Πέμπτη 1 Μαρτίου 2018

«Η Εξαίρεση κι ο Κανόνας» του Κώστα Καλημέρη, κριτικού λογοτεχνίας («Εφημερίδα των Συντακτών», 1/3/2018)

............................................................





·        «Η Εξαίρεση κι ο Κανόνας»



















          του Κώστα Καλημέρη, κριτικού λογοτεχνίας

          («Εφημερίδα των Συντακτών», 1/3/2018)




   Ήρθε ακριβώς η μέρα που περίμενε. Με μια χαρά δίχως εμφανή λόγο. Είχε σηκωθεί ευδιάθετος, μετά μια εξόριστη νύχτα στο κρεβάτι του. Όσο περίμενε τον καφέ, το γουργουρητό της καφετιέρας πρέπει να του έλεγε αστεία, γι’ αυτό χαμογελούσε. Κάτι βολτάριζε στην ατμόσφαιρα, δηλαδή στον ουρανό της κουζίνας του, σαν μια ψυχούλα που πετούσε στο παράθυρο, ψάχνοντας άλλον αέρα. Κι εκείνος, με μια αδέξια κίνηση, έριξε μια μεταλλική κούπα απ’ το τραπέζι, μ’ έναν θόρυβο χορευτικό που τον τρόμαξε. Μπορεί να είχε σηκωθεί, όμως ο μισός είχε ξυπνήσει. Σχεδόν ποτέ δεν αναγνωρίζουμε τις πράξεις μας. Κι αυτός θύμωσε με την κούπα, σαν να το ‘κανε επίτηδες η ίδια. Εύκολη λύση στην περίπτωση ο νόμος της βαρύτητας.

   Ωστόσο, ούτε η ίδια η βαρύτητα δεν μπορεί να αντισταθεί στον εαυτό της. Σαν να μην υπάρχει εξαίρεση. Ένα φάλτσο.

   Ο Χούλιο Κορτάσαρ υποστήριζε την περιβόητη θεωρία της Παταφυσικής, του Αλφρέντ Ζαρί, που ασχολιόταν μόνο με εξαιρέσεις. Με τις ιδιάζουσες περιπτώσεις. Κι ο Χούλιο επέμενε πως κάθε κύκλος, φιλίες, έρωτες, είναι ξεχωριστός. Αυτό πάει ενάντια στην ηγεμονική, ιδεολογική, γενικευμένη σκούπα, που λειτουργεί με κυνισμό και χυδαιότητα, γενικεύοντας και καλουπώνοντας. Γι’ αυτό το μυθιστόρημα ψάχνει τον εσωτερικό χρόνο των πραγμάτων, τη μοναδικότητα, ακόμα κι αν φορές είναι αυτό καταστροφικό. Ψάχνει την εξαίρεση κι όχι την επαλήθευση που αποβλακώνει τους ανθρώπους και τους στρατιωτικοποιεί.

   Δεν ψάχνει τον κανόνα, τον χάρακα, την υποταγή. Αναζητάει την ομορφιά και την ευλογία της ύπαρξης. Όπως σ’ έναν βαθύ έρωτα, που ενώ σε διαλύει, πετυχαίνει την εξαίρεση, την αβάσταχτη ελαφρότητα. Για μια τέτοια περίπτωση ο Ασλάνογλου έγραψε «καμιά σκαπάνη μουσικού δε θα σε βρει τόσο βαθιά στο αίμα».

   Ίσως, λοιπόν, το παιχνίδι, η τυχαιότητα, η διαίσθηση κι η μυθοπλασία να ‘ναι εξαίρεση. Ίσως το χιούμορ. Η απώλεια της αλαζονείας. Το ξεπέρασμα του διλήμματος «Θήβες ή Μυκήνες». Ίσως αυτό μας ναυτολογεί για την όμορφη Αμοργό.

   Κι εκείνο το πρωί θυμήθηκε την ψυχούλα που πετούσε μέσα απ’ το παράθυρο, παραβιάζοντας τον νόμο της λήθης. Αχ, εδώ ο Πεντζίκης: «Αρκεί και μόνο η ματιά για τον περίπατο των ψυχών έξω απ’ τις κάμαρες». Θα συμφωνούσε κι ο Χούλιο κι ο Σκαρίμπας, αυτός ο μετρ του φάλτσου, που ήθελε να σπάσει τον κανόνα.

   Να μην προδώσει όσα δεν ακούγονται, όσα δεν φαίνονται. Που έφερε τόσο κοντά το κωμικό με τη φρίκη. Το αστείο με τη θλίψη. Γιατί όλα γλιστρούν στον ίδιο δρόμο.

   Γιατί όλα είναι μέρη της ίδιας αφήγησης, χαλαρά συνδεδεμένα. 



 
Χούλιο Κορτάσαρ  (1914 - 1984)

Δεν υπάρχουν σχόλια: