Τα τραπεζοκαθίσµατα της παιδείας
ΤΟΥ ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στα "ΝΕΑ", 23 Μαΐου 2011
Γιατί να δίνουν οι υποψήφιοι Πανελλαδικές Εξετάσεις; Γιατί να υποβάλλονται σε τέτοια δοκιµασία, γιατί τα παιδιά µας να επιδίδονται σε ασκήσεις ηλεκτρονικής κατασκοπείας, γιατί να υποχρεώνονται να εγκληµατήσουν;
Θα ήταν εντιµότερο αν οι εξετάσεις καταργούνταν εντελώς.
Η καταπονηµένη µας νοηµοσύνη θα γλίτωνε από τις αλλεπάλληλες εκπαιδευτικές µεταρρυθµίσεις, η δε πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας από την ψευδαίσθηση ότι παράγει έργο καταργώντας τη βάση του 10 ή ανεβοκατεβάζοντας τις βάσεις εισαγωγής στις διάφορες σχολές, µε την ίδια ευ κολία που το υπουργείο Οικονοµικών ανεβοκατεβάζει το αφορολόγητο.
Θα κόστιζε λιγότερο αν οι υποψήφιοι κρίνονταν απλά και µόνον από τις αποδόσεις τους στα διάφορα φροντιστήρια της επικράτειας. Το υπουργείο Παιδείας, στην περίπτωση, θα µπορούσε επιτέλους να λειτουργήσει σαν οίκος αξιολόγησης των φροντιστηρίων, ο δε βαθµός της αξιολόγησης να συνυπολογιζόταν στη βαθµολογία του υποψηφίου. Ας πούµε ένας µαθητής που έχει φοιτήσει σε ένα φροντιστήριο ΑΑΑ να πριµοδοτείται σε σχέση µε έναν άλλον που πέρασε από τα θρανία ενός ΒΒ+ και πάει λέγοντας σαν τα οµόλογα. ∆εν ξέρω αν στη βαθµολογία θα έπρεπε να συνυπολογισθεί και το ύψος των διδάκτρων, όµως ας πούµε ότι αυτό είναι ένα µάλλον τεχνικό ζήτηµα.
Ας µου συγχωρεθεί ο κυνισµός. Ξέρω ότι χιλιάδες παιδιά, και οι γονείς τους, πέρασαν για µια ακόµη χρονιά την τραυµατική δοκιµασία, όπως και ξέρω ότι από σήµερα αυτά τα χιλιάδες παιδιά θα αγωνιούν για την ανακοίνωση των αποτελεσµάτων, τις βάσεις, και ό,τι άλλο συνθέτει το µεγαλείο αυτής της ταπεινωτικής µηχανής που ακούει στο όνοµα «δηµόσια παιδεία».
Θα κόστιζε λιγότερο αν οι υποψήφιοι κρίνονταν απλά και µόνον από τις αποδόσεις τους στα διάφορα φροντιστήρια της επικράτειας. Το υπουργείο Παιδείας, στην περίπτωση, θα µπορούσε επιτέλους να λειτουργήσει σαν οίκος αξιολόγησης των φροντιστηρίων, ο δε βαθµός της αξιολόγησης να συνυπολογιζόταν στη βαθµολογία του υποψηφίου. Ας πούµε ένας µαθητής που έχει φοιτήσει σε ένα φροντιστήριο ΑΑΑ να πριµοδοτείται σε σχέση µε έναν άλλον που πέρασε από τα θρανία ενός ΒΒ+ και πάει λέγοντας σαν τα οµόλογα. ∆εν ξέρω αν στη βαθµολογία θα έπρεπε να συνυπολογισθεί και το ύψος των διδάκτρων, όµως ας πούµε ότι αυτό είναι ένα µάλλον τεχνικό ζήτηµα.
Ας µου συγχωρεθεί ο κυνισµός. Ξέρω ότι χιλιάδες παιδιά, και οι γονείς τους, πέρασαν για µια ακόµη χρονιά την τραυµατική δοκιµασία, όπως και ξέρω ότι από σήµερα αυτά τα χιλιάδες παιδιά θα αγωνιούν για την ανακοίνωση των αποτελεσµάτων, τις βάσεις, και ό,τι άλλο συνθέτει το µεγαλείο αυτής της ταπεινωτικής µηχανής που ακούει στο όνοµα «δηµόσια παιδεία».
Οµως δεν ξέρω άλλη χώρα όπου οι φροντιστές σχολιάζουν στα δελτία ειδήσεων τον βαθµό δυσκολίας των θεµάτων στα µαθηµατικά. Γιατί; Γιατί θα πέσει το ποσοστό επιτυχίας τους, άρα και η εµπορευσιµότητα του προϊόντος τους – ή µήπως θα χρεώνουν πιο πολλά λόγω αυξηµένης δυσκολίας; Ολα παίζουν.
∆εν ξέρω άλλη χώρα όπου τα δύο τουλάχιστον τελευταία χρόνια της µέσης εκπαίδευσης έχουν αντικατασταθεί από τις φροντιστηριακές ώρες. Και δεν ξέρω πόση υποκρισία ή αδυναµία κρίσης χρειάζεται, πέρα από τον δόλο και το έννοµο συµφέρον, για να υπερασπιζόµαστε όλοι µαζί το σαρακοφαγωµένο ερείπιο της δηµόσιας παιδείας λες και φυλάµε Θερµοπύλες.
Οµως, θα µου πείτε, και η παιδεία δηµόσια περιουσία είναι. Οπως τα ντουβάρια των ολυµπιακών έργων, οι χέρσες εκτάσεις του Ελληνικού, η ενέργεια και δεν ξέρω τι άλλο. Γιατί να εξαιρεθεί λοιπόν από τη µοίρα κάθε αγαθού που φέρει τη σφραγίδα του ελληνικού δηµοσίου; Είναι η χαρά του καταπατητή.
Είναι µια πλατεία που επειδή είναι δηµόσια, δεν ανήκει σε κανέναν δηλαδή, ο καθένας µπορεί να τη γεµίζει µε τραπεζοκαθίσµατα.
∆εν ξέρω άλλη χώρα όπου τα δύο τουλάχιστον τελευταία χρόνια της µέσης εκπαίδευσης έχουν αντικατασταθεί από τις φροντιστηριακές ώρες. Και δεν ξέρω πόση υποκρισία ή αδυναµία κρίσης χρειάζεται, πέρα από τον δόλο και το έννοµο συµφέρον, για να υπερασπιζόµαστε όλοι µαζί το σαρακοφαγωµένο ερείπιο της δηµόσιας παιδείας λες και φυλάµε Θερµοπύλες.
Οµως, θα µου πείτε, και η παιδεία δηµόσια περιουσία είναι. Οπως τα ντουβάρια των ολυµπιακών έργων, οι χέρσες εκτάσεις του Ελληνικού, η ενέργεια και δεν ξέρω τι άλλο. Γιατί να εξαιρεθεί λοιπόν από τη µοίρα κάθε αγαθού που φέρει τη σφραγίδα του ελληνικού δηµοσίου; Είναι η χαρά του καταπατητή.
Είναι µια πλατεία που επειδή είναι δηµόσια, δεν ανήκει σε κανέναν δηλαδή, ο καθένας µπορεί να τη γεµίζει µε τραπεζοκαθίσµατα.
[Δεν ξέρω άλλη χώρα όπου τα δύο τελευταία χρόνια του Λυκείου έχουν αντικατασταθεί από τις φροντιστηριακές ώρες]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου