............................................................
·
Οι
περιστάσεις της ζωής είναι πάντα πιο γόνιμες από την ανθρώπινη φαντασία - μέρος γ’.
Ονορέ ντε Μπαλζάκ
(1799 – 1850)
Από το βιβλίο «Ο
Κωστής Παπαγιώργης ανθολογεί Μπαλζάκ» (εκδ. ΜΠΑΣΤΑΣ-ΠΛΕΣΣΑΣ, 1995)
-Η
τσιγκουνιά αρχίζει όταν παύει η φτώχεια.
- Βλέποντας το γιο του αμίλητο πάνω από τον
λογαριασμό, ο γέρο-Σεζάρ ανησύχησε· γιατί προτιμούμε έναν γερό καβγά από μια
σιωπηρή συγκατάθεση. Σε αυτού του είδους τις συναλλαγές, ο καβγάς φανερώνει
έναν διαπραγματευτή ικανό να υπερασπιστεί τα συμφέροντά του. Όποιος συμφωνεί σε όλα, έλεγε ο γέρο-Σεζάρ, δεν πληρώνει τίποτα.
- Αυτοί οι δύο νέοι έκριναν την κοινωνία με
υπεροψία αντιστρόφως ανάλογη προς την κοινωνική τους θέση, γιατί οι
παραγνωρισμένοι άνθρωποι εκδικούνται την ταπεινή τους θέση έχοντας υψιπετείς
βλέψεις.
- Η έλλειψη συντροφιάς είναι ένα από τα
μεγάλα μειονεκτήματα της ζωής στην εξοχή. Η απουσία των μικροθυσιών για τους
άλλους, που απαιτούνται για τη συντήρηση και τον καλλωπισμό, μας κάνει να μην
ενδιαφερόμαστε πια γι’ αυτούς. Τότε τα πάντα μέσα μας διαφθείρονται, η μορφή
όσο και το πνεύμα μας.
- Ο κύριος Σατελέ διέθετε όλες τις
ανικανότητες που απαιτούσε η νέα του θέση. Καλοφτιαγμένος, ωραίος άνδρας, καλός
χορευτής, επιδέξιος στο μπιλιάρδο, τα κατάφερνε σε όλες τις ασκήσεις, μέτριος
ηθοποιός μέσα στην κοινωνία, τραγουδούσε ρομάντζες, επικροτούσε το ευφυολόγημα,
έτοιμος για όλα, ελαστικός, φιλόδοξος, γνώριζε και αγνοούσε τα πάντα […]
Ανήμπορος να νιώσει την ποίηση, ζητούσε με θράσος την άδεια να κάνει έναν δεκάλεπτο
περίπατο, για να σκαρώσει έναν αυτοσχεδιασμό, κάποιο άνοστο τετράστιχο, όπου η
ρίμα αντικαθιστούσε την ιδέα.
- Αυτό το αγαθό πλάσμα αγνοούσε ότι εκεί
όπου αρχίζει η φιλοδοξία παύουν τα αγνά αισθήματα.
- Η αθωότητα είναι ερεθιστική σαν το βίτσιο.
- Στο ντύσιμό τους είχαν αυτή την τάση για
επίδειξη που αποκαλύπτει την κρυμμένη ένδεια.
- Καθώς περπατούσε έβγαζε ένα-ένα όλα τα
δηλητηριώδη βέλη που είχε δεχθεί, μονολογούσε μεγαλοφώνως, έψεγε τις ανοησίες
που είχε ακούσει. Έβρισκε έξυπνες τις απαντήσεις στις ανόητες ερωτήσεις που του
είχαν κάνει και τον έπιανε απελπισία που το μυαλό του αφυπνίστηκε κατόπιν
εορτής.
- Φτωχέ μου αγαπημένε, ο κόσμος δε θα μου
χαριστεί όπως δε θα χαριστεί και σε σένα, γιατί εκδικείται κάθε ευτυχία που δε
γεύεται.
- Έτσι, νιώθοντας πιο σπουδαίος, στήνοντας
αυτί για να αφουγκραστεί τις απηχήσεις του ονόματός του στο μέλλον, δεχόταν
τώρα αυτές τις θυσίες με μια ευγενική σιγουριά: γελούσε για την ένδειά του,
απολάμβανε τις έσχατες μέρες της φτώχειας του.
- Μην αφήσετε τις ιδέες σας να σκουριάσουν
στην επαρχία, ελάτε σε άμεση επαφή με τους μεγάλους άνδρες που θα εκπροσωπήσουν
τον 19ο αιώνα. Θα προσεγγίσετε την Αυλή και την εξουσία. Οι
διακρίσεις και οι τιμές δεν ψάχνουν να βρουν ένα τάλαντο που μαραίνεται σε μια
μικρή πόλη. Εξάλλου πέστε μου ποια μεγάλα έργα γράφτηκαν στην επαρχία!
(Χαμένες ψευδαισθήσεις / Πρώτο
μέρος: Οι δύο ποιητές)
- Στην πρώτη του ανέμελη βόλτα στα
βουλεβάρτα και την οδό Ειρήνης, ο Λυσιέν, όπως όλοι οι νιόφερτοι, ασχολήθηκε
περισσότερο με τα πράγματα παρά με τα πρόσωπα. Στο Παρίσι, το πλήθος αρχικά
είναι όλο περιέργεια: η πολυτέλεια των καταστημάτων, το ύψος των οικοδομημάτων,
τα πολυάριθμα αμάξια, η μόνιμη αντίθεση ανάμεσα στον πλούτο και την άκρα
αθλιότητα επισύρουν πριν απ’ όλα την προσοχή. Κατάπληκτος από αυτό το πλήθος
στο οποίο ήταν ξένος, αυτός ο άνθρωπος της φαντασίας ένιωσε κάτι σαν πελώριο
υποβιβασμό του εαυτού του. Οι άνθρωποι που χαίρουν κάποιας υπολήψεως στην
επαρχία, και σε κάθε τους βήμα συναντούν μιαν απόδειξη της σπουδαιότητάς τους,
δεν εθίζονται σε αυτή την πλήρη και απότομη απώλεια της αξίας τους. Το να είσαι
κάποιος στον τόπο σου και να μην είσαι τίποτα στο Παρίσι είναι δύο καταστάσεις
που απαιτούν ένα μεταβατικό στάδιο· όσοι περνούν απότομα από τη μια κατάσταση
στην άλλη πέφτουν σε ένα είδος εκμηδένισης. Για έναν νέο ποιητή που έβρισκε
κάποια ανταπόκριση σε όλα αυτά τα αισθήματα, έναν έμπιστο φίλο να
εκμυστηρεύεται τις σκέψεις του, μια ψυχή για να μοιράζεται τα παραμικρά του
σκιρτήματα, το Παρίσι θα ήταν μια φριχτή έρημος.
-Κύριε, έχω μια ποιητική συλλογή… - Κύριε
Πορσόν! Ακούστηκε μια φωνή. – Ποιητική συλλογή; έβαλε μια φωνή ο Πορσόν. Και
για ποιον με περάσατε; πρόσθεσε γελώντας κατάμουτρα…
- Ο Μπυφόν το είχε πει: ευφυΐα είναι η
υπομονή. Όντως η υπομονή είναι, στον άνθρωπο, το στοιχείο που μοιάζει
περισσότερο με τη μεθόδευση που ακολουθεί η φύση στα πλάσματά της. Τι είναι
κύριε η τέχνη; Η φύση συμπυκνωμένη.
- Το αληθινό τάλαντο είναι πάντα ένα καλό
και αγνό παιδί, ανοιχτόκαρδο και καθόλου άπληστο.
- Η συνείδηση, αγαπητέ μου, είναι ένα από τα
μπαστούνια που ο καθένας αδράχνει για να πλήξει τον πλησίον του, και ποτέ τον
εαυτό του.
- Αντί να είναι ιερό λειτούργημα η εφημερίδα
κατάντησε όργανο για τα κόμματα· αυτήν την ιδιότητα την εμπορεύεται· και όπως
σε όλα, το εμπόριο δεν έχει ούτε πίστη ούτε νόμο. Όπως είπε ο Μπλοντέ, όλες οι
εφημερίδες είναι μαγαζάκια τα οποία πουλάνε στον κοσμάκη λόγια στο χρώμα που
του αρέσει. Αν υπήρχε μια εφημερίδα για τους καμπούρηδες, πρωί βράδυ θα
απεδείκνυε περίτρανα την ομορφιά, την καλοσύνη και την αναγκαιότητα των
καμπούρηδων. Η εφημερίδα κυκλοφορεί πια όχι για να διαφωτίσει, αλλά για να
κολακεύσει τις γνώμες. Έτσι, σε μικρό χρονικό διάστημα οι εφημερίδες θα είναι
αισχρές, υποκριτικές, ανέντιμες, ψευδολόγες, δολοφονικές. Θα σκοτώσουν τις
ιδέες, τα συστήματα, τους ανθρώπους και έτσι θα ευημερήσουν. Θα έχουν την
εύνοια όλων των έλλογων όντων: το κακό θα γίνεται χωρίς να υπάρχει ένοχος […].
Ο Ναπολέων έδωσε την εξήγηση αυτού του ηθικού ή ανήθικου φαινομένου, με μια
υπέροχη φράση που του την υπαγόρευσε η θητεία του στη Συνέλευση: τα συλλογικά εγκλήματα δεν βαρύνουν κανέναν.
- Τέλος το ύφος του έχει μια εξεζητημένη
πρωτοτυπία, η παραφουσκωμένη φράση του θα έσκαγε, αν η κριτική την τρυπούσε με
μια καρφίτσα.
- Είμαστε έμποροι φράσεων και ζούμε από την
πραμάτεια μας.
- Τα μικρά άρθρα περνούν, τα μεγάλα έργα
μένουν.
- Αυτά τα νεαρά μυαλά, τόσο διαβρωμένα από
τη συνήθεια του Υπέρ και του Κατά…
- Είναι άξιο παρατήρησης το γεγονός ότι
ορισμένες ψυχές, αληθινά ποιητικές, αλλά με εξασθενημένη θέληση, συγκεντρωμένες
στο να αισθανθούν για να αποδώσουν τις αισθήσεις τους με εικόνες, ξαστοχούν
ουσιαστικά στην ηθική αίσθηση που πρέπει να συνοδεύει κάθε παρατήρηση. Οι
ποιητές προτιμούν να δεχτούν εντυπώσεις παρά να μπουν στην ψυχή του άλλου και
να μελετήσουν εκεί το μηχανισμό των συναισθημάτων.
- Ας αφήσουμε στους εκδότες τη μεγαλαυχία
τους: δεν διαβάζουν τα βιβλία, ειδαλλιώς δεν θα τύπωναν τόσα πολλά.
- Καμιά έκφραση, καμιά ζωγραφική δεν μπορεί
να αποδώσει τη λύσσα που κυριεύει τους συγγραφείς, όταν πλήττεται η φιλαυτία
τους, ούτε την ενεργητικότητα που επιδεικνύουν, τη στιγμή που αισθάνονται
τρυπημένοι από τα δηλητηριώδη βέλη του εμπαιγμού. Αυτοί που η ενεργητικότητα και
η αντίστασή τους ερεθίζεται από την επίθεση υποκύπτουν γοργά. Αντίθετα οι
ήρεμοι άνθρωποι, που το θέμα τους κλείνει με τη βαθιά λήθη στην οποία πέφτει
ένα υβριστικό άρθρο, είναι αυτοί που δείχνουν αληθινό λογοτεχνικό σθένος.
(Χαμένες
ψευδαισθήσεις/ Δεύτερο μέρος: Ένας επαρχιώτης στο Παρίσι)
-Οι αθώες ψυχές δύσκολα πιστεύουν στο κακό,
στην αχαριστία και πρέπει να λάβουν σκληρά μαθήματα προτού αναγνωρίσουν την
έκταση της ανθρώπινης διαφθοράς· κατόπιν, όταν αυτή η εκπαίδευση έχει τελεστεί,
δείχνουν μια επιείκεια που είναι ο έσχατος βαθμός περιφρόνησης.
- Η πτώση ενός μεγάλου άνδρα εξαρτάται από
το ύψος όπου είχε φτάσει.
- Ο φθόνος λύνει τις γλώσσες όσο τις παγώνει
ο θαυμασμός.
- Εσείς με ρίξατε σ’ αυτόν το βούρκο,
μπορείτε λοιπόν να μου δώσετε μερικά τραπεζογραμμάτια για να σκουπιστώ από τις
λάσπες…
- Μερικά πλάσματα είναι σαν τα μηδενικά,
χρειάζονται έναν αριθμό μπροστά τους, και έτσι η μηδενικότητά τους αποκτά
δεκαπλάσια αξία.
(Χαμένες ψευδαισθήσεις/ Τρίτο μέρος: Τα
βάσανα του εφευρέτη/ Και για τα τρία μέρη: 1835 - 1843)
-Ένας συγγραφέας πρέπει με περιφρόνηση να
αποφύγει να μετατρέψει την αφήγησή του, όταν αυτή η αφήγηση είναι αληθινή, σε
ένα είδος παιχνιδιού όπου, καταπώς γίνεται με ορισμένους μυθιστοριογράφους,
οδηγεί τον αναγνώστη, σε μάκρος τεσσάρων τόμων, από υπόγειο σε υπόγειο, για να
του δείξει ένα κοκαλωμένο πτώμα και να του πει, δίκην συμπεράσματος, ότι
διαρκώς τον φόβιζε με κάποια πόρτα που κρυβόταν πίσω από κάποιο παραπέτασμα ή
με κάποιο πτώμα που είχε εγκαταλειφθεί από αμέλεια κάτω από τις σανίδες του
πατώματος.
(«Ιστορία των δεκατριών»,
1831)
-Εκεί οι ταλαντούχοι μεταδίδουν στους βλάκες
το πνεύμα τους και εκείνοι τους μεταδίδουν τη χαρωπή έκφραση που τους
χαρακτηρίζει.
- …ελάχιστα είναι τα πάθη που μακροπρόθεσμα
δεν καταντούν φαυλόβια.
- Σήμερα περισσότερο από ποτέ κυριαρχεί ο
φανατισμός της ατομικότητας. Όσο οι νόμοι μας θα ρέπουν προς μια ανέφικτη
ισότητα, τόσο θα παρεκκλίνουμε δια των ηθών.
- Η συνταγματική και κυβερνητική νομιμότητα
δε γεννά τίποτα· είναι ένα στείρο τέρας για τους λαούς, για τους βασιλιάδες και
για τα ιδιωτικά συμφέροντα· ωστόσο οι λαοί καταλαβαίνουν μονάχα αρχές που είναι
γραμμένες με αίμα· συνεπώς οι δυστυχίες της νομιμότητας θα είναι πάντα
ειρηνικές· το μόνο που κάνει η νομιμότητα είναι να ισοπεδώνει ένα έθνος.
(«Ι. Φερραγκύς, ο
αρχηγός των αδηφάγων», 1833)
-Αλλά ένας άνθρωπος του πάθους, ένας
άνθρωπος που η ζωή του, θα λέγαμε, ήταν μια σειρά έμπρακτων ποιημάτων, και ο
οποίος έκανε πάντα πράξη τα μυθιστορήματα αντί να τα γράφει…
- Οι άνθρωποι μάς επιτρέπουν να ανέλθουμε
πάνω απ’ αυτούς, αλλά δε μας συγχωρούν ποτέ ότι δεν κατήλθαμε στη χαμηλή
βαθμίδα τους.
- Η αγάπη και το πάθος είναι δύο
διαφορετικές ψυχικές καταστάσεις, που τις συγχέουν εξακολουθητικά οι ποιητές
και οι κοσμικοί, οι φιλόσοφοι και οι ανόητοι. Η αγάπη ενέχει μια αμοιβαιότητα
στα αισθήματα, μια βεβαιότητα στις χαρές που διαρκεί, μια πολύ σταθερή
ανταλλαγή απολαύσεων, μια πληρέστατη σύμφυση της καρδιάς, ώστε να μη χρειάζεται
να αποκλειστεί η ζήλια. Η κατοχή είναι τότε μέσο, όχι σκοπός· μια απιστία
προκαλεί πόνο, αλλά όχι χωρισμό· η ψυχή δεν είναι φλογερή ή ταραγμένη, είναι
μονίμως ευτυχισμένη· τέλος η επιθυμία, αγκαλιάζοντας με μια θεία πνοή το αχανές
του χρόνου, μας τον χρωματίζει με το ίδιο χρώμα: η ζωή είναι γαλάζια, όπως ο
καθαρός ουρανός. Το πάθος είναι το προαίσθημα της αγάπης και της απειρίας της,
στην οποία προσβλέπουν όλες οι ψυχές που υποφέρουν. Το πάθος είναι μια ελπίδα
που ενδέχεται να διαψευσθεί. Πάθος σημαίνει πόνο και συνάμα μετάβαση· το πάθος
παύει μόλις η ελπίδα πεθάνει.
- Τα παιδιά γίνονται άνδρες, και οι άνδρες
είναι αγνώμονες.
(ΙΙ. «Η δούκισσα του Λανζαί», 1834)
-Επειδή ενδιαφέρεται για τα πάντα, ο
Παριζιάνος καταλήγει να μην ενδιαφέρεται για τίποτα. Αφού κανένα αίσθημα δεν
κυριαρχεί στη μορφή του που είναι φθαρμένη από την τύρβη, γίνεται γκρίζα σαν το
γύψο των σπιτιών που έχουν δεχτεί κάθε λογής σκόνη και καπνιά. Πράγματι,
αδιαφορώντας σήμερα για ό,τι θα τον ενθουσιάσει αύριο, ο Παριζιάνος ζει σαν
παιδί, όποια κι αν είναι η ηλικία του. Μουρμουρίζει για τα πάντα, παρηγοριέται
με τα πάντα, χλευάζει τα πάντα, ξεχνά τα πάντα, θέλει τα πάντα, γίνεται τα
πάντα, παθιάζεται με όλα και όλα τα εγκατελείπει αμέριμνος […] Στο Παρίσι
κανένα αίσθημα δεν αντιστέκεται στη ροή των πραγμάτων…
- Παρασυρμένοι από την καταρρακτώδη τους
ύπαρξη, δεν είναι σύζυγοι, ούτε πατεράδες, ούτε εραστές. Διολισθαίνουν αγεληδόν
στο ρεύμα των πραγμάτων και ζουν κάθε ώρα, σπρωγμένοι από τις υποθέσεις της
μεγάλης πόλης. Όταν επιστρέφουν σπίτια τους, πρέπει να πάνε στο χορό, στην
Όπερα, στις γιορτές, όπου σκοπεύουν να βρουν πελάτες, γνωριμίες, προστάτες.
Όλοι τρώνε απεριόριστα, παίζουν, ξενυχτούν, και τα πρόσωπά τους στρογγυλεύουν,
φαρδαίνουν, κοκκινίζουν.
- Συχνά ο πνευματώδης άνθρωπος είναι
προικισμένος με ένα χαζό γέλιο που του χρησιμεύει σαν απάντηση σε όλα.
- Η ζωή είναι ένα ποτάμι, που χρησιμεύει να
κάνουμε εμπόριο στις όχθες.
- Όπως πολλά μεγάλα πνεύματα, η οξυδέρκειά
του δεν ήταν αυθόρμητη, δεν έφτανε ξαφνικά στο βάθος των πραγμάτων. Όπως σε
όλες τις φύσεις που είναι προικισμένες με την ικανότητα να ζουν πολύ στο παρόν,
να αντλούν θα λέγαμε τους χυμούς του και να τους γεύονται, η δεύτερη όρασή του
είχε ανάγκη ένα είδος ύπνου για να βρει τις αιτίες.
- Ήταν αμετακίνητος τόσο στα καλά όσο και
στα κακά συναισθήματα.
(ΙΙΙ. «Το κορίτσι με τα χρυσά μάτια»,
1834-1835)
-Ο
φόβος είναι κατά το ήμισυ ένα νοσοποιό συναίσθημα, το οποίο πιέζει τόσο βίαια
την ανθρώπινη μηχανή ώστε οι ικανότητές μας είτε φτάνουν αίφνης στο απόγειο
είτε καταπίπτουν σε πλήρη αποδιοργάνωση.
- Τα γεγονότα δεν έχουν ποτέ απόλυτο
μέγεθος, τα αποτελέσματά τους εξαρτώνται πλήρως από τα άτομα: η δυστυχία είναι
κίνητρο για την ευφυΐα, καταφυγή για τον χριστιανό, θησαυρός για τον ικανό
άνθρωπο, άβυσσος για τους αδύναμους.
- Κάθε ύπαρξη έχει το απόγειό της, μια εποχή
κατά την οποία οι αιτίες δρουν και βρίσκονται σε ακριβή σχέση με τα
αποτελέσματα.
- …αγαπάμε τους αδύναμους…
- Σαν όλους τους Παριζιάνους, ο Μολινέ
ένιωθε μιαν ανάγκη επιβολής, ευχόταν το λίγο πολύ σπουδαίο μερίδιο στην
κυριαρχία που ασκείται από τον καθένα, ακόμα και από τον πορτιέρη, πάνω σε
κάποια θύματα, στη γυναίκα, στο παιδί, στον κλητήρα, στο άλογο, στο σκυλί ή
στον πίθηκο, οι οποίοι δέχονται αντανακλαστικά το πλήγμα των προσβολών που
υφιστάμεθα στην ανώτερη σφαίρα όπου προσβλέπουμε.
- Αυτός ο άνθρωπος μού προκαλεί μια χημική
εντύπωση, η φωνή του μού δένει κόμπο τα έντερα και μάλιστα μού προκαλεί έναν
ελαφρό κολικό.
- Η ευημερία γεννά μια μέθη στην οποία δεν
ανθίστανται ποτέ οι κατώτεροι άνθρωποι.
- Είχε την έκφραση ενός μηνύτορα της Βουλής
των αντιπροσώπων, ενός θυρωρού του ανακτοβουλίου, ενός από τους ανθρώπους που
πλαισιώνουν μιαν όποια εξουσία, ώστε να δέχονται την αντανάκλασή της, παρότι
παραμένουν ασήμαντοι.
- Τα ποτάμια, είπε ο Πασκάλ, είναι δρόμοι
που περπατούν.
- Μετά το γεύμα διαβάζει κανείς άσχημα. Ακόμα
και η γλώσσα χωνεύει.
- Η σκέψη της επικείμενης αυτοκτονίας πέρασε
από το νου αυτού του τόσο βαθιά θρησκευόμενου εμπόρου. Σε αυτή την περίπτωση η
αυτοκτονία είναι ένας τρόπος να ξεφύγεις χίλιους θανάτους, άρα φαίνεται λογικό
να δεχτείς μόνο έναν.
- Από τους τίμιους ανθρώπους λείπει το τακτ,
κάνουν το καλό χωρίς μέτρο, επειδή γι’ αυτούς τα πάντα γίνονται χωρίς
περιστροφές και οπισθοβουλίες.
- Το χρήμα δεν γνωρίζει· δεν έχει αυτιά το
χρήμα, δεν έχει καρδιά.
- Φρονώ ότι είναι καλύτερο να πηδά κανείς
από το παράθυρο αντί να κατρακυλά στις σκάλες.
- Πρέπει να διεκπεραιώσουμε τις υποθέσεις με
σκούδα και όχι με αισθήματα.
- Η λήθη είναι το μείζον μυστικό των ισχυρών
και δημιουργικών υπάρξεων· να λησμονάς με τον τρόπο της φύσης, που δε γνωρίζει παρελθόν
και ξαναρχίζει ανά πάσα στιγμή τα μυστήρια των ακαταπόνητων γεννήσεών της. Οι
αδύναμες υπάρξεις, σαν τον Μπιροτώ, ζουν μέσα στα βάσανα, αντί να τα
μετατρέπουν σε αποφθέγματα πείρας.
(«Ιστορία του μεγαλείου και της πτώσης του
Καίσαρα Μπιροτώ», 1837)
-…η παντοδυναμία, η παντογνωσία, η
παναρμοδιότητα του χρήματος.
- Ακούσαμε τότε έναν από κείνους τους
τρομερούς αυτοσχεδιασμούς που δημιούργησαν τη φήμη αυτού του καλλιτέχνη στους
κύκλους κάποιων μπλαζέ· και μολονότι διακόπηκε συχνά, σταματώντας και
ξαναρχίζοντας, στενογραφήθηκε από τη μνήμη μου.
- Το πάθος που δεν πιστεύει στην αιωνιότητά
του είναι χυδαίο.
- Δεν ξέρω τίποτα πιο κοπιαστικό από το να είσαι
ηθικά ευτυχής και υλικά δυστυχής. Δε μοιάζει μ’ εκείνον που έχει το ένα πόδι παγωμένο
από το ρεύμα της πόρτας και το άλλο καμένο από τη φωτιά του τζακιού;
- Οι αποτυχημένες κλίσεις ξεβάφουν πάνω σε ολόκληρη
την ύπαρξη.
- Άραγε υπάρχει πόνος χωρίς εγωισμό;…
(«Ο Οίκος
Νυσενζέν», 1837)