.............................................................
"ΑΧ, ΑΥΤΟΣ Ο ΤΑΪΡΩΦ"
της Άλκης Ζέη
"ΑΧ, ΑΥΤΟΣ Ο ΤΑΪΡΩΦ"
της Άλκης Ζέη
ΜΠΟΡΕΙ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΤΑΪΡΩΦ - ΠΟΥ ΟΥΤΕ ΕΙΧΑ ακούσει τ'όνομά του - να μην είχα παντρευτεί τον Γιώργο Σεβαστίκογλου και να μην είχα ζήσει αυτή τη γεμάτη περιπέτειες, μα τόσο έντονη κι ενδιαφέρουσα ζωή.
Δεν είχε περάσει πολύς καιρός που είχα γνωρίσει τον Γιώργο, όταν αποφάσισε να με παρουσιάσει στον Κουν. Από την πρώτη στιγμή που συναντηθήκαμε μου μιλούσε για κείνον, για τον Κάρολο, όπως τον έλεγε. "Δεν γίνεται να ιδωθούμε αύριο, γιατί πρέπει νατελειώσω μια μετάφραση για τον Κάρολο". Ήτανε τόσα τα "αύριο", που είχα αρχίσει να πιστεύω πως έβρισκε δικαιολογίες κι ήθελε να τελειώνει η ιστορία μας, που δεν είχε προλάβει ακόμα ν' ανθίσει. Γι' αυτό χάρηκα όταν ένα απόγευμα που συναντηθήκαμε, με πήρε μαζί του να πάμε στον Κουν. Δεν ήταν μακριά από τα σπίτια μας, γιατί κι ο Γιώργος κι εγώ μέναμε στην πλατεία Αμερικής.
Κάπου στην Αγίας Ζώνης βρισκότανε το σπίτι του Κουν. Το "σπίτι" του! Μια μεγάλη σαραβαλιασμένη ξύλινη πόρτα έβγαζε σε μιαν αυλή. Γύρω-γύρω δωμάτια, άλλα με ορθάνοιχτες τις πόρτες κι άλλες με κλειστές. Μια μισόκλειστη ήτανε του Κάρολου. Ο Γιώργος όμως τη χτύπησε δυνατά με το χέρι, ακούσαμε ένα ''έλα" και μπήκαμε μέσα. Σχεδόν όλο το δωμάτιο το έπιανε ένα μεγάλο διπλό σιδερένιο κρεβάτι με μπρούτζινα πόμολα. Στο κρεβάτι, μισοξαπλωμένος, σκεπασμένος με μια στρατιωτική κουβέρτα, ο Κάρολος. Τον κοίταξα με δέος. Ήτανε σκυμμένος πάνω σε κάτι χαρτιά και γύρω του άλλα πάνω στην κουβέρτα κι άλλα πεταμένα στο πάτωμα. Είχε βυθιστεί στο διάβασμα τόσο που έλεγα πως το τσιγάρο που κρατούθσε θα του έκαιγε τα δάχτυλα. Μια στιγμή ανασήκωσε το κεφάλι, κοίταξε τον Γιώργο - εγώ είχα εξαφανιστεί πίσω του - και είπε με την παράξενη φωνή του που άκουγα για πρώτη φορά:
- Έφερες τον Ταΐρωφ;
- Όχι, Κάρολε, μόλις τέλειωσα τον Στανιβλάφσκι, ξέρεις τι όγκος είναι.
- Μα κι ο Ταΐρωφ επείγει - πρέπει να τον μάθουν τα παιδιά. Πώς θα προχωρήσουν οι πρόβες.
- Κάρολε, να σου γνωρίσω την Άλκη.
Ούτε που με κοίταξε, μόνο είπε αυστηρά στον Γιώργο:
- Γιώργο, δεν έχεις καιρό για τέτοια χασομέρια, πρέπει να τελειώνεις με τον Ταΐρωφ.
Ο Γιώργος, που τον ήξερε καλά, χαμογέλασε, εμένα όμως η καρδιά μου είχε βουλιάξει στις πατούσες μου.
Τη μια μοναδική καρέκλα που υπήρχε στο δωμάτιο την έσυρε ο Γιώργος κοντά στο κρεβάτι κι αρχίσανε μια ατέλειωτη συζήτηση για το θέατρο. Εμένα μου είπε και κάθισα απάνω σ' ένα μπαούλο, τόσο ψηλό που τα πόδια μου κρέμονταν. Πολύ θα' θελα να μπορούσα να χωθώ μέσα.
Με μεγάλη ανακούφιση είδα ύστερα από πολλή ώρα τον Γιώργο να σηκώνεται για να φύγουμε. Ο Κουν, που είχε ξαναπέσει στα χαρτιά του ούτε πρόσεξε πως τον χαιρέτησα. Όταν ήμασταν σχεδόν έξω από την πόρτα, σήκωσε το κεφάλι του και φώναξε:
- Γιώργο, τον Ταΐρωφ.
Βγήκαμε στο δρόμο. Είχε σουρουπώσει. Κατοχή, λιγοστός κόσμος στο δρόμο, πού και πού κανένας Γερμανός και καμιά σκελετωμένη γάτα. Κατηφορίζαμε τη Λήμνου και νόμιζα πως θα πάμε στο σπίτι του Γιώργου, στην πλατεία Θάσου. Οι γονείς του με είχαν γνωρίσει, ενώ στον πατέρα μου δεν τολμούσα να αναφέρω καν την ύπαρξή του.
- Άντε να σε πάω ως την Πατησίων, λέει ο Γιώργος. Εμείς μέναμε Λήμνου και Λευκωσίας.
- Είχαμε πει πως θα πάμε σπίτι σου, διαμαρτυρήθηκα.
- Δεν άκουσες τον Κάρολο; Πρέπει να μεταφράσω τον Ταΐρωφ.
Ούτε θέλησα να μάθω ποιος είναι αυτός ο Ταΐρωφ κι έφυγα μουτρωμένη. Μόλις έφτασα στο σπίτι, ρώτησα την πολύξερη αδελφή μου:
- Ξέρεις ποιος είναι ο Ταΐρωφ;
- Ήρωας του Καραγάτση, απόρησε εκείνη που της ξέφυγε κάτι γιατί είχε εντρυφήσει στον Συνταγματάρχη Λιάπκιν και τον Γιούγκερμαν.
- Είσαι αστοιχείωτη, της είπα και παρίστανα πως δεν έχω όρεξη να της μιλήσω για τον Ταΐρωφ.
- Στα λέει ο Γιώργος και τα παπαγαλίζεις, με πείραξε.
Δεν της απάντησα΄δεν είχα κέφι να τσακωθώ. Συλλογιόμουνα το απόγευμα που πέρασε, αυτόν τον παράξενο άνθρωπο που γνώρισα με τα κιτρινισμένα δάχτυλα και τα μάτια του που έβγαζαν αστραπές όσο μιλούσε για θέατρο.
Ο Γιώργος μου είχε πει πως όλη η ύπαρξη του Κουν ήταν το θέατρο. Σκέφτηκα τότε πως αν αυτό ζητούσε από τους συνεργάτες και τους μαθητές του, εγώ περίσσευα. Ο Γιώργος μετέφραζε συνέχεια έργα που μπορεί και να μην πάιζονταν ποτέ, μόνο και μόνο για να τα διαβάζουν και να μορφώνονται οι μαθητές και κατοπινοί ηθοποιοί του "Θεάτρου Τέχνης", που δεν ήξεραν άλλη γλώσσα από τα ελληνικά. Είχε μεταφράσει από τα αγγλικά - που το είχε ξετρυπώσει ο Κουν μέσα στην Κατοχή; - ολόκληρο το έργο του Στανισλάφσκι Η ζωή μου στην τέχνη. Χάθηκε κι αυτό μαζί με άλλα χειρόγραφα μέσα στις ατέλειωτες περιπλανήσεις μας.
Δυο ολόκληρες μέρες είχε να μου δώσει ο Γιώργος σημεία ζωής. Πάντα περνούσε μια στιγμή από το σπίτι, γιατί τότε λίγα σπίτια είχαν τηλέφωνο, να συνεννοηθούμε πότε και πού θα βρεθούμε. Ήξερε τις ώρες που ο πατέρας μου έλειπε στην Τράπεζα κι η μητέρα μου πάντα τον καλοδεχότανε. Εγώ δεν τολμούσα να πάω να τον βρω, φοβόμουνα μήπως τον είχε επηρεάσει ο Κουν. "Γιώργο δεν έχεις καιρό για τέτοια χασομέρια", κι επειδή το χασομέρι ήμουνα εγώ... Στείλαμε λοιπόν με την αδελφή μου τον Γκάτσο - που ήτανε ο αγαπημένος της - να πάει να τον βρει να δει τι γίνεται. Ανησυχούσα και για άλλο λόγο. Δεν είχε μόνο τον Ταΐρωφ ο Γιώργος. Αντίσταση, παράνομη δουλειά και οι μέρες γινόντανε όλο και πιο επικίνδυνες. Την επομένη πήγαμε οι αδελφούλες στου Λουμίδη να συναντήσουμε τον Γκάτσο. Τον είδαμε να καταφτάνει μαζί με τον Γιώργο και τον... Ταΐρωφ.
- Πάμε στον Κάρολο, μου λέει ο Γιώργος, έχω δυο μερόνυχτα να κοιμηθώ, τέλειωσα όμως...
Εγώ δεν ήθελα να πάω ύστερα από την υποδοχή που μου είχε κάνει ο Κουν, μα ο Γιώργος μ' έπεισε πως με τη μετάφραση στο χέρι όλα θ' άλλαζαν. Κι έτσι έγινε. Μπήκαμε στο δωμάτιο της Ζωοδόχου Πηγής. Το ίδιο πάντα σκηνικό. Ο Κουν στο κρεβάτι, έσβηνε τα τσιγάρα του σ' ένα κεσέ από γιαούρτι, μόνο που τώρα πάνω στο μπαούλο καθόταν ο Βασίλης Διαμαντόπουλος. Ο Γιώργος, χωρίς να μιλήσει, του έδωσε τα χειρόγραφα, εκείνος τ' άρπαξε κυριολεχτικά από τα χέρια του κι ύστερα απρόσμενα γύρισε σε μένα.
- Σκύψε να σ' αγκαλιάσω.
Τα είχα χαμένα. Ο Γιώργος μ' έσπρωξε κοντά του και τα μεγάλα χέρια του μ' αγκάλιασαν σφιχτά, ζεστά. Είχε καταλάβει, φαίνεται, πως δεν θα ήμουνα εμπόδιο στον Γιώργο και θα 'ρχόμουνα μετά τον Στανισλάφσκι, τον Βαχτάνγκωφ, τον Μέγιερχολμ και τον Ταΐρωφ.
Το πουλόβερ μου μύριζε μετά για μέρες τσιγάρο και μ' άρεσε.
Στις σημειώσεις του ο Γιώργος γράφει: "Όταν καμιά φορά ορίζουμε τον εαυτό μας αυτοδίδακτο, εννοούμε, φαντάζομαι πως δεν σπουδάσαμε θέατρο. Το δικό μου "αυτοδίδακτο" είχε δάσκαλο τον Κάρολο Κουν που κοντά σ' όλα τ' άλλα, μου στέριωσε την πίστη στη μεγάλη αποστολή του θεάτρου, την αυταπάρνηση και την αυτοθυσία για χάρη του, τον αγώνα για ελεύθερη δημιουργία". Πράγματα που τήρησε ο Γιώργος σ' όλη του τη ζωή, είτε ανέβαζε έργο στην Επίδαυρο με το "Εθνικό Θέατρο", είτε στο Παρίσι με το θέατρο της Πανεπιστημιούπολης, είτε στην Τασκένδη με τους Έλληνες πρόσφυγες.
Τον θυμήθηκα ξανά τον Ταΐρωφ όταν ζούσαμε στη Μόσχα. Πήγαμε με τον Γιώργο στο σπίτι ενός σπουδαίου θεατρολόγου και μας μιλούσε γι' αυτόν. Μου ήρθε τότε στο νου ο εαυτός μου στο δωμάτιο του Κάρολου, καθισμένη πάνω στο μπαούλο με τα πόδια κρεμασμένα και ν' ανησυχώ για το ρόλο που θα έπαιζε στη ζωή μου αυτός ο άγνωστος που άκουγα για πρώτη φορά τ' όνομά του.
Τώρα που τα γράφω όλα αυτά τη νοστάλγησα εκείνη την εποχή, κι ας ήτανε μαύρη Κατοχή. Νοστάλγησα τον Γιώργο, τον Κάρολο, τον Γκάτσο, ακόμα και τον Ταΐρωφ.
.....................................................................
από το τελευταίο βιβλίο της Άλκης Ζέη "Σπανιόλικα Παπούτσια και άλλες ιστορίες " (Καστανιώτης, 2010)
Ο Γιώργος, που τον ήξερε καλά, χαμογέλασε, εμένα όμως η καρδιά μου είχε βουλιάξει στις πατούσες μου.
Τη μια μοναδική καρέκλα που υπήρχε στο δωμάτιο την έσυρε ο Γιώργος κοντά στο κρεβάτι κι αρχίσανε μια ατέλειωτη συζήτηση για το θέατρο. Εμένα μου είπε και κάθισα απάνω σ' ένα μπαούλο, τόσο ψηλό που τα πόδια μου κρέμονταν. Πολύ θα' θελα να μπορούσα να χωθώ μέσα.
Με μεγάλη ανακούφιση είδα ύστερα από πολλή ώρα τον Γιώργο να σηκώνεται για να φύγουμε. Ο Κουν, που είχε ξαναπέσει στα χαρτιά του ούτε πρόσεξε πως τον χαιρέτησα. Όταν ήμασταν σχεδόν έξω από την πόρτα, σήκωσε το κεφάλι του και φώναξε:
- Γιώργο, τον Ταΐρωφ.
Βγήκαμε στο δρόμο. Είχε σουρουπώσει. Κατοχή, λιγοστός κόσμος στο δρόμο, πού και πού κανένας Γερμανός και καμιά σκελετωμένη γάτα. Κατηφορίζαμε τη Λήμνου και νόμιζα πως θα πάμε στο σπίτι του Γιώργου, στην πλατεία Θάσου. Οι γονείς του με είχαν γνωρίσει, ενώ στον πατέρα μου δεν τολμούσα να αναφέρω καν την ύπαρξή του.
- Άντε να σε πάω ως την Πατησίων, λέει ο Γιώργος. Εμείς μέναμε Λήμνου και Λευκωσίας.
- Είχαμε πει πως θα πάμε σπίτι σου, διαμαρτυρήθηκα.
- Δεν άκουσες τον Κάρολο; Πρέπει να μεταφράσω τον Ταΐρωφ.
Ούτε θέλησα να μάθω ποιος είναι αυτός ο Ταΐρωφ κι έφυγα μουτρωμένη. Μόλις έφτασα στο σπίτι, ρώτησα την πολύξερη αδελφή μου:
- Ξέρεις ποιος είναι ο Ταΐρωφ;
- Ήρωας του Καραγάτση, απόρησε εκείνη που της ξέφυγε κάτι γιατί είχε εντρυφήσει στον Συνταγματάρχη Λιάπκιν και τον Γιούγκερμαν.
- Είσαι αστοιχείωτη, της είπα και παρίστανα πως δεν έχω όρεξη να της μιλήσω για τον Ταΐρωφ.
- Στα λέει ο Γιώργος και τα παπαγαλίζεις, με πείραξε.
Δεν της απάντησα΄δεν είχα κέφι να τσακωθώ. Συλλογιόμουνα το απόγευμα που πέρασε, αυτόν τον παράξενο άνθρωπο που γνώρισα με τα κιτρινισμένα δάχτυλα και τα μάτια του που έβγαζαν αστραπές όσο μιλούσε για θέατρο.
Ο Γιώργος μου είχε πει πως όλη η ύπαρξη του Κουν ήταν το θέατρο. Σκέφτηκα τότε πως αν αυτό ζητούσε από τους συνεργάτες και τους μαθητές του, εγώ περίσσευα. Ο Γιώργος μετέφραζε συνέχεια έργα που μπορεί και να μην πάιζονταν ποτέ, μόνο και μόνο για να τα διαβάζουν και να μορφώνονται οι μαθητές και κατοπινοί ηθοποιοί του "Θεάτρου Τέχνης", που δεν ήξεραν άλλη γλώσσα από τα ελληνικά. Είχε μεταφράσει από τα αγγλικά - που το είχε ξετρυπώσει ο Κουν μέσα στην Κατοχή; - ολόκληρο το έργο του Στανισλάφσκι Η ζωή μου στην τέχνη. Χάθηκε κι αυτό μαζί με άλλα χειρόγραφα μέσα στις ατέλειωτες περιπλανήσεις μας.
Δυο ολόκληρες μέρες είχε να μου δώσει ο Γιώργος σημεία ζωής. Πάντα περνούσε μια στιγμή από το σπίτι, γιατί τότε λίγα σπίτια είχαν τηλέφωνο, να συνεννοηθούμε πότε και πού θα βρεθούμε. Ήξερε τις ώρες που ο πατέρας μου έλειπε στην Τράπεζα κι η μητέρα μου πάντα τον καλοδεχότανε. Εγώ δεν τολμούσα να πάω να τον βρω, φοβόμουνα μήπως τον είχε επηρεάσει ο Κουν. "Γιώργο δεν έχεις καιρό για τέτοια χασομέρια", κι επειδή το χασομέρι ήμουνα εγώ... Στείλαμε λοιπόν με την αδελφή μου τον Γκάτσο - που ήτανε ο αγαπημένος της - να πάει να τον βρει να δει τι γίνεται. Ανησυχούσα και για άλλο λόγο. Δεν είχε μόνο τον Ταΐρωφ ο Γιώργος. Αντίσταση, παράνομη δουλειά και οι μέρες γινόντανε όλο και πιο επικίνδυνες. Την επομένη πήγαμε οι αδελφούλες στου Λουμίδη να συναντήσουμε τον Γκάτσο. Τον είδαμε να καταφτάνει μαζί με τον Γιώργο και τον... Ταΐρωφ.
- Πάμε στον Κάρολο, μου λέει ο Γιώργος, έχω δυο μερόνυχτα να κοιμηθώ, τέλειωσα όμως...
Εγώ δεν ήθελα να πάω ύστερα από την υποδοχή που μου είχε κάνει ο Κουν, μα ο Γιώργος μ' έπεισε πως με τη μετάφραση στο χέρι όλα θ' άλλαζαν. Κι έτσι έγινε. Μπήκαμε στο δωμάτιο της Ζωοδόχου Πηγής. Το ίδιο πάντα σκηνικό. Ο Κουν στο κρεβάτι, έσβηνε τα τσιγάρα του σ' ένα κεσέ από γιαούρτι, μόνο που τώρα πάνω στο μπαούλο καθόταν ο Βασίλης Διαμαντόπουλος. Ο Γιώργος, χωρίς να μιλήσει, του έδωσε τα χειρόγραφα, εκείνος τ' άρπαξε κυριολεχτικά από τα χέρια του κι ύστερα απρόσμενα γύρισε σε μένα.
- Σκύψε να σ' αγκαλιάσω.
Τα είχα χαμένα. Ο Γιώργος μ' έσπρωξε κοντά του και τα μεγάλα χέρια του μ' αγκάλιασαν σφιχτά, ζεστά. Είχε καταλάβει, φαίνεται, πως δεν θα ήμουνα εμπόδιο στον Γιώργο και θα 'ρχόμουνα μετά τον Στανισλάφσκι, τον Βαχτάνγκωφ, τον Μέγιερχολμ και τον Ταΐρωφ.
Το πουλόβερ μου μύριζε μετά για μέρες τσιγάρο και μ' άρεσε.
Στις σημειώσεις του ο Γιώργος γράφει: "Όταν καμιά φορά ορίζουμε τον εαυτό μας αυτοδίδακτο, εννοούμε, φαντάζομαι πως δεν σπουδάσαμε θέατρο. Το δικό μου "αυτοδίδακτο" είχε δάσκαλο τον Κάρολο Κουν που κοντά σ' όλα τ' άλλα, μου στέριωσε την πίστη στη μεγάλη αποστολή του θεάτρου, την αυταπάρνηση και την αυτοθυσία για χάρη του, τον αγώνα για ελεύθερη δημιουργία". Πράγματα που τήρησε ο Γιώργος σ' όλη του τη ζωή, είτε ανέβαζε έργο στην Επίδαυρο με το "Εθνικό Θέατρο", είτε στο Παρίσι με το θέατρο της Πανεπιστημιούπολης, είτε στην Τασκένδη με τους Έλληνες πρόσφυγες.
Τον θυμήθηκα ξανά τον Ταΐρωφ όταν ζούσαμε στη Μόσχα. Πήγαμε με τον Γιώργο στο σπίτι ενός σπουδαίου θεατρολόγου και μας μιλούσε γι' αυτόν. Μου ήρθε τότε στο νου ο εαυτός μου στο δωμάτιο του Κάρολου, καθισμένη πάνω στο μπαούλο με τα πόδια κρεμασμένα και ν' ανησυχώ για το ρόλο που θα έπαιζε στη ζωή μου αυτός ο άγνωστος που άκουγα για πρώτη φορά τ' όνομά του.
Τώρα που τα γράφω όλα αυτά τη νοστάλγησα εκείνη την εποχή, κι ας ήτανε μαύρη Κατοχή. Νοστάλγησα τον Γιώργο, τον Κάρολο, τον Γκάτσο, ακόμα και τον Ταΐρωφ.
.....................................................................
από το τελευταίο βιβλίο της Άλκης Ζέη "Σπανιόλικα Παπούτσια και άλλες ιστορίες " (Καστανιώτης, 2010)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου