.............................................................
Γκότφρηντ Μπεν
(1886 - 1956)
ΔΕΝ ΕΙΝ’ ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ
Στο κρεβατάκι εκείνο, λες παιδιού, πέθανε η Ντρόστε
(το εκθέτουν στο μουσείο της στο Μέερσμπουργκ)
ο Χαίλντερλιν σ’ ένα ντιβάνι πάνω μαραγκού μες σ’ έναν πύργο,
ο Γκεόργκε, ο Ρίλκε, δίχως άλλο, σε κλίνη ελβετικού σανατορίου,
στη Βαϊμάρη τα μεγάλα μαύρα μάτια του Νίτσε
σ’ ένα άσπρο μαξιλάρι κείτονταν
ώς το ύστερό τους βλέμμα –
όλα τους τώρα σκύβαλα ή χαμένα οριστικά,
ανεύρετα, ανυπόστατα,
μες σε μια ανώδυνη κι αέναη αποσύνθεση.
Γκότφρηντ Μπεν
(1886 - 1956)
ΔΕΝ ΕΙΝ’ ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ
Στο κρεβατάκι εκείνο, λες παιδιού, πέθανε η Ντρόστε
(το εκθέτουν στο μουσείο της στο Μέερσμπουργκ)
ο Χαίλντερλιν σ’ ένα ντιβάνι πάνω μαραγκού μες σ’ έναν πύργο,
ο Γκεόργκε, ο Ρίλκε, δίχως άλλο, σε κλίνη ελβετικού σανατορίου,
στη Βαϊμάρη τα μεγάλα μαύρα μάτια του Νίτσε
σ’ ένα άσπρο μαξιλάρι κείτονταν
ώς το ύστερό τους βλέμμα –
όλα τους τώρα σκύβαλα ή χαμένα οριστικά,
ανεύρετα, ανυπόστατα,
μες σε μια ανώδυνη κι αέναη αποσύνθεση.
Φέρνουμε μέσα μας το σπέρμα όλων των θεών,
το γονίδιο του θανάτου και το γονίδιο της ηδονής,
ποιος τα ξεχώρισε: οι λέξεις και τα πράγματα,
ποιος τ’ ανακάτεψε: ο πόνος και ο τόπος
όπου όλα καταντούν, αυτή η δακρυρρόη η ξύλινη –
για λίγες ώρες ένα φτωχό αποκούμπι.
Δεν είν’ το πένθος. Πέρα πολύ, μακριά πολύ
τα δάκρυα, το κρεβάτι,
δεν είν’ τα όχι τα δικά μας και τα ναι,
γέννες και άλγη του κορμιού και προσευχές,
είναι ένας φλοίσβος, δίχως όνομα, μια ανάσα,
κάτι το υπεργήινο που σαλεύοντας στον ύπνο
τ’ ανακίνησε –
αποκοιμήσου!
το γονίδιο του θανάτου και το γονίδιο της ηδονής,
ποιος τα ξεχώρισε: οι λέξεις και τα πράγματα,
ποιος τ’ ανακάτεψε: ο πόνος και ο τόπος
όπου όλα καταντούν, αυτή η δακρυρρόη η ξύλινη –
για λίγες ώρες ένα φτωχό αποκούμπι.
Δεν είν’ το πένθος. Πέρα πολύ, μακριά πολύ
τα δάκρυα, το κρεβάτι,
δεν είν’ τα όχι τα δικά μας και τα ναι,
γέννες και άλγη του κορμιού και προσευχές,
είναι ένας φλοίσβος, δίχως όνομα, μια ανάσα,
κάτι το υπεργήινο που σαλεύοντας στον ύπνο
τ’ ανακίνησε –
αποκοιμήσου!
Το τελευταίο ποίημα που έγραψε ο Γκόττφρηντ Μπεν. Θα το στείλει
αυθημερόν στον διευθυντή της επιθεώρησης Merkur στις 6.1.1956 με το
ακόλουθο σημείωμα:
«Είμαι βαριά άρρωστος και πρέπει να εισαχθώ
στο νοσοκομείο. Μπαίνοντας σ’ ένα νοσοκομείο κανείς, δεν ξέρει αν θα
βγει. Παίρνω το ελεύθερο λοιπόν να σας στείλω ένα τελευταίο ποίημα, μαζί
με τις ευχές μου για το τεύχος του Μαΐου, που θα κυκλοφορήσει άλλωστε
λίγο πριν τα διαβόητα γενέθλια. Αν τα πράγματα πάνε άσχημα, αυτός είναι
προς εσάς ο αποχαιρετισμός μου».
Στις 2 Μαΐου ο ποιητής θα
συμπλήρωνε τα εβδομήντα, νούμερο που δίνει την αφορμή συνήθως για
τιμητικές εκδηλώσεις, εξού και η ειρωνική αποστροφή "διαβόητα γενέθλια".
Ο Μπεν θα πεθάνει τελικά δύο μήνες μετά την επέτειο, στις 7 Ιουλίου
1956.
Θεωρούμενο ως η πνευματική διαθήκη του, το "Δεν είν' το
πένθος" έκτοτε ανοίγει τις εκδόσεις των ποιητικών του απάντων. Σ’ αυτό ο
Μπεν μνημονεύει πέντε κορυφαίες μορφές των γερμανικών γραμμάτων (την
ποιήτρια Αννέτε φον Ντρόστε και τους άρρενες ομοτέχνους της Φρήντριχ
Χαίλντερλιν, Στέφαν Γκεόργκε, Ράινερ Μαρία Ρίλκε και Φρήντριχ Νίτσε) σαν
να ζητάει, όπως γράφτηκε, να γίνει δεκτός στον κύκλο τους. Σήμερα,
έπειτα από εξήντα και περισσότερα χρόνια, μπορούμε να εικάσουμε βάσιμα
ότι το αίτημά του έγινε δεκτό.
Κώστας Κουτσουρέλης
Κώστας Κουτσουρέλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου