Δευτέρα 9 Μαΐου 2011

"Ο διχασμένος εαυτός" της Μαρίας Κατσουνάκη ("Καθημερινή", 7/5/2011)





Ο διχασμένος εαυτός


Tης Μαριας Κατσουνακη

Στην περίοδο που διανύει η χώρα, η μάχη με τον προηγούμενο χρεoκοπημένο εαυτό μας και τα στερεότυπα που τον αναπαράγουν είναι άνιση, διαρκής και με αμφίβολα αποτελέσματα. Αν όμως ατονήσει, από κούραση, απογοήτευση ή αδιαφορία, τότε καμιά αλλαγή, όσο εφικτή κι αν είναι, δεν θα έχει διάρκεια.
Η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου είναι ένα από τα υποσύνολα που συγκροτούν την ελληνική κοινωνία. Και επειδή συντίθεται, κατά κανόνα, από ανθρώπους δημιουργικούς, τολμηρούς, ανατρεπτικούς, θα υπέθετε κανείς ότι με τις αποφάσεις της μπορεί να «δείξει» το νέο, επερχόμενο, ελπιδοφόρο. Εν μέρει, έτσι είναι. Πέρσι με τον «Κυνόδοντα» του Γιώργου Λάνθιμου, φέτος με τον «Μαχαιροβγάλτη» του Γιάννη Οικονομίδη, πρότεινε ψυχαναγκαστικές όψεις και αναγνώσεις της «ελληνικότητας», πιο διευρυμένης στην πρώτη περίπτωση, πιο αυτοαναφορικής στη δεύτερη. Οπως και να ’χει, και τα περσινά και τα φετινά βραβεία, αντανακλούν μια πραγματικότητα διαθέσεων και επιλογών. Παράλληλα, όμως, φέτος παρατηρήθηκε ένα παράδοξο, το οποίο και σχολιάστηκε μετ’ επιτάσεως. Ενώ ο «Μαχαιροβγάλτης» ψηφίστηκε ως η καλύτερη ελληνική ταινία, προτάθηκε το εξαιρετικό, επίσης, «Attenberg» της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη ως η καταλληλότερη για να εκπροσωπήσει τη χώρα μας στις υποψηφιότητες για τα Οσκαρ. Η πρώτη, ακτινογραφία του φοβισμένου μικροαστού, κάπως περιθωριακού Ελληνάρα, που ζει στα όρια της ψύχωσης. Η δεύτερη, μια ανοιχτής πλεύσης, άποψης και χειρισμού ταινία πάνω στα θέματα της ενηλικίωσης, της σεξουαλικότητας και του θανάτου, που έχει ήδη διαγράψει δικαίως διεθνή πορεία, με βραβεία και εγκωμιαστικές κριτικές. Πού βρίσκεται το παράδοξο; Ανασηκώνοντας λίγο το πέπλο της «κανονικότητας», θα διαπιστώσουμε ότι, κι εδώ, ο μηχανισμός των στερεοτύπων καλά κρατεί, ως προς την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας: αλλιώς μας βλέπουμε και αλλιώς επιθυμούμε να μας βλέπουν οι άλλοι. Και κάτι ακόμη. Φέτος, πάνω από 70, από τα περίπου 180 εγγεγραμμένα μέλη της Ακαδημίας, δεν ψήφισαν. Μια κρίσιμη μάζα δηλαδή απουσίαζε.
Ως υποσύνολο της ελληνικής κοινωνίας η Ακαδημία Κινηματογράφου μοιάζει να έχει υποκύψει σε εξισορροπιστικές τεχνικές, στην πεπατημένη ενός διχασμένου 
εαυτού, μιας ρωμέικης, επιβιωτικής (νομίζαμε για χρόνια) πονηριάς. Μετά την ανάφλεξη της πρώτης χρονιάς (με την κίνηση των «κινηματογραφιστών στην ομίχλη») και την εντυπωσιακή αλλαγή του τοπίου, οι στάχτες από την έκρηξη επικάθησαν και στα ίδια, προ της εκρήξεως, σημεία.
Η μάζα που απέχει από κάθε «ψηφοφορία» (πραγματική ή συμβολική), υπεραπασχολημένη, κουρασμένη, βαριεστημένη, αηδιασμένη ή φοβισμένη, εκχωρεί έδαφος σε δυνάμεις που αρκούνται στα στερεότυπα, που αναπαράγουν «μια από τα ίδια». Οσο η εξωστρέφεια και ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός αντιμετωπίζονται ως ρόλος και όχι ως κοινωνική ανάγκη, την κούρσα θα οδηγούν βουλευτές που ζητούν αναδρομικά, υπουργοί βουτηγμένοι στα σκάνδαλα και παράγοντες «ξέρεις – ποιος – είμαι – εγώ – ρε...». Στην κοινωνία, βέβαια, το διακύβευμα δεν είναι βραβεία αλλά το μέλλον της χώρας.*
.............................................................

*: Η υπογράμμιση με την bold γραμματοσειρά δική μου. Πόσοι και πόσοι παράγοντες της δημόσιας ζωής, πόσοι και πόσοι συνάδελφοι, πόσοι και πόσοι φίλοι μας δεν το "έπαιξαν" και συνεχίζουν να το "παίζουν" αμφισβητίες, ριζοσπάστες, ανυποχώρητοι και ασυμβίβαστοι, και μόλις άκουσαν τον "ήχο του χρήματος" ή μόλις η πραγματικότητα "κουδουνίζει" ότι ήρθε η ώρα της πράξης, άρχισαν τα "πού να τρέχεις τώρα;", "κάτσε να το συζητήσουμε, βρε αδελφέ" ή κουτοπόνηρα "την κάνουν" για άλλες καβάτζες πιο ιδιωτικές. Αλλά είπαμε καθώς οι όποιες εξελίξεις στο δημόσιο χώρο αφορούν - τώρα περισσότερο από ποτέ - και το ιδιωτικό και προσωπικό μας περιβάλλον, οι όποιες δημόσιες διαμαρτυρίες μας δεν μπορούν να γίνονται με την αφαίρεση της ιδιωτικής μας ευθύνης.    







Δεν υπάρχουν σχόλια: