Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2024

«Η Καταγωγή της Οικογένειας, της Ατομικής Ιδιοκτησίας και του Κράτους» του Φρειδερίκου Ένγκελς (1820 – 1895). Απόσπασμα από την εισαγωγή της τέταρτης έκδοσης (1891) (μτφ. Δήμος Πολυνείκης, εκδ. Μαρή & Κοροντζή, Αθήνα 1945).

 ..............................................................


·       «Η Καταγωγή της Οικογένειας, της Ατομικής Ιδιοκτησίας και του Κράτους» του Φρειδερίκου Ένγκελς (1820 – 1895).  Από την εισαγωγή της τέταρτης έκδοσης (1891) (μτφ. Δήμος Πολυνείκης, εκδ. Μαρή & Κοροντζή, Αθήνα 1945)


Θάνατος Αγαμέμνονα. Αττικός ερυθρόμορφος καλυκωτός κρατήρας. Αποδίδεται στον Ζωγράφο της Δοκιμασίας. Ο Αίγισθος ετοιμάζεται να ξαναχτυπήσει με το σπαθί του τον Αγαμέμνονα, που ήδη αιμορραγεί και πέφτει προς τα πίσω. Δίπλα στον Αίγισθο η Κλυταιμήστρα ανασηκώνει τον διπλό πέλεκυ. Τρεις ακόμα γυναίκες στέκουν μάρτυρες στη σκηνή: πίσω από τον Αγαμέμνονα πιθανώς η Ηλέκτρα και πίσω από την Κλυταιμήστρα η Χρυσόθεμις, η άλλη κόρη του ζευγαριού, ενώ η Κασσάνδρα, η σκλάβα που έφερε μαζί του ο Αγαμέμνονας από την άλωση της Τροίας, πιθανώς στέκεται δίπλα στην Ηλέκτρα. Βοστόνη, Μουσείο Καλών Τεχνών.


«…Ως τα 1860, δεν θα μπορούσε να γίνει λόγος για μια ιστορία της οικογένειας. Η ιστορική επιστήμη βρισκότανε ακόμα, στο πεδίο αυτό, ολότελα κάτω απ’ την επίδραση των πέντε βιβλίων του Μωυσή. Η πατριαρχική μορφή της οικογένειας που ζωγραφίζεται μέσα σ’ αυτές με τόσες λεπτομέρειες όσο πουθενά αλλού, όχι μόνο αναγνωριζόταν γενικά ως η αρχαιότερη, αλλά και συνταυτιζότανε – μετά την κατάργηση της πολυγαμίας – με τη σύγχρονη αστική οικογένεια· με τον τρόπο αυτόν η οικογένεια γενικά φαινότανε σαν να μην είχε σημειώσει καμιάν ιστορική εξέλιξη· το πολύ-πολύ συμφωνούσαν μερικοί ότι στους πρωτόγονους χρόνους ήταν δυνατό να υπήρξε μια περίοδος σχέσεων των φύλων χωρίς κανόνες. Βέβαια, εκτός απ’ τη μονογαμία, ήταν γνωστή και η πολυγαμία της Ανατολής, καθώς και η πολυανδρία του Θιβέτ· αλλά οι τρεις αυτές μορφές δεν ακολουθούσαν η μια την άλλη σε σειρά ιστορική. Παρουσιαζόντανε η μια δίπλα στην άλλη χωρίς να συνδέονται με κανένα δεσμό. Ότι σε μερικούς λαούς της αρχαίας ιστορίας, καθώς και σε ορισμένους άγριους της τωρινής εποχής, η γενιά λογαριάζεται όχι απ’ τον πατέρα, αλλά από την μητέρα, και ότι, κατά συνέπεια, μόνο το γυναικείο σόι θεωρείται σ’ αυτούς έγκυρο· ότι σε πολλούς σύγχρονους λαούς ο γάμος απαγορεύεται μέσα στην ακτίνα ορισμένων μεγάλων ομάδων που τότε δεν είχαν ακόμα καθοριστεί από κοντύτερα, κι ότι το έθιμο αυτό βρίσκεται σ’ όλα τα μέρη του κόσμου – τα γεγονότα αυτά ήταν, αλήθεια, γνωστά, και κάθε μέρα μαζευόντανε νέα τέτοια παραδείγματα. Αλλά δεν ξέρανε τι συμπέρασμα να βγάλουν απ’ αυτά κι ακόμα και στο έργο «Reasearches into the Early History of Mankind, etc…» του E. B. Tylor (1865) (Σημ.: Άγγλος ανθρωπολόγος ο Εδουάρδος Μπάρνετ Τάιλορ, 1832-1917, καθηγητής στα Πανεπιστήμια Οξφόρδης και Όμπερντιν) παρουσιάζονται μόνο σαν «παράξενα έθιμα», πλάι στην απαγόρευση του σκαλίσματος της φωτιάς με σιδερένιο εργαλείο που ισχύει σε μερικές άγριες φυλές, και μαζί με άλλες παρόμοιες θρησκευτικές μωρολογίες.

   Η ιστορία της οικογένειας χρονολογείται απ’ τα 1861 με την εμφάνιση του «Μητρικού Δικαίου» του Μπαχόφεν. (Σημ.: Ελβετός ανθρωπολόγος, 1815-1887) που πρώτος ερεύνησε ιστορικά την εξέλιξη της οικογένειας). Ο συγγραφέας διατυπώνει σ’ αυτό τις ακόλουθες ιδέες:

1)Ότι οι άνθρωποι στην πρωτόγονη εποχή είχαν ζήσει σε κατάσταση απεριόριστων σεξουαλικών σχέσεων, που της δίνει το εντελώς ακατάλληλο όνομα του εταιρισμού.

2) Ότι αυτού του είδους οι σχέσεις των φύλων αποκλείουν κάθε βεβαιότητα για την πατρότητα των παιδιών· κατά συνέπεια η γενιά δεν μπορούσε να λογαριαστεί πάρα μόνο απ’ το γυναικείο σόι, δηλαδή σύμφωνα με το μητρικό δίκαιο και αυτό ακριβώς γινόταν, στην πρωτόγονη εποχή, σε όλους τους αρχέγονους λαούς.

3) Ότι με το γεγονός αυτό, οι γυναίκες, σαν μητέρες και μόνοι σίγουρα γνωστοί γονείς της νεώτερης γενιάς, απολαβαίνανε τόση εκτίμηση και τόσο σεβασμό, ώστε φτάσανε έτσι, κατά την ιδέα του Μπαχόφεν, ως την απόλυτη γυναικεία κυριαρχία (γυναικοκρατία).

4) Ότι το πέρασμα στη μονογαμία, όπου η γυναίκα ανήκε αποκλειστικά σ’ έναν άντρα, περίκλεινε την παράβαση ενός πρωτόγονου θρησκευτικού νόμου (δηλαδή, πραγματικά, την παράβαση του προαιώνιου δικαιώματος που οι άλλοι άντρες είχαν απάνω σ’ αυτή τη γυναίκα), παράβαση που έπρεπε να ξεπληρωθεί, ή που η ανοχή της έπρεπε να εξαγοραστεί με την πρόσκαιρη εκπόρνευση της γυναίκας.

   Ο Μπαχόφεν βρίσκει την απόδειξη των ιδεών του αυτών σε αμέτρητα κομμάτια της αρχαίας κλασικής φιλολογίας, που τα ‘χει μαζέψει με μεγάλη επιμέλεια. Κατά τη γνώμη του, η μετάβαση απ’ τον «εταιρισμό» στη μονογαμία, κι απ’ το μητρικό δίκαιο στο πατρικό, πραγματοποιείται, ιδίως στους Έλληνες, έπειτα απ’ την πρόοδο των θρησκευτικών ιδεών, την παρείσδυση νέων θεοτήτων που αναπαρασταίνουν τις νέες ιδέες, σε τρόπο που οι τελευταίες αυτές ομάδες αποσπρωχνόντανε ολοένα στο περιθώριο, απ’ τις πρώτες. Δηλαδή, κατά τον Μπαχόφεν, τις ιστορικές τροποποιήσεις στην αμοιβαία θέση του άντρα και της γυναίκας τις πραγματοποίησε όχι η εξέλιξη των πραγματικών όρων της ζωής των ανθρώπων, αλλά μόνο η θρησκευτική αντανάκλαση των όρων αυτών μέσα στα μυαλά των ανθρώπων αυτών. Σύμφωνα με την ιδέα αυτήν, ο Μπαχόφεν παρουσιάζει την «Ορέστεια» του Αισχύλου σαν ένα δραματικό πίνακα της πάλης μεταξύ του μητρικού δικαίου που ψυχορραγεί και του πατρικού δικαίου που γεννιέται και νικάει στην ηρωική εποχή. Η Κλυταιμνήστρα, για το χατίρι του ερωμένου της του Αίγισθου, σκοτώνει τον άντρα της τον Αγαμέμνονα που γύρισε απ’ τον Τρωικό πόλεμο· αλλά ο Ορέστης, γιος της Κλυταιμνήστρας και του Αγαμέμνονα, εκδικιέται το θάνατο του πατέρα του σκοτώνοντας τη μητέρα του. Για την πράξη αυτή τον κυνηγούν οι Ερινύες, δαιμονικές προστάτριες του μητρικού δικαίου· η μητροκτονία, λοιπόν, ήταν το μισητότερο, το πιο ανεξιλέωτο έγκλημα. Ο Απόλλωνας όμως, που, με το χρησμό του, παρακίνησε τον Ορέστη να κάμει την πράξη αυτή, και η Αθηνά, που προσκαλέστηκε σαν κριτής, - οι δυο θεότητες που αντιπροσωπεύουν εδώ το νέο σύστημα, το πατρικό σύστημα – τον προστατεύουν· η Αθηνά ακούει τα δύο αντίθετα μέρη. Όλη η πάλη συνοψίζεται στη διαμάχη που γίνεται μεταξύ του Ορέστη και των Ερινύων. Ο Ορέστης υποστηρίζει ότι η Κλυταιμνήστρα έκαμε διπλό σφάξιμο σκοτώνοντας τον άντρα της και τον δικό του πατέρα. Γιατί λοιπόν οι Ερινύες κυνηγούν αυτόν και όχι εκείνην, που είναι πολύ πιο ένοχη; Η απάντηση είναι χτυπητή:

   «Η Κλυταιμνήστρα δεν είχε συγγένεια από αίμα, με τον άντρα που σκότωσε».

   Ο φόνος ενός αντρός που δεν είναι απ’ το ίδιο αίμα, ακόμα κι όταν είναι ο σύζυγος της φόνισσας, μπορεί να εξαγοραστεί· δεν ενδιαφέρει τις Ερινύες· αυτές έχουν το ρόλο να καταδιώκουν μόνο το φόνο ανάμεσα σε όμαιμους, και, κατά το μητρικό δίκαιο, ο φόνος της μητέρας είναι ο βαρύτερος, ο πιο ανεξιλέωτος. Μπαίνει όμως στη μέση ο Απόλλωνας σαν συνήγορος του Ορέστη· η Αθηνά καλεί τους Αρεοπαγίτες – τους ανώτερους δικαστές της Αθήνας – να πουν τη γνώμη τους· οι ψήφοι που δίνονται για την αθώωση και για την καταδίκη είναι σε ίσο αριθμό· και τότε η Αθηνά, σαν πρόεδρος του δικαστηρίου, ψηφίζει υπέρ του Ορέστη και τον αθωώνει. Το πατρικό δίκαιο νίκησε το μητρικό, οι «θεοί της νέας γενιάς», όπως τους λένε και οι ίδιες οι Ερινύες, νικούν τις Ερινύες, και στο τέλος, ακόμα κι αυτές πείθονται να περάσουν στην υπηρεσία της νέας κατάστασης.

   Η νέα αυτή, αλλά σωστή, ερμηνεία της «Ορέστειας», είναι ένα απ’ τα ωραιότερα και καλύτερα κομμάτια του βιβλίου, αποδείχνει όμως επίσης ότι ο Μπαχόφεν πιστεύει στις Ερινύες, στον Απόλλωνα και στην Αθηνά, τουλάχιστον τόσο, όσο πίστευε και ο Αισχύλος στην εποχή του· πιστεύει, πραγματικά, ότι οι θεότητες αυτές κάμανε στους ηρωικούς χρόνους της Ελλάδας, το θαύμα εκείνο της ανατροπής του μητρικού δικαίου απ’ το πατρικό. Είναι φανερό ότι μια τέτοια αντίληψη, όπου η θρησκεία θεωρείται σαν κυριότερος μοχλός της ιστορίας του κόσμου, οφείλει στο τέλος να καταλήξει στον τέλειο μυστικισμό. Κι έτσι η προσεχτική μελέτη του μεγάλου σε σχήμα του μεγάλου, σε σχήμα 4ο, τόμου του Μπαχόφεν είναι δουλειά επίπονη και κάποτε ελάχιστη ωφέλιμη. Όλα όμως αυτά δεν λιγοστεύουν την αξία του ως πρωτοπόρου· πρώτος αυτός αντικατέστησε τις φράσεις για μιαν άγνωστη πρωτόγονη εποχή, όπου βασιλεύανε ακανόνιστες σχέσεις των φύλων, με την απόδειξη ότι η κλασική φιλολογία της αρχαιότητας μάς δείχνει άφθονα τα ίχνη μιας κατάστασης, που είχε προηγηθεί απ’ τη μονογαμία, και που υπήρξε ανάμεσα στους Έλληνες και τους Ασιανούς, όπου όχι μόνο ένας άντρας είχε σεξουαλικές σχέσεις με πολλές γυναίκες, αλλά και μια γυναίκα με πολλούς άντρες, χωρίς να προσβάλλεται καθόλου η ηθική. Απέδειξε ότι το έθιμο αυτό δεν χάθηκε χωρίς ν’ αφήσει ίχνη, με τη μορφή μιας πρόσκαιρης εκπόρνευσης, με την οποία οι γυναίκες έπρεπε να εξαγοράσουν το δικαίωμά τους στο μοναδικό γάμο· ότι, κατά συνέπεια, η γενεαλογία δεν μπορούσε στην αρχή να λογαριαστεί παρά μόνο απ’ το γυναικείο σόι, από μητέρα σε μητέρα· ότι η αποκλειστική αυτή εφαρμογή της γυναικείας γενεαλογίας διατηρήθηκε πολύν καιρό ακόμα, μέσα στην εποχή της μονογαμίας, μαζί με την εξασφάλιση ή τουλάχιστον την αναγνώριση της πατρότητας· και τέλος ότι η αρχική θέση αυτών των μανάδων, που ήταν οι μόνοι βέβαιοι γονιοί των παιδιών τους, εξασφάλιζε σ’ αυτές και, κατά συνέπεια, σ’ όλες γενικά τις γυναίκες, κοινωνική θέση ανώτερη, που δεν την αποχτήσανε ποτέ αργότερα. Τις αρχές αυτές δεν τις διατύπωσε τόσο καθαρά ο Μπαχόφεν· τον εμπόδιζε σ’ αυτό ο μυστικισμός των αντιλήψεών του. Αλλά τις υπόδειξε, κι αυτό ισοδυναμούσε, στα 1861, με μιαν αληθινή επανάσταση…   


Γιόχαν Γιάκομπ Μπαχόφεν (1815-1887)

          Johann Jakob Bachofen (22 December 1815 – 25 November 1887)




                                               
Φρίντριχ Ένγκελς (1820 - 1895)

Δεν υπάρχουν σχόλια: