Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2024

Ballade No. 4 in F Minor, Op. 52 - Chopin by Khatia Buniatishvili (youtube, 14.12.2018)

 ...............................................................



Ballade No. 4 in F Minor, Op. 52 - Chopin by Khatia Buniatishvili

(youtube, 14.12.2018)

«Σ Κ Ο Ν Η» διήγημα της συγγραφέως και φίλης στο fb Μαρίας Κουγιουμτζή (facebook, 30.11.2024)

 ..............................................................




«Σ Κ Ο Ν Η»

διήγημα της συγγραφέως και φίλης στο fb Μαρίας
Κουγιουμτζή (facebook, 30.11.2024)

Κάτι τρίζει, σέρνεται, ελαφροπατάει, μήπως πετάει; Οι κουρτίνες τραβηγμένες αλλά ο ήλιος δεν μπαίνει, δε σκύβει το κεφάλι να δει. Βήματα. Πάνε, έρχονται, σταματάνε. Το σπίτι σιωπηλό, καθαρό, κι όμως μυρίζει. Δεν βρωμάει, ούτε μοσχοβολάει, μυρίζει. Οι παντόφλες, γυναικείες, σέρνονται. Τα παπούτσια ανδρικά, μεγάλα, σέρνονται. Αυτό που μυρίζει δεν προσεύχεται, ανακαλεί. Καπνίζει κι ο καπνός σιλουέτα νεανική κοιτάζει από ψηλά, αφουγκράζεται. Ο γέρος κι η γριά που δεν είναι καθόλου γέροι, αφουγκράζονται κι αυτοί. «Πόσο αργεί αυτό το παιδί» λέει η γυναίκα, «πάντα αργεί,» «μα όπου να ‘ναι θα ‘ρθει» λέει ο άντρας που μοιάζει με γέρο. Το παιδί κρύβεται πίσω απ’ τις κουρτίνες, «γιατί κρύβομαι» λέει «αφού δε με βλέπουν». «Πολύ αδυνάτισε ο γιός μας,» λέει η γυναίκα, «στέγνωσε, ξεθώριασε η όψη του.» «Σσς... κάτι ακούω, έρχεται». Ο νέος βγαίνει απ’ την κρυψώνα του, κάθεται στην πολυθρόνα πλάι τους. «Ήρθες γιέ μου; Γιατί δεν απαντάς Το παιδί της χαϊδεύει τα άσπρα μαλλιά. « Άσπρισες μάνα, σε δυο μήνες άσπρισες». «Κάθισε γιέ μου» λέει ο γέρος, «κάθισε». Το παιδί ξανακάθεται. Σκοτείνιασε, βγήκε αγέρας. Δεν τον αφήνουν να βγει έξω λες κι αέρας θα τον διαλύσει. Φοβούνται ότι θα βρέξει. Ας βρέξει. Τι κι αν βραχεί, τι κι αν κρυώσει, άσε που δεν κρυώνει ποτέ, εδώ και δυο μήνες τώρα, δεν πονάει, δεν κρυώνει, δεν πέφτουν τα μαλλιά του, δεν νυστάζει. Πέταξε όλα τα φάρμακά του, τις σύριγγες, τις μορφίνες την υπνηλία του. Ο θείος Ανδρέας το είχε πει. «πετάξτε όλες αυτές τις αηδίες». Η γυναίκα ανατριχιάζει, λέει στον άντρα «πέταξες τα φάρμακά του;» κι εκείνος «δε μου πάει καρδιά ακόμα, άντε σήκω να στρώσεις τραπέζι, το παιδί θα πεινάει». «Δεν θέλω να φάω» λέει το παλικάρι, αλλά η γυναίκα σέρνει τις παντόφλες της και στρώνει το τραπέζι. « Κάτσε να φας» του λέει. Η σιωπή σα σκόνη κάθεται πάνω τους. Κανένας δεν κάνει την παραμικρή κίνηση να την τινάξει. Άξαφνα την σχίζει σαν αστραπή το κουδούνισμα του τηλεφώνου. Η γυναίκα και ο άντρας ανασηκώνονται ταυτόχρονα και ξανακάθονται ταυτόχρονα. Το αφήνουν να χτυπά. Ο νέος σηκώνεται και πάει προς το τηλέφωνο, ύστερα γυρίζει πίσω και ξανακάθεται. Η γυναίκα σηκώνει το τραπέζι, «έχω να σιδερώσω τα ρούχα του» λέει, κι ο άντρας «χτες δεν σιδέρωσες;» «Ναι, μα σήμερα το πρωί τα ξανάπλυνα και τώρα θα τα σιδερώσω». Ο νέος της τραβά τα ρούχα από τα χέρια. «Μη κουράζεσαι μάνα» Δεν τον ακούει, της αρέσει να τον φροντίζει, τι άλλο να κάνει μια μάνα; « Γιέ μου χτες πέρασε ο Μιχάλης και μου ‘λεγε για σένα. Πόσο καλός είσαι στη δουλειά σου, «φιλότιμος», είπε, και «άξιος», «τον έστρωσες καλά τον γιό σου, μπάρμπα Νίκο» μου είπε. «Δεν τον έστρωσα εγώ, έτσι γεννήθηκε»» του είπα. «Κορδώθηκες όμως για τα καλά» είπε η μάνα χαμογελώντας. Το παιδί σκύβει και την φιλά.. «Πάψε να με φιλάς όλη την ώρα» είπε εκείνη, αλλά το πρόσωπό της έλαμπε. «Κάνεις πως δε θέλεις» είπε ο άντρας, «γελάνε και τ’ αυτιά σου». Διπλώνει τα ρούχα τα βάζει στην ντουλάπα. Όλα έτοιμα για αύριο, για κάθε μέρα, ώσπου... Τελικά βρέχει. Τα κόκαλα των δύο γέρων μουδιάζουν, οι σάρκες τους αναστενάζουν σε κάθε κίνηση. Κολλημένοι σφιχτά στο κρεβάτι τους κλείνουν τα μάτια και τεντώνουν τ’ αυτιά. Θροίσματα, βήματα, αναστεναγμοί. Ένας αέρας κρύος, φυσάει πάνω απ’ τα κλειστά τους μάτια. Εκείνος που περπατάει είναι πολύ μακριά κι αν ακούγονται τα βήματά του είναι γιατί έχει ξεκουραστεί πια. Δεν τριγυρνάει μέσα στο σπίτι, δε θυμάται ποιος είναι, ποιοι είν’ αυτοί που του μιλούν, ποιος είναι αυτός ο νέος που ξαγρυπνάει στο προσκεφάλι τους. Έχει διασπαστεί σε μικρές φωτεινές κηλίδες και ταξιδεύει. Είναι ένας άλλος, καινούργιος, κι απομακρύνεται χωρίς πόνο. Οι δυο γέροι το ξέρουν, μα είναι του κόσμου τούτου, κι ο πόνος τους πρέπει να πάρει μορφή σ’ αυτόν τον κόσμο, και να είναι μορφή ήμερη, συνεργάσιμη, να κάθεται πλάι τους και να μιλά, ν’ ακούει και ν’ απαντάει. Για να μπορούν να αγνοούν το τηλέφωνο που χτυπάει για να ρωτήσει αυτός που καλεί, τι θέλουν να γράψουν πάνω στην πλάκα του γιου τους. Η πλάκα δεν πρέπει να υπάρχει.






Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2024

Duduki - Gurdjieff Quartet (youtube, 21.4.2022)

 ...............................................................


Duduki - Gurdjieff Quartet

(youtube, 21.4.2022)


"Δεν ξεριζώνονται οι νύχτες από μέσα μας..." ποίημα του Ντίνου Χριστιανόπουλου (1931 - 2020) Από το προφίλ στο fb "ΤΑ Τετραθέμελα του Κόσμου" (facebook, 28.11.2024)

 ..............................................................



Ντίνος Χριστιανόπουλος (1931-2020)



Δεν ξεριζώνονται οι νύχτες από μέσα μας,
βλασταίνουν φύλλα και κλαδιά
κι έρχονται τα πουλιά του έρωτα και κελαηδούνε.

Δεν ξεριζώνονται οι νύχτες από μέσα μας, 
οι σπόροι τους φυτρώνουν δάσος σκοτεινό,
στις λόχμες του ο φόβος ενεδρεύει.

Ζώα μικρά και ζωα άγρια το κατοικούν
όχεντρες έρπουν και ρημάζουν τις φωλιές μας,
λιοντάρια ετοιμάζονται να μας ξεσκίσουν.

Δεν ξεριζώνονται οι νύχτες από μέσα μας,
έγιναν δάσος σκοτεινό και μας πλακώνουν.


Ντίνος Χριστιανόπουλος

Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2024

"Ο ΤΗΛΕΦΩΝΗΤΗΣ" διήγημα της συγγραφέως και φίλης στο fb Μαρίας Κουγιουμτζή (γ.1945) (facebook, 28.11.2024)

 ..............................................................




                 Μαρία Κουγιουμτζή (γ. 1945, Θεσσαλονίκη)



Ο ΤΗΛΕΦΩΝΗΤΗΣ


Όταν χτύπησε το τηλέφωνο, στο σπίτι δεν ήταν κανείς για να το σηκώσει. Το επιτακτικό κουδούνισμα του έπεσε πάνω στην αδιαφορία των επίπλων και στην αταραξία των πορτραίτων που κρέμονταν μοναχικά στους τοίχους. Σαν μια ηλικιωμένη που σηκώνεται βαριά από την πολυθρόνα της κουτσαίνοντας ακούστηκε το τεμπέλικο σύρσιμο της ταινίας του τηλεφωνητή και μια ουδέτερη φωνή ούτε λυπημένη ούτε χαρούμενη γνωστοποίησε την απουσία του ιδιοκτήτη. Η φωνή από την άλλη άκρη αντήχησε μέσα στο άδειο σπίτι σαν χαστούκι. « Να σε πάρει Βίκυ πού στο καλό γυρνάς; σε ψάχνω από χτες. Ίσως δεν θέλεις ν’ ακούσεις αυτό που θα σου πω, αλλά εγώ θα το πω. Η καύση θα γίνει σήμερα.» Το τηλέφωνο έκλεισε. Το σπίτι άφωνο. Δεν συμμετείχε τίποτα και κανείς σ’ αυτό που είχε ακουστεί. Στο συρτάρι του τηλεφωνητή ένα πτώμα περίμενε άταφο, άκαυτο, ώσπου ένα αυτί κι ένα χέρι να σκορπίσει τις στάχτες του.


Μ.Κ.




"Κι αν τα κρυμμένα μας φανερωθούν..." ποίημα του Ορέστη Αλεξάκη (1931 -2015) Από τη συλλογή ''Νυχτοφιλία'' (1995) "Εκδόσεις Των Φίλων"

 ..............................................................







         Ορέστης Αλεξάκης (1931 - 2015)



Κι αν τα κρυμμένα μας
φανερωθούν

πόσοι θ’ αντέξουν τόση
φωταψία;

Τώρα κι εσύ
στα δόντια του καιρού

στην ερημιά του παγερού
καθρέφτη.

Μόνος
μ’ αυτό που πάντα σε απειλεί

με τη σιωπή
της αιωνιότητάς του.

Μες στο μυστήριο του
τυφλού
θεού

στην παγωνιά
της παντοκρατορίας.

Ώρα να ηχήσουν οι
βαθιές σιωπές

να τελεσθούν
οι ακραίες προσεγγίσεις.

Όχι τον ήχο, την
ηχώ ν’ ακούς

όχι το σώμα, τη
σκιά να βλέπεις.

ΟΡΕΣΤΗΣ ΑΛΕΞΑΚΗΣ


Από τη συλλογή ''Νυχτοφιλία'' (1995)
"Εκδόσεις Των Φίλων"

"Prayer of Gratitude" - Elan Sicroff / Released on: 30.6.2002 / (youtube, 19.7.2015)

 ..............................................................


"Prayer of Gratitude" - Elan Sicroff

Sicroff Plays Gurdjieff

Released on: 30.6.2002 / (youtube, 19.7.2015)


Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2024

"Ξαναβλέποντας το «Δαμάζοντας τα κύματα»..." ταινία του Λαρς Φον Τρίερ (1996) από τον κριτικό κινηματογράφου και φίλο στο fb Giannis Smoilis (facebook 27.11.2024)

 ..............................................................


"Ξαναβλέποντας το «Δαμάζοντας τα κύματα»..." ταινία του Λαρς Φον Τρίερ (1996)




από τον κριτικό κινηματογράφου και φίλο στο fb Giannis Smoilis (facebook 27.11.2024)


Ξαναβλέποντας το «Δαμάζοντας τα κύματα» μετά από 12 χρόνια, και για πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη, βίωσα και πάλι αυτό το μοναδικό συναίσθημα που μόνο τα πολύ μεγάλα έργα τέχνης μπορούν να προκαλούν ξανά και ξανά : μια μορφή ενστικτώδους βεβαιότητας ότι κάτι το ιδιαίτερα κρίσιμο, το μεταφυσικά επείγον, κοινωνείται με αισθητικά μέσα, μια βαθύτερη υπαρξιακή ενόραση, ένας τρόπος να μετρηθείς και να βρεις το ύψος σου σε σχέση με τα θεμελιακά της ζωής. Εν ολίγοις, το «Δαμάζοντας τα κύματα», με τη βίαιη αμεσότητα της αυθεντικής εμπειρίας (δεν θα πω απλώς «αισθητικής εμπειρίας», γιατί αισθάνομαι ότι πρόκειται για κάτι παραπάνω απ’ αυτό), σε φέρνει αντιμέτωπο με την άβυσσο ενός ερωτήματος, το οποίο αν δοκιμάσεις να απαντήσεις (αν έχεις το θάρρος να το σκεφτείς βαθιά και το σθένος να το απαντήσεις), έχεις ήδη βρεθεί πιο κοντά στην αλήθεια σου∙ τι παραπάνω μπορεί να καταφέρει η μεγάλη τέχνη;
Τι επιδιώκει ο Τρίερ εδώ, είτε το συνειδητοποιεί, είτε όχι (θεωρώ δεδομένο ότι ως σπουδαίος καλλιτέχνης που είναι, κινήθηκε περισσότερο με το ένστικτο και λιγότερο με τη συνείδηση) ; Να ορίσει την αληθινή αγάπη, να κοιτάξει στα μάτια το Μέγα Μυστήριο και να του δώσει μια περιγραφή; Να μπει, δηλαδή, στα χωράφια της θρησκείας και της φιλοσοφίας; Και ναι και όχι. Αν η αγάπη γίνεται βαθύτερα κατανοητή - και εντελέστερα βιώνεται - ως θυσία του Εγώ, ως πλήρης άρση του ατομικισμού, τότε ναι -το «Δαμάζοντας τα κύματα» είναι μια ταινία για τη θυσία του εαυτού προς χάριν και δόξα και μέχρις εσχάτων (έως το μαρτύριο και τον θάνατο δηλαδή) υπεράσπιση του Άλλου. Όμως δεν πρόκειται περί αυτού και μόνο.
Η Μπες ΜακΝιλ, είτε τη δει κανείς ως θηλυκή εκδοχή του Χριστού, είτε ως ενσάρκωση μιας υπεράνθρωπης (άγιας ίσως; ) ικανότητας για καλοσύνη, βρίσκεται εκτός Νόμου. Είναι πολλά τα πρόσωπα του Νόμου στην ταινία: η τοπική κοινωνία, το οικογενειακό περιβάλλον, οι παπάδες, οι επιστήμονες, οι δικαστές∙ όλοι τους συνθέτουν τον Νόμο μιλώντας τη γλώσσα της απαγόρευσης, της λογικής, της τάξης, των κανόνων, της εξουσίας. Η Μπες είναι πέρα και πάνω απ’ όλα αυτά μόνο και μόνο επειδή μπορεί να αγαπάει. Συνεπώς η αληθινή αγάπη και η αληθινή καλοσύνη, είναι στοιχεία που θέτουν υπό ερώτηση τον Νόμο, του αντιτάσσονται και τον αρνούνται, τον ξεπερνούν, τον αμφισβητούν στην πράξη. Δεν είναι τυχαίο ότι η Μπες στέκεται μόνη της (διότι ο άγιος, ο επαναστάτης κι ο ήρωας, είναι πάντα μόνοι) απέναντι στους μυστικιστές και στους ρασιοναλιστές, στην Εκκλησία και την Επιστήμη, στους εκπροσώπους του Θεού και στους εκπροσώπους του Λόγου, σ’ όλους τους πνευματικούς δερβέναγες δηλαδή, ανεξάρτητα απ’ το αν φορούν συντηρητικό ή προοδευτικό μανδύα: δεν περιέχεται, δεν αφομοιώνεται, δεν μπορεί να γίνει μέρος του μηχανισμού της σύνεσης, της υποταγής και της συναίνεσης που είναι μια κοινωνία, κάθε κοινωνία από καταβολής κόσμου. Συνεπώς είναι απόκοσμη, υπερβατική και πέρα από τον έλεγχο τους - άγγελος και δαίμονας ταυτόχρονα (κυρίως για τους δειλούς και τους υποκριτές που, αφού δεν μπορούν να την καθυποτάξουν, δεν ξέρουν και τι να την κάνουν). Κι όπως η Επιθυμία, που δεν περιορίζεται, δεν τιθασεύεται, δεν υπακούει σε διαταγές, και βρίσκει πάντα τρόπους να ανατινάζει τα δεσμά με τα οποία προσπαθεί να τη συγκρατήσει ο πολιτισμός και η εξουσία, έτσι κι η Αγάπη, όπως την ενσαρκώνει η Μπες, είναι μια δύναμη εκτός Νόμου, μια αμιγώς επαναστατική δύναμη. Το βασικό ερώτημα που θέτει, λοιπόν, αυτό το άλλης τάξης κινηματογραφικό αριστούργημα είναι το ακόλουθο: πόσο επαναστάτης είσαι, πόσο μπορείς να αγαπήσεις;
Θα μπορούσαν να αναπτυχθούν περισσότερο τα παραπάνω, όμως νομίζω πως όλη η αλήθεια σχετικά με το ζήτημα έχει ειπωθεί από τον Μισέλ Ουελμπέκ : σ' ένα απόσπασμα απ’ το πιο αγαπημένο μου μυθιστόρημά του, τη «Δυνατότητα ενός νησιού», και σε μια απάντηση από μια συνέντευξη που είχε δώσει το 1990 στο περιοδικό Art Press. Τα παραθέτω :
"Δεν υπάρχει έρωτας με ατομική ελευθερία, με ανεξαρτησία, είναι απλούστατα ψέμα, και μάλιστα ένα από τα πιο χοντροειδή που επινοήθηκαν ποτέ. Έρωτας υπάρχει μόνο όταν υπάρχει επιθυμία εκμηδένισης, συγχώνευσης, ατομικού αφανισμού, ένα είδος ωκεάνιου αισθήματος, όπως λέγαμε παλαιότερα, κάτι πάντως που είναι, στο προσεχές μέλλον τουλάχιστον, καταδικασμένο."
"Είναι πολύ απλό. Οι ζωικές και ανθρώπινες κοινωνίες εφαρμόζουν ποικίλα συστήματα ιεραρχικής διαφοροποίησης, που μπορεί να βασίζονται στην καταγωγή (αριστοκρατικό σύστημα), στην περιουσία, στην ομορφιά, στη φυσική ρώμη, στην ευφυΐα, στο ταλέντο... Όλα αυτά τα συστήματα μου φαίνονται περίπου το ίδιο απεχθή: τα αρνούμαι. Η μόνη ανωτερότητα που αναγνωρίζω είναι η καλοσύνη."

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2024

"Η «αριστερή παρένθεση» έκλεισε" έγραψε ο Κύρκος Δοξιάδης ("Εφημερίδα των Συντακτών", 26.11.24)

 ...............................................................



Η «αριστερή παρένθεση» έκλεισε





έγραψε ο Κύρκος Δοξιάδης* ("Εφημερίδα των Συντακτών", 26.11.24) 






Την περασμένη Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, ο ΣΥΡΙΖΑ έπαψε και τυπικά πλέον να αποτελεί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Επειτα από δωδεκάμισι χρόνια, η Δεξιά και το κοινωνικο-οικονομικό καθεστώς που τη στηρίζει μπορούν πλέον να κοιμούνται ήσυχοι. «Μεγαλούτσικη τελικά η “αριστερή παρένθεση”, αλλά επιτέλους την κλείσαμε. Αποστολή με κωδικό όνομα “Στέφανος Κασσελάκης” εξετελέσθη – όβερ».


Στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, οι συσχετισμοί ισχύος στο πεδίο της πολιτικής εξουσίας σε μεγάλο βαθμό προσδιορίζονται εξ ορισμού από τη βούληση των πολιτών. Σύμφωνα με τον μαρξισμό βέβαια, η εν λόγω βούληση δεν είναι αυθύπαρκτη, διαμορφώνεται από τις εκάστοτε κοινωνικο-ιστορικές συνθήκες και από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς που κατά μέγα μέρος ελέγχονται από το κυρίαρχο καπιταλιστικό σύστημα. Από την άλλη όμως, πάλι σύμφωνα με τον μαρξισμό, στις ίδιες αυτές συνθήκες και στους ίδιους μηχανισμούς διεξάγεται ένας αγώνας στον οποίο η προσπάθεια επιβολής των κυρίαρχων ιδεολογημάτων συναντά τις αντιστάσεις των κυριαρχούμενων τάξεων που προτάσσουν τις δικές τους –αριστερές, κυρίως– ιδεολογικές θέσεις.

Αν εξετάσουμε τον λόγο περί «αριστερής παρένθεσης», θα παρατηρήσουμε το εξής: η ίδια η έννοια της «αριστερής παρένθεσης» προεξοφλεί ότι ο αγώνας που διεξάγεται θα καταλήξει με τη νίκη του καθεστώτος και την ήττα της Αριστεράς. Αυτό αποτελεί ένδειξη μιας εντυπωσιακά αλαζονικής αυτοπεποίθησης των κυρίαρχων κοινωνικών δυνάμεων ως προς τη μακροπρόθεσμη επικράτηση όχι μόνο της πολιτικο-οικονομικής τους ισχύος αλλά και της ιδεολογικής. Που σημαίνει ότι η αυτοπεποίθησή τους συνίσταται στην πεποίθηση ότι μπορούν οι πολιτικές δυνάμεις που τις εκπροσωπούν να κερδίσουν εκ νέου τη βούληση των πολιτών ούτως ώστε εκείνοι να τις επανεκλέξουν στην κυβερνητική εξουσία – ότι δηλαδή δεν χρειάζεται πραξικόπημα και κατάργηση των κοινοβουλευτικών θεσμών προκειμένου να ανακτήσουν την πολιτική εξουσία.

Από πού προκύπτει λοιπόν τούτη η προκλητική ιδεολογική αυτοπεποίθηση των κυρίαρχων κοινωνικο-πολιτικών δυνάμεων; Ας μη βιαστούμε να κρίνουμε ως αφελή αυτή την ερώτηση. Ας μη θεωρήσουμε δηλαδή ότι η εν λόγω αυτοπεποίθηση προκύπτει «αυτομάτως» ή «εξ ορισμού» από το γεγονός και μόνο ότι οι συγκεκριμένες κοινωνικο-πολιτικές δυνάμεις είναι όντως κυρίαρχες. Δεν έχουμε παρά να θυμηθούμε τον πανικό των κυρίαρχων μέσων μαζικής επικοινωνίας λίγο πριν από το δημοψήφισμα του 2015, που τα οδήγησε σε μια άνευ προηγουμένου προπαγανδιστική υστερία, η οποία, καθώς φάνηκε από το αποτέλεσμα αλλά και από την οργή του κόσμου, τους γύρισε «μπούμερανγκ». Να μη λησμονούμε και την παραίτηση του Αντώνη Σαμαρά από την ηγεσία της Ν.Δ. μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Μάλλον ο πιο αλαζόνας ηγέτης της μεταδικτατορικής Δεξιάς αναγκάστηκε να αποσυρθεί «με την ουρά κάτω απ’ τα σκέλια» ύστερα από αυτό που το ελληνικό καπιταλιστικό καθεστώς που εκπροσωπούσε βίωσε ως μια συντριπτική ιδεολογική ήττα.

Να μην ξεχνάμε επιπλέον και την περίφημη θεωρία περί «ιδεολογικής ηγεμονίας της Αριστεράς» που εκστόμιζαν συχνά-πυκνά σημαίνοντα στελέχη της (Ακρο)Δεξιάς, προεξάρχοντος του Μάκη Βορίδη, αναφερόμενα στην πολιτικο-ιδεολογική κατάσταση της Ελλάδας εν γένει μετά τη Μεταπολίτευση. Ακόμη και αν δεχτούμε ότι εν προκειμένω έχουμε να κάνουμε με κουτοπόνηρη ρητορική υπερβολή που αποσκοπούσε στη δικαίωση του ανηλεούς διωγμού των αριστερών ιδεών, η ιδεολογική επικράτηση των καθεστωτικών δυνάμεων στην Ελλάδα ποτέ δεν εθεωρείτο δεδομένη από τις ίδιες, διότι ποτέ το καπιταλιστικό καθεστώς (τουλάχιστον μεταπολεμικά) δεν είχε κατορθώσει να επιτύχει αληθινή ιδεολογική ηγεμονία.

Μια από τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής πολιτικής όμως συνίστατο στο ότι τούτη ήταν κατά μέγα μέρος αυτόνομη από την πολιτική ιδεολογία. Τα ταξικά συμφέροντα εκπροσωπούνταν από τα μεγάλα αστικά κόμματα διά μέσου του πελατειακού συστήματος. Η υπόσχεση του προσωπικού/οικογενειακού «βολέματος» ήταν ο τρόπος με τον οποίο πείθονταν και μερίδες των κατώτερων και μεσαίων τάξεων να τα ψηφίζουν –χωρίς απαραίτητα να συμμερίζονται τα (όποια) ιδεολογικά τους προτάγματα– και συνεπώς η μέθοδος διά της οποίας τα συγκεκριμένα κοινωνικά στρώματα «εκπροσωπούνταν» από τα κυρίαρχα κόμματα.

Κάτι που ίσως δεν έχει γίνει επαρκώς κατανοητό είναι πως με τα μνημόνια και την κρίση τέθηκε πρώτα απ’ όλα σε έμπρακτη αμφισβήτηση η λειτουργία του πελατειακού συστήματος: η δημοσιονομική λιτότητα κατέστησε δυσχερέστερο το «βόλεμα» των «δικών μας». Η αλαζονική αυτοπεποίθηση πως κάποτε η «αριστερή παρένθεση» θα κλείσει δεν ήταν λοιπόν ιδεολογική αυτοπεποίθηση από πλευράς των κυρίαρχων κοινωνικο-πολιτικών δυνάμεων αλλά η αυτοπεποίθηση ενός συστήματος ότι κάποτε θα επανέλθει στην κανονικότητά του. Η «αριστερή παρένθεση» όντως έκλεισε και το σύστημα όντως επανήλθε σε μια κανονικότητα, μόνο που τώρα οι «δικοί μας» του κόμματος της Δεξιάς που «βολεύονται» είναι σκέτα το μεγάλο κεφάλαιο.

*Ομότιμος καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

"Lost Loves" - Gurdjieff/de Hartmann by D.Neukom (flute), D.Bethge (cello) and B.Pearce-Higgins (piano). (youtube, 16.5.2015)

 ..............................................................


Lost Loves - Gurdjieff/de Hartmann

This piece may have been written for a 'lost movement'.

It was recorded on 17.11.2002 in London by D.Neukom (flute), D.Bethge (cello) and B.Pearce-Higgins (piano).

(youtube, 16.5.2015)


"Εσύ και το ποίημα" Από τη συλλογή: «Η νύχτα και η αντίστιξη» (εκδ. "Ερμής") του ποιητή Τάκη Σινόπουλου (1917 - 1981)

 .............................................................




   Τάκης Σινόπουλος (1917-1981)




Εσύ και το ποίημα


Έρχεσαι και ξανάρχεσαι σ΄ αυτή την αίθουσα
τόσο γυμνή που σε κοιτάζουν όλοι.
Βασανίζεις τα καθίσματα σα να βασανίζεις τον ένοχο.
Σου λέω να πνίξεις μέσα σου αυτά τα άγρια πουλιά
μα εσύ τα λευτερώνεις.
Γίνεσαι μαύρη από τη λύπη σου
κι έρχεσαι εδώ.

Από καιρό έρχεσαι και ξανάρχεσαι.
Τα γόνατά σου αστράφτουν μέσα στην αίθουσα.
Σου πλένω με τα δάκρυά μου τα χέρια και τις μασχάλες.
Σου πλένω τα πόδια ως τα βουνά.
Σου χαρίζω την πιο ζεστή φωνή μου για να ντυθείς.

Μα εσύ φεύγεις
όπως ήρθες
γυμνή
για να υπάρχει πάντα ένα ποίημα
να λέει
για σένα.

Από τη συλλογή: «Η νύχτα και η αντίστιξη» (εκδ. "Ερμής")

"bleeding muddy water" - Mark Lanegan (youtube, 25.1.2012)

 ..............................................................


"bleeding muddy water" - Mark Lanegan


(youtube, 25.1.2012)


Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2024

Les Folies d'Espagne (on Period Instruments) - Marin Marais (youtube, 22.3.2015)

 ..............................................................


Les Folies d'Espagne (on Period Instruments) - Marin Marais

(youtube, 22.3.2015)


"Η αποστασία έννοια και λέξη" ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ του Πέτρου Μανταίου ("Εφημερίδα των Συντακτών", 25.11.24)

 .............................................................



Η αποστασία έννοια και λέξη






ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ του Πέτρου Μανταίου  ("Εφημερίδα των Συντακτών", 25.11.24)



Με την επανεμφάνιση, 59 χρόνια μετά, της λέξης «αποστασία/αποστάτες», με αφορμή την «αλλαγή του χάρτη της Βουλής» εξ αποχωρήσεων, έκανα μια αναζήτηση της λέξης/έννοιας. Τη βρήκα πολύ παλαιότερη από όσο φανταζόμουν και περίπου με ίδια, διαχρονική, σημασία, ελαύνουσα κυρίως από το ρήμα αποστατέω-ώ.


Ο Απόλλωνας διαβεβαιώνει τον Ορέστη στις «Ευμενίδες» του Αισχύλου: «…διά τέλους δε σοι φύλαξ εγγύς παρεστώς και πρόσω δ’ αποστατών», «μέχρι τέλους θα είμαι φρουρός σου είτε είμαι κοντά είτε από μεγάλη απόσταση». Προφύλασσε ο θεός τον Ορέστη από τις τιμωρούς θεότητες Ευμενίδες/Ερινύες, μετά τη συνέργεια στη δολοφονία της μητέρας του, Κλυταιμνήστρας.

Ο Σοφοκλής στον «Οιδίποδα Τύραννο»: «…μορφής σης ουκ αποστατεί πολύ», «δεν διαφέρει πολύ από τη μορφή σου» (σου μοιάζει). Τη λέξη «αποστασίαν» εντόπισα λεξικογραφικά –αν και δεν τη διασταύρωσα– στους «Ορνιθες» του Αριστοφάνη, στίχος 313. Ο ποιητής Αντίπατρος, στο μεταίχμιο των δύο χρονολογιών π.Χ. και μ.Χ. (που μπορεί να είναι και δύο, ίσως και τρεις με το αυτό όνομα, γνωστότερος ο Θεσσαλονικεύς): «… αποστατών σης φρενός», «… δεν συμφωνεί με το φρόνημά σου». Αποστάτης, στα λεξικά της αρχαίας είναι, ο αφιστάμενος (απομακρυνόμενος), ο εγκαταλείπων τινά.

Μεταγενέστερα, επί θρησκείας χριστιανικής, αποστάτης ήταν ο την θρησκείαν αρνούμενος, ο εξωμότης (αρνησίθρησκος, αυτός που πάτησε όρκο). Το εντυπωσιακό είναι ότι –τώρα που λόγος γίνεται για θηλυκές καταλήξεις· προσωπικά, μου τη δίνει, γιατί μου θυμίζει φαλτσέτα, το… βουλεύτρια!– υπάρχει από τον 8ο–9ο αιώνα και θηλυκό: αποστάτρια, σε κείμενο του μαχητικού εικονολάτρη, λόγιου μοναχού (αγίου της Εκκλησίας μετέπειτα) Θεόδωρου Στουδίτη. Γνωστά, άλλωστε, τα επίθετα «Παραβάτης» και «Αποστάτης» με τα οποία «κόσμησε» η Εκκλησία τον αυτοκράτορα Ιουλιανό, αλλά και –δεν τα ήξερα– «Ειδωλιανός» (από τα είδωλα), «Αδωναίος» (από το Αδωνις), «Καυσίταυρος» και «Πισαίος», δεν βρήκα ετυμολογία.

Είναι κάποιες λέξεις, να πάρει η ευχή, που έχουν βρικολακιάσει και επανέρχονται σαν… Ερινύες/Ευμενίδες…

"Επιταχύνσεις" γράφει ο Μανώλης Πιμπλής ("Εφημερίδα των Συντακτών", 25.11.24)

...........................................................



Επιταχύνσεις


γράφει ο Μανώλης Πιμπλής  ("Εφημερίδα των Συντακτών", 25.11.24) 









Η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας, τις τελευταίες δεκαετίες, υποτίθεται ότι, μεταξύ άλλων, θα διευκόλυνε τον άνθρωπο στην εργασία του, ότι θα κέρδιζε χρόνο στη δουλειά προς όφελος του ελεύθερου χρόνου. Επίσης, υποτίθεται ότι θα καθιστούσε τις δράσεις μας πιο οικολογικές, καθώς οι μηχανές γίνονται όλο και λιγότερο ενεργοβόρες, τα e-mails αντικατέστησαν τα fax και τις επιστολές, οι διαδικτυακές συσκέψεις υποκατέστησαν μέρος των διά ζώσης και περιόρισαν περιττές μετακινήσεις.


Είναι όμως ηλίου φαεινότερον ότι τα πράγματα δεν εξελίσσονται έτσι. Τον πρώτο καιρό της εμφάνισης των υπολογιστών αυξήθηκε κατακόρυφα η κατανάλωση χαρτιού, γιατί όλοι τύπωναν τα πάντα. Τα ηλεκτρονικά μηνύματα και τα κινητά αύξησαν τις ώρες απασχόλησης, αντί τα ωράρια να μειωθούν. Οι μηχανές πάσης φύσεως είναι μεν λιγότερο ενεργοβόρες, αγοράζονται όμως όλο και περισσότερες, οπότε το όφελος είναι μηδαμινό.

Οι δε μετακινήσεις έχουν αυξηθεί κατακόρυφα. Σε αυτή την ακριβή οικονομία δεν έχουν όλοι λ.χ. τη δυνατότητα αεροπορικής μετακίνησης, αλλά όσοι την έχουν -το 20% ή το 30% ή έστω το 40% του πληθυσμού- μετακινούνται πολύ περισσότερο από προηγουμένως. Και αξίζει να σημειωθεί ότι, από οικολογικής απόψεως, ακόμη και αν κάποιος κάνει τα πάντα για να μη μολύνει την ατμόσφαιρα -π.χ. μετακινείται μόνο με μαζικά μέσα μεταφοράς ή ποδήλατο, διαχωρίζει τα απορρίμματα κ.λπ.-, αρκεί ένα αεροπορικό ταξίδι για να ακυρώσει την προσπάθεια μιας χρονιάς. Θα έχει ξοδέψει μεμιάς το διοξείδιο του άνθρακα που του αναλογεί τον χρόνο.

Πολλοί μιλούν για φρενίτιδα μετακινήσεων. Τα πολυάριθμα ιδιωτικά πάρκινγκ πέριξ του αεροδρομίου είναι κλεισμένα τα περισσότερα, από Πέμπτη έως Κυριακή. Κάποιοι αποδίδουν το γεγονός στην επίδραση που είχε ο κόβιντ στις συμπεριφορές. Αλλά αυτό δεν αρκεί ως εξήγηση.

Πιο πιθανό είναι αυτή να κρύβεται στην ίδια τη φύση της τεχνολογίας και των επιρροών που αυτή έχει στην οικονομία, την εργασία και τις συμπεριφορές. Παρασέρνει τα πάντα σε μια ταχύτητα χωρίς πολύ νόημα, σε μια αγωνία για νέες εμπειρίες και καταναλώσεις, που στην πραγματικότητα δεν διαφέρουν πολύ από τις ήδη υπάρχουσες. Οταν κάποιος εργαζόμενος σε ελληνικό τουριστικό θέρετρο μπορεί να μιλά με βιντεοκλήση με τους γονείς του στην Πολωνία, στις Φιλιππίνες ή το Καμερούν, και να τους δείχνει σε απευθείας μετάδοση την παραλία και τη θάλασσα, ας μην απορούμε που αυξάνονται παγκοσμίως και ο τουρισμός αλλά και η μετανάστευση, με τους ίδιους γοργούς ρυθμούς. Ολοι έχουν πρόσβαση στην πληροφορία, στην οποία παλιότερα δεν είχαν πρόσβαση. Κάτι που επηρεάζει πλούσιους και φτωχούς.

Και κάπως έτσι καταναλώνονται, για να μην πούμε καταβροχθίζονται, από ταξίδια μέχρι πολιτικοί αρχηγοί. Στη διαρκή αναζήτηση του νέου, που στην πραγματικότητα δεν υφίσταται. Κάποιοι πλουτίζουν απ’ αυτό, αλλά οι περισσότεροι κυνηγούν την ουρά τους, μαρσάρουν ακίνητοι στο κόκκινο. Στην καλύτερη περίπτωση, βρίσκουν σ’ αυτή την εμμονή έναν νέο τρόπο αντίστασης στον θάνατο, συνήθως όμως απλώς κυνηγούν μια προσομοίωση «μεγάλης» ζωής.


Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2024

"ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΜΗΤΕΡΑ" Στίχοι Νίκος Γκάτσος / Μουσική Μάνος Χατζιδάκις / Τραγούδι Μαρία Φαραντούρη - Από τον δίσκο "ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΜΗΤΕΡΑ" (1985)

 ...............................................................


"ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΜΗΤΕΡΑ"


Στίχοι Νίκος Γκάτσος

Μουσική Μάνος Χατζιδάκις

Τραγούδι Μαρία Φαραντούρη


Από τον δίσκο "ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΜΗΤΕΡΑ" (1985)


Μίση προδοσίες και αγχόνες
πώς να βαστάξουν πες μου οι λαοί,
γίναν εφιάλτες οι αιώνες
κι έχει η καρδιά σαν κάρβουνο καεί.
Μίση προδοσίες και αγχόνες
δε μας θυμούνται ούτε κι οι θεοί.

Κλείνουν τα παράθυρα οι μανάδες
να μην κοιτάνε τ’ άμυαλα παιδιά,
γέμισαν οι δρόμοι από φονιάδες
τα βήματά τους άκου τα βαριά.
Κλείνουν τα παράθυρα οι μανάδες
κι έχουν μια μαύρη πέτρα στην καρδιά.

Φίλε το τραγούδι μου σ' το είπα,
είναι γραμμένο μ’ άλιωτη μπογιά.
Στείλε της εκδίκησης το γύπα
ν’ ανάψει της οργής την πυρκαγιά.
Φίλε το τραγούδι μου στο είπα
καν’ το δικό σου τώρα κι έχε γεια.



ΡΕΦΡΑΙΝ

Κυρά ζωή σκοτεινή μητέρα
αχ δε μας πήγες παραπέρα.
Κυρά ζωή του καημού δασκάλα
σβήνεις το ένα έρχονται άλλα.


Τέσσερα ποιήματα της ποιήτριας και φίλης στο Μαρίας Καντ (Καντωνίδου) σε πρώτη δημοσίευση στο Poeticanet 49, 2024. (facebook, 23.11.2024)

..............................................................

 





                          Maria Kant



Τέσσερα ποιήματα σε πρώτη δημοσίευση
στο Poeticanet 49, 2024.



ΕΥΚΤΙΚΗ I


Λίγα χειρόγραφα θα τά ‘θελα μαζί σου


δύο-τρία ρήματα [κύρια και όπου ενδείκνυται συνηρημένα], το τόξο της μασχάλης σου και αυτό της θηλής σου, καθόλου παύλες [ίσως ανάπαυλες, ίσως μικρές ανάσες], ένα-δύο παραδείγματα μεταφοράς [κόβω δρόμο για σένα ανήμερα, σε κόβω για άγγελο], ένα μαχαίρι τσέπης για την απροσδόκητη, έστω, περίπτωση κυριολεξίας [κόβω το φρούτο, κόβω τον ομφάλιο λώρο, κόψε με], ω, ναι, οπωσδήποτε ένα τέτοιο μαχαίρι [με κομψό σχεδιασμό και ίσως πτυσσόμενο] και τη μαγεία της νύχτας διάσπαρτη.


Φρόντισα όσο μπορούσα τα επιρρήματα.


ΕΥΚΤΙΚΗ II


και τότε ρίχνω τα φύλλα και τα ρούχα μ ο υ χαμαί
(είπες μ’ αρέσουν τα τοπία σου γυμνά, είπα κι εμένα)
και τριγυρνώ κυριακάτικα σε ιστορίες και σε κτήματα
και ναι, σε εμπρόθετα ρήματα - τι κόπος κι αυτός,
τι ίμερος

κάποια φθινόπωρα θα τά ‘θελα μαζί σου


ΤΟΠΙΟ


Αν θες να ξέρεις,
το κορμί είναι τοπίο που αγγίζεις αγγίζοντας,
είπε από την απέναντι οικοδομή. Την ακριβώς
αντίκρυ. Στους τοίχους τ ο π ί α σε κάδρα με
χρυσαφί κορνίζες και σκάλισμα. Πιο χέρια τα
χ έ ρ ι α μου έτσι, είπε, πιο τοπία εξαίρετα.


ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ


Όσο για τη στάχτη στους κυνόδοντες και στο γωνιακό τραπεζάκι του καφέ και στα μπορντώ περίχωρα (είχε, βλέπεις, βοριαδάκι και με πήγαινε), μάθε πως έκαιγα τις λέξεις μου. Καταλαβαίνεις; Τις έκαιγα. Με αναπτήρα βιντάζ και κοφτά επαναλαμβανόμενα τσαφ (φορές τα νόμιζες για φούγκα). Ώστε

ακόμα και ύστερα
να έχουν το σήμερα.


~~~~~~~~~~~~~~~


Μαρία Καντ (Καντωνίδου)




Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2024

"«Το Διπλανό Δωμάτιο» του Πέδρο Αλμοδόβαρ: Ζακέτα να πάρεις" γράφει ο Old Boy (https://elculture.gr, 20.11.2024)

 ..............................................................



«Το Διπλανό Δωμάτιο» του Πέδρο Αλμοδόβαρ: Ζακέτα να πάρεις





γράφει ο Old Boy (https://elculture.gr, 20.11.2024)
 

Η Τζούλιαν Μουρ υπογράφει σε βιβλιοπαρουσίαση το καινούργιο της βιβλίο. Χαμός, ουρά μεγάλη, η προβλεπόμενη ώρα για το ιβέντ έχει τελειώσει, αλλά εκείνη, σε μια από τις σπάνιες ευκαιρίες που προσφέρει η ζωή να είσαι ταυτόχρονα στωικός και ναρκισσιστής, λέει, όχι, θα περιμένω να υπογράψω σε όλους. Το βιβλίο της έχει τίτλο «Για τους ξαφνικούς θανάτους». Εξηγεί σε μια αναγνώστρια πως δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι κάτι ζωντανό μπορεί να πεθάνει. Μια άλλη βγαίνει απ΄την ουρά (δεν διαμαρτύρεται κανείς, ούτε οι μπροστά της ούτε οι πίσω της, πολιτισμένα πράγματα) και πάει και τη χαιρετάει. Είναι παλιές φίλες. «Τα ‘μαθες τα νέα, ε;». «Ποια νέα εννοείς;». «Η Τίλντα η Σουίντον». «Τι η Τίλντα; Η Τίλντα τι;». «Έχει καρκίνο σε τερματικό στάδιο». «Πω, τι λες ρε παιδί μου, είχαμε χαθεί τα τελευταία χρόνια. Θα πάω να τη δω στο νοσοκομείο σίγουρα».


Πάει, τη βλέπει, κάνουν κατς απ, ένα κατς απ γεμάτο από πληροφορίες για την ως τώρα ζωή τους, όχι μόνο για τα χρόνια που χάθηκαν, αλλά και για τα χρόνια που έκαναν παλιά παρέα. Βέβαια λογικά οι ίδιες θα έπρεπε αυτά να τα ξέρουν, δεν τα ξέρουμε όμως εμείς, οπότε με κάποιο τρόπο πρέπει να περαστούν και σε μας οι συγκεκριμένες πληροφορίες, σωστά; Η Τίλντα λέει στη Τζούλιαν αναλυτικά και για την ταραγμένη σχέση που είχε πάντα με την κόρη της, που επίσης είναι σαν να της τα λέει για πρώτη φορά. Ας μην κολλήσουμε εκεί όμως. Προχωράμε.



Προχωρώντας αρχίζουν και κάνουν παρέα, η Τίλντα βλέπει ότι η όλη φάση δεν λειτουργεί και παίρνει την απόφαση να την τερματίσει. Να αυτοκτονήσει δηλαδή, αλλά όχι με κάποιον παραδοσιακό τρόπο, όχι ας πούμε παίρνοντας πάρα πολλά χάπια μαζί, αλλά με ειδικό χάπι ευθανασίας, έτσι για να είμαστε πολύ πιο κοντά στο πνεύμα της εποχής και να ενώσουμε δύο προβληματισμούς σε έναν. Και αν συνυπολογίσουμε ότι το χάπι το προμηθεύτηκε απ’ το σκοτεινό διαδίκτυο, τότε ακόμα καλύτερα, αφού μπαίνει κι η συγκεκριμένη κοινωνιολογική διάσταση.

Τι ζητάει απ’ τη παλιά και εκ νέου φίλη της; Όχι να την οδηγήσει στην ευθανασία, όχι να της το δώσει εκείνη το χάπι, της ζητάει απλά να περάσουν τις τελευταίες μέρες οι δυο τους μαζί στο ίδιο σπίτι. Έτσι ώστε φεύγοντας να ξέρει ότι εκείνη θα βρίσκεται κάπου στο διπλανό δωμάτιο. Δεν θα της το ανακοινώσει εκ των προτέρων, να είναι προετοιμασμένη όμως πως δεν θα κρατήσει πολύ αυτό, άντε βαριά να περάσουν δυο – τρεις εβδομάδες, όχι παραπάνω.


Η Τίλντα πολεμική ανταποκρίτρια, μια ζωή κοιτούσε τον θάνατο κατάματα και δεν την τρόμαζε, η Τζούλιαν είπαμε, είχε διαμετρικά αντίθετη οπτική, έχοντας μόλις γράψει σχετικό βιβλίο με το οποίο τα βάζει με τον θάνατο. Αλλά ο Πέδρο Αλμοδόβαρ δεν πρόκειται να αξιοποιήσει ιδιαίτερα αυτό το ούτως ή άλλως αμφισβητήσιμης λεπτότητας εύρημα στην αντιδιαστολή των δύο χαρακτήρων. Oι δυο τους -όπως υποθέτω και η πλειοψηφία των θεατών και των ανθρώπων πια- συμπλέουν στην πεποίθηση πως η με κάθε τίμημα παράταση της ζωής δεν μπορεί να αποτελεί υπέρτερη αξία και σκοπό, πως αν και εφόσον η κατάσταση υπερβεί ένα όριο, τότε μπορεί να είναι προτιμότερο ο άνθρωπος να πεθαίνει με όρους της επιλογής του.

Στην πλούσια και ξεχωριστή καριέρα του ο Αλμοδόβαρ μπορεί να έχει δημιουργήσει το εντελώς προσωπικό του οπτικό (ή ακριβέστερα οπτικοακουστικό) ιδίωμα, μπορεί όταν σκεφτόμαστε τον Αλμοδόβαρ στο μυαλό μας να έρχονται απευθείας εικόνες και χρώματα, είναι όμως εικόνες και χρώματα παντρεμένα με ήχους, καταστάσεις και συναισθήματα: όλο του το σύμπαν στερεωνόταν και αναπτυσσόταν πάνω στα σενάριά του, τα σενάριά του δεν υπήρξαν ποτέ το πρόσχημα για να μας μιλήσει κυρίως με εικόνες, οι ιστορίες που έγραφε στο χαρτί και ο κόσμος που δημιουργούσε μετά στη μεγάλη οθόνη ήταν αναπόσπαστα τμήματα του ίδιου οράματος, ένα όραμα που κατοικούσε πρώτα στο χαρτί πριν αποκτήσει όψη και ήχο.

«Το Διπλανό Δωμάτιο» είναι λοιπόν κατά τη γνώμη μου μια κακή ταινία, ακριβώς επειδή πατά σε ένα εντυπωσιακά κακογραμμένο και κακοδομημένο για Αλμοδόβαρ σενάριο. Κακογραμμένο, κακοδομημένο και με πλήρη έλλειψη κάποιας σπίθας που θα μπορούσε να εξαπλωθεί μετά. Είναι τόσο άδειο σε περιεχόμενο, ώστε προσπαθεί να το παραγεμίσει με διάφορα επεισόδια, που είτε συμβαίνουν τώρα είτε συνέβησαν στο παρελθόν, είναι το ένα πιο παράταιρο απ’ το άλλο. Δεν ξέρω πώς μπορεί να λειτουργούν όλα αυτά στο βιβλίο το οποίο διασκεύασε, πάντως σίγουρα δεν λειτουργούν στην ταινία.

Υπάρχει μια σκηνή, με μια κλειστή πόρτα, που ενώ -δείγμα της γενικότερης δημιουργικής κόπωσης- δύσκολα πολύ θα σε παραπλανήσει για το τι έχει συμβεί και δύσκολα πολύ θα σε ξαφνιάσει, σε κάνει τουλάχιστον να προσδοκάς μια εύθυμη νότα, κάτι πρόσκαιρα κωμικό, κάτι λίγο αστείο, να ελαφρώσει μια στιγμή η ατμόσφαιρα, να σπάσει για λίγο αυτή η καλαίσθητη θανατίλα. Βασικά την προσδοκάς και σου έρχονται συνειρμικά σκηνές από παλιές του ταινίες και ανυπομονείς να δεις κάτι σε αυτή την κατεύθυνση. Αντ’ αυτού έχουμε επίταση του ίδιου τόνου, της ίδιας θανατίλας, μιας θανατίλας όμως τόσο προδιαγεγραμμένης, που προξενεί όχι τόσο συγκίνηση όσο βαρεμάρα.







Το κωμικό, ή κωμικοτραγικό, ή σκέτα κρίντζι, θα έρθει φευ, κάποια άλλη στιγμή. Και θα είναι αθέλητο. Και θα έχει το πρόσωπο της Τίλντα Σουίντον, χωρίς να φταίει η ίδια σε κάτι. Και η ίδια και η Τζούλιαν Μουρ κάνουν ό,τι μπορούν, σώζουν ό,τι επιδέχεται διάσωσης. Κι ο Τορτούρο όσο μπορεί. Αλλά τον βάζει κι αυτόν να βγάλει ένα λογύδριο για το τέλος του κόσμου, την κλιματική κρίση και το αν πρέπει να κάνουν οι άνθρωποι παιδιά. Σε τι κόσμο θα φέρουμε τα παιδιά μας, Νίκο Τσιαμτσίκα, σε τι κόσμο θα φέρετε τα παιδιά σας, παιδιά του Τζον Τορτούρο, παιδιά των παιδιών του Τορτούρο παιδιά; Τι μέλλον μπορεί να έχει ένας πλανήτης και ποια ελπίδα όταν επελαύνουν χέρι χέρι η ακροδεξιά και ο νεοφιλελευθερισμός, τα λέει τα πράγματα με το όνομά τους ο Τζον, κι ακόμα κι αν προσωπικά μπορεί να συμφωνώ πολιτικά μαζί του, χρόνια έχω να ακούσω λέξεις να ακούγονται τόσο ξύλινες σε ταινία.

«Το Διπλανό Δωμάτιο» ξεκινά σαν ταινία του Γούντι Άλεν, η γλώσσα, τα βιβλία, η ηρωίδα να περπατά στη Νέα Υόρκη, μετά σταματάει να είναι Γούντι Άλεν (αν εξαιρέσεις βέβαια το εξαντλητικό name-dropping καλλιτεχνών), χωρίς να γίνεται ούτε Αλμοδόβαρ, ούτε μια καλή ταινία από μόνη της. Βγάζοντας στην άκρη ζακέτες και άλλα σχετικά πολύχρωμα, άντε να βρήκα λίγο Αλμοδόβαρ σε μια σκηνή που έψαχναν τα πράγματα της Τίλντα στα συρτάρια, σε μια σκηνή που κάνει κοντινό σε ένα κόκκινο κραγιόν που φοριέται στα χείλη, άντε να συγκινεί κάπως όταν δείχνει σκηνές από άλλες ταινίες. Αλλά είναι άραγε υπέρ μιας ταινίας το να καταφέρνει κάτι να σου κάνει μόνο όταν δείχνει σκηνές από άλλες;




Στο σινεμά ένας φυσούσε διαρκώς τη μύτη του. Αλλά επειδή ήταν κρυωμένος, όχι επειδή έκλαιγε. Ο Αλμοδόβαρ, παρά τη φύση του ζητήματος που πραγματεύεται και παρά τη δική του φύση ως δημιουργός, κρατά αποστάσεις απ’ το μελόδραμα και από καταστάσεις που με ένα απλό του σκούντημα θα έκανε τους θεατές στις αίθουσες να πλαντάζουν απ’ το κλάμα. Εντελώς θεμιτή και σεβαστή επιλογή, δεν είναι αυτό το πρόβλημα της ταινίας. Το πρόβλημα της είναι ότι θεώρησε πως η κεντρική της συνθήκη (μια γυναίκα που ζητά από μια φίλη της να της κάνει παρέα πριν αυτοκτονήσει επειδή θέλει να πεθάνει με τους όρους της και να γλιτώσει τα τελευταία στάδια της σωματικής έκπτωσης), οι σπουδαίες ηθοποιοί που ενσαρκώνουν τις ηρωίδες και η υπογραφή Πέδρο Αλμοδόβαρ είναι υπεραρκετές. Κάθε άλλο.

Ή μήπως όχι; Θέλω να πω ότι τελικά ο βασικός λόγος για τον οποίο η ταινία μου δημιουργεί τόσο αρνητικά συναισθήματα, δεν είναι η ίδια η ταινία. ΟΚ, δεν μου άρεσε, δεν έγινε κάτι, μπορεί να μην είχε τη συγκεκριμένη φορά έμπνευση ή μπορεί να του τελείωσε πια, ό,τι απ’ τα δύο κι αν συμβαίνει όμως, ο Πέδρο Αλμοδόβαρ έχει κάθε μα κάθε δικαίωμα να προσπαθήσει κάτι και να μην του βγει. Ο λόγος που θυμώνω έχει να κάνει με τη βράβευση της ταινίας στη Βενετία με τον Χρυσό Λέοντα. Αν «Το Διπλανό Δωμάτιο» ερχόταν απλά ως η καινούργια ταινία του Αλμοδόβαρ, όλα καλά. Όταν έρχεται όμως κουβαλώντας αυτό το βραβείο και συνοδεύεται γενικά κι από κριτικές που δεν θεωρούν άτοπο αυτό το βραβείο, τότε πας προετοιμασμένος να δεις κάτι άλλο από μια αδούλευτη κι ανόρεχτη τεμπελιά. Η αποτυχία μέσα στο παιχνίδι είναι. Η αποτυχία που βαφτίζεται θρίαμβος όχι ακριβώς.









Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2024

"Τριανταφυλλάκι μ΄κόκκινο" - Κωστής Σαλλής - Αθηνά Κυρούση Salvucci (youtube, 25.4.2023)

 ...............................................................



"Τριανταφυλλάκι μ΄κόκκινο" - Κωστής Σαλλής - Αθηνά Κυρούση Salvucci

Κιθάρα/Φωνή: Κωστής Σαλλής

Φωνή:
Αθηνά Κυρούση Salvucci



Ανάμεσα τρεις θάλασσες, τριανταφυλλάκι μ' κόκκινο 
πύργος θεμελιωμένος, νεράντζι και λεμόνι


Κι απάνω η κόρη κάθονταν, τριανταφυλλάκι μ' κόκκινο 
κι όλο φλουριά αρμαθιάζει, νεράντζι και λεμόνι


Αρμάθιαζε ξαρμάθιαζε, τριανταφυλλάκι μ' κόκκινο 
εννιά αρμαθούλες φτιάχνει, νεράντζι και λεμόνι


Τις πέντε βάζει στο λαιμό, τριανταφυλλάκι μ' κόκκινο 
τις τέσσερις στα χέρια, νεράντζι και λεμόνι


Και με τον ήλιο εμάλωνε τριανταφυλλάκι μ' κόκκινο 
με τον ήλιο μαλώνει, νεράντζι και λεμόνι


Για έβγα ήλιε μ' για να βγω, τριανταφυλλάκι μ' κόκκινο 
για λάμψε για να λάμψω, νεράντζι και λεμόνι

Αν λάμψεις ήλιε μια φορά, τριανταφυλλάκι μ' κόκκινο 
καίγονται τα χορτάρια, νεράντζι και λεμόνι



Κι αν λάμψω ήλιε μου κι εγώ, τριανταφυλλάκι μ' κόκκινο 
καίγονται παλικάρια, νεράντζι και λεμόνι

(youtube, 25.4.2023)


Anne Akiko Meyers & Akira Eguchi: Arvo Pärt ''Fratres'' Encore Presentation; Phillips Recorded live at the Phillips Collection on April 23, 2017. (youtube, 30.5.2027)

............................................................


 

Anne Akiko Meyers & Akira Eguchi: Arvo Pärt ''Fratres'' Encore Presentation; Phillips

Recorded live at the Phillips Collection on April 23, 2017. 
(youtube, 30.5.2027)

Anne Akiko Meyers, violin

Akira Eguchi, piano



Collection