Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2025

Δύο μικρο-διηγήματα του Ηλία Χ. Παπαδημητρακόπουλου (1930-2024)από τη συλλογή «Ο Θησαυρός των Αηδονιών» (εκδ. Κίχλη, Μάρτιος 2024)

 ..............................................................






           Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος (1930 - 2024)



-         Δύο μικρο-διηγήματα του Ηλία Χ. Παπαδημητρακόπουλου από τη συλλογή «Ο Θησαυρός των Αηδονιών» (εκδ. Κίχλη, Μάρτιος 2024)

 

-         «Ο χοίρος»

 

Μου κάνει εντύπωση πόσο τρυφερά αναφέρονται στο νησί, σε ορισμένα κατοικίδια. Για τα γουρούνια σπάνια χρησιμοποιούν αυτήν τη λέξη, συνήθως λένε ο χοίρος.

   -Εμείς δεν μεγαλώνουμε πια χοίρους, λέει η Αργυρώ, μόνο κατσικάκια τρέφουμε. Την τελευταία φορά που είχαμε ένα γουρουνάκι, έτρεχε σε όποιον ερχόταν σπίτι, ξάπλωνε στα πόδια του, και ζητούσε να το χαϊδέψουν, όπως οι γάτες. Κι αυτό συνεχιζόταν μέχρι που μεγάλωσε, κι έγινε ολόκληρο θερίο… Τα Χριστούγεννα φώναξε ο άντρας μου έναν που έσφαζε τα μεγάλα ζώα. Μόλις εκείνος μπήκε στην αυλή, έτρεξε ο χοίρος, ξάπλωσε στα πόδια του ανάσκελα και γουργούριζε για χάδια. Τον έσφαξε επί τόπου ο χασάπης και κατόπιν μου έφερε το κρέας στο σπίτι . Εμένα έσφαξες, του λέω.

                                                                                                                 1996

 

-         «Το μουλάρι»

 

Ήταν πολύ γέρος, είχε πια καμπουριάσει για τα καλά, αλλά διέμενε πάντα (φτενός, ολομόναχος) σε ένα απομονωμένο καλύβι, στους πρόποδες του βουνού. Διασταυρωθήκαμε τυχαία στην Χώρα. Ανάβλεψε μόλις με είδε, έβγαλε αμέσως τον καλοκαιρινό του σκούφο και, σκύβοντας ακόμη πιο βαθιά:

   -Καλή σου μέρα, κυρ γιατρέ, μου λέει.

   Κάποιοι με κύτταξαν περίεργα, σχεδόν επιτιμητικά.

   Τον πλησίασα και του έτεινα το χέρι.

   -Τι κάνει ο Ιάσων; τον ρωτώ.

   - Μια χαρά σε χαιρετάει, μου απαντάει.

   Βιάστηκε να φύγει, λίγο σαν να ντρεπόταν.

   Προχώρησα κι εγώ – κι έφερα στο νου μου εκείνη την απρόσμενη νυχτερινή του επίσκεψη, τον περασμένο Γενάρη, όταν (ζητώντας μου συνέχεια συγγνώμη και κλαίγοντας με αναφιλητά) μου ζήτησε να πάω να δω τον Ιάσονα, το γέρικο μουλάρι του που πέθαινε.

   «Κάτι θα καταλάβεις», επέμενε. Κι ύστερα, κατεβάζοντας το κεφάλι: «Ζήσαμε πάνω από τριάντα χρόνια μαζί, και θέλω να φύγω πριν τον Ιάσων», πρόσθεσε κάπως ντροπαλά.

                                                                                                                                      2003


Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2025

«Αντιπαροχή» διήγημα του Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλου (23.8.1930 – 29.11.2024) από τη συλλογή «Ο Θησαυρός των Αηδονιών» (εκδ. Κίχλη, 2024)

 .............................................................



         Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος (1930 - 2024)



·       «Αντιπαροχή» διήγημα του Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλου (23.8.1930 – 29.11.2024) από τη συλλογή «Ο Θησαυρός των Αηδονιών» (εκδ. Κίχλη, 2024)

 

Ο ΤΡΕΛΟΣ, στο σπιτάκι απέναντι, κάθε Κυριακή πρωί κρεμούσε ανελλιπώς μια ελληνική σημαία και ακολούθως έβγαζε στο πεζοδρόμιο μια παλιά μοτοσυκλέτα με καλάθι. Έβαζε μπρος τη μηχανή, καβαλούσε στη θέση του οδηγού, μαρσάριζε, και έμενε επί ώρες εκεί, πάνω στο πεζοδρόμιο.

   Το απομεσήμερο ερχόταν η αδελφή του, φορούσε πάντα ένα μακρύ ταγέρ και είχε τα μαλλιά της δεμένα κότσο, του έφερνε φαγητό σε μια νάυλον σακούλα και χάνονταν και οι δυο στο βάθος της αυλής. Ύστερα εκείνη έφευγε. Ο τρελός καθόταν σε μια καρέκλα κάτω από τη συκιά και έπινε ένα μεγάλο ποτήρι νερό, άνοιγε ένα μικρό τρανζιστοράκι και άκουγε το ματς. Μετά που τελείωνε το ποδόσφαιρο ξανάβαζε μπρος τη μηχανή και καθόταν, μαρσάροντας μέχρι που σουρούπωνε. Μάζευε τότε τη σημαία, έμπαζε τη μοτοσυκλέτα στην αυλή και εξαφανιζόταν μέχρι την άλλη Κυριακή.

   Χτίστηκε η πολυκατοικία. Ο χαφιές, που ήταν τότε στα πράγματα, κουβαλήθηκε πρώτος με φορτηγό, είχε σαλόνι, πολύφωτα, ψυγείο – το φορτηγό μάλλον στην τράκα, γιατί ο σωφέρ και ο βοηθός του τού φέρονταν δουλικά μεν, αλλά στραβομουτσούνιαζαν και κυτταζόντουσαν με σημασία κάθε φορά που εκείνος απομακρυνόταν.

   Από κάτω ήρθε ο περιπτεράς. Κουβαλήθηκε με ημιφορτηγάκι: πτυσσόμενα τραπέζια, καρέκλες, γλάστρες και ένα κλουβάκι με κάποιο ωδικό πουλί.

   Στο υπόγειο έφεραν τον τρελό. Τη μοτοσυκλέτα οδηγούσε ο αδελφός του. Στο καλάθι της είχαν μια μεγάλη πλαστική λεκάνη με λίγα πραγματάκια και δίπλα ένα κρεβάτι εκστρατείας. Η μοτοσυκλέτα δεν χωρούσε να περάσει στο υπόγειο και ο τρελός αρνιόταν να μπει μέσα χωρίς αυτήν. Τελικά ξήλωσαν το καλάθι. Το άφησαν στο πεζοδρόμιο. Εκείνος έβγαινε, κάθε απομεσήμερο που έγερνε ο ήλιος, και καθόταν μέχρις αργά, αμίλητος, μέσα στο καλάθι. Μια ημέρα το περιμάζεψε ένα αυτοκίνητο της Δημοτικής Αρχής, ειδοποιημένης προφανώς από κάποιον περίοικο, καθότι είχε καταντήσει εστία μικροβίων.


Μνήμη Γιάννη Καλαϊτζή (11.11. 1945 - 12.2.2016) από την θυγατέρα του Μύρινα Καλαϊτζή και την αφεντιά μου... (facebook, 16.2.2016)

...............................................................


Μνήμη Γιάννη Καλαϊτζή (11.11. 1945 - 12.2.2016)



Πιτσιρίκι, λιγότερο πιτσιρίκι, και μέχρι και πολύ πρόσφατα, τίποτα από όλα αυτά δεν μου φαινόταν καταπληκτικό. Η λυτρωτική και απελευθερωτική αυθάδεια, το λαμπρό, ακατάβλητο, ιερόσυλο χιούμορ, τα σκίτσα, τα κόμικς, τα σχέδια, τα σκηνικά, τα πορτραίτα, οι μάσκες, τελευταία και η δεινή συγγραφική πένα, η πολιτική πυγμή, ο διονυσιακός βίος, η πεισματική ελευθερία, η ατρόμητη και εξοργιστική μνήμη, μέχρι τελευταίας ρανίδος, η ανατρεπτική της στιγμής και της αφήγησης ευρυμάθεια, η διαστροφή του προφανούς, ο καταγελασμός του δεδομένου, ο ανηλεής καταιγισμός ιδεών, η λογοτεχνία, το θέατρο και ο κινηματογράφος σαν δεύτερο δέρμα, σαν άδηλος αναπνοή. Ούτε και στάθηκα ποτέ απέναντί τους με την ανάγκη θαυμασμού ή την αίσθηση της ετερότητας. Ήταν, είναι και θα είναι αυτονόητα, γιατί ήταν, είναι και θα είναι ο μπαμπάς μου.
Καθώς μού έφυγε, καθώς μάς έφυγε, με τρόπο ομοίως αταλάντευτα αξιοπρεπή και περήφανο όπως και τις ημέρες της απολαυστικής, πληθωρικής και γενναιόδωρης ακμής του, φοβάμαι μήν με καταβάλει η πλάνη του θαυμασμού, μην και περιπέσω στην ανάγκη του εγκωμίου, λες και αυτό μπόρεσε ποτέ να υποκαταστήσει την ζωντανή παρουσία.
Και λέω "φοβάμαι" γιατί εάν για κάτι εκτιμώ τον πατέρα μου στην δημόσιά του διάσταση είναι ότι ποτέ δεν ενέδωσε στην αυταρέσκεια του λόγου σε πρώτο πρόσωπο -σε αντίθεση με την γράφουσα, που θά έλεγε και εκείνος.
Δεν υπάρχει τίποτε πιο αντιπαθητικό από παιδιά που αντλούν δύναμη και φως από τους αίνους προς αποδημήσαντες γονείς, τίποτε περισσότερο βέβαια εγγενώς υπονομευμένο και καταδικασμένο στην αποτυχία από την απόπειρα των παιδιών να μετατραπούν σε αξιολογητές και δημοσιοφανείς βιογράφους. Θα αντισταθώ με όλη μου τη δύναμη.
Κυρίως επειδή ακόμη και ποτέ κανείς να μην τον ήξερε, ακόμη και ποτέ κανείς να μην τον μολογούσε, το ίδιο θα τον αγαπούσα, το ίδιο θα μού έλειπε, γιατί ήταν, είναι και θα είναι ο μπαμπάς μου.
Σάς ευχαριστώ ειλικρινά και από καρδιάς για την έκφραση συλλυπητηρίων. Αλλά, πιστέψτε με, αυτό που κυρίως θα τον ενδιέφερε είναι να πιούμε και κανένα ποτήρι κρασί, και κυρίως από το δικό του, που σαν κι αυτό άλλο κανένα. Ε, και οι καλλίφωνοι να πούν κι ένα τραγούδι!
Παραχάραξε το νόμισμα. Εβίβα!
{Εδώ, ένα σκιτσάκι του, που θυμάμαι από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου.}

Από την θυγατέρα του Γιάννη Καλαϊτζή (facebook, 13.2.2016) Μύρινα  Καλαϊτζή.





Αυτό το σκίτσο του Γιάννη Καλαϊτζή (11 Νοεμβρίου 1945 - 12 Φεβρουαρίου 2016) θυμήθηκα, κι εγώ. Εξώφυλλο του "Θούριου", εφημερίδας της ΕΚΟΝ "Ρήγας Φεραίος", επί τη εκδόσει του δίσκου του Σαββόπουλου "Ο Αριστοφάνης γύρισε από τα θυμαράκια". Μάλιστα είχε και μια φράση του Νιόνιου "Παράδοση είναι να δημιουργείς εκ του μηδενός" ή κάπως έτσι τέλος πάντων. 
Α, και ένα αστείο περιστατικό με το "Θούριο": Είμαστε στα Κάτω Πετράλωνα και γυρνάμε τα καφενεία να πουλήσουμε "Θούριο", οι αγωνιστές. Ξεκόβω από την υπόλοιπη παρέα και μπαίνω μόνος μου σ' ένα καφενείο στην Κειριαδών. Το καφενείο γεμάτο. Όλο άντρες φυσικά, που όλοι παίζουν, άλλοι τάβλι, άλλοι χαρτιά ("Θανάση", πρέφα...). Πλησιάζω ένα τραπέζι "Καλησπέρα σας, είμαστε από τον "Ρήγα Φεραίο", τη νεολαία του ΚΚΕ Εσωτερικού. Έχω το "Θούριο", όργανο του Κ.Σ. της ΕΚΟΝ "Ρήγας Φεραίος" - σαν να 'χα καταπιεί κασέτα. Κανείς δεν μου δίνει σημασία από τους 4-5 που παίζουν. Εγώ επιμένω στο μαθημένο. Ένας σηκώνει το κεφάλι, με κοιτάει ερευνητικά και μου λέει: "Κανένα μπαλαντέρ έχεις;..." Μένω άφωνος, Ανοίγω την πόρτα του καφενείου και βγαίνω έξω στο δρόμο. Βάζω τα γέλια μόνος μου. Κόσμος περνάει και με κοιτάει σαν να βλέπει έναν βλαμμένο, που γελάει μόνος του. Μπορεί και να ήτανε αυτό το τεύχος με το εξώφυλλο του Καλαϊτζή. Αν τον ήξερα και του είχα διηγηθεί το περιστατικό, νομίζω ότι θα γέλαγε κι αυτός...

Ανάμνηση δική μου...

"Δρόμοι παλιοί" στίχοι Μανόλης Αναγνωστάκης μουσική Μίκης Θεοδωράκης τραγούδι Μαργαρίτα Ζορμπαλά - Από τον δίσκο "Μπαλάντες" (1975)

 ..............................................................



"Δρόμοι παλιοί"


στίχοι Μανόλης Αναγνωστάκης

μουσική Μίκης Θεοδωράκης

τραγούδι Μαργαρίτα Ζορμπαλά


Από τον δίσκο "Μπαλάντες" (1975)


(youtube, 19.4.2018)



Δρόμοι παλιοί που αγάπησα και μίσησα ατέλειωτα
κάτω απ’ τους ίσκιους των σπιτιών να περπατώ
νύχτες των γυρισμών αναπότρεπτες κι η πόλη νεκρή

Την ασήμαντη παρουσία μου βρίσκω σε κάθε γωνιά
κάμε να σ’ ανταμώσω κάποτε φάσμα χαμένο του πόθου μου κι εγώ

Ξεχασμένος κι ατίθασος να περπατώ
κρατώντας μια σπίθα τρεμόσβηστη στις υγρές μου παλάμες

Και προχωρούσα μέσα στη νύχτα χωρίς να γνωρίζω κανένα
κι ούτε κανένας κι ούτε κανένας με γνώριζε με γνώριζε




"Ο μοναχικός" έγραψε ο Θωμάς Τσαλαπάτης ("Εφημερίδα των Συντακτών" /ΝΗΣΙΔΕΣ-ΑΝΟΧΥΡΩΤΗ ΠΟΛΗ, 15.02.25)

...............................................................


"Ο μοναχικός"






έγραψε ο Θωμάς Τσαλαπάτης ("Εφημερίδα των Συντακτών" /ΝΗΣΙΔΕΣ-ΑΝΟΧΥΡΩΤΗ ΠΟΛΗ,  15.02.25) 



Ο Μοναχικός δεν ξεχωρίζει από το πλήθος. Ο Μοναχικός είναι πλήθος.


Κάποιες φορές μέσα στη ροή του πλήθους, στα σημεία αυτά που τα σώματα προχωρούν σαν να υπακούνε σε μια κωδικοποιημένη διαδοχή, σαν να παρελαύνουν με έναν ρυθμό όχι σταθερό αλλά λειτουργικά κωδικοποιημένο, ενώ οι αποστάσεις άλλοτε πυκνώνουν και άλλοτε αραιώνουν και το πλήθος διέρχεται σαν ένα ενιαίο όλο, σαν ένα ψηφιδωτό βαδισμάτων, εκεί όπου το κάθε σημείο είναι μια αφετηρία για το επόμενο και όλα όσα θα το διαδεχτούν, στην κορύφωση της κοινωνικής κατάφασης, αυτής που δημιουργείται από τον βαθμό μηδέν της δημόσιας επιτέλεσης –της μετακίνησης– κάποιες φορές εκεί, μπορείς να εντοπίσεις, μπορείς να ξεχωρίσεις ένα ον παράταιρο.


Ω, το ον αυτό δεν έχει τίποτα το κραυγαλέο. Τίποτα που θα μπορούσε να το κάνει να ξεχωρίσει σε μια φωτογραφία της στιγμής, σε μια σταθερή καταγραφή που δεν περιέχει την κίνηση. Η όψη του είναι κανονική, όσο κανονική τουλάχιστον θα μπορούσε να είναι μια όψη. Αλλά και το βάδισμά του. Δεν είναι πως περπατά περίεργα, δεν κουτσαίνει ας πούμε, τα πόδια του είναι τελείως φυσιολογικά, δεν διστάζει, δεν παραπατά, η ταχύτητά του με κάποιον τρόπο είναι και αυτή εναρμονισμένη. Δεν είναι αυτό. Η απόσταση. Ισως αυτό. Σίγουρα αυτό, αυτό είναι. Ο τρόπος με τον οποίο υπάρχει γύρω του η απόσταση από τους άλλους. Είναι μια απόσταση που σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους εδώ ξεχωρίζει. Μια απόσταση που αν την προσέξεις δεν είναι ούτε μεγαλύτερη ούτε μικρότερη από τις αποστάσεις που κρατούνε οι άλλοι άνθρωποι. Δεν είναι η έκταση της απόστασης. Είναι η ποιότητά της. Γιατί η απόσταση που τον χωρίζει από τους γύρω είναι μια απόσταση συμπαγής, αδιαπέραστη. Η απόσταση αυτή είναι το σημείο, όχι που τον χωρίζει από τους άλλους, ούτε το σημείο που αν το υπερέβαινε θα τον ένωνε με τους άλλους. Είναι το σημείο όπου αρχίζει και τελειώνει ο κόσμος. Ο κόσμος αυτού του παράταιρου ανθρώπου. Ο κόσμος του Μοναχικού.

Ο Μοναχικός δεν ξεχωρίζει από το πλήθος. Ο Μοναχικός είναι πλήθος. Ενας κόσμος αυτάρκης. Ενα οχυρό εφοδιασμένο έτσι ώστε να μπορεί να αντεπεξέλθει στην οποιαδήποτε μακρόχρονη πολιορκία χωρίς απώλειες. Μην μπερδεύεστε, δεν είναι αδιαφορία, δεν είναι μισανθρωπία. Είναι ο τρόπος του να υπάρχει. Μια έμφυτη ή μια επίκτητη ιδιότητα. Ενα σημάδι που δεν φορά ούτε με περηφάνια αλλά ούτε με ντροπή. Μα με έναν τρόπο φυσικό. Οπως κάποιος που κρατά μια ομπρέλα όταν βρέχει. Ενα σημάδι ναι, αλλά ένα σημάδι που δεν τον σημαδεύει. Δεν είναι ορατό. Δεν το διακρίνεις, δεν τον κάνει να διαφέρει. Στην πραγματικότητα είναι αδύνατον να ξεχωρίσεις τον Μοναχικό μέσα στο πλήθος. Ο μόνος τρόπος είναι να έχεις υπάρξει και εσύ μοναχικός. Τώρα ή κάποτε. Για μια ζωή. Ή ίσως για μια στιγμή την πυκνότητα της οποίας όμως δεν μπορείς να ξεχάσεις, δεν μπορείς να αποβάλεις. Σαν όλη σου η ύπαρξη να συμπυκνώθηκε μέσα σε εκείνη τη στιγμή διασχίζοντας έναν δρόμο, περνώντας ανάμεσα από ένα πλήθος, φτάνοντας στον τερματισμό. Οχι της διαδρομής. Αλλά της μοναχικότητας. Είναι το πέρασμα ενός κατωφλιού. Μια στιγμή που κανείς δεν μπορεί να μαντέψει τι τελικά σου προσκόμισε. Τίποτα πέρα από την ικανότητα αυτή. Να ξεχωρίζεις τους Μοναχικούς από τους υπόλοιπους ανθρώπους του πλήθους.

Κοίτα τον λοιπόν που περνά, κοίτα το σώμα του να διέρχεται κρατώντας ολόκληρο τον εαυτό του με τα δυο του χέρια, αυτός μόνος του μέσα στους άλλους, αυτόν που κάποτε –έστω για μια στιγμή– ήσουνα εσύ και είσαι και πάλι εσύ, αυτός, μοναδικός μέσα στη μόνη του εκδοχή, αρπαγμένος από μια στιγμή που ταυτίζεται με τον εαυτό της, κοίτα τον να περπατά, να προπορεύεται και να έπεται, να βαδίζει ανάμεσα στους άλλους και να χάνεται, διαρκώς να χάνεται μέσα σε έναν δρόμο που δεν είναι ορατός, όλο και λιγότερο ορατός, έναν δρόμο που δεν οδηγεί πουθενά και φτάνει ακριβώς μέσα στην καρδιά της νύχτας.

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2025

"ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ" (στίχοι Γιώργος Ιωάννου μουσική Νίκος Μαμαγκάκης τραγούδι Ελευθερία Αρβανιτάκη) - νΑπό τον δίσκο "Κέντρο Διερχομένων" (1988)

..............................................................




"ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ"


στίχοι Γιώργος Ιωάννου

μουσική Νίκος Μαμαγκάκης

τραγούδι Ελευθερία Αρβανιτάκη


Από τον δίσκο "Κέντρο Διερχομένων" (1988)


Γύρισε το γράμμα πίσω
πουθενά δε θα μιλήσω
έφυγες με άλλο πλοίο
και δε μού `γραψες αντίο
έφυγες με άλλο πλοίο
και δε μού `γραψες αντίο

Περπατάς μέσα στ’ αγιάζι
η καρδιά για σένα βράζει
Περπατάς μέσα στις στάλες
των ματιών μου τις ψιχάλες
Περπατάς μέσα στις στάλες
των ματιών μου τις ψιχάλες

Έσβησα μέσα κλεισμένη
μα η καρδιά μου επιμένει
βλέπω τη φωτογραφία
που μας βγάλαν στα Χαυτεία
βλέπω τη φωτογραφία
που μας βγάλαν στα Χαυτεία

Πάρε κόλλα και μελάνι
μόλις πιάσετε λιμάνι
γράψε μέσα την αντρέσσα
δείξε μου πως έχεις μπέσα
γράψε μέσα την αντρέσσα
δείξε μου πως έχεις μπέσα


(youtube, 28.11.2018)

"Μικρό επετειακό αφιέρωμα στον συγγραφέα Γιώργο Ιωάννου (20.11.1927-16.2.1985) - 40 χρόνια από την αποδημία του..." / Από το πεζογράφημα «Ο Ξενιτεμένος» και τη συλλογή «Για ένα φιλότιμο». («Πεζογραφήματα», εκδ. «ΕΡΜΗΣ», 1976)

...............................................................




"...Τις νύχτες οι σύντροφοί μου λένε τραγούδι για την ξενιτιά και όλο εμένα επίμονα κοιτάζουν. Σάμπως εγώ να είμαι πιο ξενιτεμένος απ’ αυτούς..."


Μικρό επετειακό αφιέρωμα στον συγγραφέα Γιώργο Ιωάννου - 40 χρόνια από την αποδημία του...


«…Μόλις νυχτώνει αρχίζει μια άλλη διασκέδασή μου: αφήνω μια αναμμένη λάμπα θυέλλης λίγο μακριά μας, και γυρίζω κοντά της σε λίγο. Οι σκορπιοί την τριγυρνούν κιόλας σοβαροί σοβαροί, όλο φαρμάκι. Στην πατρίδα μαζεύονται έτσι το φθινόπωρο οι βαριές πεταλούδες, που το χνούδι των φτερών τους φέρνει κρυφή αρρώστια. Όταν έρθουν αρκετοί, ποτίζω ένα γύρω την άμμο με μπενζίνα και δίνω μπουρλότο. Τους κλείνω μέσα σ’ ένα πύρινο στεφάνι. Παρακολουθώ, και ομολογώ ότι αυτό μου προκαλεί βαθιά γλύκα. Εξάλλου είναι διδακτικό να τους βλέπω να δαγκάνουν απότομα τον εαυτό τους, ν’ αυτοκτονούν, όπως λένε. Φοβάμαι τους σκορπιούς και το παράδειγμά τους· φοβάμαι τον εαυτό μου. Όταν μιλούν για δηλητήριο ξεροκαταπίνω. Θα ‘θελα να μπορούσα να ρίξω μπενζίνα σε όλο τον ορίζοντα, ν’ αυτοκτονήσουν όλοι οι σκορπιοί και τα φίδια που υπάρχουν. Ίσως τότε – αν εγώ σωθώ, βέβαια – να συμφιλιωθώ με όλη αυτή την έρημο, που δεν ξέρω ποιος μου την έχει κληρονομήσει, και να παραμείνω αδιαμαρτύρητα. Μικρός οραματιζόμουν να ‘χα ένα πολυβόλο στημένο στην ταράτσα μας και να θερίζω τους περαστικούς. Τότε όμως δεν ήξερα καθόλου το γιατί, απλώς με διέτρεχε καλπάζουσα πίεση. Αλλά τώρα, εγώ είμαι που νιώθω σαν σκοπευμένος από κάποια ταράτσα. Άλλαξα, φαίνεται, ρόλο, κι ούτε που το πήρα χαμπάρι.
Τις νύχτες οι σύντροφοί μου λένε τραγούδι για την ξενιτιά και όλο εμένα επίμονα κοιτάζουν. Σάμπως εγώ να είμαι πιο ξενιτεμένος απ’ αυτούς. Μόλις τώρα προσέχω, πως όλα σχεδόν τα τραγούδια μας μιλούν για την ξενιτιά. Έχουν γίνει αγγελικοί μέσα στη συμφορά και τη στέρηση. Όλα από μένα, θαρρείς, τα περιμένουν. Ούτε μπορούν να φανταστούν τι έκαμνα και πού γυρίζει ο νους μου. Κάποιος μου ψιθύριζε ολόκληρη νύχτα για το χωριό του, το βάλτο και τ’ αηδόνια. Εμάς μας πήρε το ποτάμι, το ξεροπόταμο, μου είπε στο τέλος…»

Γιώργος Ιωάννου (20 Νοεμβρίου 1927, Θεσσαλονίκη - 16 Φεβρουαρίου 1985, Αθήνα)
Από το πεζογράφημα «Ο Ξενιτεμένος» και τη συλλογή «Για ένα φιλότιμο». («Πεζογραφήματα», εκδ. «ΕΡΜΗΣ», 1976)




Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2025

Μικρά ποιήματα από την ποιήτρια και φίλη στο fb Ιουλία Τολιά (Ioulia Tolia, facebook 12.1-7.2.2025)

 ...............................................................







Παίρνεις τους επιδέσμους

της σιωπής

και το τυλίγεις.

Όταν ξυπνά το τραύμα.

7.2.2025


Υπάρχει μια ιδανική απόσταση για να κοιτάξεις.
Σπανίως βέβαια τη βρίσκεις.
Τον περισσότερο καιρό
η όραση είναι τυφλή.
Σαν αναπάντητη ερώτηση.

7.2.25


Ωραίο πλαίσιο η νύχτα.
Όχι βεβαίως για τα άστρα.
Δεν συνηθίζω να κοιτώ ψηλά.
Μα για το γιασεμί μου.
Τα άνθη του
φαίνονται πιο λευκά.
Εκπέμπουν ένα φως...
Το βλέπεις•
ακόμη και με χαμηλωμένα βλέφαρα.

29.1.2025


Όλα απομακρύνονταν.
Άλλαζαν μορφή.
Έπρεπε να προλάβω.
Πήρα το μονοπάτι που έβγαζε στο λόφο.
Κοίταζα γύρω μου με αγωνία.
Ζητούσα μια επιβεβαίωση.
Δεν μπορεί.
Κάτι θα παρέμενε αναλλοίωτο.
Και τότε είδα
κάτω από μία συστάδα θάμνων
τις πρώτες ανεμώνες.
Είχαν ανθίσει πάλι.

22.1.2025


Θα παραμείνουμε
μια αμοιβαία παρεξήγηση.
Δεν υπάρχει ιδανική απόσταση για να σε δω.
Για να με δεις.
Πάντα θα παρεμβάλλεται το βλέμμα μας.
Σαν σχόλιο.


12.1.2025


"Η δύσκολη επιστροφή" έγραψε ο Γιώργος Καπόπουλος ("Εφημερίδα των Συντακτών", 14.02.25)

 ..............................................................




                 Η δύσκολη επιστροφή






έγραψε ο Γιώργος Καπόπουλος ("Εφημερίδα των Συντακτών", 14.02.25)

 

Τον Αύγουστο του 1991 ο Μπους ο πρεσβύτερος από το βήμα της Βουλής της Ουκρανίας κάλεσε τους πολίτες της χώρας να μην παρασυρθούν από τον αυτοκτονικό εθνικισμό και να αποφύγουν να συγκρουστούν με τη Μόσχα.

Συγγραφέας της ομιλίας, η Κοντολίζα Ράις, σύμβουλος τότε του Μπους πατρός για τις σχέσεις με την ΕΣΣΔ και μια δεκαετία αργότερα υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση του Μπους υιού.

Σήμερα, η κυβέρνηση Τραμπ διαμηνύει στο Κίεβο να ξεχάσει τα εδάφη που χάθηκαν στο πεδίο της μάχης όπως επίσης και την ένταξη στο ΝΑΤΟ.

Με καθυστέρηση 35 χρόνων οι ΗΠΑ επιστρέφουν στην πολιτική του Μπους πατρός που είχε προτεραιότητα την ένταξη της Ρωσίας στη «θεσμική» Δύση, αρχής γενομένης από την προσχώρηση της ΕΣΣΔ του Γκορμπατσόφ στο G-8 το 1990.

Η κυβέρνηση Τραμπ, όπως προκύπτει από τις σχετικές δηλώσεις και αναλύσεις των τελευταίων ημερών, δεν φιλοδοξεί μόνο να προωθήσει τον τερματισμό των εχθροπραξιών, αλλά να υπάρξουν πλαίσιο και κανόνες ώστε οι επιλογές των χωρών της πρώην ΕΣΣΔ να μη θίγουν τα νόμιμα συμφέροντα της Μόσχας.

Η σύγκρουση στην Ουκρανία σε ό,τι αφορά την Ευρώπη από ό,τι φαίνεται θα τελειώσει όπως άρχισε, με πλήρη και προκλητική παράκαμψη της Γηραιάς Ηπείρου από τον τερματισμό μιας ένοπλης σύγκρουσης που διεξάγεται στο έδαφός της.

Στις αρχές του 2014 η «τρόικα» των ΥΠΕΞ Γαλλίας, Γερμανίας και Πολωνίας, Φαμπιούς, Σταϊνμάγερ και Σικόρσκι, διαμόρφωσε φόρμουλα τερματισμού των συγκρούσεων αποδεκτή τόσο από τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Γιανουκόβιτς, όσο και από την ηγεσία της αντιπολίτευσης, μια λύση που προέβλεπε κυβέρνηση τεχνοκρατών και πρόωρες εκλογές το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς.

Τότε η υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ για ευρωπαϊκά θέματα, Νούλαντ, συντόνισε τις ακραίες εθνικιστικές οργανώσεις και τα κόμματα σε ένα fast track πραξικόπημα που έτρεψε τον Γιανουκόβιτς σε άτακτη φυγή.

Τούτων λεχθέντων, η Ε.Ε φέρει στο ακέραιο την ευθύνη για την ανάφλεξη στην Ουκρανία τον χειμώνα του 2013-14 καθώς δύο μήνες πριν αρχίσουν οι εξεγερσιακές διαμαρτυρίες στην πλατεία Μεϊντάν στο Κίεβο, η συνοδός της Ε.Ε. στο Βίλνιους της Λιθουανίας προσκάλεσε την Ουκρανία, τη Μολδαβία και τη Γεωργία σε ένα πλαίσιο ειδικής συνεργασίας που καταγράφηκε στη Μόσχα ως προθάλαμος της πλήρους ένταξης στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε.