Κυριακή 25 Αυγούστου 2013

Glenn Gould & Dmitri Mitropoulos, live Bach D minor Concerto (1958) πλαισιώνουν Μένη Κουμανταρέα...

.....................................................

Glenn Gould & Dmitri Mitropoulos, live Bach D minor Concerto (1958) 
 (in three movements)




Μένη Κουμανταρέα "ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΑΠ' ΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥΣ"* (αποσπάσματα) από το βιβλίο του "Το show είναι των Ελλήνων" (εκδ."Κέδρος", 2008)



   ..."Εσείς ακούτε κλασική μουσική;" ρωτάει ο μαέστρος τον ποιητή, μόλις ο βήχας του καταλαγιάζει.
   "Κάποτε, παλιά, άκουγα. Όμως με αρέζουν και τα τραγούδια τα πιο ελαφριά", λέει τάχα ένοχα, με πονηρό ύφος.
   Μέσα στην αντανάκλαση των γυαλιών του μαντεύουμε να περνάνε αίθουσες με ελαφριές ορχήστρες ή ίσως, ακόμα, σκοτεινά μαγαζιά με ήχους ανατολίτικους, βαρβαρικούς. Τον νιώθουμε ν' ανατριχιάζει ολόκληρος.
   "Οφείλει κανείς να τεντώνει τ' αυτιά σε κάθε άξια λόγου μουσική", ακούμε τον μαέστρο να λέει. Μεταξύ μας, ο όρος "κλασική μουσική", δεν μου πολυταιριάζει. Υπάρχουν, ξέρετε, τραγούδια και μελωδίες που έμειναν κλασικά χωρίς ν' ανήκουν σ' αυτό το είδος. Εντέλει, υπάρχει μόνο καλή και κακή μουσική. Τι λέτε εσείς, συμφωνείτε, δάσκαλε;"
   Ο ποιητής νεύει καταφατικά. Αυτό το "δάσκαλε" τον κολακεύει. Την ίδια στιγμή του θυμίζει την ηλικία του. 
   "'Οποτε οι υποχρεώσεις μού το επιτρέπουν", συνεχίζει ο μαέστρος, "ξεκλέβω και πηγαίνω σε λαϊκά μαγαζιά και σε ταβέρνες, όπου μπορεί ν' ακούσει κανείς πολύ ενδιαφέρουσα μουσική. Ιδίως από τότε που οι Μικρασιάτες ήρθαν εδώ. Έφεραν μαζί τους ένα θησαυρό λαϊκής μουσικής".
   "Αμανέδες;" ρωτάει ο ποιητής και γουρλώνει τα μάτια.
   "Ας πούμε αμανέδες. Δεν είναι πάντα η σωστή λέξη. Υπάρχουν ενδιαφέρουσες φωνές και οργανοπαίχτες".
   "Και πού βρίσκονται τα μαγαζιά αυτά;" ρωτάει με απροκάλυπτη πλέον περιέργεια ο ποιητής.
   Ο μαέστρος διστάζει. Πολύ θα ήθελε να πει στον επιφανή ξένο για ένα περίεργο στενόμακρο μαγαζί στη Σοφοκλέους, κάτι ανάμεσα σε ταβέρνα και μπακαλικάκι, όπου έτυχε να βρεθεί κάποια φορά.





   Εκεί, ανάμεσα σε γιρλάντες από χάρτινα λουλούδια, καπνούς και βαρέλια με κρασί, είδε άντρες ντυμένους και βαμμένους γυναικεία να πίνουν παρέα με ναύτες και φαντάρους και να χορεύουν αγκαλιασμένοι τανγκό, αλλά και κάτι άλλα περίεργα, χασαποσέρβικα τα είπαν. Διστάζει όμως.
   "Τα βρίσκει κανείς στον Πειραιά αλλά και σε μέρη απρόβλεπτα", περιορίζεται να πει, "ακόμα και στο κέντρο της πόλεως. Ας πούμε, στην Ομόνοια και στα πέριξ".
   Ο ποιητής σαλεύει στην καρέκλα του. Τα μάτια του γυαλίζουν σαν της γάτας. 
   "Αλήθεια;" λέει και νιώθει πως κάτι του κρύβει ο γαλανομάτης. "Και είναι επικίνδυνα εκεί;" ρωτάει με καρδιοχτύπι, λες κι αν ο άλλος του πει ότι δεν είναι, θ' απογοητευθεί.
   "Όπως εσείς ξέρετε καλύτερα από μένα", αποκρίνεται ο μουσικός, "επικίνδυνα είναι παντού όπου ξεφεύγει κανείς από την πεπατημένη".  

   Ο ποιητής χαμογελά με κατανόηση. Έξυπνος άνθρωπος και συζητητής, σκέφτεται. Και με πόση γλυκύτητα σου δίνει να καταλάβεις έννοιες που σε χείλη άλλων θα μπορούσαν να είναι χυδαίες. Και πόσο διαπεραστικά, σαν προβολείς, φωτίζουν αυτά του τα μάτια. 
   Βγάζει τα γυαλιά του και τα σκουπίζει με την άκρη από το μαντιλάκι του.
   "Κάποτε", αναπολεί, "έκανα κι εγώ τέτοιες αποδράσεις. Μα τώρα... it's too late now!"
   Μένουν για λίγο αμίλητοι, εξερευνώντας ο ένας τον άλλο. Καμιά φορά τα βλέμματα αξίζουν χίλιες λέξεις... (σελ. 52-54)


*: Πρόκειται για τη συνάντηση του Δημήτρη Μητρόπουλου με τον Κωνσταντίνο Καβάφη στα 1932, Οκτώβρη μήνα στην Αθήνα, όπου ο ποιητής "χτυπημένος" από τον καρκίνο στον φάρυγγα έχει έρθει για ιατρικές εξετάσεις. Φυσικά ο διάλογος μεταξύ των δύο αντρών είναι αριστοτεχνικά επινοημένος από τον Μένη Κουμανταρέα.


Δεν υπάρχουν σχόλια: