Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2019

"Η μεγάλη υπεκφυγή" γράφει ο Χρήστος Λάσκος ("Εφημερίδα των Συντακτών", 22.11.2019)

..............................................................

                 Η μεγάλη υπεκφυγή


γράφει ο Χρήστος Λάσκος* ("Εφημερίδα των Συντακτών", 22.11.2019)

Αν υπάρχει ένα σημείο στο οποίο συγκλίνει το σύνολο των σοβαρών αναλύσεων, είναι πως επίκειται ένα νέο επεισόδιο όξυνσης της κρίσης. Από τους δεδομένα σοβαρότερους επιστημονικά μαρξιστές μέχρι τα πιο στρατευμένα στην υπηρεσία του κεφαλαίου νεοφιλελεύθερα θινκ τανκ και τους ακραίους κατσαπλιάδες του θατσερισμού, η διαφωνία βρίσκεται στον χρόνο εκδήλωσης, όχι στην πρόγνωση της κρίσης.
Μάλιστα υπάρχουν πολλές πιθανότητες η νέα πτώση να είναι μεγαλύτερη αυτής του 2008, δεδομένου ότι τα εργαλεία αντίδρασης -ειδικά τα νομισματικά, μετά από μια δεκαετία ποσοτικής χαλάρωσης και αρνητικών επιτοκίων και με το χρέος, ιδίως το εταιρικό, αυξημένο κατά πολύ σε σχέση με την αρχή της κρίσης- είναι σχεδόν πλήρως εξαντλημένα. Ετσι κι αλλιώς, όπως πολύ πειστικά το στοιχειοθετούν οι μαρξιστικές αναλύσεις, η οικονομική πολιτική δεν θα μπορούσε -και στην καλύτερη, ακόμη, εκδοχή της- να επιλύσει το πρόβλημα της κρίσης υπερσυσσώρευσης χωρίς εκτεταμένη καταστροφή αργούντος κεφαλαίου.
Ολα επιβεβαιώνουν αυτές τις αναλύσεις. Κυρίως το απόλυτο λίμνασμα των επενδύσεων – που θα ήταν ακόμη (;) χειρότερο χωρίς την παρουσία της κρατικοκαπιταλιστικής Κίνας. Ακόμη περισσότερο, όταν και η Κίνα εισέρχεται σε μια ασθμαίνουσα, για τα δεδομένα της, περίοδο και με συσσωρευμένα τα σημάδια μιας επερχόμενης πτώσης –τεράστια αύξηση του χρέους της, ένα πολύ επισφαλές τραπεζικό σύστημα και επενδύσεις, που όλο και συχνότερα καταλήγουν σε μη αξιοποιήσιμα βιομηχανικά και οικοδομικά κουφάρια.
Οι μαρξιστές έχουν δίκιο. Γι’ αυτό και οι πιο σοβαροί συστημικοί, όπως ο Σάμερς, υπουργός Οικονομικών του Κλίντον και προαγωγός της «παγκοσμιοποίησης», επιμένουν πως μόνη «λύση» παραμένουν για το σύστημα οι φούσκες – και ο Θεός βοηθός.
Κι εμείς εδώ, στη γαλάζια μας πατρίδα, πώς στεκόμαστε απέναντι σε όλα αυτά; Με μακαριότητα. Η ατζέντα που διαμορφώνουν τόσο η Νέα Δημοκρατία όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ σχεδόν δεν βλέπει αυτές τις πολύ δυσοίωνες προγνώσεις –πόσο μάλλον απαντήσεις.
Η μεν κυβέρνηση οικοδομεί -με θεμέλιο μια πρωτοφανώς προκλητική, σε βαθμό γελοιότητας, ενίσχυση από τα «μέσα»- μια εικόνα περιφανούς καλπασμού προς την «ανάπτυξη» και «πρωτοβουλιών». Μπάφα ολκής…
Η δε αξιωματική αντιπολίτευση είναι ικανή να κάνει επί βδομάδες κύριο θέμα τη συμμετοχή του Πολάκη στην προανακριτική. Ή να «ελέγχει» την κυβέρνηση για τη σχέση της με τον θρησκευτικό συντηρητισμό -φοβερή αποκάλυψη!- όταν η ίδια, όντας κυβέρνηση, δεν μπόρεσε ούτε την απαλλαγή των μαθητών από τα Θρησκευτικά ή τη μη αναγραφή του θρησκεύματος στους τίτλους σπουδών (το 'κανε η Κεραμέως!) να ρυθμίσει.
Μ' αυτά και μ’ αυτά, ο ελέφαντας στο δωμάτιο, η επερχόμενη κρίση, είναι σαν να μην υπάρχει.
Βέβαια, η στάση του δικομματισμού είναι, τελικά, εύλογη. Ολες οι κυβερνήσεις της περιόδου της κρίσης εφάρμοσαν την ίδια, με μικρές παραλλαγές, πολιτική – ανεξαρτήτως «ιδιοκτησίας» ή όχι. Μια πολιτική βασισμένη στην άγρια λιτότητα των εξωφρενικών πλεονασμάτων και στην αποδοχή του χρέους, με ευκολίες πληρωμής, μέχρι τον 22ο αιώνα, τουλάχιστον.
Πολιτική που αφήνει την Ελλάδα ιδιαίτερα ευάλωτη απέναντι στη νέα κρίση. Η εθελοτυφλία, λοιπόν, είναι ανάγκη πάσα για όσους συνέργησαν στη διαμόρφωση αυτής της τρομερής -και διαρκούς- για την ελληνική κοινωνία συνθήκης. Γι’ αυτό η ατζέντα και των δύο είναι «άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε». Οπως το έθεσε ο Τζόζεφ Στίγκλιτς, σε πρόσφατη συνέντευξη, όταν ρωτήθηκε σχετικά με το τι θα έπρεπε να κάνει η Ελλάδα μπροστά σε μια νέα όξυνση της κρίσης: «Μπορείτε να προσευχηθείτε!»
Ετσι εξηγείται το γεγονός πως η Δεξιά και οι «κύκλοι» της επιχειρούν να ρίξουν το βάρος της κατάστασης στη βαρουφακειάδα του 2015. Το μήνυμα είναι σαφές: δεν είναι οι μνημονιακές πολιτικές υπεύθυνες για τη σημερινή ακραία τρωτότητα της ελληνικής οικονομίας. Οι βλακείες των ιδεοληπτικών του «πρώτου εξαμήνου» ευθύνονται.
Σε μια παρέλαση «απόψεων», κυριολεκτικά σε ύφος «ο ηλίθιος και ο πανηλίθιος», οι τεχνοκράτες παρελαύνουν, από καιρού εις καιρόν, πλειοδοτώντας ως προς «το κόστος του 2015». Ο «μετριοπαθής» Προκοπάκης το βγάζει 47 δισεκατομμύρια, ο Στουρνάρας 86, ο άρχων του ESM Ρέγκλινγκ το θέλει 100 δισεκατομμύρια, ενώ ο Βίζερ το υπολογίζει (!) στα 200.
Το γεγονός πως αυτή η προφανής και καταγέλαστη ηλιθιότητα γίνεται δεκτή ως τεχνοκρατική αποτίμηση του ζητήματος οφείλει πολλά στη σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση. Η οποία δεν έχασε ευκαιρία να αποκηρύξει τον πρότερο εαυτό της ως εμφορούμενο από «αυταπάτες» - που σημαίνει πως οι «άλλοι» είχαν το «ρεαλιστικό» δίκιο. Οπως δεν έχασε και ευκαιρία να διακηρύξει πως το 3ο μνημόνιο, «με τα καλά και τα κακά του», μας έβγαλε τελικά στον «δρόμο της ανάπτυξης».
Και να 'μαστε τώρα εδώ, να μαθαίνουμε πως, καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα ξαναβρεθούμε στο επίπεδο του 2008… το 2031, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ή το 2034, σύμφωνα με το ΔΝΤ!
Αν, δε, σκάσει η κρίση, «μπορείτε να προσευχηθείτε».
Σαν να λέμε, καλά που δεν πάθαμε τίποτε το καλοκαίρι του 2015. Φτηνά τη γλιτώσαμε!
* εκπαιδευτικός

Δεν υπάρχουν σχόλια: