Πέμπτη 16 Ιουνίου 2011

"Η εξουσία χάνεται, ο στόμφος μένει" της Μαριάννας Τζιαντζή / "Αναμνήσεις από την εξουσία" της Μαρίας Κατσουνάκη ("Καθημερινή", 8/6/2011) Καθ' εικόνα και ομοίωσιν του αρχηγού και ιδρυτή του Κινήματος, του Πατερούλη. Από κει και πέρα σπουδή για την υποκριτική της ηττημένης και εξευτελισμένης εξουσίας..... (


Η εξουσία χάνεται, ο στόμφος μένει

Tης Μαριαννας Τζιαντζη

Πάνω από μισό εκατομμύριο τηλεθεατές είδαν τη Δευτέρα στους «Νέους Φακέλους» (ΣΚΑΪ) τη συνέντευξη με τον Ακη Τσοχατζόπουλο, η οποία είχε βιντεοσκοπηθεί την Κυριακή, μια ημέρα πριν ανακοινωθεί το πόρισμα της προκαταρκτικής επιτροπής της Βουλής. Δικαιολογημένο το ενδιαφέρον, αφού ο πολιτικός αυτός (δίκαια ή άδικα, θα φανεί) έχει γίνει συνώνυμο της φράσης «περνάω καλά» … και ας υπάρχουν άλλοι που περνούν καλύτερα.
Ανέκαθεν ο στόμφος ήταν το σήμα κατατεθέν της δημόσιας εικόνας του κ. Τσοχατζόπουλου, όμως αυτή τη φορά ο στόμφος συνυπήρχε με την αμηχανία και την κρυφή οργή. Ενα από τα σημάδια αυτού του στόμφου ήταν οι βαρύγδουπες και περιττές παύσεις - ακόμα και ανάμεσα στο άρθρο και στο ουσιαστικό. Τριγωνική ήταν η διάταξη των προσώπων στο στούντιο: στην κορυφή ο προσκληθείς, μετωπικά προς τον θεατή, ενώ στις δύο γωνίες της βάσης του τριγώνου βρίσκονταν ο Αλέξης Παπαχελάς και ο Τάσος Τέλλογλου, στραμμένοι προς τον καλεσμένο τους. Η κάμερα έκανε ζουμ στο πρόσωπο του πρώην υπουργού, που έστρεφε νευρικά το βλέμμα του μια στον έναν δημοσιογράφο και μια στον άλλον.
Ο καλεσμένος ανεβοκατέβαζε με νεύρο τα χέρια του (όχι, δεν τα χτυπούσε πάνω στο τραπέζι), ύψωνε και χαμήλωνε τα φρύδια του, έσκυβε προς τα μπρος. Οταν δεν μιλούσε και άκουγε μια ερώτηση, τεντωνόταν προς τα πίσω κι έσφιγγε τα χείλη του.
Ισως άλλοι παρουσιαστές να έσπευδαν να στριμώξουν τον κ. Τσοχατζόπουλο στο καναβάτσο, να αφήσουν τη δική τους ιερή οργή να ξεσπάσει, να κλέψουν αυτοί και όχι ο φιλοξενούμενός τους την παράσταση. Οι ερωτήσεις των δημοσιογράφων, διατυπωμένες με ήπιο και όχι εριστικό τόνο, ήταν αρκετά επίμονες, πιεστικές και φανέρωναν γνώση του θέματος, όμως οι απαντήσεις που δόθηκαν δεν ήταν πειστικές.
Σχετικά με τον πολυσυζητημένο γάμο του στο Παρίσι, ο κ. Τσοχατζόπουλος εξηγεί ότι «δεν στοίχισε ούτε το μισό από ό, τι στοίχισαν άλλοι γάμοι στην ελληνική επικράτεια» (το «άλλοι» προφέρεται με νόημα). Μα ποιοι είναι αυτοί οι «άλλοι γάμοι», ποιο το μέτρο σύγκρισης;
Επίσης όσοι Ελληνες δεν ξέρουν πού θα πάνε (και αν θα πάνε) το καλοκαίρι για διακοπές ησύχασαν, αφού έμαθαν ότι το πεντάστερο «George V», εκτός από τις γαμήλιες σουίτες, έχει «δωμάτια κανονικά για όλο τον κόσμο». Για να ξεφύγει από το νοίκι, ο πρώην υπουργός αγόρασε με δάνειο ένα διαμερισματάκι 180 τ. μ. στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου και όχι ολόκληρο το νεοκλασικό κτίριο, όπως παραπλανητικά έδειχναν οι φωτογραφίες στα ΜΜΕ. Τέλος, ως προς το επίμαχο έμβασμα, ο κ. Τσοχατζόπουλος χαρακτηρίζει «μικρό» το ποσό των 3 εκατ. δρχ., τόσο μικρό που δεν αξίζει να ασχοληθεί κανείς μαζί του.
Αυτή τη φορά ο κ. Τσοχατζόπουλος κατάφερε να μας εντυπωσιάσει όχι μόνο με τα κύρια αλλά και με τα δευτερεύοντα, αφού τα λόγια και η στάση του υπογράμμιζαν την άβυσσο που χωρίζει τα χρυσά παιδιά της εξουσίας, είτε πρώην είτε νυν, από τους κοινούς θνητούς.

...................................................................

Αναμνήσεις από την εξουσία

Tης Μαριας Κατσουνακη

Επινε συχνά νερό. Κάθε τόσο στέγνωνε το στόμα του και κατάπινε μικρές γουλιές. Τα μέτωπα ήταν πολλά και όλα ανοιχτά: υποβρύχια, εμβάσματα, παράνομες πληρωμές, offshore εταιρείες, ακριβά ακίνητα, πολυτελής τρόπος διαβίωσης. Στις απαντήσεις του παλινωδεί, αναφέρεται συχνά σε «μυθεύματα» ή «συμπτώσεις», κάνει λόγο για «μιζαδόρους», οι οποίοι όμως «δεν τον αφορούν». Ολα πάνω του δείχνουν να τον εγκαταλείπουν. Τα κομψά γυαλιά, τα περιβόητα κοστούμια, τα αυτάρεσκα χαμόγελα, οι στομφώδεις δηλώσεις, ο αέρας πρωτοκλασάτου στελέχους. Οι εκφράσεις του ήταν περισσότερο συσπάσεις. Σαν ηθοποιός που έχει μείνει μόνος επί σκηνής, με το κοινό να τον αποδοκιμάζει αλλά εκείνος να μην ακούει, βυθισμένος σε αλλοτινά μεγαλεία.
Από το ιστορικό υπόστρωμα του πάλαι ποτέ ισχυρού ανδρός δεν απομένουν παρά κάποιες αφηγήσεις σκόρπιες, ασαφείς και αδύναμες, που κινούνται από την ανάμνηση μιας παρελθούσας εξουσίας. Ζει ακόμη στον απόηχο εκείνης της θυελλώδους εκλογικής νίκης που πύκνωνε στη φράση:«Για πρώτη φορά –ύστερα από πολλά χρόνια– η συντριπτική κοινωνική πλειοψηφία των μη προνομιούχων Ελλήνων έγινε πολιτική πλειοψηφία».
«Είμαι ΠΑΣΟΚ εγώ», επαναλαμβάνει, σαν τη μόνη φράση από την οποία, πιστεύει, ότι μπορεί να αντλήσει ισχύ, διαχωρίζοντας τη θέση του από κέντρα και παράκεντρα που, κατά τη γνώμη του, εξυφαίνουν συνωμοσίες.
Μόνο που τριάντα χρόνια μετά, η δήλωση αυτή ηχεί σαν παρωδία και ασφαλώς δεν μπορεί να τον απαλλάξει από την παραπομπή για «παθητική δωροδοκία και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα». Οι προσπάθειές του να υποβαθμίσει τα 180 τ.μ. στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου ή τον περίφημο γάμο στο Παρίσι του 2004, γυρνούν μπούμερανγκ, εναντίον του. Η αλαζονεία συναντάει την απληστία, το μείγμα είναι αποκαλυπτικό, η συντριβή απόλυτη, αμείλικτη, χωρίς επιστροφή. Στο πρόσωπό του εκπίπτοντος πολιτικού, ανεξάρτητα από το εάν ευσταθούν οι κατηγορίες εναντίον του, «κάνει ταμείο» το επαχθές πρόσωπο της μεταπολίτευσης: η καθεστηκυία λαμογιά, η νομιμοποιημένη φαυλότητα, η κομματικοκρατία, η θλιβερή δημαγωγία, ο, με το αζημίωτο, λαϊκισμός.
Οι μικρομεσαίοι που τον ψήφισαν και νόμιζαν ότι ήταν κυρίαρχοι αντιλαμβάνονται ότι είναι οριστικά μη προνομιούχοι· οι μικρομεσαίοι που τον ψήφισαν για να συμπορευτούν στην Αλλαγή αισθάνονται εξαπατημένοι· οι μικρομεσαίοι που προσπάθησαν να τον μιμηθούν και τα κατάφεραν λίγο θα τον λιθοβολήσουν γιατί δεν πρόσεξε και τους «πρόδωσε».
Ο Ακης Τσοχατζόπουλος, στη συνέντευξή του στους «Νέους Φακέλους», έμοιαζε μόνος. Τραγικά μόνος. Οχι μόνο για το άφθονο μαύρο χρήμα που του καταλογίζει το πόρισμα. Αλλά γιατί, ακόμη κι αυτή την ύστατη στιγμή της πτώσης, έδειχνε να μην καταλαβαίνει τη διαφορά ανάμεσα στο ψωμί και στο παντεσπάνι.

Δεν υπάρχουν σχόλια: