Τετάρτη 2 Μαρτίου 2022

Απόσπασμα από το διήγημα του Νικολάι Γκόγκολ (1809 – 1852) «Το Παλτό» (μτφ. Γιώργος Τσακνιάς, εκδ. Πατάκη, 2007)

 .............................................................





Νικολάι Γκόγκολ (1809 - 1852)











·       Απόσπασμα από το διήγημα του

 Νικολάι Γκόγκολ (1809 – 1852)  «Το Παλτό» 


(μτφ. Γιώργος Τσακνιάς, εκδ. Πατάκη, 2007)

 

…Κάποιος απ’ όλους θέλησε, από οίκτο, να βοηθήσει τον Ακάκιο Ακακίεβιτς τουλάχιστον με μια καλή συμβουλή. Του είπε λοιπόν να μην πάει στον περιφερειακό διοικητή της αστυνομίας, γιατί μεν ενδέχεται εκείνος, θέλοντας  να εντυπωσιάσει τους ανωτέρους του, να βρει με κάποιον τρόπο το παλτό, έτσι όμως το παλτό θα μείνει οπωσδήποτε στην αστυνομία, αν ο Ακάκιος Ακακίεβιτς δεν μπορεί να παρουσιάσει νόμιμες αποδείξεις πως το παλτό του ανήκει· γι’ αυτό λοιπόν θα ήταν καλύτερα να απευθυνθεί σε κάποιο σημαντικό πρόσωπο, κι αυτό το σημαντικό πρόσωπο, ύστερα από συνεννόηση και αλληλογραφία με τους κατάλληλους ανθρώπους, θα μπορούσε να προωθήσει την υπόθεση.

   Τι να κάνει, ο Ακάκιος Ακακίεβιτς αποφάσισε να απευθυνθεί στο σημαντικό πρόσωπο. Όσον αφορά το ποια ακριβώς ήταν και σε τι συνίστατο η αρμοδιότητα του σημαντικού προσώπου αυτό παραμένει άγνωστο μέχρι σήμερα. Πρέπει εδώ να πούμε ότι αυτό το κάποιο σημαντικό πρόσωπο είχε γίνει μόλις πρόσφατα σημαντικό πρόσωπο, ενώ μέχρι τότε ήταν ασήμαντο πρόσωπο. Εξάλλου, ακόμα και τώρα, η θέση του δεν εθεωρείτο ιδιαίτερα σημαντική σε σχέση με άλλες, σημαντικότερες. Πάντοτε όμως υπάρχουν οι άνθρωποι για τους οποίους είναι σημαντικό κάτι που για τους άλλους είναι ασήμαντο. Επιπλέον, το πρόσωπο αυτό προσπαθούσε να ενισχύσει τη σημασία του με πολλά άλλα μέσα, δηλαδή: είχε διατάξει, όταν έρχεται στην υπηρεσία, να τον υποδέχονται οι υφιστάμενοί του στις σκάλες· να μην μπορεί κανείς να απευθυνθεί κατευθείαν σ’ αυτόν, αλλά μα τηρείται αυστηρά η ιεραρχία:  ο κλητήρας να αναφέρεται στο γραμματέα, ο γραμματέας στον τμηματάρχη ή σε όποιον τέλος πάντων έρχεται μετά στην ιεραρχία, και με αυτόν τον τρόπο να φτάνει η υπόθεση στον ίδιο.

   Έτσι είναι στην Αγία Ρωσία, τα πάντα μολυσμένα από τη μίμηση – καθένας προσπαθεί ν’ αντιγράψει τον ανώτερό του. Λένε μάλιστα για κάποιον δημόσιο υπάλληλο που, όταν τον έκαναν διοικητή ενός τμήματος κάποιας όχι και τόσο σημαντικής υπηρεσίας, υπέβαλε αίτηση για δικό του χωριστό γραφείο, το οποίο ονόμασε «Αίθουσα συνεδριάσεων»· έβαλε στην πόρτα κάτι κλητήρες με κόκκινους γιακάδες και γαλόνια οι οποίοι έπιαναν και άνοιγαν την πόρτα όποτε ερχόταν κάποιος, παρ’ όλο που στην «Αίθουσα συνεδριάσεων» μετά βίας χώραγε ένα κοινό γραφείο.

   Οι συνήθειες και οι τρόποι του σημαντικού προσώπου ήταν επίσημοι και μεγαλοπρεπείς, αλλά όχι περίπλοκοι. Βάση του συστήματος ήταν η αυστηρότης. «Αυστηρότης, αυστηρότης – και αυστηρότης» έλεγε συνήθως και με την τελευταία λέξη συνήθως κοιτούσε με πολλή σημασία το πρόσωπο του συνομιλητή του.  Όλα αυτά βέβαια δε χρειάζονταν, αφού και οι δέκα υπάλληλοι που αποτελούσαν την υπηρεσία του τον φοβούνταν έτσι κι αλλιώς· βλέποντάς τον από μακριά, παρατούσαν τη δουλειά τους και στέκονταν προσοχή όσο ο διευθυντής διέσχιζε το δωμάτιο. Ο συνήθης διάλογος με τους κατωτέρους του χαρακτηριζόταν από αυστηρότητα και συνήθως περιοριζόταν σε τρεις φράσεις: «Πώς τολμάτε; Αντιλαμβάνεστε σε ποιον απευθύνεστε; Έχετε συναίσθηση ποιος στέκεται μπροστά σας;»

   Βέβαια, κατά βάθος ήταν καλός άνθρωπος, εγκάρδιος με τους φίλους και εξυπηρετικός, αλλά ο βαθμός του τού έφερνε αμηχανία. Όταν πήρε προαγωγή κάπως μπερδεύτηκε, βγήκε από τα νερά του και δεν ήξερε πώς να φερθεί. Όποτε βρισκόταν με ανθρώπους της σειράς του, συμπεριφερόταν όπως πάντα, ως άνθρωπος αξιοπρεπής, και μάλιστα κατά κάποιον τρόπο ως έξυπνος άνθρωπος· όποτε όμως βρισκόταν κάπου όπου υπήρχαν άνθρωποι κατώτεροι έστω και κατά ένα βαθμό, ε, τότε η συμπεριφορά του ήταν άθλια: έμενε αμίλητος και γινόταν αξιοθρήνητος, αφού και ο ίδιος καταλάβαινε πως θα μπορούσε εκείνη την ώρα να διασκεδάζει περισσότερο. Πολλές φορές έβλεπες στα μάτια του την έντονη επιθυμία να συμμετάσχει στην ενδιαφέρουσα συζήτηση κάποιας παρέας, έμενε όμως με την επιθυμία· άραγε δε θα ήταν κάτι τέτοιο άκαιρο εκ μέρους του, δε θα ήταν ίσως υπερβολική οικειότητα, μήπως δε θα μείωνε έτσι τη σημασία του προσώπου του; Και μ’ αυτούς λοιπόν τους συλλογισμούς έμενε μια ζωή μόνος κι αμίλητος, βγάζοντας πού και πού ορισμένους μονοσύλλαβους ήχους και κερδίζοντας έτσι τον τίτλο του πιο βαρετού ανθρώπου στον κόσμο…  


Δεν υπάρχουν σχόλια: