Οι δύσκολες νύκτες της Κικής Δημουλά
- Σκόρπιες Σημειώσεις για την ποίησή της με αφορμή ένα μονόπρακτο του Ιάκωβου Καμπανέλλη
Υπάρχει φαντάζομαι και άλλη μέθοδος άλωσης της ποιητικής πόλης της Κικής Δημουλά πέρα από τη δοκιμασμένη έφοδο της κριτικής στα ψηλά της τείχη. Είναι η δοκιμασμένη μέθοδος της εκ των έσω παραβίασης με το τέχνασμα του Δούρειου Ίππου ή η άλωση της πολιτείας με τη συνδρομή της φαντασίας και της τέχνης.
Η ποίηση της Δημουλά έχει γίνει στο παρελθόν αντικείμενο αφιερωμάτων κριτικών συζητήσεων - έντονων κάποτε -, ακαδημαϊκού ενδιαφέροντος. Οι αναλύσεις όμως αυτές εξαιρούν, όπως είναι φυσικό, το ίδιο το βίωμα της ποίησης τόσο από τη μεριά του ποιητή όσο και από τη μεριά του αποδέκτη.
Κι ωστόσο το βίωμα αυτό διασώζεται και μεταφέρεται σε μια απρόβλεπτη συνάντηση του έργου της Δημουλά με το έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Το τελευταίο μονόπρακτο του θεατρικού συγγραφέα Οι δύσκολες νύκτες του κύριου Θωμά, προσφέρει, κατά την άποψή μου, ένα κλειδί εισόδου στην ποίηση της Δημουλά, από την πρώτη κιόλας εγκατάστασή της στο Έρεβος μέχρι τον περίφημο χαιρετισμό του Ποτέ και την πολύ πρόσφατη Παράπλευρη Μεταφορά της.
Πολύσημη η συνάντηση των δύο λογοτεχνών: λίγο-πολύ συνομήλικοι και "αθάνατοι" και οι δυο (με τη στενή και εκτενή μεταφορά του όρου) - το σημαντικότερο: αναγνωρισμένοι στο επίπεδο μιας συλλογικής αποδοχής (διστάζω να πω λαϊκής) που ενέχει το συναισθηματικό δέσιμο ενός μεγάλου κοινού με τα κείμενα και τους δημιουργούς τους. Η Δημουλά και ο Καμπανέλλης έχουν φτάσει στο σημείο όπου πολλοί διαβάζουν πλέον "Δημουλά" και βλέπουν στο θέατρο "Καμπανέλλη".
Στο "Θέατρο Εξαρχείων" λοιπόν πριν από δυο χρόνια ο Τάκης Βουτέρης υποδύθηκε τον κύριο Θωμά στις δύσκολες νύκτες του. Μια δραματική πιετά του διπλανού διαμερίσματος: ο μεσήλικας Θωμάς έχασε πρόσφατα τη γυναίκα του και μόνος του δυσκολεύεται να βρει ύπνο τα βράδια. Ξορκίζοντας την αϋπνία του, τριγυρίζει στο άδειο σπίτι και συνομιλεί με τα φαντάσματά του. Η ποίηση θα το έλεγε με τον δικό της τρόπο: "Φυσάει άδειο δωμάτιο" ("Απροσδοκίες") στην ψυχή του.
Το σημαντικό όμως δεν είναι το πένθος, όσο η στάση του κύριου Θωμά: δεν θρηνεί, δεν παραπονιέται και δεν δυσανασχετεί. Οι αντιδράσεις του μοιάζουν μάλλον με αντιδράσεις του θυμωμένου. Σαν να του έχει κρυφτεί η πεθαμένη για να τον πειράξει, και εκείνος εκνευρισμένος ψάχνει να την βρει, ανεβοκατεβαίνοντας σε σκαλωσιές που κτίζει ο νους τις νύκτες.
Μάταια ωστόσο ψάχνει την πεθαμένη - δεν κατοικεί εδώ. όπως θα έλεγε η ποίηση πάλι, "η φωτογραφία σου στάσιμη. Όπως βρέχει χωρίς να βρέχει" ("Απροσδοκίες"). Και όμως η αναμονή δεν είναι μάταιη. Υπάρχει μια στιγμή στο τέλος τού έργου όπου η συνάντηση με τη νεκρή επιτυγχάνεται. Και όταν αυτό συμβαίνει, συμβαίνει μέσα από μια παράξενη αποκάλυψη:
(Βρίσκει μισό χαρτί διπλωμένο το ανοίγει... μένει άφωνος κι ασάλευτος για λίγο... πάει και κάθεται στην άκρη του κρεβατιού... διαβάζει με συγκίνηση και καταλήγει σ' ένα κάποιο κλαυσίγελω...)
..."φέτα, ένα τέταρτο...
κεφακογραβιέρα, το ίδιο...
ελιές...
φασόλια ψιλά...
μακαρόνια σπαγγετίνι...
κονκασέ δυο κουτιά...
μανάβης... ένα μαρούλι
σέλινο αρκετό
καρότα πεντ' έξι
λεμόνια..."
Αυτή πιστεύω είναι η λειτουργία της ποίησης της Δημουλά, αυτό κάνει: ψάχνει το μονοπάτι των λέξεων που οδηγεί στους νεκρούς μας. Ζήτημα γλώσσας καταρχάς, αλλά όχι οποιασδήποτε γλώσσας. Ο Καμπανέλλης καταλήγει με την ευαισθησία του εκεί που η Δημουλά ξεκινά με την ποίησή της: στις λέξεις που φτιάχνουν το μυστικό μονοπάτι και οι οποίες δεν είναι ασφαλώς οι λέξεις των υψηλών και αφηρημένων εννοιών. Είναι λέξεις απλές που θυμόμαστε και που πρέπει να ανακαλύψουμε στις τσέπες της μνήμης:
Μίλησα νωρίς - είπα: θυμάμαι/
φουρκίστηκε η μάνα μου, μη βάζεις
όλα τα παλιοπράματα από χάμω στο στόμα σου
("Βιογραφικό ένθετο")
Το μονόπρακτο του Ιάκωβου Καμπανέλλη μπορεί να μας βοηθήσει να καταλάβουμε το κλίμα της Δημουλά, ή τουλάχιστον να μην την παρερμηνεύσουμε. Όπως έχει παρατηρηθεί, η ποίησή της φανερώνει συχνά έναν "κακό κυνισμό" και μάλιστα έναν "κακό γυναικείο κυνισμό". Και ωστόσο ο κύριος τόνος της δεν είναι ο κυνισμός. Είναι ο τόνος με τον οποίο ο κύριος Θωμάς διαβάζει την ταπεινή και άγια λίστα που βρήκε στο παντελόνι του*: ο τόνος του κλαυσίγελου.
Είναι γνωστό ότι η ποίηση της Δημουλά περιστρέφεται θεματικά γύρω από τη διαλεκτική του όντος και μη-όντος, γύρω από τις έννοιες του χρόνου, της φθοράς και του θανάτου. Ο κλαυσίγελως όμως που ακούγεται στο βάθος των ποιημάτων της δεν μπορεί να είναι για όσα χάθηκαν. Είναι ακόμα για την επιμονή τους να κρύβονται στις πιο απίθανες κόγχες του νου και να επιστρέφουν σαν σκιές χωρίς σώμα. Και ακόμα για την ειρωνική λειτουργία του χαμένου: γυρεύουμε ένα αγαπημένο πράγμα στα ακριβά σεντούκια για να ανακαλύψουμε ότι βρισκόταν πάντα μέσα στα πόδια μας.
Μια παρατήρηση σε αυτό το σημείο: Ακόμα κι αν το αντικείμενο της ποίησης της Δημουλά είναι το μηδέν, η απουσία και το κενό, στόχος της δημιουργίας της δεν είναι το "τίποτα". Η ποίησή της ασφαλώς και δεν είναι μηδενιστική, ακόμα και όταν συνδιαλέγεται με το μηδέν. Και αυτό γιατί η Δημουλά παραμένει σταθερά μέσα στον κύκλου του ανθρώπινου μέτρου**. Ακόμα και όταν προβληματίζεται για το ον και το μη-ον, η ποίησή της έχει στο κέντρο της τον άνθρωπο. Αυτός εξάλλου είναι ο βασικός λόγος που διατηρεί τη θερμοκρασία του ανθρώπινου σώματος: δεν απομακρύνεται ποτέ από την επαφή της με τον άνθρωπο...
*: Δεν είναι σημαντικό, αλλά το "άγιο" σημείωμα με τα ψώνια το βρίσκει ο κ. Θωμάς σε τσέπη του σακακιού του. Αντιγράφω από το έργο:
(κάνει να βγει, στέκει και κοιτάζει τα ρούχα του στην καρέκλα)
... λείπει ένα κουμπί στο σακάκι αλλά θα φορώ και καμπαρντίνα κι έτσι δεν θα φαίνε... εδώ που τα λέμε έπρεπε να πάει και καθαριστήριο...
( αφήνει όσα κρατούσε, βγάζει τη ρόμπα, φορά το σακάκι)
...να ορίστε, αυτό λείπει... να βάλω άλλο;..
**: Νομίζω ότι ακριβώς στον ίδιο κύκλο παραμένει και η δραματουργία του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Ακόμα και όταν τα έργα του αναφέρονται στις πιο ταραγμένες ιστορικές περιόδους, ακόμα και όταν "φλερτάρουν" με προτάγματα της αριστεράς και με συλλογικά οράματα, υπηρετούν τον ανθρωπισμό και αγωνιούν για την μοίρα των ανθρώπων εν μέσω των εκάστοτε ιστορικών διελκυστίνδων, είτε πρόκειται για το στρατόπεδο του Μαουτχάουζεν, είτε για την μεταπολεμική ανασυγκρότηση της Ελλάδας, είτε για την επτάχρονη δικτατορία, είτε για την μεταπολιτευτική "ανάπτυξη" και καθήλωση που διαρκεί ακόμη. Μόνο που από το σπουδαίο του έργο "Ο δρόμος περνάει από μέσα" και μετά, η πολιτική κριτική υποχωρεί μπροστά στην ανίχνευση της ατομικής μοίρας στις κοσμογονικές αλλαγές του καιρού μας. Είναι μια εξέλιξη που μάλλον έπεται της ποίησης της Δημουλά που από την αρχή της ήταν σταθερά προσανατολισμένη στο υπαρξιακό "εγώ".