..............................................................
Τα κακόφωνα τροπάρια της ελληνοκαπηλίας
("Καθημερινή"/ "Υποθέσεις", 29/6/2014)
Ζωγραφική: Mario De Paduanis.
Ενωση Πτυχιούχων Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών.
Εως 12 Ιουλίου.
Δυο-τρία τροπάρια όλα κι όλα έχουν
καταφέρει να αποστηθίσουν οι χρυσαυγίτες. Είτε βουλευτές είναι, που
κάνουν δηλώσεις απερχόμενοι από τα ανακριτικά γραφεία, είτε πυρηνάρχες,
αυτά παπαγαλίζουν απολογούμενοι, με το προβαρισμένο μπροστά στον
καθρέφτη επιθετικό στυλ τους· σαν απαίδευτοι ψαλτάδες που διαθέτουν
μαγνητόφωνο αντί μυαλού κάτω από το τριχωτό της κεφαλής και αδυνατούν να
αυτοσχεδιάσουν, να πουν κάτι δικό τους, όχι ετοιματζίδικο. «Ο,τι πει ο
αρχηγός», αυτό είναι το ειδωλολατρικό πιστεύω τους. Και είναι κομμάτι
δύσκολο να υπολογίσει κανείς πόση διανοητική αδυναμία προϋποτίθεται ώστε
να ειδωλολατρεύεται ένα μέγεθος όπως ο υπόδικος κ. Ν. Μιχαλολιάκος. Και
τόσο μαζικά. Ισως γι’ αυτό δεν θραύεται εύκολα το μπετόν-αρμέ ποσοστό
της Χ.Α. Επειδή το κυριότερο προαπαιτούμενο, πάνω από την ηθική
καταδίκη, την πολιτική καταγγελία και τη δικαστική διερεύνηση, είναι η
πνευματική αφύπνιση, άφαντη προς το παρόν.
Κάθε φορά λοιπόν που βλέπουν το φως της δημοσιότητας φωτογραφικά ή βιντεοσκοπικά ντοκουμέντα από την πλούσια (και καταφανώς ασύμπτωτη με τη δημοκρατία και τη νομιμότητα) δράση των χρυσαυγιτών, στους δρόμους εναντίον μεταναστών και «αλλοπίστων» ημεδαπών, στις γιορτές τους, που αναβιώνουν στο πιο πολεμοχαρές το αρχαιοφανές κιτς της δικτατορίας, ή στις κατασκηνώσεις που στήνουν πάνω σε βουνά και μέσα σε λαγκάδια για να σκληραγωγηθούν (μια και έχουν πληροφορίες ότι εξαφανίστηκαν τα κονσερβοκούτια, ο εστί μεθερμηνευόμενον ότι δεν θ’ αργήσει ο τρίτος γύρος), τα ίδια απολογητικά ψευτοεπιχειρήματα βγάζουν από τη φτωχή φαρέτρα τους.
Κάθε φορά που τους βλέπουμε να χαίρονται και να καμαρώνουν φωτογραφιζόμενοι με χιτλερική στολή, μπροστά από ναζιστικές σημαίες και απεχθή σύμβολα ή στη σκιά του λατρεμένου ημιμυστακοφόρου ήρωά τους, στα ίδια τρύπια άλλοθι καταφεύγουν μπροστά στην κάμερα. Και εννοώ τις δηλώσεις που κάνουν έξω από τη Βουλή ή τα δικαστήρια. Γιατί, κακά τα ψέματα, ελάχιστες φορές, στατιστικώς ασήμαντες, αισθάνθηκαν ότι κάπως πιέζονται από τις δημοσιογραφικές ερωτήσεις στις τηλεσυζητήσεις στις οποίες έχουν συμμετάσχει ή στις προσωπικές συνεντεύξεις. Σπουδαίοι και τρανοί δημοσιογράφοι, όπως ο κ. Τράγκας και ο κ. Τριανταφυλλόπουλος, έχουν δουλέψει σαν πλυντήριο των χρυσαυγιτών προσκεκλημένων τους· και όχι μία μόνο φορά και «κατά λάθος». Αλλοι πάλι, κι αυτοί διάσημοι της γυάλινης δημοσιογραφίας, εμφανίστηκαν τραγικά απροετοίμαστοι στην εκπομπή τους, περήφανοι και μόνο που διαθέτουν εκπομπή. Με αποτέλεσμα να τους χειραγωγήσει εύκολα και να τους ρυμουλκήσει στη δική του περιοχή ακόμα και ο κ. Μιχαλολιάκος. Κι αυτό είναι ένα μόνο (όχι το μεγαλύτερο) κομμάτι της δημοσιογραφικής ευθύνης για τη διάδοση και την επιβολή πολλών από τα ιδεολογήματα που προωθεί η Χ.Α.
Τροπάριο πρώτο λοιπόν. Της κουτοπονηριάς. Το πρωτακούσαμε στη Βουλή, όταν αποκαλύφθηκε παλαιότερο φλογερά φιλοχιτλερικό αρθρίδιο του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της Χ.Α. Χρ. Παππά, και έκτοτε έγινε καθεστώς. Λένε: «Α, μα ήμασταν στην πρώτη νιότη μας όταν κάναμε, λέγαμε και γράφαμε τέτοια πράγματα. Τι τα ψάχνετε...» Θέλουν δηλαδή οι αγαθοί αυτοί άνθρωποι να μας πείσουν ότι έπασχαν από αφύσικα παρατεταμένη παιδικότητα όταν στα είκοσί τους και στα είκοσι πέντε τους ακόμα φωτογραφίζονταν (όπως ο προαναφερθείς κ. Παππάς) μπροστά στο νεκροταφείο των Γερμανών στρατιωτών στον Διόνυσο, με ναζιστική στολή και με σβαστικοφόρο περιβραχιόνιο. Οτι επί ναζιστοφασιστών το μυαλό αργεί να πήξει, καμιά αντίρρηση, άλλωστε με τον τρόπο τους το παραδέχονται και οι ίδιοι. Αλλά ποια νιότη επικαλούνται σαν δήθεν αδιάσειστο άλλοθι, όταν και σήμερα ακόμα, στη Βουλή πια, που τους υφίσταται, στα εξήντα τους και βάλε, δεν διανοούνται να αποκηρύξουν τους σφαγείς της ανθρωπότητας - και της Ελλάδας; Ποια μετεφηβική αφέλεια, όταν γερνούν παραμένοντας φανατικοί πιστοί στη λατρεία της βίας και της μισαλλοδοξίας; Εχουν προκληθεί κατ’ επανάληψη στο Κοινοβούλιο -από βουλευτές που αρνούνται να χαριεντιστούν μαζί τους ή να επιδοθούν σε μπαλτακισμούς- να δηλώσουν καθαρά και ξάστερα ποια είναι η τωρινή γνώμη τους για τον Χίτλερ και τα έργα του. Και πάντοτε προσπαθούν να ξεφύγουν, κρυπτόμενοι κάτω από ύβρεις και υλακές. Διότι όσοι ηγούνται σ’ αυτήν την παραστρατιωτική οργάνωση και όσοι αυτοταπεινούμενοι τούς υπηρετούν, εξακολουθούν να πιστεύουν ό,τι ακριβώς και στη νιότη τους. Πως μια χαρά ήταν ο Χίτλερ. Απλώς δεν τελείωσε τη δουλειά. Οπότε πέφτει σ’ αυτούς το χρέος.
Τροπάριο δεύτερο. Της ιστοριοκτονίας. Λένε: «Τι μας κατηγορείτε για ναζιστικά καμώματα; Και ο χαιρετισμός της προτεταμένης δεξιάς χειρός είναι αρχαιοελληνικός και όχι ναζιστικός και η σβάστικα επίσης, αφού την είχαν ακόμα και οι Καρυάτιδες». Η αγράμματη ελληνοκαπηλία μπορεί να σκαρφιστεί πολλά, κι ακόμα περισσότερα είναι τα φαντασιοκοπήματά της. Για παράδειγμα, παρακολουθεί δυο λόχους μπρατσαράδες με τη σβάστικα τατουάζ στα ποντίκια τους, να φρενιάζουν ακούγοντας αιμοχαρή εμβατήρια, και πείθει εαυτόν ότι μπροστά της έχει έναν χορό ευγενικών Καρυάτιδων που τέρπονται άδοντας ύμνους στον Δία τον Ξένιο. Αν εικάσουμε λοιπόν ότι ο κατερειπωμένος συλλογισμός τους έχει κάποια αξία, θα πρέπει να υποθέσουμε και πως οι Γερμανοί ναζιστές, με την «αρχαιοπρεπή» σβάστικα στις σημαίες τους, μακέλευαν τους νεοέλληνες στα Καλάβρυτα, στο Δίστομο, στους Λιγκιάδες ή στη Βιάννο προς δόξαν των αρχαιοελλήνων, τους οποίους και θαύμαζαν. Και να πιστέψουμε επίσης πως όταν οι ημεδαποί νεοναζιστές φωτογραφίζονται σαν τεθλιμμένοι συγγενείς μπροστά στην αφίσα που αναγγέλλει τον θάνατο του Ρούντολφ Ες, το κάνουν επειδή ανακάλυψαν ότι ο αποθανών κρατούσε από την αρχαιότατη γενιά του Λακεδαίμονος Εσίδου, εγγονού του θρυλικού Απαισίου.
Τροπάριο τρίτο. Της θρασύτητας. Λένε: «Εμείς είμαστε εθνικιστές και πατριώτες. Οχι ναζιστές και φασίστες...» Ε, το σωστό να λέγεται. Αν πήγες στη Ρώμη, στην κρύπτη όπου είναι θαμμένος ο Ντούτσε, για να απαθανατιστείς με βλέμμα μισό θλιμμένο-μισό ηρωικό, όπως σε δείχνει η φωτογραφία που δημοσιεύτηκε πριν από λίγες μέρες στην «Εφημερίδα των Συντακτών», δεν το ’κανες για να αποτίσεις φόρο τιμής στον Μουσολίνι, που στο μυαλό σου δεν μπορεί παρά να είναι αρχαιοέλλην κι αυτός, τέκνο της Μούσας και του θαυμαστού αοιδού Λίνου. Προς Θεού. Πήγες για να φωνάξεις «Αέρα!» και πάλι «Αέρα!» στα απομεινάρια του αρχιφασίστα. Και να τα τρομάξεις...
Κάθε φορά λοιπόν που βλέπουν το φως της δημοσιότητας φωτογραφικά ή βιντεοσκοπικά ντοκουμέντα από την πλούσια (και καταφανώς ασύμπτωτη με τη δημοκρατία και τη νομιμότητα) δράση των χρυσαυγιτών, στους δρόμους εναντίον μεταναστών και «αλλοπίστων» ημεδαπών, στις γιορτές τους, που αναβιώνουν στο πιο πολεμοχαρές το αρχαιοφανές κιτς της δικτατορίας, ή στις κατασκηνώσεις που στήνουν πάνω σε βουνά και μέσα σε λαγκάδια για να σκληραγωγηθούν (μια και έχουν πληροφορίες ότι εξαφανίστηκαν τα κονσερβοκούτια, ο εστί μεθερμηνευόμενον ότι δεν θ’ αργήσει ο τρίτος γύρος), τα ίδια απολογητικά ψευτοεπιχειρήματα βγάζουν από τη φτωχή φαρέτρα τους.
Κάθε φορά που τους βλέπουμε να χαίρονται και να καμαρώνουν φωτογραφιζόμενοι με χιτλερική στολή, μπροστά από ναζιστικές σημαίες και απεχθή σύμβολα ή στη σκιά του λατρεμένου ημιμυστακοφόρου ήρωά τους, στα ίδια τρύπια άλλοθι καταφεύγουν μπροστά στην κάμερα. Και εννοώ τις δηλώσεις που κάνουν έξω από τη Βουλή ή τα δικαστήρια. Γιατί, κακά τα ψέματα, ελάχιστες φορές, στατιστικώς ασήμαντες, αισθάνθηκαν ότι κάπως πιέζονται από τις δημοσιογραφικές ερωτήσεις στις τηλεσυζητήσεις στις οποίες έχουν συμμετάσχει ή στις προσωπικές συνεντεύξεις. Σπουδαίοι και τρανοί δημοσιογράφοι, όπως ο κ. Τράγκας και ο κ. Τριανταφυλλόπουλος, έχουν δουλέψει σαν πλυντήριο των χρυσαυγιτών προσκεκλημένων τους· και όχι μία μόνο φορά και «κατά λάθος». Αλλοι πάλι, κι αυτοί διάσημοι της γυάλινης δημοσιογραφίας, εμφανίστηκαν τραγικά απροετοίμαστοι στην εκπομπή τους, περήφανοι και μόνο που διαθέτουν εκπομπή. Με αποτέλεσμα να τους χειραγωγήσει εύκολα και να τους ρυμουλκήσει στη δική του περιοχή ακόμα και ο κ. Μιχαλολιάκος. Κι αυτό είναι ένα μόνο (όχι το μεγαλύτερο) κομμάτι της δημοσιογραφικής ευθύνης για τη διάδοση και την επιβολή πολλών από τα ιδεολογήματα που προωθεί η Χ.Α.
Τροπάριο πρώτο λοιπόν. Της κουτοπονηριάς. Το πρωτακούσαμε στη Βουλή, όταν αποκαλύφθηκε παλαιότερο φλογερά φιλοχιτλερικό αρθρίδιο του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της Χ.Α. Χρ. Παππά, και έκτοτε έγινε καθεστώς. Λένε: «Α, μα ήμασταν στην πρώτη νιότη μας όταν κάναμε, λέγαμε και γράφαμε τέτοια πράγματα. Τι τα ψάχνετε...» Θέλουν δηλαδή οι αγαθοί αυτοί άνθρωποι να μας πείσουν ότι έπασχαν από αφύσικα παρατεταμένη παιδικότητα όταν στα είκοσί τους και στα είκοσι πέντε τους ακόμα φωτογραφίζονταν (όπως ο προαναφερθείς κ. Παππάς) μπροστά στο νεκροταφείο των Γερμανών στρατιωτών στον Διόνυσο, με ναζιστική στολή και με σβαστικοφόρο περιβραχιόνιο. Οτι επί ναζιστοφασιστών το μυαλό αργεί να πήξει, καμιά αντίρρηση, άλλωστε με τον τρόπο τους το παραδέχονται και οι ίδιοι. Αλλά ποια νιότη επικαλούνται σαν δήθεν αδιάσειστο άλλοθι, όταν και σήμερα ακόμα, στη Βουλή πια, που τους υφίσταται, στα εξήντα τους και βάλε, δεν διανοούνται να αποκηρύξουν τους σφαγείς της ανθρωπότητας - και της Ελλάδας; Ποια μετεφηβική αφέλεια, όταν γερνούν παραμένοντας φανατικοί πιστοί στη λατρεία της βίας και της μισαλλοδοξίας; Εχουν προκληθεί κατ’ επανάληψη στο Κοινοβούλιο -από βουλευτές που αρνούνται να χαριεντιστούν μαζί τους ή να επιδοθούν σε μπαλτακισμούς- να δηλώσουν καθαρά και ξάστερα ποια είναι η τωρινή γνώμη τους για τον Χίτλερ και τα έργα του. Και πάντοτε προσπαθούν να ξεφύγουν, κρυπτόμενοι κάτω από ύβρεις και υλακές. Διότι όσοι ηγούνται σ’ αυτήν την παραστρατιωτική οργάνωση και όσοι αυτοταπεινούμενοι τούς υπηρετούν, εξακολουθούν να πιστεύουν ό,τι ακριβώς και στη νιότη τους. Πως μια χαρά ήταν ο Χίτλερ. Απλώς δεν τελείωσε τη δουλειά. Οπότε πέφτει σ’ αυτούς το χρέος.
Τροπάριο δεύτερο. Της ιστοριοκτονίας. Λένε: «Τι μας κατηγορείτε για ναζιστικά καμώματα; Και ο χαιρετισμός της προτεταμένης δεξιάς χειρός είναι αρχαιοελληνικός και όχι ναζιστικός και η σβάστικα επίσης, αφού την είχαν ακόμα και οι Καρυάτιδες». Η αγράμματη ελληνοκαπηλία μπορεί να σκαρφιστεί πολλά, κι ακόμα περισσότερα είναι τα φαντασιοκοπήματά της. Για παράδειγμα, παρακολουθεί δυο λόχους μπρατσαράδες με τη σβάστικα τατουάζ στα ποντίκια τους, να φρενιάζουν ακούγοντας αιμοχαρή εμβατήρια, και πείθει εαυτόν ότι μπροστά της έχει έναν χορό ευγενικών Καρυάτιδων που τέρπονται άδοντας ύμνους στον Δία τον Ξένιο. Αν εικάσουμε λοιπόν ότι ο κατερειπωμένος συλλογισμός τους έχει κάποια αξία, θα πρέπει να υποθέσουμε και πως οι Γερμανοί ναζιστές, με την «αρχαιοπρεπή» σβάστικα στις σημαίες τους, μακέλευαν τους νεοέλληνες στα Καλάβρυτα, στο Δίστομο, στους Λιγκιάδες ή στη Βιάννο προς δόξαν των αρχαιοελλήνων, τους οποίους και θαύμαζαν. Και να πιστέψουμε επίσης πως όταν οι ημεδαποί νεοναζιστές φωτογραφίζονται σαν τεθλιμμένοι συγγενείς μπροστά στην αφίσα που αναγγέλλει τον θάνατο του Ρούντολφ Ες, το κάνουν επειδή ανακάλυψαν ότι ο αποθανών κρατούσε από την αρχαιότατη γενιά του Λακεδαίμονος Εσίδου, εγγονού του θρυλικού Απαισίου.
Τροπάριο τρίτο. Της θρασύτητας. Λένε: «Εμείς είμαστε εθνικιστές και πατριώτες. Οχι ναζιστές και φασίστες...» Ε, το σωστό να λέγεται. Αν πήγες στη Ρώμη, στην κρύπτη όπου είναι θαμμένος ο Ντούτσε, για να απαθανατιστείς με βλέμμα μισό θλιμμένο-μισό ηρωικό, όπως σε δείχνει η φωτογραφία που δημοσιεύτηκε πριν από λίγες μέρες στην «Εφημερίδα των Συντακτών», δεν το ’κανες για να αποτίσεις φόρο τιμής στον Μουσολίνι, που στο μυαλό σου δεν μπορεί παρά να είναι αρχαιοέλλην κι αυτός, τέκνο της Μούσας και του θαυμαστού αοιδού Λίνου. Προς Θεού. Πήγες για να φωνάξεις «Αέρα!» και πάλι «Αέρα!» στα απομεινάρια του αρχιφασίστα. Και να τα τρομάξεις...