Σάββατο 9 Απριλίου 2011

"Μυξοκλαίμε για τον πόνο μυξοτραγουδάμε για τον έρωτα" ( ο Σωκράτης Μάλαμας στη Ναταλί Χατζηαντωνίου, "Ελευθεροτυπία, 12/3/2011)


...- Τελικά είστε «έντεχνος»;
«Εντεχνος ήταν ο Χατζιδάκις, όταν μαζί με τον γίγαντα Γκάτσο προσπαθούσαν συνειδητά να καλλιεργήσουν το αισθητήριο των Ελλήνων κι άνοιγαν δρόμους. Εγώ είμαι μεγαλωμένος μες στα σκυλάδικα, τις ταβέρνες, τα πανηγύρια, τις παρέες, το ξενύχτι, τα ποτά, την καταστροφή και τη νύχτα. Δεν είμαι ένα ποιοτικό στοιχείο μ' ένα όραμα υψηλής αισθητικής, που προσπαθώ να το μεταδώσω στον κόσμο. Κάνω ό,τι με εκφράζει κάθε στιγμή και ο... Θεός βοηθός».
- Εχει πάντως «στρατόπεδα» το ελληνικό τραγούδι;
«Δεν το πιστεύω. Ενας κύκλος υπάρχει κι εκεί μέσα όλοι εμείς αλλάζουμε, όλη την ώρα, τα εσώρουχά μας. Δεν μπορώ να κρίνω κανέναν γιατί, από τις πιο ωραιοπαθείς κι εγωκεντρικές περιπτώσεις του "λαϊκάδικου" μέχρι τις πιο έντεχνες, όλοι πάσχουν από την ίδια αγωνία να βγάλουν προς τα έξω κάτι με αντίκρισμα, αισθητικό ή εμπορικό. Το μόνο που μπορεί να κάνει όποιος δεν αντέχει τους μεν ή τους δε είναι να τους συγχωρέσει για την ταλαιπωρία που τράβηξε σαν ακροατής».
«Τα βλακώδη τραγούδια ήταν ο καθρέφτης στο σπίτι που λέγεται Ελλάδα», ξεκαθαρίζει ο Μάλαμας
- Το λαϊκο-πόπ έχει, όμως, χρόνια, επικρατήσει σε ραδιόφωνα και τηλεοράσεις.
«Ευτυχώς! Αν δεν υπήρχε σπρώξιμο σ' αυτό το είδος τραγουδιού, το άλλο θα γκρεμιζόταν πολύ γρήγορα. Ο άλλος πόλος χρειάζεται πάντα έναν αντίποδα για να στέκεται. Αυτά τα δύο αλληλοσυμπληρώνονταν κι αλληλοαναιρούνταν όλα αυτά τα χρόνια. Κι ύστερα πιστεύω ότι το "λαϊκο-πόπ", όπως κι η κακή πλευρά του έντεχνου, καθρεφτίζουν τέλεια
την κοινωνική κατάσταση που επικρατεί τα τελευταία 30 χρόνια: το τραγούδι είναι πολύ έντιμη τέχνη και η τέχνη περιγράφει τα βήματά μας. Τα βλακώδη τραγούδια ήταν, δηλαδή, ο καθρέφτης στο σπίτι που λέγεται Ελλάδα».
- Πώς μας δείχνει αυτός ο καθρέφτης;
«Να μυξοτραγουδάμε για τον έρωτα, να μυξοκλαίμε για τον πόνο. Είναι αυτό που μου 'πε μια φίλη: "Συμπεριφερόμαστε σαν ταπεινοκουφάλες", είτε προς το υψηλό είτε προς το ερεβώδες».
- Δεν κουνήσατε πάντως ποτέ το δάχτυλο...
«Μα, φαντάζεσαι να επέβαλλα στα παιδιά μου να ακούν... Μάλαμα; Προτιμώ να τους αφήνω τα ερεθίσματα και να τα αφήνω να επιλέξουν. Να λείπει ο ψυχαναγκασμός ότι εμείς γνωρίζουμε σώνει και καλά το σωστό».
- Τι βλέπετε στον κόσμο της περιφέρειας;
«Μια εμφανέστατη οπισθοχώρηση στη λεγόμενη "αγορά". Στο σουπερμάρκετ πολλοί συγχωριανοί μου έχουν από ένα γραμμένο τεφτέρι. Το ίδιο θυμάμαι το 1965, πριν φύγω για Γερμανία. Είχαμε γραμμένες τις οικονομικές μας υποχρεώσεις στα παντοπωλεία και κάναμε συναλλαγές σε είδος... Αλλά δεν θέλω να μπούμε πολύ χοντρά στο λεγόμενο ζήτημα της οικονομικής κρίσης».
- Γιατί;
«Γιατί πρώτα πρώτα είναι πολύ επίπλαστο έργο. Θα μπορούσαμε να έχουμε αποφύγει πολλά πράγματα. Εχω την εντύπωση ότι οι γενίτσαροι της Τουρκοκρατίας αντικαταστάθηκαν από τους φοιτώντες στα δυτικά πανεπιστήμια που, ερχόμενοι εδώ, μας επέβαλαν ένα μοντέλο που δεν θέλαμε. Σιγά σιγά το συνηθίσαμε και τώρα πια είμαστε δεμένοι χειροπόδαρα. Τι να κάνουμε; Να βγούμε, να πετάμε πέτρες και να σπάμε τα κεφάλια μας μεταξύ μας;».
- Δεν φταίει κανείς;
«Εγώ φταίω για πάρτη μου. Γιατί δεν θα 'χα αφήσει τόσα χρόνια το σύστημα να κόβει βόλτες. Θα 'χα κάνει την επανάστασή μου. Θα καιγόμουν στην πλατεία Κουμουνδούρου φωνάζοντας ότι "είμαι κατά του συστήματος". Αλλά ποιο είναι αυτό το σύστημα; Είναι ένα άγνωστο έργο που μου 'ρχεται συνέχεια από τη γωνία και το στήριξα κι εγώ με τη σιωπή μου. Αυτή είναι η δική μας λωποδυτιά. Κανείς δεν γυρίζει να δει με ποιον τρόπο ζει, γιατί θέλει να βάλει το παιδί του στο Δημόσιο, γιατί θέλει να μονιμοποιηθεί μέσα στην ανία και στο τίποτά του, με το μισθουλάκο του, τ' αυτοκινητάκι του, τη βιλίτσα του και τις καλοκαιρινές του διακοπές. Εμείς δηλαδή είμαστε άμοιροι των σημερινών γεγονότων; Υπήρχαν επιτήδειοι γύρω μας που έβλεπαν ότι τσιμπάμε, μας ρίξανε δόλωμα και τώρα μας το ζητούν πίσω στη χιλιοστή».* 


Δεν υπάρχουν σχόλια: