Σάββατο 20 Αυγούστου 2022

Για την ταινία "Ιστορίες του καλοκαιριού" ( Conte d'été, 1996 ) του Ερίκ Ρομέρ (1920-2010) από τον φίλο στο Γιώργο Σεργάκη (facebook, 18.8.2022)

 ...............................................................


Για την ταινία  "Ιστορίες του καλοκαιριού" ( Conte d'été, 1996 ) του Ερίκ Ρομέρ (1920-2010)*

——————

Είναι μεγάλη ανακούφιση αυτό το σινεμά. Πέρα από την αξία του καθαυτή, ο τρόπος με τον οποίο αποτυπώνονται οι ανθρώπινες σχέσεις στην πιο φυσική, καθημερινή τους διάσταση, εκτονώνει (σε μένα, τουλάχιστον) κι ένα μέρος της δυσφορίας που συσσωρεύει η σύγχρονη κινηματογραφική παραγωγή, μια παραγωγή η οποία έχει φυσικά τις συμπαθητικές της στιγμές, τις καλές της στιγμές, ακόμα και τις εντυπωσιακές της στιγμές. Αλλά η αλήθεια είναι πως τίποτα εντυπωσιακό δεν μας εντυπωσιάζει πραγματικά στο σινεμά και καμια τεχνολογική καινοτομία ή εύρημα δεν μπορεί να μας ικανοποιήσει βαθιά, εφόσον μιλάμε για τέχνη. Αντίθετα, όλη αυτή η κατανάλωση ευφυών συλλήψεων, μοναδικών ερμηνειών, πολυδιαφημισμένων παραγωγών και σειρών, που πέφτουν μάλιστα η μία πίσω από την άλλη, εντείνει την αίσθηση της κατασκευής, του καταναλωτικού προϊόντος ακόμα κι αν σ’ ένα πρώτο επίπεδο μοιάζει ενδιαφέρον αυτό που είδαμε. Όλο αυτό το καταιγιστικό μοντάζ (γίνεται κατά κόρον και στις παιδικές ταινίες, της Πιξάρ μη εξαιρουμένης), οι σχηματικοί διάλογοι, οι πρωταγωνιστές-αστέρες, η απαραίτητη συνοδευτική βία, με καταθλίβουν, με εξαντλούν. Υπάρχουν πράγματα ωραία, ναι. Αλλά το σινεμά του Ρομέρ είναι μετά απ’ αυτό – είναι θεραπεία. Και το λέω έτσι αφοριστικά, παρότι κάθε σινεμά του δημιουργού μπορεί να είναι «θεραπευτικό», γιατί δεν ξέρω πώς αλλιώς να μιλήσω γι’ αυτή την ησυχία που απλώνουν μέσα μου οι εικόνες του και οι διάλογοι των προσώπων, μια ησυχία που είναι πολύ κοντά στην (κινηματογραφική) ευτυχία. Μοιάζει σχεδόν σκανδαλώδες το γεγονός πως κάτι τόσο αντικινηματογραφικό, τουλάχιστον με τους σημερινούς όρους, μπορεί να γίνεται επίσης τόσο γοητευτικό ή σαγηνευτικό, να σε μαγνητίζει και συγχρόνως να σε γαληνεύει, να σε γεμίζει χαρά. Από ένα σημείο και πέρα ξέρει κανείς τι τον αφορά πραγματικά - είναι κι αυτό ένα μικρό δώρο που σου δίνεται με τα χρόνια, η έλλειψη αγωνίας, η αδιαφορία για τα mustsee, mustread κλπ.
Η ζωή είναι αυτή η ατελείωτη κοινοτοπία αλλά η καταγραφή της την κάνει συναρπαστική, μοιάζει να λέει διαρκώς ο Ρομέρ. Ζευγάρια που συγκλίνουν και αποκλίνουν συζητώντας αδιάκοπα, σιωπώντας, κολυμπώντας, περπατώντας, φλυαρώντας, τραγουδώντας. Προσωπικά είμαι της γνώμης πως ένα κάδρο με δύο πρόσωπα που απευθύνονται ερωτικά, με οποιονδήποτε τρόπο, το ένα στο άλλο, είναι ένα κάδρο απόλυτο, ένα κάδρο ακαταμάχητο – αυτό το ίδιο κάδρο πολλαπλασιάζεται εμμονικά στις ταινίες του, δημιουργώντας μια διαλογική τέχνη των εικόνων, σαν ένα κόμικ που ζωντάνεψε. Οι ιστορίες του καλοκαιριού, μια συνέχεια της Πωλίν στην πλαζ από την άποψη του διάκοσμου αλλά και των προσώπων (η Πωλίν μεγάλωσε), είναι Ρομέρ ηλιόλουστος, καλοκαιρινός, αισθαντικός, τρυφερός, ανάλαφρος, παρηγορητικός. Κατ’ αρχάς είναι μια ταινία η πλοκή της οποίας στηρίζεται στην απουσία κινητών – όλα βασίζονται στο γεγονός πως υπάρχουν μόνο κάποια σταθερά τηλέφωνα που ενδέχεται μάλιστα να χτυπήσουν τις ώρες που οι ιδιοκτήτες τους λείπουν. Αυτό από μόνο του δεν είναι μόνο χρήσιμο στην εξέλιξη της ιστορίας (γράφω εξέλιξη και αναρωτιέμαι τι εξελίσσεται στην ταινία) και την πλοκή της, αλλά και εξαιρετικά συγκινητικό καθώς ανασύρει μια εποχή της οποίας υπήρξαμε μέτοχοι και σχεδόν έχουμε ξεχάσει. ( Η βασική ιδέα του σεναρίου αφορά ένα φλου ραντεβού του νεαρού Γκασπάρ με τη Λένα, στην παραθαλάσσια πόλη της Βρετάνης . Όμως οι μέρες περνούν και η Λένα δεν φαίνεται να έρχεται, ούτε έχει τρόπο κανείς από τους δύο να μάθει τι κάνει ο άλλος και ποιες είναι οι προθέσεις του)
Ελπίζω πως δεν μιλάω ως νοσταλγός μιας πιο αθώας εποχής. Το νιώθω πλέον σωματικά. Νιώθω την επιβάρρυνση, τον θόρυβο που κάνει η τέχνη στο σύνολό της, όχι μόνο το σινεμά. Όπως η υπερβολική ενορχήστρωση συχνά κρύβει τη μελωδία, το τραγούδι και χρειάζεται να το ακούσεις παιγμένο απλά, ακόμα και άτεχνα, από άνθρωπο που πατάει δειλά τις νότες και μαγεύεται πρώτα ο ίδιος με το αποτέλεσμα, για να το ανακαλύψεις κι εσύ ξανά μέσα από εκείνον, να το «ακούσεις» - έτσι κι ο Ρομέρ εδώ, μοιάζει να χτυπάει τα πλήκτρα ένα-ένα, αργά, μ’ εκείνο το μείγμα μαγείας και έκστασης της πρώτης φοράς, ένας τηνέιτζερ στα 76 του χρόνια.



*Σημείωση : «Ο Ερίκ Ρομέρ είναι ένας τηνέιτζερ στα 76 του χρόνια.» // Το παραπάνω κείμενο  είναι του Θάνου Κάππα (Thanos Kappas, https://bit.ly/3QOPSIj), η φωτογραφία-πορτραίτο του Ρομέρ εδώ είναι του François-Marie Banier (https://bit.ly/3c1wZTN). 


Μπορεί να είναι εικόνα 1 άτομο, στέκεται και εξωτερικοί χώροι

Δεν υπάρχουν σχόλια: