Εδώ και χρόνια παίρνω το Μετρό από τον σταθµό της Κατεχάκη κάθε πρωί κατά τις επτάµισι. Περπατάω επί οκτώ λεπτά από το σπίτι µου, περιµένω κατά µέσο όρο τρία λεπτά στην πεντακάθαρη πλατφόρµα και σε άλλα εννέα λεπτά – βρέξει, χιονίσει ή διαδηλώσει – βρίσκοµαι στο Σύνταγµα. Σύνολο είκοσι λεπτά. Θαύµα. Ευρώπη. Πολιτισµός. Ειδικά όταν πρωτοβρέθηκα στο Μετρό δεν το πίστευα. Χαµογελαστοί και εξυπηρετικοί εργαζόµενοι, χαλαροί επιβάτες µε το βιβλιαράκι και την εφηµερίδα τους, ούτε ένα χαρτάκι στο γυαλισµένο δάπεδο. Με εξαίρεση τους εργαζοµένους που µε τα χρόνια γίνονται όλο και πιο µουρτζούφληδες, τα πράγµατα δεν έχουν αλλάξει και πολύ. Για κάποιο λόγο, η απαγόρευση του καπνίσµατος τηρείται και σκουπίδι δεν υπάρχει ούτε για δείγµα. Οι συρµοί περνούν στην ώρα τους και τα ασανσέρ λειτουργούν. Οι πολίτες απολαµβάνουν τη συνταγµατική επιταγή της ισονοµίας. Ο δηµόσιος χώρος είναι σεβαστός. Ανεξήγητο ίσως, αλλά η δηµοκρατία λειτουργεί για τη διάρκεια µιας διαδροµής. Τόσο ακριβώς.
Βέβαια, το Μετρό είναι κληροδότηµα µιας άλλης εποχής, περισσότερο αισιόδοξης. Οπως όλοι οι θεσµοί, εξακολουθεί να λειτουργεί εξ αδρανείας. Είναι κοινωνική κατάκτηση, προϊόν υγιούς πολιτικής βούλησης και σχεδιασµού που υλοποιήθηκε παρά τις ποικίλες αντιδράσεις. Ανήκει στη βραχύβια εποχή του εκσυγχρονισµού, τότε που µέρος της ελληνικής κοινωνίας απαιτούσε την προσαρµογή των κοινωνικών δοµών στις τεχνολογικές εξελίξεις. Παρέµεινε εντούτοις µια νησίδα. Γιατί το πρόβληµα δεν βρίσκεται εντός αλλά εκτός του Μετρό. Για παράδειγµα, στον συγκεκριµένο σταθµό που τυχαίνει να γνωρίζω καλύτερα, η πρόσβαση είναι πραγµατική περιπέτεια. Από τις επτάµισι το πρωί ένας τροχονόµος καταργεί τα δικαιώµατα των πεζών υπέρ των εποχουµένων. Τα φανάρια δεν υφίστανται. Συνωστισµένοι στις νησίδες, οι άνθρωποι προσπαθούν να περάσουν απέναντι µε αντίτιµο τη σωµατική τους ακεραιότητα, ενώ η σφυρίχτρα του τροχονόµου, οι έξαλλες κινήσεις και οι χριστοπαναγίες του καθοδηγούν τη θηριώδη κίνηση από τα νότια προάστια προς τα βόρεια και τούµπαλιν. Πού και πού κάποιο από τα κυκλοφοριακά ρεύµατα αρχίζει να κορνάρει, διεκδικώντας τα δικαιώµατά του και την προσοχή του τροχονόµου. ∆ιαβάσεις πεζών δεν υφίστανται, οι διαγραµµίσεις έχουν εξαφανιστεί από τα χρόνια των Ολυµπιακών. ∆ύο από τα δέκα φανάρια είναι πάντα κόκκινα για τους πεζούς, πάντα πράσινα για τα αυτοκίνητα. Μαµάδες που σέρνουν καρότσια, µπαµπάδες που πάνε τα παιδιά τους στο σχολείο, ηλικιωµένοι που πρωί πρωί ξεκίνησαν για το ΙΚΑ ή για το 401 στριµώχνονται µε απόγνωση στις νησίδες, ενώ Τσερόκι και Καγιέν περνούν µε εκατό την ώρα στην Οδύσσειά τους από τη Βούλα προς την Κηφισιά. Αν τολµήσεις να φωνάξεις, να διαµαρτυρηθείς, ο τροχονόµος θα σου ρίξει ένα υποτιµητικό βλέµµα. Μια φορά όταν τον ειρωνεύτηκα µε απείλησε, θυµίζοντάς µου τα περί αντίστασης κατά της Αρχής. Και οι εποχές περνούν και οι τροχονόµοι αλλάζουν και οι υποδοµές φθείρονται – λ.χ., τα πεζοδρόµια είναι πια εντελώς ξεχαρβαλωµένα – αλλά η πρόσβαση στο Μετρό παραµένει δοκιµασία. Το µόνο καλό: µπορείς να ξεχαστείς αποθαυµάζοντας την απολύτως άχρηστη πεζογέφυρα του Καλατράβα.
Η κατάργηση των δικαιωµάτων των πεζών αποτελεί ίσως τον καλύτερο δείκτη για να καταµετρηθεί ο θρίαµβος της ιδιώτευσης εις βάρος του δηµόσιου χώρου. Πρόκειται για την αφαίρεση ενός πανάρχαιου δηµοκρατικού δικαιώµατος, που αφορά το να πηγαίνεις όπου γουστάρεις µε σχετική ασφάλεια. Ανήκει στο ίδιο εκείνο πλέγµα αστικών προβληµάτων µε την κατάργηση των πεζοδροµίων, το παρκάρισµα στους πεζοδρόµους, την υποβάθµιση των ανοιχτών χώρων και του πρασίνου. Φυσικά το πρόβληµα δεν εντοπίζεται µόνο στην Κατεχάκη. Λίγο παρακάτω στη Μεσογείων, όπου υπάρχει και ένα συγκρότηµα σχολείων, έχουν συµβεί ουκ ολίγα ατυχήµατα µε παιδάκια, ειδικά την εποχή που ο Καραµανλής ερχόταν από τηΡαφήνα και η Τροχαία ήθελε ναεπιδείξει έργο εξυπηρετώντας την πρωθυπουργική λιµουζίνα. Σήµερα το πρόβληµα έχει οξυνθεί στην κάθοδο της Κηφισίας όχι µόνο λόγω της ιστορικής κατοικίας του Καστρίου αλλά και της καθόδου των υπουργικών αυτοκινήτων κατά πλειοψηφία σε αυτό τον άξονα.
Η διασταύρωση Πανόρµου - Κηφισίαςλ.χ.
είναι πραγµατική κόλαση για τους πεζούς.
Να θυµίσει κανείς την απόλυτη προτεραιότητα των πεζών στις ευρωπαϊκές πόλεις θα ήταν πλεονασµός. Κάτι τέτοια όµως, µικρά και δευτερεύοντα, καταδεικνύουν το πραγµατικό επίπεδο των κοινωνικών κατακτήσεων. Το ελληνικό χρέος είναι τελικά χρέος του ιδιωτικού προς τον δηµόσιο τοµέα, είτε µιλάµε για ρεάλια είτε για δικαιώµατα. Το ελληνικό κράτος υπερχρεώθηκε στην προσπάθειά του να υπηρετήσει την ιδιώτευση. Το λέει και η λέξη: Ιδιωτικής Χρήσεως.
[Η κατάργησή τους ανήκει στο ίδιο εκείνο πλέγµα αστικών προβληµάτων µε την κατάργηση των πεζοδροµίων, το παρκάρισµα στους πεζοδρόµους, την υποβάθµιση των ανοιχτών χώρων και του πρασίνου]
Ο Μιχάλης Μοδινός είναι περιβαλλοντολόγος και συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου