστος ζωής και το ποσοστό αξιοπρεπούς διαβίωσης. Αυτά (πρέπει να) είναι τα κριτήριά του.
Στη χώρα υπάρχει μια τάξη αγροτών, που είναι το 15%- 20% του πληθυσμού και μια τάξη εργατών σε εργοστάσια και στον πρωτογενή τομέα, που δεν είναι ούτε το 10% του ενεργού πληθυσμού. Οι προλετάριοι.
Επίσης, υπάρχει μια τάξη περίπου 1.500.000 πολιτών που είναι συνταξιούχοι. Ούτε αυτό το πρόβλεψε ο Μαρξ. Με το δίκιο του.
Αυτές είναι οι τάξεις στη χώρα. Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ λέει ότι θα ασκήσει κριτική με ταξικό πρόσημο, δηλαδή με ταξικά κριτήρια είναι σαφές ότι έχει μπλέξει το αμπέλι με το κουνέλι.
Γιατί, αν εξαιρέσει κανείς τους πραγματικά μεγάλους εργοδότες, εμπόρους και βιομήχανους και τραπεζίτες, που δεν ξεπερνάνε τις 10.000- 15.000 ανθρώπους ΚΑΙ τους λίγους εργάτες προλετάριους του ιδιωτικού τομέα, ΟΛΟΙ οι υπόλοιποι Έλληνες ανήκουν σε μία και την ίδια τάξη: Είναι ΜΙΚΡΟΑΣΤΟΙ. Και δεν είναι απλώς μικροαστοί. Είναι μικροαστοί ΔΥΟ ΤΑΧΥΤΗΤΩΝ!
Από τη μία πλευρά είναι οι άνεργοι, οι συνταξιούχοι και οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, που υφίστανται όλες τις επιλεκτικές πολιτικές των ξένων δανειστών και των εγχώριων εργοδοτών κάθε μορφής.
Και από την άλλη είναι η δημοσιοϋπαλληλία, που δεν της κλέβει κανείς την υπεραξία, που πηγαίνει στο κράτος, δηλαδή πάλι στο κοινωνικό σύνολο (εκτός από τις υπερτιμολογήσεις, τις μίζες, τα φακελλάκια…) και η οποία προστατεύεται σκανδαλωδώς από το κράτος σε σχέση με όλους τους άλλους. Για την ακρίβεια από όλες τις κυβερνήσεις και φυσικά και του ΣΥΡΙΖΑ.
Με βάση ποια τάξη θα κάνει την πολιτική με ταξικό πρόσημο ο ΣΥΡΙΖΑ; Ανάθεμα κι αν ξέρει κι ίδιος! Για έναν απλό λόγο:
Στην πράξη, ποτέ καμιά κυβέρνηση στη χώρα δεν εφάρμοσε πολιτική τέτοια που να ευνοεί τόσο πολύ τα συμφέροντα των εργοδοτών και τόσο λίγο των εργαζομένων. Όλα όσα έχει υπογράψει και εφαρμόζει από τις απαιτήσεις των δανειστών δεν είναι για τώρα. Έχουν υποχρέωση εφαρμογής τουλάχιστον 40ετίας! Επιπλέον, το Φθινόπωρο θα υπογράψει και θα εφαρμόσει υποχρεωτικά την κυριαρχία της υποαμειβόμενης εργασίας ως προαπαιτούμενο του ΔΝΤ. Χωρίς αντίσταση!
Ο ΣΥΡΙΖΑ επισφράγισε και έκανε ακόμα σκληρότερους τους νόμους που έχουν διασπείρει τη χαμηλόμισθη εργασία σε όλο τον ιδιωτικό τομέα. Παράλληλα, υπέγραψε για πολλά χρόνια την καθιέρωση των ατομικών συμβάσεων και την εξάπλωση της part time εργασίας, όπως απαιτούσαν και επέβαλαν οι δανειστές και οι εγχώριοι εργοδότες.
Από τα στοιχεία της πραγματικής οικονομίας στον ιδιωτικό τομέα, έχουμε πέσει από τα 750- 600 ευρώ του βασικού μισθού με πλήρη εργασία του 2014, στα 240 ευρώ περιστασιακή εργασία των 18χρονων και 400 ευρώ ημιαπασχόλησης των 25χρονων το 2017! Μετά από 2,5 χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, με ταξικό πρόσημο!
Όπως ομολόγησε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, χωρίς να το διαψεύσει, έδωσε στους δανειστές πολύ περισσότερα από όσα τους έδωσε ο Σαμαράς στα οικονομικά και στα εργασιακά.
Έτσι, ποτέ καμιά κυβέρνηση δεν χαντάκωσε τόσο πολύ για τις επόμενες δεκαετίες τους πραγματικούς προλετάριους και τη μικρομεσαία τάξη, ευνοώντας σκανδαλωδώς το πιο συντηρητικό και αντιπαραγωγικό κομμάτι των απασχολούμενων: Τους δημόσιους υπάλληλους! Με εξαίρεση νοσοκομειακό προσωπικό, κάποιους ήρωες δάσκαλους, υπηρέτες της αεροπορίας και υποχρεωτικώς είλωτες των δημόσιων υπηρεσιών για να λουφάρουν οι υπόλοιποι.
Το οξύμωρο είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ που τάχα πολιτεύεται με ταξικό πρόσημο, πέρα που δεν έχει ιδέα τι είναι τάξεις στην πραγματική Ελλάδα, έχει συντρίψει για πολλά χρόνια άνεργους, συνταξιούχους και ιδιωτικό τομέα, δηλαδή τους σύγχρονους προλετάριους με την ευρεία έννοια (αφού δεν μπόρεσε να τους μαντέψει ο Μαρξ, με το δίκιο του...) και χαϊδεύει διαρκώς, δίνοντας αυξήσεις και πληθαίνοντας, τη δημοσιοϋπαλληλία, που ζει απολύτως προστατευμένη στο κουκούλι του διαρκούς κομματοκράτους! Παράγοντας ελλείμματα χωρίς αντίστοιχο κέρδος για το λαό!
Πώς το είπε ο πρωθυπουργός στο Αίθριο των Μουσιών; Θα υλοποιήσει σχέδιο για να μπεί τέλος στη διαπλοκή πολιτικών- τραπεζών- επιχειρηματιών! Ξέρουμε. Με ταξικό πρόσημο. Σαν αυτό, με το οποίο τον έφεραν στην εξουσία, ροκανίζοντας τους Σαμαροβενιζέλους, όλοι οι τραπεζίτες και πλουτοκράτες το 2015, αγκαλιά με ένα κομμάτι της δεξιάς, που ήθελαν (σε συμφωνία με την τρόικα) ένα άφθαρτο, νέο πρόσωπο!
Πώς το είπε ο πρωθυπουργός; «Πρώτα θα έρθουν οι επενδύσεις και μετά οι θέσεις εργασίας». Πές το μας ρε άνθρωπε ότι είσαι καπιταλιστής σαν τους δανειστές! Γιατί εμείς νομίζαμε ότι είσαι κομμουνιστής!