Παρασκευή 24 Ιουνίου 2011

"Η ελίτ και η αλήτ" του Παντελή Μπουκάλα και "Πολιτική στη χώρα της παραπραξίας" του Νίκου Γ. Ξυδάκη κι ένα σαρκαστικό σκίτσο του Ανδρέα Πετρουλάκη ("Καθημερινή", 24/6/2011)


Η ελίτ και η αλήτ

Tου Παντελη Μπουκαλα

Συνωμοσία. Προφανώς. Ανθελληνική πλεκτάνη. Προφανέστατα. Για να συκοφαντηθεί το ποδόσφαιρό μας, να διακινηθεί η ιδέα πως δεν είμαστε άξιοι φύλακες του αθλητικού πνεύματος και να πάψει έτσι ο πλανήτης όχι απλώς να μας σέβεται, αλλά και να μας αποδίδει τα οικονομικά μας δικαιώματα, ως οφείλει. Τι δηλαδή. Μπορούμε να αποδεχτούμε άκριτα ότι γίνονται στην Ελλάδα παιχνίδια «άκρως διεφθαρμένα», κατά τη γραφειοκρατική ορολογία; Μπορούμε να θεωρήσουμε δεδομένο ότι υπήρξαν μεγαλοπαράγοντες που ποντάρισαν σε αγώνες με προαποφασισμένο αποτέλεσμα - έκπληξη, για να κερδοσκοπήσουν εις βάρος της αγαπημένης τους ομάδας, παρότι θα καταρρακωνόταν το γόητρό της αν εισέπραττε τρία γκολ από σύλλογο χαμηλότερου επιπέδου;
Οχι. Δεν είναι εύκολο να αποδεχτούμε τέτοια πράγματα. Διότι αν συμφωνήσουμε πως υπήρχε διαφθορά στο ελληνικό ποδόσφαιρο με πρωταγωνιστές ιδιοκτήτες ομάδων, μάνατζερ, διαιτητές, ποδοσφαιριστές και στοιχηματατζήδες, θα πρέπει ταυτόχρονα να δεχτούμε ότι τόσα χρόνια υπήρχε μια πολιτεία, πράσινη και γαλάζια, που στρουθοκαμήλιζε ασυστόλως, για να μη βλέπει και να μην ακούει όσα αποκαλύπτονταν. Θα πρέπει να δεχτούμε ότι υπήρξαν πολιτικοί (και υπουργοί ανάμεσά τους και υφυπουργοί και γενικοί γραμματείς και ειδικοί φαρισαίοι) οι οποίοι, για να προστατέψουν τον «ιστορικό σύλλογο» που κάθε φορά έπαιρναν υπό τη σκέπη τους και κυρίως για να διαφυλάξουν την ψηφοπεριουσία τους, περιφρονούσαν νόμους που τους είχαν εισαγάγει οι ίδιοι, αυθαιρετούσαν πότε εν ονόματι της Μικράς Ασίας ή της Πόλης και πότε εν ονόματι του «ηρωικού λαού» της μιας ή της άλλης ποδοσφαιρικής ομάδας. Θα πρέπει να δεχτούμε ότι παραγράφονταν χρέη, χαρίζονταν σε «αγνούς φιλάθλους» - επιχειρηματίες μεγάλες εκτάσεις και άρτιες εγκαταστάσεις, φυλακισμένοι για χουλιγκανισμό αποφυλακίζονταν, σταμπαρισμένοι παραβάτες του νόμου, όλων των νόμων, απολάμβαναν πλήρη ελευθερία.
Ημαρτον, όπως θα αναφωνούσε γνωστός αθλητικολόγος. Τέτοια δυσώδη πράγματα ουδέποτε έγιναν στα μέρη μας, άρα ούτε και παιχνίδια στήθηκαν. Ποτέ δεν αναδομήθηκαν οι εθνικές κατηγορίες για να χωρέσουν οι ομάδες με λαϊκό έρεισμα, άρα και ψήφους. Ποτέ οι φάκελοι της ΟΥΕΦΑ με τις βαριές καταγγελίες δεν έμειναν επί μήνες σε αραχνιασμένα συρτάρια. Ποτέ οι πολιτικοί μας δεν έσπευσαν να φωτογραφηθούν χειραψιαζόμενοι ή τριανταφυλλοασπαζόμενοι με στελέχη της αθλητικής μας ελίτ, η οποία τώρα καταγγέλλεται σαν αλήτ. Ο, τι έγινε είναι μικρό και ασήμαντο και απλώς το διογκώνει η ανθελληνική μέθη των τελευταίων μηνών, και επιπλέον έγινε χωρίς να γνωρίζει τίποτα το πολιτικό μας σύστημα και οι κρατικές μας υπηρεσίες. Μια κακιά ώρα ήταν. Που απλώς κράτησε μερικά χρόνια. Ε, δεν είναι και του θανατά. Ετσι κι αλλιώς συνεχίζουμε να κρατάμε τα κλειδιά της Ολυμπίας. Και δεν μπορεί κανείς να μας τα πάρει.


..................................................................................

Πολιτική στη χώρα της παραπραξίας

Tου Νικου Γ. Ξυδακη

Τα διαδραματιζόμενα τις τελευταίες ημέρες δείχνουν πολλά για την ποιότητα του πολιτικού προσωπικού της χώρας, το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπο με μια σφοδρή κρίση, με πενιχρή πνευματική εξάρτυση και χαμηλό ψυχικό σθένος. Το επίπεδο και η τροπή των συζητήσεων την περασμένη εβδομάδα, εντός και εκτός Βουλής, δείχνουν την πλειονότητα των πολιτικών να μην αντέχουν να σηκώσουν στους ώμους τους το ιστορικό βάρος της χώρας. Δεν μπορούν να ασκήσουν αυτοκριτική και να υπερβούν τον παλαιό εαυτό τους· αδυνατούν να πουν όλη την αλήθεια στους πολίτες, μαγειρεύουν στοιχεία για να ξεγελάσουν τον λαό και την τρόικα. Ουσιαστικά, δεν ασκούν πολιτική και διακυβέρνηση: κρύβονται πίσω από τα διλήμματα που θέτουν εταίροι και πιστωτές, προκειμένου να ακολουθήσουν την προαποφασισμένη από άλλους πολιτική, χωρίς να υποβληθούν στον κόπο να σκεφτούν εναλλακτικές, να διαπραγματευθούν με ρίσκα, να συγκρουστούν εν ανάγκη.
Την προπερασμένη Τετάρτη, ζήσαμε τη μετέωρη Δημοκρατία: οι λιμουζίνες του Προέδρου και του Πρωθυπουργού περνούσαν βιαστικά ανάμεσα από συστοιχίες ειδικών φρουρών και αγανακτισμένους πολίτες που αποδοκίμαζαν. Ηταν μια θλιβερή εικόνα, δυσοίωνη για τη δημοκρατία· κατέγραφε τη δυσαρμονία κοινωνίας και πολιτικής τάξης, αλλά και την υποχώρηση του οφειλόμενου σεβασμού προς τους πολιτειακούς θεσμούς. Τις επόμενες ώρες, η αποδόμηση της θεσμικής τάξης συνεχίστηκε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, όταν υπέβαλε την παραίτηση της κυβέρνησής του τηλεφωνικώς στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, χωρίς να έχει ενημερώσει επισήμως το υπουργικό του συμβούλιο, ενώ εν συνεχεία αναίρεσε την απόφασή του και ανήγγειλε ανασχηματισμό.
Η παλινωδία είναι ανθρώπινη αδυναμία, συγγνωστή· για τον ηγέτη, όμως, είναι μοιραία αδυναμία διότι δεν αποδομεί τον εαυτό του, αποδομεί τον λαό. Η αποδόμηση εξακολούθησε σαν οπερέτα, σαν κωμωδία παρεξηγήσεων, με το αμήχανο και κενό περιεχομένου διάγγελμα του πρωθυπουργού και τις ακολουθήσασες συνεδριάσεις της Βουλής για ψήφο εμπιστοσύνης. Οι ομιλίες σημαδεύτηκαν από γλωσσικές παραδρομές, συνταρακτικές ως προς τις λανθάνουσες συμπαραδηλώσεις (αξιόπο... στα, Ελλειμμας), τόσο που να εκλαμβάνεται πλέον η σύνολη κυβερνητική πρακτική ως μια τεράστια παραπραξία, με την έννοια του φροϋδικού ολισθήματος. Αλλα νομίζουμε ότι κάνουμε κι άλλα κάνουμε.
Ο εντοπισμός της γέννησης της Δημοκρατίας στο σωτήριο έτος 1981 εμπίπτει σε αυτήν την κατηγορία επίσης: μια βολονταριστική ερμηνεία της Iστορίας, στο όριο του αυταρχισμού, που συμβαίνει για αποπροσανατολισμό, για απόσπαση του ενδιαφέροντος από τα κατεπείγοντα υλικά ερωτήματα. Υπό μία έννοια, η ταυτόχρονη αναγγελία μαζικών συλλήψεων ποδοσφαιρικών παραγόντων και μπράβων για στημένα στοιχήματα υπηρετεί τον ίδιο σκοπό: αποσπά τη συζήτηση από το πεδίο των πραγματικών αναγκών και της πολιτικής και τη μεταθέτει στο καφενείο και στη μνησικακία του πλήθους έναντι των συνήθων υπόπτων.



Σκίτσο του Ανδρέα Πετρουλάκη ("Καθημερινή", 24/6/2011)


Δεν υπάρχουν σχόλια: