Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2011

Από την "Οδό Λευκωσίας" - διήγημα της κ. Άλκης Ζέη


...Είμαι ξαπλωμένη μπρούμυτα σ' ένα φορείο με τις βελόνες καρφωμένες πάνω μου. Από το διπλανό δωμάτιο ακούγεται κλασική μουσική. Νιώθω μια γλυκιά ζεστασιά στο σώμα και μια γαλήνη. Το φορείο έχει μια τρύπα που από κει βγαίνει το πρόσωπό μου και κοιτάζω το πάτωμα. Πόσο πρέπει να μείνω έτσι; Μετράω τα ξύλα του παρκέτου για να περάσει η ώρα.

...μετά τη βεγγέρα, πού αλλού; Στην οδό Λευκωσίας, πάμε όλοι μαζί για παγωτό στου "Φλόκα", στην πλατεία Αμερικής που εξακολουθούσαμε να τη λέμε Αγάμων. Όταν πλησιάζει το γκαρσόνι να πληρωθεί, ο Πέλος βγάζει ένα μεγάλο μαύρο πορτοφόλι και φωνάζει:
- Η Άλκη είναι δική μου.
- Δική μας, προσθέτει η Αλέκα.
   Κι όπου πηγαίναμε παρέα, είτε σε ταβέρνα είτε σε κινηματογράφο, ο Πέλος τους προλάβαινε όλους κι έβγαζε το μαύρο πορτοφόλι. Είχαν την έγνοια μου οι Κατσέληδες κι ανησυχούσανε τι θ' απογίνω. Πώς να τους ξεχάσω.
   Ούτε κατάλαβα πότε βγήκαν οι βελόνες. Στάθηκα όρθια κι ο έβδομος σπόνδυλος μού φέρθηκε σαν τον Πέλο... είχε την έγνοια μου.

Κατεβαίνω πάλι τον πεζόδρομο της Λευκωσίας. Νιώθω το πόδι μου να περπατάει χωρίς φόβο. Και πάω με χαρά σχεδόν να...καρφωθώ. Χαζεύω δυο μαυράκια με πολύχρωμα ρούχα και κοτσιδάκια να τσουλάνε ένα καροτσάκι και μέσα μια κάτασπρη, κατάξανθη κούκλα. Λίγο πιο πίσω οι μαμάδες τους με φανταχτερά φουστάνια κρατάνε σακούλες σούπερ μάρκετ και συζητάνε. Είναι νωρίς για το ραντεβού μου και σταματάω σε μια βιτρίνα με παπούτσια. Ξαφνικά μου έρχεται μια μυρωδιά ιδρώτα ανακατεμένη με πατσουλί. Έρχονται δίπλα μου δυο ξανθιές, παχουλές που ταρμπαλίζονται στα θεόψηλα τακούνια τους. 
- Γίναμε Αφρική, λέει η μια. Πού ο καλός κόσμος της πλατείας Αμερικής που μου διηγείται η θεία μου.
- Εγώ το βράδυ δεν πάω βήμα μόνη μου. Μαύροι, μαύροι μέχρι και στα πεζούλια της πλατείας κάθονται και μιλάνε, μιλάνε σ' αυτή την απαίσια γλώσσα τους, συνεχίζει η δεύτερη και ρίχνει μια λοξή ματιά στις μαύρες μαμάδες.
- Απελπισία, αναστενάζει η πρώτη, δες εκείνο το πέδιλο με το ασημί τακούνι,ογδόντα ευρώ, δεν έχουνε το θεό τους... έτσι που πληθαίνουνε θα μας κάνουν καμιά ώρα να φύγουμε από τον τόπο μας.
   Τι καλά να φεύγανε από τον τόπο μας οι ξανθές. 
   Να 'μαι πάλι καρφωμένη με το πρόσωπο να κοιτάζει τα ξύλα του παρκέτου...

Από το τελευταίο βιβλίο της Άλκης Ζέη "Σπανιόλικα Παπούτσια και άλλες ιστορίες" (εκδόσεις Καστανιώτη, 2010) 

Δεν υπάρχουν σχόλια: