Πέμπτη 17 Μαρτίου 2011

"Χαίρε, Μανώλη" του Κωστή Παπαγιώργη ("Αθηνόραμα", τ. 566, 17-23/3/2011)


           Χαίρε, Μανώλη


   Παράδοξη τύχη είχε στη γλώσσα μας η λέξη "σπουδή". Από κει που δήλωνε το ζήλο και την ταχύτητα έφτασε να σημαίνει τις σπουδές - πανεπιστημιακές και άλλες. Ενώ λοιπόν οι πτυχιούχοι γράφουν στο κούτελο τις γνώσεις τους, ευτυχώς περισσεύει κι ελεύθερος τόπος για τους αλητο-περίεργους που μαθαίνουν τη σολομωνική της καθημερινότητας χωρίς ενδιάμεσους φωστήρες. Ο Μανώλης Ρασούλης ήταν η περίπτωση του αυτοδίδακτου και αυτομαθούς που βρήκε χρυσή φλέβα και την προφύλαξε όσο του επέτρεπαν το θυμικό και η αντοχή του. Με την "Εκδίκηση της γυφτιάς" όντως ανακάλυψε ένα άγνωστο ελιξίριο.
   Προφανώς είχε σκεφτεί εξαντλητικά τους τρόπους που γράφεται το λαϊκό τραγούδι, τις πηγές του νοήματός του, τα μοτίβα και τα ήθη του, επίσης τους τρόπους που εξαντλείται και διαστρεβλώνεται. Ίσως χωρίς να το ομολογεί, απεχθανόταν την εύκολη ποίηση, τη δωρεάν θεματολογία (λουλούδια, φεγγάρια, θυμητάρια) το σούσουρο για το τίποτα. Ο δαίμονάς του τον έσπρωχνε προς το διάχυτο βίωμα που παρέμεινε άφατο παραδόξως - απλησίαστο από τους κατ' επάγγελμα στιχουργούς. Σαν τα παιδιά, λοιπόν, που αιφνιδίως πώς προσηλώνονται σε πράγματα αινιγματικά, έσκισε τα παλιά ρούχα κι έγινε νυμφίος. Η "Τρελή κι αδέσποτη" μπορούμε να πούμε ότι έλαμψε στην καρδιά των νέων και σήκωσε το μπαϊράκι μιας νέας αισθηματικής εποχής / περίπου όπως γινόταν - και γίνεται - με τα λογοτεχνικά κινήματα.
   Το μέγα χάρισμα του Ρασούλη είναι ότι κατέφευγε πάντα στην αμεσότητα, στο προφανές, υποβάλλοντάς το σε ένα είδος εσωτερικής διήθησης ωσότου παραδώσει το ακέραιο μυστικό του. Εφόσον είχε κρυφοσυνεννοήσεις με τη ζωή, επί δεκαετίες αναδείχτηκε "αρχηγός" των συντροφιών, κατέχοντας τα μυστικά του θυμικού, της καρδιάς και της πρόγκας. Με τραγούδια όπως το "Τίποτα δεν πάει χαμένο" ή το "'Ολα σε θυμίζουν" διέσωσε την ευγένεια μιας γενιάς που ήθελε με πάθος να αφογκραστεί το μέσα της, αλλά της έλειπε ο δραγουμένος. Ποιος άλλος ήταν ικανός να κάνει το γύρο της συνείδησής του με έναν απλό στίχο όπως το "Από τη γυναίκα ούτε ένα καλό δεν είδα / μα πίστεψέ με ειν' η η μόνη μου ελπίδα" ή όπως η αποστροφή "Την αγάπη μου μαζεύω μέσα απ' το σκουπιδαριό"; 
   Το νεοελληνικό σκουπιδαριό έβαλε σε μεγάλη δοκιμασία τον νεαρό και τον μεσήλικο Μανώλη, ο οποίος - έχοντας κατακτήσει το στιχουργικό Νόμπελ της ξενυχτάδικης ζωής - όφειλε να βρει τη θέση του. Τα έβαλε με τις εταιρείες, με μεγαλόσχημους και μικρόσχημους, με τον ίδιο τον εαυτό του / έγραψε βιβλία, εξέδωσε περιοδικό που το έγραψε μόνος του, παρασύρθηκε σε ταξίδια και διαβάσματα θρησκευτικο-φυλετικά, εντέλει από κεντρικό πρόσωπο έγινε "περιθωριακός" της δημοσιότητας, κάτι σαν γκουρού του άμεσου βιώματος και του αθωράκιστου αισθήματος. Βιάστηκε να πεθάνει; Έκλεισε τον κύκλο του; Όπως κι αν έχουν τα πράγματα, θα κοιτάζει ό,τι άφησε πίσω του "Σαν τη σφίγγα της ερήμου..."





η ΣΦΙΓΓΑ

Στίχοι: Μανώλης Ρασούλης
Μουσική: Νίκος Ξυδάκης
Πρώτη εκτέλεση: Νίκος Ξυδάκης


Σαν τη σφίγγα της ερήμου θα γελώ μυστήρια.
Από μένα σαν θα φύγεις, να περνάς μαρτύρια.
Κι όταν θα 'χεις μαρτυρήσει απ' τα τόσα κρίματα
θα σου πλύνω το κορμάκι στου ουρανού τα κύματα.

Όταν μια γυναίκα θέλει, όλα τα μπορεί.
Δηλητήριο και μέλι κάθε της φιλί.
Όταν μια γυναίκα θέλει, όλα τα μπορεί.
Κάνει κάποιονα κουρέλι, βασιλιά στη γη.

Σαν τη θηλυκιά αράχνη, αχ, να σ' αιχμαλώτιζα,
σαν τον έρωτά σου πάρω, τρέλα να σε πότιζα.
Μέσα στο χρυσό ιστό μου, Θεέ μου, να σε έπλεκα
κι απ' τα τόσα βάσανά σου, φως μου, να σε ξέμπλεκα.

Όταν μια γυναίκα θέλει, όλα τα μπορεί.
Δηλητήριο και μέλι κάθε της φιλί.
Όταν μια γυναίκα θέλει, όλα τα μπορεί.
Κάνει κάποιονα κουρέλι, βασιλιά στη γη.