Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2021

"Ο ρόλος του ηθοποιού" έγραψε ο Γρηγόρης Ιωαννίδης ("Εφημερίδα των Συντακτών", 15.2.2021)

 .............................................................


                 Ο ρόλος του ηθοποιού




έγραψε ο Γρηγόρης Ιωαννίδης ("Εφημερίδα των Συντακτών", 15.2.2021)


Στις κουλτούρες χειραγώγησης του ηθοποιού, να προσθέσουμε ακόμη μία, αυτήν που επιβάλλει την άρνηση των τάχα μου «αντιστάσεων» και «απωθήσεων» που εμφανίζει, προκειμένου να περάσει επιτυχώς τη δοκιμασία και να ενταχθεί στο σώμα των «ποιοτικών», των «ανοιγμένων», των «ταμένων» καλλιτεχνών...



Το δεύτερο μέρος της παρέμβασής μου στο κλίμα των ημερών αφορά πιο συγκεκριμένα το στάτους του ηθοποιού, ζήτημα που πρωταγωνιστεί άλλωστε στο δράμα των ημερών μας. Προφανώς στην εκτόνωση τόσων ψυχικών απωθημένων και στην εκ νέου αιμορραγία τόσων παλιών τραυμάτων συνετέλεσε η τωρινή επαγγελματική και καλλιτεχνική αδράνεια, η εξ ανάγκης ακινησία μας λόγω της καραντίνας, η απομόνωση που μετά την πρώτη ενδοσκόπηση γέννησε την ανασκόπηση, την επανεξέταση και εν τέλει την αφύπνιση. Ομως καθώς φαίνεται αυτό προχωρά παραπέρα.

Ανάμεσα σε ανθρώπους του θεάτρου που λίγο-πολύ νιώθουν πως δεν έχουν να χάσουν πια πολλά «από τις αλυσίδες τους», αρχίζει να αναπτύσσεται το αίτημα ριζικής αλλαγής όσων μέχρι πρόσφατα οι ίδιοι αποδέχονταν μοιρολατρικά, σαν αναγκαίο τίμημα για την άσκηση της τέχνης και την επιβίωσή τους. Κι αυτό όλο συνοδεύεται από την παράξενη εκείνη ψυχολογία που συναντάται στην αφετηρία κάθε επανάστασης: «Αυτή ήταν η καλύτερη εποχή, αυτή ήταν η χειρότερη εποχή…».

Στην παράδοση που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο επέβαλε στους περισσότερους ηθοποιούς τη θέση της άφωνης καταπίεσης στο παρελθόν αναφέρθηκα στο προηγούμενο άρθρο μου. Εδώ, θα ήθελα να επισημάνω μια ιδιαίτερη κουλτούρα που συχνά αποτέλεσε το βάθρο στο οποίο εγέρθηκαν καριέρες και μύθοι – δίπλα σε καταπακτές και παγίδες.


Αφορά πρώτα από όλα την αφήγηση ενός φαντασιακού χώρου που κινείται εκτός των συμβάσεων και των «μικροαστικών» αντιλήψεων, ενός χώρου ελευθερίας και ανοιχτής έκφρασης, αυτοδιάθεσης και επικοινωνίας.

Αυτή η ιδιαίτερα κολακευτική αφήγηση, συνοδευμένη επιμελώς με πλούσια ανεκδοτολογία και με ειδικό εικονοστάσι για τους αποσυνάγωγους μάρτυρες της τέχνης, συμπεριλαμβάνει το θέατρο – καθώς το τελευταίο παρείχε ανέκαθεν άσυλο σε όσους δεν μπορούσαν να ταυτιστούν με την ηθική ταγή των ημερών τους.

Τι ποσοστό αλήθειας βρίσκεται σε αυτό το αφήγημα αποτελεί ξεχωριστό ζήτημα – η πραγματικότητα προς απογοήτευση αρκετών είναι πως στο θέατρο συναντά κανείς εξίσου συγκροτημένους επαγγελματίες, σοβαρούς οικογενειάρχες, στιβαρές σχέσεις και συμβατικές, αν όχι και «μικροαστικές», αντιλήψεις…

Και ωστόσο το πνεύμα της αντισυμβατικότητας και ο μύθος της περιπέτειας παραμένουν σταθεροί πόλοι προσέλκυσης – αυτοί παρακινούν νέους και νέες να στραφούν στη σκηνή για να ανακαλύψουν εκεί τον εαυτό τους, για να βρουν σε αυτήν έναν τόπο αποδοχής και ελεύθερης πνοής. Κι εδώ που τα λέμε, ο ίδιος αυτός μύθος γεμίζει τις αίθουσες δραματικών σχολών αμφίβολης κατά τα άλλα ποιότητας, παρέχοντας καταφύγιο σε παιδιά που για διάφορους λόγους ετέθησαν εκτός «συστηματικής» παιδείας.

Εδώ βρίσκεται μαζί και ο πρώτος κίνδυνος που ελλοχεύει στον χώρο του θεάτρου. Μια περιρρέουσα αίσθηση πλανάται ότι εδώ, στο θέατρο, μπορούν να κρυφτούν και να γίνουν ανεκτές συμπεριφορές που εκτός του χώρου θα χαρακτηρίζονταν σκανδαλώδεις. Περιέργως ο μύθος του αποσυνάγωγου από την ηθική θεατρίνου –για τον οποίο το θέατρο έχει πληρώσει βαρύ τίμημα στους αιώνες– ελκύει και σαγηνεύει νέους και νέες. Και είναι αυτό ακριβώς που εκμεταλλεύονται οι επιτήδειοι.

Η πρόθεση ελευθερίας και αντισυμβατικότητας, η κουλτούρα αυτογνωσίας και αυτοδιάθεσης, μετατρέπεται εύκολα από ορισμένους σε όχημα παραπλάνησης και εκμετάλλευσης. Ακόμα ένα κατηγορώ, λοιπόν. Οσοι προβαίνουν σε ανάλογες κινήσεις κακοποίησης δεν στέκουν μόνο υπόλογοι απέναντι στους νόμους και τη δεοντολογία. Είναι υπόλογοι ακόμη και στο όνειρο των νέων που διάλεξαν το θέατρο για να βρουν εκεί μια άλλη, αλλιώτικη, αποδοχή.

Ο δεύτερος κίνδυνος σχετίζεται παρεμφερώς με την κουλτούρα που ζητάει –αν δεν υποχρεώνει κιόλας– από τον ηθοποιό να ζήσει πολλές και «έντονες» εμπειρίες, προφανώς για να εμπλουτίσει στη συνέχεια με αυτές την εκφραστική του παλέτα – άλλη παγίδα αποπλάνησης για εκείνους που θέλουν να εκμεταλλευτούν αγαθές προθέσεις. Είναι γεγονός πως το σύγχρονο θέατρο στηρίχτηκε εν πολλοίς στον ηθοποιό-φορέα μιας πορείας, πολύ κοντά στην ιδέα της ασκητικής και πολύ κοντά στην ποιητική του μάρτυρα.

Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, διάφορες θεωρίες υποκριτικής ύψωσαν επί σκηνής βίβλους και έργα που αφιέρωναν τη ζωή του ηθοποιού στην τέχνη του, μιλώντας περισσότερο για τον ίδιο σαν ασκητή και μάρτυρα και, δευτερευόντως, για την καλλιτεχνική παρουσία του υπόψη των θεατών του. Ο ηθοποιός εκλήθη να μετατραπεί σε πλάσμα ανοιχτό σε πολλές και συχνά σκληρές δοκιμασίες, για να φτάσει με αυτές στον δραματικό ήρωα, να παρουσιαστεί ο ίδιος σαν μαρτυρικό σώμα, να καθαρθεί μέσω μιας διαδικασίας και εξαγνιζόμενος ο ίδιος να εξαγνίσει τους θεατές του.

Ιδού μια ευσεβής διαδικασία που αφορά την ολοκλήρωση του ατόμου, μα δολίως τείνει να εκφυλιστεί σε παγίδα κακοποίησης. Λειτουργεί και αντίστροφα: Δημιουργεί ένα πλέγμα απαιτήσεων, οι οποίες μοιάζουν να κρίνουν αν ο ηθοποιός είναι ικανός να ενταχθεί και να επωμισθεί ένα τόσο βαρύ φορτίο. Εφόσον κάποιος/α αρνηθεί τη διαδικασία, αποβάλλεται a priori ως ανίκανος να ακολουθήσει τη «μύηση».

Μεγάλη ευκαιρία λοιπόν για τους επιτήδειους να μετατρέψουν μια καθόλα ειλικρινή κρίση για το θέατρο σε όχημα αποπλάνησης. Σε μέσον βιασμού όχι μόνο του σώματος, μα και της ίδιας της φιλοσοφίας από την οποία οι θεωρίες αυτές εκκινούν.

Στις κουλτούρες λοιπόν χειραγώγησης του ηθοποιού, που περιγράψαμε την προηγούμενη φορά, στην κυριαρχία του πρωταγωνιστή και σε εκείνη του σκηνοθέτη, ας προσθέσουμε ακόμη μία: την κουλτούρα που επιβάλλει την άρνηση των τάχα μου «αντιστάσεων» και «απωθήσεων» που εμφανίζει ο ηθοποιός, προκειμένου να περάσει επιτυχώς τη δοκιμασία και να ενταχθεί στο σώμα των «ποιοτικών», των «ανοιγμένων», των «ταμένων» ηθοποιών…

Ας μην παρερμηνευθεί ό,τι αναφέρω ως μομφή προς κάθε σύγχρονη θεωρία υποκριτικής. Μα ας μείνει στο μυαλό ως γενική διαπίστωση πως κάποιες από τις καταστάσεις που εμφανίζονται στον χώρο εργασίας και τέχνης του θεάτρου προέρχονται από τη βαθιά κουλτούρα του, φωλιάζουν στη δομή του, αφορούν εκτός από την εμπορική και την καλλιτεχνική διάστασή του. Δεν είναι πάντα εύκολο να διακριθεί το τι ανήκει στην άδολη θεωρία και το όραμα και τι εκπίπτει σε μέσο εκμετάλλευσης και διαφθοράς. Γι’ αυτό και είναι δύσκολο (όχι απίθανο, όμως) να απομακρυνθούν από το θέατρο παρόμοιες αντιλήψεις, χωρίς να διαλυθεί ο ιστός εκπαίδευσης και άσκησης της υποκριτικής.

Κι όμως, οφείλουμε να το επιχειρήσουμε. Φαντάζομαι πως θα ακουστεί πλεονασμός ότι η τέχνη του θεάτρου στην πιο καθαρή, διαρκή και πυρηνική μορφή του, είναι ο ηθοποιός εντός της τέχνης του. Τείνουμε να το ξεχνάμε αυτό. Κοντεύουμε να λησμονήσουμε πως όλοι εργαζόμαστε για χάρη του ηθοποιού και εξαρτώμεθα από τη δική του εργασία. Μα για να γίνει αυτό συνείδηση χρειάζονται πολλά να γίνουν, πέρα από την καταγγελία του παλιού κόσμου για χάρη της επικαιρότητας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: