Παρασκευή 15 Απριλίου 2011

Επέτειοι για τις 14 και τις 15 Απριλίου



Επετειοι της 14/4:

    • Θανατοι
1759: Γκέοργκ Φρίντριχ Χέντελ, γερμανός συνθέτης του μπαρόκ. [γεν. 23/2/1685]










http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%93%CE%BA%CE%AD%CE%BF%CF%81%CE%B3%CE%BA_%CE%A7%CE%B1%CE%AF%CE%BD%CF%84%CE%B5%CE%BB
.............................................................................

1930: Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι, ρώσος ποιητής της επανάστασης. (αυτοκτόνησε) [γεν. 7/7/1893]
Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι
1893 – 1930










Ρώσος ποιητής, με πληθωρική παρουσία τα πρώτα χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης. Υπήρξε ο κορυφαίος εκπρόσωπος του ρωσικού φουτουρισμού.
Γεννήθηκε στη Βαγδάτη της Γεωργίας στις 7 Ιουλίου1893. Ο πατέρας του ήταν ευγενούς καταγωγής (Ρώσος με κοζάκικες ρίζες), δασοφύλακας το επάγγελμα. Η μητέρα του ήταν ουκρανικής καταγωγής. Από τα 14 χρόνια του ασπάσθηκε τις ιδέες του σοσιαλισμού και συμμετείχε ενεργά σε αντιτσαρικές διαδηλώσεις στη γενέτειρά του. Μετά τον ξαφνικό θάνατο του πατέρα του, ο νεαρός Βλαντιμίρ, η μητέρα του και οι δύο αδελφές του, Όλγα και Λουντμίλα, μετακόμισαν στη Μόσχα.
Το 1908 ο Μαγιακόφσκι έγινε μέλος του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος και φυλακίστηκε επανειλημμένα για την ανατρεπτική δράση του. Στο κελί της απομόνωσης άρχισε να γράφει τα πρώτα του ποιήματα. Μετά την αποφυλάκισή του φοίτησε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Μόσχας και προσχώρησε στο κίνημα των ρώσων φουτουριστών, όπου γρήγορα διακρίθηκε κι έγινε ο κύριος εκπρόσωπός τους.
Το 1912, ο κύκλος των ρώσων φουτουριστών εξέδωσε μανιφέστο με τίτλο «Χαστούκι στο γούστο του κοινού». Το κίνημα του φουτουρισμού ανήγαγε σε φετίχ του το μέλλον και ύμνησε την τεχνολογική εξέλιξη. «Ένα βρυχώμενο αυτοκίνητο αγώνων είναι πιο όμορφο από τη Νίκη της Σαμοθράκης» υποστήριζε ο «γκουρού» του φουτουρισμού, ιταλός Τομάσο Μαρινέτι. Στο ίδιο μήκος κύματος και οι ρώσοι συνοδοιπόροι του: 


«Το παρελθόν είναι στενάχωρο. Η Ακαδημία, ο Πούσκιν, ο Ντοστογιέφσκι, ο Τολστόι, είναι πιο ακατανόητοι κι από ιερογλυφικά» γραφόταν στο Μανιφέστο. Οι φουτουριστές συνήθιζαν να διαβάζουν ποιήματά τους καταμεσής του δρόμου, έριχναν τσάι στο ακροατήριό τους και γενικά έκαναν το παν για να ενοχλούν τον καθωσπρεπισμό των αστών.



Από την εποχή αυτή η ποίηση του Μαγιακόφσκι άρχισε να γίνεται επιθετική και προκλητική, με έντονα στοιχεία υπερβολής, υπεροψίας και αυτοαναφοράς. Το 1915 δημοσιεύει το πρώτο μεγάλο του ποίημα με τίτλο: «Σύννεφο με παντελόνια», από το οποίο πήρε και το όνομά του το γνωστό ελληνικό μουσικό σχήμα «Σύννεφα με παντελόνια». Το καλοκαίρι του ιδίου χρόνου γνωρίζει και ερωτεύεται τη Λιλλή Μπρικ, γυναίκα του εκδότη του Οσιπ Μπρικ. Τις αφιερώνει το επόμενο σπουδαίο ποίημά του «Σπονδυλωτό Φλάουτο» (1916). Και τα δύο αυτά έργα του καταγράφουν έναν έρωτα χωρίς ανταπόκριση κι εκφράζουν τη διάσταση του ποιητή με τον κόσμο που ζούσε.
Με την έκρηξη της Οκτωβριανής Επανάστασης, ο Μαγιακόφσι υπηρέτησε πολυποίκιλα με την πέννα του το νέο καθεστώς. Έγραφε στρατευμένα ποιήματα («Ωδή στην Επανάσταση», «Αριστερή Πορεία»), άρθρα, βιβλία για μικρά παιδιά και ζωγράφιζε αφίσες και σκίτσα, τα οποία συνόδευε με στίχους και συνθήματα, ενώ παράλληλα περιόδευε τη χώρα, κάνοντας διαλέξεις και απαγγελίες. Το 1924 έγραψε μία ελεγεία από 3.000 στίχους για τον 


θάνατο του Λένιν.

Μετά το 1925 ταξίδεψε στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ, την Κούβα, το Μεξικό, εκμεταλλευόμενος τις διασυνδέσεις της ερωμένης του στη διαβόητη μυστική υπηρεσία «Τσε-Κα». Τις εντυπώσεις από το ταξίδι του στο Νέο Κόσμο τις αποτύπωσε στο βιβλίο του «Πώς ανακάλυψα την Αμερική».
Σε μια διάλεξή του στις ΗΠΑ γνωρίζεται με την Έλι Τζόουνς. Καρπός του κεραυνοβόλου και σύντομου έρωτά τους είναι μια κόρη, για την ύπαρξη της οποίας έμαθε το 1929, όταν συναντήθηκε κρυφά με την Τζόουνς στη Γαλλία. Εκείνη την εποχή ο Μαγιακόφσκι ζούσε ένα παθιασμένο έρωτα με την Τατιάνα Γιακόβλεβα, μία συμπατριώτισσά του εμιγκρέ, που ζούσε στο Παρίσι. Επιθυμούσε να την παντρευτεί, αλλά αυτή αρνιόταν πεισματικά.
Στα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του εξέδωσε δύο θεατρικά έργα («Κοριός» και «Λουτρό»), με κριτική διάθεση απέναντι στη σοβιετική γραφειοκρατία. Η αποτυχία της παράστασης του «Λουτρού» στο Λένινγκραντ το 1930, οι ερωτικές του απογοητεύσεις, οι διαδοχικές παρεξηγήσεις και συγκρούσεις με τον Ρωσικό Σύνδεσμο Προλεταρίων Συγγραφέων, οδήγησαν τον Μαγιακόφσκι στην απελπισία. Απογοητευμένος και από τη σοβιετική πραγματικότητα, μετά την άρνηση των αρχών να του δώσουν άδεια να ταξιδέψει στο εξωτερικό, έβαλε τέλος στη ζωή του στις 14 Απριλίου του 1930.
Το σημείωμα που βρέθηκε στον τόπο της αυτοκτονίας του έγραφε:
«Σε όλους.
Μην κατηγορήσετε κανέναν για το θάνατο μου και παρακαλώ να λείψουν τα κουτσομπολιά. Ο Μακαρίτης τα απεχθανόταν φοβερά.
Μαμά, αδελφές, και σύντροφοι, σχωρέστε με – αυτός δεν είναι τρόπος (δεν τον συμβουλεύω σε κανένα), μα εγώ δεν έχω διέξοδο. Λιλλή αγάπα με.
Συντρόφισσα κυβέρνηση, η οικογένειά μου είναι η Λιλλή Μπρικ, η μαμά, οι αδελφές και η Βερόνικα Βιτόλνταβνα Πολόνσκαγια. Αν τους εξασφαλίσεις μια ανεκτή ζωή, σ' ευχαριστώ. Τα αρχινισμένα ποιήματα δώστε τα στους Μπρικ, αυτοί θα τα καθαρογράψουν.
Όπως λένε "Το επεισόδιο έληξε".
Η βάρκα του έρωτα συντρίφτηκε πάνω στην καθημερινότητα. Έχω ξοφλήσει τους λογαριασμούς μου με τη ζωή. Προς τι, λοιπόν, η απαρίθμηση των αμοιβαίων πόνων, των συμφορών και των προσβολών;
Να 'στε ευτυχισμένοι.»
Μετά την αυτοκτονία του, ο σοβιετικός τύπος επιτέθηκε στον ποιητή, χαρακτηρίζοντάς τον «φορμαλιστή» και «συνοδοιπόρο» και όχι «Καλλιτέχνη του Λαού», όπως συνηθιζόταν για τους στρατευμένους καλλιτέχνες. Η Λιλλή Μπρικ έγραψε, τότε, ένα γράμμα στο Στάλιν και του ζητούσε την αποκατάσταση του ονόματος του Μαγιακόφσκι. Ο Στάλιν ανταποκρίθηκε και τον χαρακτήρισε «Καλύτερο και πιο ταλαντούχο ποιητή της σοβιετικής μας εποχής».
Αυτός ήταν και ο «δεύτερος θάνατος του Μαγιακόφσκι», σύμφωνα με τον φίλο του συγγραφέα Μπόρις Πάστερνακ («Δρ Ζιβάγκο»), αφού μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης (1991) χαρακτηρίστηκε «ένας από τους εκπροσώπους του ολοκληρωτισμού», ενώ μια μερίδα της κριτικής θεωρεί σήμερα το έργο του ξεπερασμένο. Ο Μαγιακόφσκι, με τον λυρισμό και τις τεχνικές καινοτομίες, βρήκε αξιόλογους συνεχιστές στην πατρίδα του (Οστρόφσκι, Έρενμπουργκ, Γεφτουσένκο) και στο εξωτερικό (Ελιάρ, Αραγκόν, Νερούντα, Ρίτσος, Πατρίκιος).
Μετά το θάνατο του Στάλιν κυκλοφόρησαν φήμες ότι ο Μαγιακόφσκι δεν αυτοκτόνησε, αλλά δολοφονήθηκε κατ' εντολή του. Τη δεκαετία του '90, όταν άνοιξαν τα αρχεία της KGB, δεν βρέθηκε κάτι σχετικό κι έτσι οι φήμες παρέμειναν αναπόδεικτες.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • «Μαγιακόφσκι: Τα εύκολα και τα δύσκολα» («Ελληνικά Γράμματα»), ποιήματά του μεταφρασμένα εξαιρετικά από τον Μήτσο Αλεξανδρόπουλο.
  • Β.Ι. Λένιν («Σύγχρονη Εποχή»)
  • Ερωτική Αλληλογραφία με τη Λίλι Μπρικ («Άγκυρα»)
  • Θεατρικά («Γκοβόστης»)
  • «Ποιήματα» σε μετάφραση Γιάννη Ρίτσου («Κέδρος»)
  • «Πώς ανακάλυψα την Αμερική» («Σύγχρονη Εποχή»)
  • «Σύννεφο με παντελόνια» («Τραμάκια»)
  • «Φλέγομαι», μυθιστορηματική βιογραφία του Μαγιακόφσκι από τον Τούρμπγιερν Σέβε. («Scripta»)
ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ
  • Θάνου Μικρούτσικου: «Καντάτα για τη Μακρόνησο/Σπουδή σε ποιήματα του Βλαδίμηρου Μαγιακόβσκη» (Lyra, 1976), με ερμηνεύτρια τη Μαρία Δημητριάδη.
  • Σύννεφα με Παντελόνια: «Τίποτα δεν κρύβεται κάτω απ' τον ήλιο» (Minos-EMI, 2001).Οι στίχοι του Μάνου Ξυδού βασίζονται σε ποιήματα του Μαγιακόφσκι.







.........................................................................



1984: Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, διακεκριμένος κωμικός ηθοποιός. [γεν. 1912]

Διονύσης Παπαγιαννόπουλος
1912 – 1984









Ο ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου Διονύσης Παπαγιαννόπουλος γεννήθηκε το 1912 στο Διακοφτό. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, όπου και πρωτοεμφανίστηκε το 1938, στον «Βασιλιά Ληρ» του Σαίξπηρ, σε ρόλο που του έδωσε ο δάσκαλός του Αιμίλιος Βεάκης.


Τα χρόνια που ακολούθησαν συνέπραξε με τους θιάσους της Μαρίκας Κοτοπούλη, των Αρώνη - Χορν, Χατζίσκου - Συνοδινού, του Μουσούρη και του Ντίνου Ηλιόπουλου. Ως τα μέσα της δεκαετίας του 1950 εμφανίστηκε σε ρόλους του κλασικού ρεπερτορίου, ενώ αργότερα άρχισε να εμφανίζεται σε ελαφρές κωμωδίες. Το 1961 συγκρότησε τον δικό του θίασο, δίνοντας αξέχαστες ερμηνείες, σε έργα όπως «Ζήτω η ζωή» του Γεράσιμου Σταύρου και «Δεσποινίς Διευθυντής» των Ασημάκη Γιαλαμά και Κώστα Πρετεντέρη. Στο τελευταίο ενσάρκωσε τον κ. Βασιλείου, έναν ρόλο που επανέλαβε το 1964 στη μεγάλη οθόνη, δίπλα στην Τζένη Καρέζη.
Πρώτη κινηματογραφική εμφάνισή του ήταν το 1947, στην ταινία «Παιδιά της Αθήνας» του Τάκη Μπακόπουλου. Ακολούθησαν άλλες 134 ταινίες, στις περισσότερες από τις οποίες κράτησε δευτερεύοντες ρόλους, κλέβοντας όμως πάντα την παράσταση. Ξεχωρίζουν: «Το Ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» (1959), «Χτυποκάρδια στο θρανίο» (1963), «Η βίλα των οργίων» (1964), «Μια τρελή, τρελή οικογένεια» (1965), «Υπάρχει και φιλότιμο» (1965), «Κάτι κουρασμένα παλικάρια» (1967), «Για ποιον χτυπά η κουδούνα» (1968), «Ένας ιππότης για τη Βασούλα» (1968), «Ο δασκαλάκος ήταν λεβεντιά» (1970), «Ο Κυρ Γιώργης εκπαιδεύεται» (1977). Το ρόλο του Μπαρμπα-Γιώργη είχε ενσαρκώσει με μεγάλη επιτυχία και στην τηλεοπτική σειρά «Το Λούνα Παρκ» το 1974.
Πέθανε ολομόναχος, στο διαμέρισμά του στη λεωφόρο Αλεξάνδρας, στις 14 Απριλίου του 1984.




.........................................................................


ΕΠΕΤΕΙΟΙ για τις 15/4


ΘΑΝΑΤΟΙ



1896: Γεώργιος Βιζυηνός, ποιητής και πεζογράφος. [γεν. 1849]

Αρχείο:Georgios M. Vizyinos.JPG







1980: Ζαν Πολ Σαρτρ, γάλλος υπαρξιστής φιλόσοφος. Βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1964. [γεν. 21/6/1905]




  [ + ]

«Ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να ζει ελεύθερος», υποστήριζε και ίσως, τελικά, ο μόνος «περιορισμός» του Ζαν Πωλ Σαρτρ, στη ζωή του, να ήταν η απεγνωσμένη ανάγκη να πράττει και να σκέφτεται χωρίς συμβιβασμούς και όρια.
Ο Γάλλος υπαρξιστής φιλόσοφος έφυγε από τη ζωή, σαν σήμερα, στις 15 Απρίλη του 1980.
Ο Σάρτρ γεννήθηκε στο Παρίσι της στις 21 Ιουνίου του 1905. Ο πρόωρος χαμός του πατέρα του και η αδυναμία της μάνας του να τον μεγαλώσει, τον οδήγησαν στο σπίτι του συντηρητικού παππού του, ο οποίος τον μύησε στο κόσμο του βιβλίου. Σύντομα, ο Σάρτρ μετατρέπεται σε ένα παιδί- βιβλιοφάγο. Αποφοίτησε από το Ecole Normale Superieure του Παρισιού και συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Fribourg, στην Ελβετία, καθώς και στο Γαλλικό Ινστιτούτο του Βερολίνου.
Με την ενηλικίωσή του ο Σάρτρ εξελίσσεται σε ένα γοητευτικό νεαρό, με φιλοσοφικούς στοχασμούς και «εμβρυακές» πολιτικές ανησυχίες. Σύντομα θα γνωρίσει τη Σιμόν ντε Μποβουάρ, την γυναίκα που θα τον συντροφέψει σε όλη του τη ζωή. Η σχέση τους προσδιορίστηκε μέσα από τις ελευθεριακές αντιλήψεις του Σάρτρ, με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν πλήθος παράλληλων ερωτικών σχέσεων και να προκαλέσουν την συντηρητική κοινωνία της εποχής τους.

Η φρίκη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, με εγκλεισμό σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και συμμετοχή στον Γαλλικό αντιστασιακό αγώνα, μετατρέπουν τον φιλόλογο Σάρτρ , σε οραματιστή φιλόσοφο και βαθιά πολιτικοποιημένο διανοούμενο. Με την απελευθέρωση της Γαλλίας, ο Σάρτ κερδίζει την εθνική αναγνώριση καταγράφοντας τα γεγονότα σε πρωτοσέλιδο της αντιστασιακής εφημερίδας «Combat».
Ο Ζαν Πωλ Σαρτρ γίνεται ο βασικός εκπρόσωπος του υπαρξισμού του 20ου αιώνα, ιδρύει, μαζί με τον Μορίς Mερλό Ποντί, το λογοτεχνικό περιοδικό «Μοντέρνοι Καιροί», από όπου δημοσιοποιεί τις αριστερές πολιτικές του θέσεις και τις φιλοσοφικές του αναλύσεις. Στο έργο του, ο άνθρωπος εμφανίζεται ως απελευθερωμένος από την επιρροή κάποιας ανώτερης ηθικής τάξης ή δύναμης, που θα μπορούσε να ορίσει τη ζωή του, και ο ίδιος γίνεται κύριος των επιλογών.
Ο Σαρτρ, ασπάζεται τον Μαρξισμό και καταδικάζει τον Σταλινισμό. Παράλληλα δηλώνει φανατικά άθεος. «Ο υπαρξισμός δεν είναι τόσο αθεϊστικός που να αναλώνεται προσπαθώντας να αποδείξει ότι δεν υπάρχει Θεός. Αντιθέτως, δηλώνει ότι, ακόμη και αν υπήρχε Θεός, το γεγονός αυτό δεν θα άλλαζε τίποτα», δήλωνε.
Καιρό αργότερα, ο Σάρτρ θα κάνει στροφή στην πολιτική του σκέψη και θα ενταχθεί στο Κομουνιστικό Κόμμα Γαλλίας, μία απόφαση που θα τον φέρει σε αντίθεση με το παρελθόν του αλλά και με τον άλλοτε σύντροφό του Αλμπέρ Καμύ. Μάλιστα θα προεδρεύσει και της Γαλλοσοβιετικής Ένωσης. Ωστόσο, η σοβιετική στρατιωτική επέμβαση στην Ουγγαρία το 1956, που οδήγησε στον θάνατο περίπου 2.500 εξεγερμένους Ούγγρους, προκάλεσε την «οργισμένη» αντίδραση του Σάρτρ, ο οποίος θα αποχωρήσει από το ΚΚΓ, γράφοντας το άρθρο «Το φάντασμα του Στάλιν».
Το 1964, ο Σάρτρ στρέφει τα βλέμματα της δημοσιότητας πάνω του, καθώς αρνείται το βραβείο Νόμπελ. Το ανήσυχο πνεύμα του, τον οδηγεί σε μία σειρά από παρεμβάσεις στη κοινωνικοπολιτική ζωή της Γαλλίας αλλά και διεθνώς. Μαζί με τον Μπέρτραντ Ράσελ, προεδρεύει στο «δικαστήριο Ράσσελ», ένα φανταστικό δικαστήριο που αποτελούνταν από ανθρώπους της διανόησης, καταδικάζοντας τον Αμερικανικών ιμπεριαλισμό στο Βιετνάμ. Το Μάη του ’68, παίρνει συνέντευξη από τον Ντάνιελ Κον Μπενίτ, ηγετική φυσιογνωμία του φοιτητικού κινήματος, με στόχο να αναδείξει την ιδεολογική βάση της εξέγερσης.
Ταξιδεύει στη Γερμανία για να συναντήσει τον Αντρέας Μπάαντερ, ηγέτη της R.A.F, στη Πορτογαλλία για να ζήσει από κοντά την επανάσταση των Γαρίφαλων, συμμετέχει στο κίνημα για την απελευθέρωση Σοβιετικών αντιφρονούντων και τάσσεται ανοιχτά υπέρ της Ισλαμικής επανάστασης και τον Αγιατολάχ Χομεϊνί.
Ο ευφυής και αντιδραστικός, Ζαν Πωλ Σάρτρ, θα αφήσει την τελευταία του πνοή στις 15 Απριλίου του 1980. Την 19η Απριλίου, περίπου 50.000 άνθρωποι θα πουν το στερνό αντίο, στον άνθρωπο που σημάδεψε με τις θέσεις του την φιλοσοφία του 20ου αιώνα.



http://tvxs.gr/news/%CF%83%CE%B1%CE%BD-%CF%83%CE%AE%CE%BC%CE%B5%CF%81%CE%B1/%CE%B6%CE%B1%CE%BD-%CF%80%CF%89%CE%BB-%CF%83%CE%B1%CF%81%CF%84%CF%81-%CE%BF-%CE%AC%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%89%CF%80%CE%BF%CF%82-%CF%80%CE%BF%CF%85-%CF%8C%CF%81%CE%B9%CF%83%CE%B5-%CF%84%CE%B7-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CF%8C%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85-20%CE%BF%CF%85-%CE%B1%CE%B9%CF%8E%CE%BD%CE%B1


Δεν υπάρχουν σχόλια: