Κυριακή 9 Ιουλίου 2017

"Το στραπατσάρισμα της Τερέζα Μέι κι εμείς" έγραψε ο Γιώργος Γιαννουλόπουλος ("Εφημερίδα των Συντακτών", 17.06.2017)

..............................................................

 

Το στραπατσάρισμα της Τερέζα Μέι κι εμείς


 
AP Photo/Alastair Grant
 
 
 έγραψε ο Γιώργος Γιαννουλόπουλος
 
Την επομένη των βρετανικών εκλογών, οι προσκείμενες στην κυβέρνηση εφημερίδες, ακόμα και οι ακροδεξιές φυλλάδες που με τον συνήθη εκλεπτυσμένο λόγο τους προσπαθούσαν να μας πείσουν ότι η Τερέζα Μέι είναι το τελευταίο ανάχωμα στον κατήφορο προς την κόλαση όπου μας οδηγεί ο Εωσφόρος Τζέρεμι Κόρμπιν, έκαναν επιτόπου στροφή.
Και από ενσάρκωση της κοινής λογικής, η Τερέζα Μέι έγινε άκαμπτη και απόμακρη, ψυχρή, αλαζών και συγκεντρωτική, περιστοιχισμένη από πρόσωπα που αποθάρρυναν οποιαδήποτε επαφή με την πραγματικότητα, ενώ η αγοραφοβία της δεν της επέτρεψε να επικοινωνήσει με τον απλό λαό και να πιάσει τον σφυγμό της κοινωνίας.
Τα παραπάνω μάλλον αληθεύουν, αλλά μπορούν να οδηγήσουν σε λανθασμένα συμπεράσματα γατί υπαινίσσονται ότι αν ήταν κάποιος άλλος στη θέση της όλα θα πήγαιναν καλά.
Δηλαδή αποκλείουν έμμεσα το ενδεχόμενο το πρόβλημα να είναι κάτι άλλο, γενικότερο, λιγότερο εμφανές και σε τελική ανάλυση πολύ πιο σημαντικό. Και αυτό το άλλο, κατά τη γνώμη μου, είναι η προϊούσα χρεοκοπία μιας πολιτικής και μιας κλίμακας αξιών που επέβαλε πριν από περίπου σαράντα χρόνια η Μάργκαρετ Θάτσερ.
Στον νέο κόσμο που ευαγγελίστηκε η «σιδηρά κυρία», πρωταγωνιστής και ήρωας ήταν ο ευρηματικός, εργατικός, τολμηρός και αχόρταγος επιχειρηματίας, ο οποίος, στην προσπάθειά του να πλουτίσει, ωθούσε προς τα επάνω την παραγωγικότητα και την ανάπτυξη.
Οσο για τα θύματα του γενικευμένου ποδοπατήματος δεν άξιζαν ούτε καν τη λύπη μας· ήταν οι τεμπέληδες, οι δειλοί που δεν έπαιρναν ρίσκα, οι βλάκες, έστω και οι άτυχοι. Για να θυμηθούμε την προφητική ρήση του Μάντεβιλ, τα προσωπικά ελαττώματα μεταμορφώθηκαν σε κοινωνικές αρετές.
Το πού κατέληξε το ξέφρενο κυνήγι του πλούτου δεν το φαντάστηκαν κάποιοι κολλημένοι αριστεριστές· ήταν το κραχ των χρηματιστηρίων το 2008, για το οποίο δεν ευθύνεται ο δημόσιος τομέας αλλά η απληστία εκείνων που ενστερνίστηκαν τον οικονομικό δαρβινισμό.
Σαν να μην έφτανε αυτό, οι αναδυόμενες οικονομίες, με χαμηλό εργατικό κόστος, την απουσία συνδικαλισμού και, στην περίπτωση της Κίνας, την απολυταρχία τού κατ’ όνομα κομμουνιστικού καθεστώτος, πλημμύρισαν με τα φτηνά προϊόντα τους τις αγορές της Δύσης, δημιουργώντας στρατιές ανέργων και αγανακτισμένων, ενώ ταυτόχρονα το χάσμα ανάμεσα στους πολλούς χαμένους και τους λίγους κερδισμένους διευρυνόταν συνεχώς, με τους τελευταίους να μην πληρώνουν καν τους φόρους που τους αναλογούσαν επειδή φρόντιζαν να παρκάρουν τα λεφτά τους σε φορολογικούς παραδείσους.
Με λίγα λόγια αυτό είναι το φόντο της γενικευμένης αναταραχής. Τα δεξιά ξεσπάσματά της τα είδαμε πρώτα στην Αμερική του Τραμπ και στη Βρετανία του Brexit, ενώ τώρα με τον Κόρμπιν έχουμε την πρώτη καθαρά αριστερή ανάγνωση της κρίσης.
Το τι σχέση μπορεί να έχουν όλα αυτά με τα καθ’ ημάς είναι ένα ερώτημα που συνήθως δεν τίθεται επειδή όλοι σχεδόν θεωρούμε ότι τα δικά μας προβλήματα είναι ευθέως ανάλογα με εκείνα στις χώρες της Δύσης.
Ετσι όσοι, δικαίως κατά τη γνώμη μου, αγανακτούν για τον ολέθριο ελληνικό κρατισμό, αντιμετωπίζουν με αμηχανία ή καταδικάζουν εγχειρήματα σαν αυτό των Εργατικών του Κόρμπιν στη Βρετανία επειδή θεωρούν ότι ευνοούν τους αντιπάλους τους. Και όσοι χειροκροτούν τον Κόρμπιν, το κάνουν γιατί νομίζουν ότι τους προσφέρει επιχειρήματα υπέρ του εγχώριου κρατισμού που δεν φαίνεται να τους ενοχλεί ιδιαίτερα.
Και οι δύο πέφτουν έξω. Γιατί τα δικά μας προβλήματα ήταν και παραμένουν ευθέως αντίστροφα.
Πρώτα απ’ όλα επειδή στη γαλανή πατρίδα μας την κρίση δεν τη δημιούργησαν οι τράπεζες αλλά ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός ενός κράτους πρόνοιας (λέμε τώρα...) που δανειζόταν λεφτά για να τα μοιράζει στην κομματική του πελατεία. Και όσοι επικαλούνται τον Κόρμπιν για να κερδίσουν πόντους δεν καταλαβαίνουν, ή κάνουν πώς δεν καταλαβαίνουν, ότι η λέξη «δημόσιο» στη Βρετανία και στις άλλες χώρες της Δύσης δεν έχει καμία σχέση με τη δική μας εκδοχή.
Δεν σημαίνει πελατειασμό, σπατάλες, αργομισθίες και διορισμούς ημετέρων, αλλά αναβίωση του κράτους πρόνοιας, διάσωση του συστήματος δημόσιας υγείας που κινδυνεύει να διαλυθεί ανοίγοντας τον δρόμο για τις ιδιωτικές ασφαλίσεις, σημαίνει παιδεία χωρίς δίδακτρα, κατάργηση των φορολογικών παραδείσων κ.ο.κ.
Σχετικά με τη σοσιαλδημοκρατία τώρα, πρέπει να αποφασίσουμε σε τι έσφαλε. Επειδή δεν αποστασιοποιήθηκε από τον νεοφιλελευθερισμό ή γιατί αναμασάει νοσταλγικά λύσεις που δεν ισχύουν σήμερα; Θα έλεγα μάλλον το πρώτο.
Οσο για την επιστροφή στο παρελθόν, ας θυμηθούμε ότι η Θάτσερ όχι μόνο ανέτρεψε τα μέχρι τότε αυτονόητα, αλλά γύρισε πίσω στον 19ο αιώνα και κανείς από τους θαυμαστές της δεν την έψεξε.


Δεν υπάρχουν σχόλια: