Δευτέρα 20 Ιουνίου 2011

Λουίς Σεπούλβεδα "Γράφω για τα θύματα του καπιταλισμού" ("Ελευθεροτυπία", 17/6/2011)


Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 17 Ιουνίου 2011

Ο Λουίς Σεπούλβεδα στην Ελλάδα, για το 3ο Φεστιβάλ Ιβηροαμερικανικού Βιβλίου και το νέο του μυθιστόρημα «Τελευταία νέα από το Νότο»

«Γράφω για τα θύματα του καπιταλισμού»

Από έναν συγγραφέα δεν ζητάς να σου δώσει λύσεις στην οικονομική κρίση. Ζητάς να σου μιλήσει για τη λογοτεχνία. Ο Χιλιανός Λουίς Σεπούλβεδα, όμως, είναι μέλος της μεγάλης σε μέγεθος και σε ποιότητα λατινοαμερικανικής λογοτεχνικής οικογένειας. 

Στα 62 του χρόνια, κάθε μέρα που περνάει εξομολογείται στη σύντροφό του, την ποιήτρια Κάρμεν Γιάνιες: «Θέλω να επιστρέψω στη Χιλή!» (φωτ.: Ύδρα Πάρντος)  


Στα 62 του χρόνια, κάθε μέρα που περνάει εξομολογείται στη σύντροφό του, την ποιήτρια Κάρμεν Γιάνιες: «Θέλω να επιστρέψω στη Χιλή!» (φωτ.: Ύδρα Πάρντος) Η ιδιαιτερότητά της είναι ότι η ιδιότητα του συγγραφέα και του πολίτη ταυτίζονται προς όφελος τόσο του λογοτεχνικού όσο και του πολιτικού λόγου.
Πόσω μάλλον, όταν έχεις μπροστά σου μια παλιά καραβάνα του πολιτικού ακτιβισμού, μία από τις ανθρώπινες ασπίδες του δολοφονημένου προέδρου Αλιέντε, λίγο προτού μπουν οι στρατιώτες του Αουγκούστο Πινοσέτ στο βομβαρδισμένο προεδρικό μέγαρο. Η φυλάκιση και τα βασανιστήρια ήταν το μεγάλο τραύμα του, αλλά δεν μίλησε ποτέ γι' αυτό ανοιχτά, δεν το πούλησε. Μόνο μιάμιση σελίδα στο βιβλίο του «Patagonia Express» αφιέρωσε. Η Διεθνής Αμνηστία τον έφερε στην Ευρώπη, αρχικά στη Γερμανία και αργότερα στην Ισπανία, όπου μένει μόνιμα, αν και πλέον στα 62 του χρόνια, κάθε μέρα που περνάει εξομολογείται στη σύντροφό του, την ποιήτρια Κάρμεν Γιάνιες: «Θέλω να επιστρέψω στη Χιλή!»
Ο Λουίς Σεπούλβεδα έρχεται για τέταρτη φορά στην Ελλάδα, όπου κυκλοφορούν όλα τα βιβλία του, από τις εκδόσεις «Opera», του Γιώργου Μυρεσιώτη. Ο πολύ αγαπητός στους δικούς μας αναγνώστες μίλησε χθες, στο Ινστιτούτο Θερβάντες, στο πλαίσιο του 3ου Φεστιβάλ Ιβηροαμερικανικού Βιβλίου.
Ο άνθρωπος ο οποίος άντεξε στα βασανιστήρια του Πινοσέτ δεν σταμάτησε ποτέ να σκέφτεται τους κατατρεγμένους. «Ναι», παραδέχεται, «σ' όλα τα βιβλία μου γράφω την ιστορία των ηττημένων, που είναι θύματα της αδηφαγίας του καπιταλισμού. Ολο το έργο μου είναι γεμάτο από τέτοιους ήρωες».
Μ' αυτό το «ταπεινό» υλικό έστησε και το νέο του μυθιστόρημα «Τελευταία νέα από το Νότο». Τον παίδεψε επί δεκαπέντε χρόνια, γιατί, ενώ είχε ξεκινήσει να γράφεται ως ταξιδιωτικό, κατά τη συγγραφή του πήρε τη μορφή της μυθοπλασίας. Δεν διαβάζεται χωρίς τις συνοδευτικές φωτογραφίες του φίλου του Ντάνιελ Μορτσίνσκι. Είναι γραμμένο στο τέμπο ενός ρέκβιεμ για το σιδηρόδρομο Patagonia Express, που από κρατικός πέρασε σε ιδιώτες και αργότερα παραδόθηκε στον τουρισμό, αφού πλέον το νοικιάζουν Αμερικανοί επιχειρηματίες από το Τέξας για ένα «σαφάρι» στην Παταγονία.
Ομως, η πολιτική είναι το φόρτε του και οι σχετικές ερωτήσεις τον εξιτάρουν. Ξεκαθαρίζει ότι μιλάει πάντα ως συγγραφέας, ο οποίος δεν ξεχνάει ότι είναι πολίτης. «Ηρθε ο καιρός να θυμηθούμε τον Γκάντι και την ειρηνική του αντίσταση. Πρέπει να ακολουθήσουμε το παράδειγμά του με αποτελεσματικούς τρόπους», πρότεινε. Ενας από αυτούς τους τρόπους έχουν τη φωνή των «Αγανακτισμένων» στις κεντρικές πλατείες των ευρωπαϊκών πρωτευουσών: «Είναι κάτι που σε παρακινεί, γιατί δείχνει ότι κάτι γίνεται», είναι το σχόλιό του.
Την Ελλάδα τη βλέπει να μπαίνει για τα καλά σ' αυτό το παιχνίδι, γι' αυτό φτιάχνει ένα φανταστικό σενάριο, το οποίο ταιριάζει γάντι και στην Ισπανία και στην Πορτογαλία: «Αν από αύριο δύο εκατομμύρια Ελληνες έλεγαν: "Αρνούμαστε να πληρώσουμε τους τόκους στις τράπεζες!", θα τολμούσε το κράτος να φυλακίσει δύο εκατομμύρια ανθρώπους;».
«Η κρίση», αποφαίνεται, «έχει προκληθεί από το τραπεζικό σύστημα και τους κερδοσκόπους. Και καλούνται οι πολίτες να πληρώσουν αυτό το υψηλό κόστος. Αποδεικνύεται ότι ο καπιταλισμός, για να επιβιώσει, ξεχνάει ένα θεμελιώδες προαπαιτούμενο, τους πολίτες. Προσπαθούν να μας πείσουν ότι δεν είμαστε πολίτες, ότι είμαστε καταναλωτές. Δεν γίνεται λόγος για το δικαίωμα στην εργασία, γιατί πρέπει να καταναλώνουμε θέσεις εργασίας, ούτε για το δικαίωμα στην υγεία, γιατί πρέπει να καταναλώνουμε ιατρικές υπηρεσίες, ούτε για το δικαίωμα στην εκπαίδευση, γιατί πρέπει να καταναλώνουμε σχολικές υπηρεσίες».
«Οι λύσεις πρέπει να δοθούν σε τοπικό επίπεδο κι όχι με όρους μακροοικονομίας». Αυτό είναι το αντίδοτο του Λουίς Σεπούλβεδα στη θεραπεία των φτωχών χωρών της Λατινικής Αμερικής. Αυτό το μοντέλο το είδε να εφαρμόζεται με επιτυχία στο Εκουαδόρ, στο Ελ Σαλβαδόρ, στο Περού, στην Ουραγουάη. Επαινεί τον Μοράλες της Βολιβίας, γιατί επένδυσε στην πλειονότητα του πληθυσμού, που είναι αγρότες ιθαγενείς.
Χαιρετίζει τον Λούλα της Βραζιλίας, γιατί «έβγαλε από τη φτώχεια είκοσι έξι εκατομμύρια Βραζιλιάνους και τους ενέταξε σε συνθήκες κανονικής διαβίωσης». Χρεώνει στον Τσάβες της Βενεζουέλας μεσσιανικό όραμα, τον χαρακτηρίζει λαϊκιστή, που «αν και έχει πάρει ευεργετικά μέτρα για το λαό, δεν άλλαξε την ποιότητα της δημοκρατίας». Δεν πιστεύει σε μια ένωση των κρατών της Λατινικής Αμερικής: «Καμία χώρα δεν πρόκειται να αποποιηθεί την εθνική της αξιοπρέπεια».
**Το τελευταίο βιβλίο του Λουίς Σεπούλβεδα που κυκλοφορεί στα ελληνικά είναι «Η σκιά του εαυτού μας», σε μετάφραση Αχιλλέα Κυριακίδη. **


Δεν υπάρχουν σχόλια: