......................................................
Βαρειά καρδιά
Βαρειά καρδιά, πικρά καρδιά, γιατί αναστενάζεις!
βοριάς βουϊζει στα κλαδιά και συ μ’ αυτόν φωνάζεις
πού η πρώτη, πού η πρώτη σου χαρά
τώρα πάσχεις και πονείς
και σκληρά με τυραννείς
Ο ήλιος βγαίνει στα βουνά
κι εγώ μαζί του βγαίνω
σ’ έρημα δάση τριγυρνώ
την δύσιν του προσμένω
μέρα νύχτα σε ζητώ
πάντα φεύγεις σαν αχνός
και παντού σε απαντώ.
Η άνοιξις και η αυγή
τα κάλλη σου δεν έχουν
σε βλέπω κι ως στερνή πηγή
τα δάκρυα μου τρέχουν
σε λατρεύω, σε λατρεύω μυστικά
η ψυχή που αγαπά
πάσχει κι όμως σιωπά.
Aν ίσως εξουσίαζα
και βασιλέως θρόνον
τον θρόνον εθυσίαζα
για ένα βλέμμα μόνον
γύρισε δες, γύρισε δες με μια φορά
δότε, δότε με ζωήν
μαύρα μάτια φλογερά.
Στο σκότος τις ακτίς φωτός
στον ύπνον σε φωνάζω
στα όνειρά μου ξυπνητός
εσένα σχεδιάζω
Δε σε μέλει, δε σε μέλει και γελάς
έσβησες με μια πνοή
την αθλία μου ζωή
Βαρειά καρδιά
Aπό το cd Mismayia, "Τα πρώτα έντεχνα ελληνικά τραγούδια" (17ος - 19ος
αι.). Έρευνα, κείμενο, μουσική επεξεργασία, ενορχήστρωση: Πέτρος
Ταμπούρης. Εδώ τραγουδά η Ειρήνη Δερέμπεη.
"Στα μισμαγιά (μισμαγιές) καλλιεργημένοι θαμώνες των σαλονιών στην Πόλη
καταγράφουν ήδη γνωστά φαναριώτικα τραγούδια και στιχουργήματα ή δικά
τους συνθεμένα κατά το φαναριώτικο ύφος.
Τα περισσότερα από τα έντεχνα αυτά αστικά τραγούδια, που γνωρίζουν
άνθηση στα τέλη του 17ου αιώνα και συνεχίζουν να τραγουδιούνται ακόμη
και στο 19ο, χαρακτηρίζονται από ένα έντονο ανατολίτικο χρώμα. Η
αραβοπερσική μουσική επηρεάζει την έντεχνη μουσική των Ρωμιών, όπως
ακριβώς και των Οθωμανών. (...) Τα μισμαγιά είναι σχεδόν πάντα λυπητερά,
νοσταλγικά τραγούδια της αγάπης ή για την ματαιότητα του κόσμου..."
Βαρειά καρδιά
ήχος πλάγιος α΄
Βαρειά καρδιά, πικρά καρδιά, γιατί αναστενάζεις!
βοριάς βουϊζει στα κλαδιά και συ μ’ αυτόν φωνάζεις
πού η πρώτη, πού η πρώτη σου χαρά
τώρα πάσχεις και πονείς
και σκληρά με τυραννείς
Ο ήλιος βγαίνει στα βουνά
κι εγώ μαζί του βγαίνω
σ’ έρημα δάση τριγυρνώ
την δύσιν του προσμένω
μέρα νύχτα σε ζητώ
πάντα φεύγεις σαν αχνός
και παντού σε απαντώ.
Η άνοιξις και η αυγή
τα κάλλη σου δεν έχουν
σε βλέπω κι ως στερνή πηγή
τα δάκρυα μου τρέχουν
σε λατρεύω, σε λατρεύω μυστικά
η ψυχή που αγαπά
πάσχει κι όμως σιωπά.
Aν ίσως εξουσίαζα
και βασιλέως θρόνον
τον θρόνον εθυσίαζα
για ένα βλέμμα μόνον
γύρισε δες, γύρισε δες με μια φορά
δότε, δότε με ζωήν
μαύρα μάτια φλογερά.
Στο σκότος τις ακτίς φωτός
στον ύπνον σε φωνάζω
στα όνειρά μου ξυπνητός
εσένα σχεδιάζω
Δε σε μέλει, δε σε μέλει και γελάς
έσβησες με μια πνοή
την αθλία μου ζωή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου